Archives

Author Archive for savvas

Biscutella didyma subsp. dunensis

Name/ Όνομα:   Πισκουτέλλα  η δίδυμη υποείδ. των αμμολόφων*  

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Biscutella didyma subsp. dunensis Chrtek & B. Slavík

Common name/Κοινό όνομα:   Biscutella, Biscutelle, Buckler mustard, Einjâhringes Brillenschotötchen, Biscutella annual, Πισκουτέλλα 

Family/Οικογένεια: BRASICACEAE 

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Annual plant growing up to 50cm tall;

Stem erect, usually branched, sometimes simple, cylindrical, greenish and glabrous when young, purple with hispid hairs when old.

Basal leaves in a loose rosette, alternate, simple, oblanceolate or slightly obovate, margins irregularly dentate or lobed, petiolate, apex subacute or obtuse, base narrow, covered with simple or branched hairs, especially on the margins and on the main veins beneath, petiole hairy; cauline leaves alternate, lanceolate, entire, sessile, acute, hairy.

Flowers actinomorphic and hermaphrodite in racemes; sepals 4,  alternating between petals, erect to spreading, ovate, subglabrous, greenish, often tinged purple; petals 4, obovate, base narrow, dark yellow and glabrous; stamens 6, filaments greenish, glabrous, anthers yellow; ovary superior, style 1, stigma 1, capitate, greenish, glabrous.

Flowering time February-May.

The fruit are paired dehiscent siliques, green, becoming brown at maturity (from the margins towards the center), disk shortly hairy, margins and center with longer hairs, forming a rough to the touch surface.

Endemic to Cyprus.   It is common plant in Cyprus and it is found on rocky slopes and waste ground from 0-950m alt.

Silique* = a many seeded capsule composed of 2 carpels.

 

Περιγραφή  

Μονοετής πόα ύψους μέχρι 50cm.

Βλαστός όρθιος, συνήθως με διακλάδωση, κάποτε απλός, κυλινδρικός, πρασινωπός και άτριχος στην αρχή, πορφυρός και αδρότριχος στο τέλος.

Φύλλα βάσης σε χαλαρή ροζέτα, κατ εναλλαγή, απλά, προμήκη-λογχοειδή ή ελαφρά αντωειδή, καλυμμένα με απλές ή διακλαδωμένες τρίχες κυρίως στα χείλη και στα κύρια νεύρα στην κάτω επιφάνεια, έμμισχα, σχεδόν οξύκορφα ή αμβλύκορφα, βάση στενή και μίσχο τριχωτό.  Ανώτερα φύλλα κατ εναλλαγή, ακέραια, άμισχα, οξύκορφα και τριχωτά.

Άνθη ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε  βότρεις.  Σέπαλα 4, κατ εναλλαγή μεταξύ των πετάλων, όρθια ή απλωμένα, ωοειδή, σχεδόν γυμνά, πρασινωπά, συχνά παίρνουν πορφυρή χροιά.  Πέταλα 4, αντωειδή με στενή βάση, άτριχα και με σκούρο κίτρινο χρώμα.  Στήμονες 6, με πρασινωπό και άτριχο νήμα, ανθήρες κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, στίγμα 1, κεφαλωτό, πρασινωπό και γυμνό.

Άνθιση Φεβρουάριος – Μάιος.

Καρπός είναι ζεύγη λοβών (που μπορούν να ανοίξουν), που είναι πράσινοι αρχικά και τελικά παίρνουν καφέ χρώμα ξεκινώντας από την περιφέρεια προς το κέντρο, ο δίσκος φέρει κοντές τρίχες που είναι μεγαλύτερες στο χείλος και στο κέντρο του δίσκου, δημιουργώντας ανώμαλη επιφάνεια.

Ενδημικό φυτό της Κύπρου αλλά κοινό φυτό που απαντάται σε πετρώδεις πλαγιές και άγονα εδάφη από 0-950μ υψόμετρο.

Arabis verna

Name/Όνομα:  Aραβίς η εαρινή*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Arabis verna R.Br

Common name/Κοινό όνομα: Spring-rock-cress, Arabette printaniêre, Moz kazteresi, Arabetta primaverile

Family/Οικογένεια:  BRASSICACEAE

 

*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description    

Annual tiny herb up to 40cm tall.  Stem erect, cylindrical, unbranched or branched at base, purple and covered with star-shaped hairs.  Basal leaves in a rosette, alternate, obovate, simple, covered on both sides with branched, tree-like hairs (dendritic), margins serrate, apex obtuse, obscurely nerved above, base cuneate, petiolate; cauline leaves few 1-3, alternate, ovate, simple, sessile or subsessile, acute, serrate.  Flowers are small, hermaphrodite and actinomorphic, in lax few-flowered racemes; petals 4, oblanceolate or slightly obovate, glabrous, reduced at base to a claw, pink or purple, apex rounded; sepals 4, erect, oblong, obtuse, hairy, green, often tinged purple; stamens 6, filaments yellowish, flattened and glabrous, anthers yellow;-ovary superior, cylindrical and glabrous, stigma capitate, greenish.  Flowering time March – May.  The fruit is a silique**.  Common plant in Cyprus and it is found on rocky cliffs and shady places from 150m-1225m alt

Silique** = a narrow and linear 2-vallved capsule.

Περιγραφή

Μονοετής μικρή πόα ύψους μέχρι 40cm.  Βλαστός όρθιος, κυλινδρικός, χωρίς διακλάδωση ή διακλαδισμένος μόνο στη βάση του, πορφυρός και καλυμμένος με αστεροειδείς και άλλες τρίχες.  Φύλλα βάσης σε ρόδακα, είναι όμως κατ εναλλαγή, απλά, αντωειδή, καλυμμένα και από τις 2 πλευρές με δενδροειδείς τρίχες, χείλος πριονωτό, κορυφή πλατειά, με αφανή νεύρωση στην άνω επιφάνεια, βάση κάπως μυτερή, έμμισχα.  Ανώτερα φύλλα λίγα 1-3, κατ εναλλάγή, απλά, ωοειδή, οξύκορφα, πριονωτά, σχεδόν άμισχα.  Άνθη πολύ μικρά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε χαλαρούς βότρεις λίγων ανθέων.  Πέταλα 4, προμήκη λογχοειδή ή ελαφρά αντωειδή, ελαττωμένα στη βάση τους σε στενό νύχι, γυμνά, ρόδινα ή μωβ και στρογγυλεμένη κορυφή.  Σέπαλα 4, όρθια, επιμήκη, αμβλύκορφα, τριχωτά, πράσινα που συχνά παίρνουν πορφυρή χροιά.  Στήμονες 6, νήμα κιτρινωπό και επίπεδο, ανθήρες κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, κυλινδρική και άτριχη, στίγμα πρασινωπό και κεφαλωτό.  Άνθιση Μάρτιος– Μάιος.  Καρπός είναι ένα γραμμοειδές κέρας.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε βραχώδεις λόφους και σκιερές επιφάνειες από  150-1225μ υψόμετρο.

κέρας* = μακρόστενος καρπός ο οποίος σχίζεται κοιλιακά και ραχιαία από κάτω προς τα πάνω, όπως ο καρπός των Σταυρανθών πχ. Λαψάνα, νεροκάρδαμο, σινάπι κλπ.

Equisetum telmateia 

Name/Όνομα: Eκουϊζέτουμ (Αλογοουρά) των τελμάτων  

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Equisetum telmateia Ehrh.

Common name/Κοινό όνομα:  Great horstail, Grande prele, Canutillos

Family/Οικογένεια:  EQUISETACEAE


*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

Description

Equisetum telmateia is a perennial herbaceous and deciduous plant with separate sterile and fertile stems, growing up to 100cm tall.  Sterile stems (fotosynthetic) appear in late spring and dying in late autumn, they are erect, glabrous, nearly cylindrical (there are inconspicuous ridges), hollow and branched in whorls; branches are many, 14-20 or more, unbranched, erect when young, becoming spreading, horizontal or arcing  later, they are linear, green and glabrous, mucronate, tips brown; branches are longer at the upper whorls becoming gradually shorter towards the base of the stem; main stem is whitish with ridges between nodes (Internodes); internodes are longer at base and shorter towards apex; nodes are covered with a whorl of reduced leaves, fused below to form the petiole (sheath) enclosing so the stem; sheaths on branches smaller; sheaths bears a number of  grooves below which are erect, acuminate and they have brown teeth at apex, about the same number with the branches.  Fertile stems (not photosynthetic) appear in early spring before the sterile stems; they produce spores in specialize conical structures called strobili; strobilus is conical, brownish and appear at the top of the fertile stems.  Fertile stems dying after the releasing of the spores.  Reproduction is carried out by spores and by the extended rhizomes.  Flowering time April.  Native to Europe, western Mediterranean, northern Africa and western Asia.  Common plant in Cyprus and it is founded on slow and shallow stream, streambanks and generally on shady, wet and misty places where it forms large colonies, from 175- to 1375m altitude.

 

Περιγραφή

Πολυετές και αειθαλές ποώδες φυτό, ύψους μέχρι 100εκ (Κύπρος), με 2 ξεχωριστούς βλαστούς:  α) Άγονοι βλαστοί που μπορούν να φωτοσυνθέτουν, εμφανίζονται προς το τέλος της άνοιξης και πεθαίνουν το φθινόπωρο, είναι όρθιοι, άτριχοι, σχεδόν κυλινδρικοί (υπάρχουν όμως ανεπαίσθητες ραβδώσεις), είναι κούφιοι και διακλαδώνονται σε σπονδύλους.  Κλάδοι αρκετοί, 14-20 ή περισσότεροι, χωρίς διακλάδωση, όρθιοι οι νεαροί, απλωμένοι ή λυγισμένοι προς τα κάτω οι παλαιότεροι, είναι γραμμοειδείς, πράσινοι και γυμνοί, με μικρή και με καφέ χρώμα προεκβολή στην κορυφή τους.  Οι κλάδοι είναι μακρύτεροι στους άνω σπονδύλους και μικρότεροι στους κάτω.  Ο κύριος βλαστός είναι ασπριδερός, δεν φωτοσυνθέτει και φέρει ραβδώσεις μεταξύ των γονάτων (μεσογονάτιο διάστημα).  Τα μεσογονάτια διαστήματα είναι μεγαλύτερα στη βάση και μικρότερα πιο ψηλά.  Κάθε γόνατο επικαλύπτεται από σπόνδυλο φύλλων με μειωμένη επιφάνεια, τα οποία συμφύονται στη βάση τους και σχηματίζουν ένα “κυκλικό μίσχο” που περιβάλλει το βλαστό και που φέρει στη βάση του ραβδώσεις και στην κορυφή του καστανά και μυτερά αλλά μαλακά δόντια, περίπου ισάριθμα με τα κλαδιά του σπονδύλου.  β)  Γόνιμοι βλαστοί δεν φωτοσυνθέτουν, εμφανίζονται στην αρχή της άνοιξης και πριν από τους άγονους βλαστούς και πεθαίνουν μετά από την ελευθέρωση των σπορίων.  Αυτοί παράγουν τα σπόρια πάνω σε εξειδικευμένους κωνικούς και καστανούς σχηματισμούς, συνήθως στα άκρα των βλαστών, που λέγονται στρόβιλοι.  Η αναπαραγωγή επιτυγχάνεται είτε με τα σπόρια είτε μέσω του εκτεταμένου ριζώματος του φυτού.  Άνθιση τον Απρίλιο.  Πατρίδα του η Ευρώπη, η ανατολική Μεσογειακή ζώνη, βόρεια Αφρική και δυτική Ασία.  Τοπικά κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε αργά και αβαθή ρυάκια, όχθες ρυακιών και γενικά σε σκιασμένα και υγρά εδάφη όπυ μπορούν να σχηματίζουν μεγάλες αποικίες από 175μ-1375μ υψόμετρο.

Geranium dissectum

Name/Όνομα:  Γεράνιο το πολυσχιδές*   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Geranium dissectum L.  

Common name/Κοινό όνομα:  Cutleaf geranium, Cut-leafed Cranesbill   

Family/Οικογένεια:  GERANIACEAE

 

 *Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

It is an annual herb growing up to 50cm tall.  Stems sprawling, spreading or erect, branched, green, densely covered with glandular and backward-pointing stiff hairs.  Basal leaves rounded in outline, opposite, simple, green, petiolate, palmately dissected almost to the base in 5-7 central lobes, flattened; petiole long, green and hairy; secondary lobes oblong-linear, blade hairy, margins entire, densely hairy, rather acute, tips purplish; stipules erect, ovate, apex acuminate, brownish-purple, thin and hairy; uppermost leaves less divided, smaller.  Flowers hermaphrodite and  actinomorphic, in cymes, 2-flowered; peduncles, pedicels and sepals densely pubescent, pedicels and sepals bear some glandular hairs; sepals 5, ovate, green, bristle-tipped; petals 5, obovate, alternating with sepals, light pink-purple, notched at apex, usually 3-4 nerved, shorter than sepals; stamens 10, filaments erect, pinkish above, anthers dark blue, dehiscing longitudinally; ovary superior, 5-lobed, beaked, stigma 5-parted, pink-purple; fruit mericarps; flowering time February – May.  Native to Europe.  Common plant I Cyprus and it is founded on cultivated fields, waste ground, grasslands and roadsides from sea-level to 1375m altitude.

 

Περιγραφή

Μονοετής πόα ύψους μέχρι 50cm.  Βλαστοί κατακλιμένοι, απλωμένοι ή όρθιοι, με διακλάδωση, πράσινοι, καλυμμένοι με πυκνές αδρότριχες που δείχνουν προς τα κάτω, ενώ κάποιες από αυτές είναι αδενώδεις.  Φύλλα βάσης με στρογγυλό περίγραμμα, αντίθετα, απλά, πράσινα, έμμισχα, σχισμένα σχεδόν μέχρι τη βάση τους σε 5-7 κεντρικούς λοβούς, επίπεδα.  Μίσχος μακρός, πράσινος και τριχωτός.  Δευτερογενείς λοβοί προμήκεις-γραμμοειδείς, έλασμα τριχωτό, χείλος ακέραιο και πυκνά τριχωτό, μάλλον οξύκορφα και με πορφυρές τις μύτες της κορυφής τους.  Παράφυλλα όρθια, ωοειδή, μυτερά, καστανο-πορφυρά, λεπτά και τριχωτά.  Ανώτερα φύλλα λιγότερα διαιρεμένα και μικρότερα.  Άνθη ερμαφρόδιτα και ακτινόμορφα, σε κύματα των 2 ανθέων.  Ποδίσκοι ταξιανθίας και ανθέων , όπως και τα σέπαλα είναι πυκνά τριχωτά, ενώ στους ποδίσκους ανθέων και στα σέπαλα υπάρχουν και αδενώδεις τρίχες.  Σέπαλα 5, ωοειδή, πράσινα με μικρή προεκβολή στην κορυφή τους.  Πέταλα 5, ίσα, αντωειδή, κατ εναλλαγή με τα σέπαλα, με φωτεινό ρόδινο ή πορφυρό χρώμα, με αβαθή εγκοπή στην κορυφή τους, συνήθως με 3-4 νεύρα, μικρότερα από τα σέπαλα.  Στήμονες 10, νήμα όρθιο, πορφυρό ψηλά, οι ανθήρες ανοίγουν κατά μήκος και έχουν σκούρο μπλε χρώμα.  Ωοθήκη επιφυής, 5-λοβη και με ράμφος την κορυφή, στίγμα 5-μερές, με πορφυρορόδινο χρώμα.  Καρπός ραμφοειδή καρπίδια.  Ανθίζει Φεβρουάριο – Μάιο.  Πατρίδα του η Ευρώπη.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε χορταριασμένα εδάφη, σε ακαλλιέργητους λόφους, καλλιεργημένα χωράφια και κατά μήκος δρόμων από 0-1375μ  υψόμετρο.

 

Anchusa strigosa

Name/Όνομα:   Άγχουσα η αδρότριχη*

Scientific name/Επιστημονικό όνομαAnchusa strigosa Labill.  

Common name/Κοινό όνομαStrigose bugloss, Prickly alkanet  

Family/ Οικογένεια:    BORAGINACEAE

 

 *Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

  

Description

Anchusa strigosa is a perennial plant growing up to 2oocm high.  Stems are robust, erect, branched, angled and glaucous, sparsely or densely covered with whitish hispid hairs.  Basal leaves very long in a rosette, simple, lanceolate-elliptic, entire, spiny, petiolate, median vein prominent; stem leaves alternate, simple, oblong-lanceolate, entire, smaller, spiny, sessile.  Flowers actinomorphic and hermaphrodite, in terminal cymes; corolla tubular, pure white, white to dark blue or pink, glabrous; tube longer than sepals’ length; bracts leaf-like, linear or ovate; pedicels with stiff, bristly hairs (hispidulous); petals 5, obovate, wide at base, more or less equal, glabrous, apex rounded,  fused at base; sepals 5, oblong linear, free to the base, glaucous-green, hispidulous, apex  rather obtuse; stamens 5, filaments short, white and glabrous, anthers oblong and narrow; ovary superior, style thicker above, stigma brownish, 2-lobed.  Flowering time March-June.  Fruit are oblong, brownish and erect nutlets.  Native to eastern Mediterranean region, North Africa and western Asia.  Common plant in Cyprus and it is found on stream banks, uncultivated fields, damps, waste ground and roadsides from 100-1075m alt.

Περιγραφή

Πολυετές φυτό που φθάνει τα 200εκ. ύψος.  Βλαστοί δυνατοί, όρθιοι, γωνιώδεις, με διακλάδωση, γλαυκοπράσινοι, αραιά ή πυκνά καλυμμένοι με ασπριδερές αδρές τρίχες.  Φύλλα βάσης με μεγάλο μήκος, απλά, λογχοειδή-ελλειπτικά, ακέραια, έμμισχα με πολύ εμφανές κεντρικό νεύρο.  Φύλλα βλαστού κατ εναλλαγή, απλά, προμήκη-λογχοειδή, ακέραια, μικρότερα, ακανθώδη και άμισχα.  Άνθη ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε επάκριες κυματοειδείς ταξιανθίες.  Στεφάνη σωληνοειδής, με λευκό, ρόδινο ή λευκό μέχρι σκούρο μπλε χρώμα, άτριχη.  Σωλήνας μακρύτερος των σεπάλων.  Βράκτια φυλλόμορφα, ωοειδή ή γραμμοειδή.  Ποδίσκοι ανθέων με αδρές τρίχες.  Πέταλα 5, ενωμένα στη βάση τους, αντωειδή με πλατιά βάση, περίπου ίσα, γυμνά και με στρογγυλή κορυφή.  Σέπαλα 5, γραμμοειδή, ελεύθερα μέχρι τη βάση τους, γλαυκοπράσινα, αδρότριχα και μάλλον αμβλύκορφα.  Στήμονες 5, νήμα κοντό, λευκό και γυμνό, ανθήρες στενοί και επιμήκεις.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, πιο χοντρός ψηλά, στίγμα καστανό, 2-λοβο.  Άνθιση Μάρτιος-Ιούνιος.  Ο καρπός είναι καστανά μικρά κάρυα.  Πατρίδα του η ανατολική Μεσογειακή ζώνη, η βόρεια Αφρική και η δυτική Ασία.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε όχθες ρυακιών, ακαλλιέργητα χωράφια, κοντά σε φράγματα ή κατά μήκος δρόμων από 100-1075μ υψόμετρο.

 

 Anagallis arvensis

Name/Όνομα:  Αναγαλλίς η αρουραία.      

Scientific name/Επιστημονικό όνομα   Anagallis arvensis*  L.

Common name/Κοινό όνομα:  Scarlet/Blue pimpernel, Φελλόχορτο, Περδικούλι.        

Family/ Οικογένεια:    PRIMULACEAE

 Syn ” Lysimachia arvensis”

Description

Plant:  Annual herb growing to 30cm high or more.

Stems: Erect or ascending, much-branched, 4-angled, glabrous, green when young, purplish later.

Leaves:  Opposite, simple, entire, lance-shaped or ovate, sessile, glabrous, apex acute or obtuse.  Flowers:  Actinomorphic, hermaphrodite, axillary and solitary; corolla blue, reddish, whitish or with orange color; pedicels in full anthesis much exceeding the subtending leaves; corolla-lobes 5, obovate or elliptic, overlapping, more or less equal, with darker color at the base, apex rounded or irregularly denticulate bearing numerous short blackish glands; calyx-lobes 5, star-shaped, free to the base, alternating with petals, lobes lanceolate, acuminate, green, margins membranous; stamens 5, showy, filaments erect, whitish below, purplish above, bearing rather thick and rough purplish hairs; ovary superior, style erect and straight, stigma capitate.

Flowering time: March-October.

Fruit: A glabrous globose capsule.

Habitat:  Common plant in Cyprus and it is found on grasslands, limits of cultivated fields, waste ground and roadsides from 0-1375m alt.

Native:  Central and southern Europe.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής πόα με ύψος 30 εκ ή περισσότερο.

Βλαστοί Όρθιοι ή ανερχόμενοι, πολύκλαδοι, τετράγωνοι, γυμνοί, πράσινοι οι νεαροί, με πορφυρό χρώμα οι παλαιότεροι.

Φύλλα:  Αντίθετα, απλά, ακέραια, ωοειδή ή λογχοειδή, άμισχα, οξύκορφα ή αμβλύκορφα.

Άνθη:  Ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα, μασχαλιαία και μεμονωμένα.  Λοβοί στεφάνης με πιο σκούρο χρώμα στη βάση τους, με ωοειδές ή ελλειπτικό σχήμα, με μπλε, κοκκινωπό, λευκό ή πορτοκαλί χρώμα, περίπου ισομήκεις, αλληλεπικαλυπτόμενοι, κορυφή στρογγυλεμένη ή ανομοιογενώς οδοντωτή ή πριονωτή και φέρει πολυάριθμους μικρούς και μαυριδερούς αδένες.  Κάλυκας σε σχήμα αστεριού με 5 λοβούς που είναι ελεύθεροι μέχρι τη βάση, τοποθετημένοι εναλλάξ με τα πέταλα (εμφανίζονται μεταξύ των πετάλων), είναι λογχοειδή, μυτερά, πράσινα και με μεμβρανώδη διαφανή χείλη.  Στήμονες 5, με ελκυστική εμφάνιση, νήμα όρθιο, ασπριδερό χαμηλά, με κάπως χοντρές και με ανώμαλη επιφάνεια πορφυρές τρίχες ψηλά.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, όρθιος και ίσιος, στίγμα κεφαλωτό.

Άνθιση: Μάρτιος-Οκτώβριος.

Καρπός: Γυμνή και σφαιρική κάψα.

Ενδιαίτημα:  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε χορταριασμένες επιφάνειες, όρια καλλιεργημένων χωραφιών, ακαλλιέργητα εδάφη και κατά μήκος δρόμων από 0-1500 μ υψόμετρο.

Πατρίδα: Κεντρική και Νότια Ευρώπη.

Acanthoprasium integrifolium

Name/Όνομα:  Ακανθοπράσιον το ακεραιόφυλλον

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Acanthoprasium integrifolium (Benth.) Ryding

Family/Οικογένεια: LAMIACEAE

Syn “Ballota integrifolia” Benth.

Description

Acanthoprasium integrifolium is a deciduous perennial and spiny shrub growing up to 1,5m high.  Young twigs are erect or ascending, slightly tetragonal and greenish, covered with white appressed hairs, becoming dark brown with age; sometimes with glandular hairs.  Leaves opposite, simple, usually ovate, densely covered with white hairs on both sides, apex obtuse or rounded, base round, petiole short, rather flat and canaliculate above, convex below, margin entire or slightly undulate or irregularly lobed, obscurely veined.  Flowers are zygomorphic, hermaphrodite, tubular, in pairs, axillary and solidary; pedicels short and hairy; bracts leaf-like, bracteoles in pairs, hard and spiny with sharp apex, straight or curved, hairy, greenish to brown; calyx funnel-shaped, hairy externally, glabrous internally, 10-nerved, 5-toothed, teeth pointed, often tinged brown; petals 5, white or pink, fused, forming a 2-lipped corolla-tube (2 upper, 3 lower). Upper lip oblong ovate, slightly concave, white or brownish, hairy; lower lip 3-lobed, the median bigger, white, often with purple or red stripes; stamens 2 pairs (1 short + 1 tall), filaments white, glabrous above, slightly hairy below, anthers yellowish-brown; ovary superior, style white, stigma with 2 unequal lobes; flowering time April-June. Fruit are nutlets.  Endemic to Cyprus and it is found on rocky slopes on calcareous ground and limits of cultivated fields from 0-750m alt.

 Περιγραφή

Πολυετής και αειθαλής ακανθοφόρος θάμνος που φθάνει το 1,5μ ύψος.  Νεαροί κλάδοι όρθιοι ή ανερχόμενοι, ελαφρά τετράγωνοι και πρασινωποί, καλυπτόμενοι με λευκές τρίχες που εφάπτονται σχεδόν της επιφάνειας του κλάδου και οι οποίοι τελικά παίρνουν σκούρο καφέ χρώμα.  Φύλλα αντίθετα, απλά, συνήθως ωοειδή, καλυπτόμενα με πυκνές λευκές τρίχες όπως και στα κλαδιά, αμβλύκορφα ή με στρογγυλεμένη κορυφή, βάση στρογγυλή, μίσχος σχετικά κοντός, επίπεδος και αυλακωτός στην άνω επιφάνεια, κυρτός στην κάτω, χείλος ακέραιο ή ελαφρά κυματιστό ή άνισα λοβωτό και με αφανή νεύρωση.  Άνθη ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα, σωληνοειδή, μεμονωμένα σε ζεύγη, μασχαλιαία.  Ποδίσκος άνθους κοντός και τριχωτός.  Βράκτια φυλλόμορφα, βρακτίδια σε ζεύγη, σκληρά και ακανθώδη, μυτερά, ίσια ή λυγισμένα, τριχωτά και πρασινωπά ή με σκούρο καφέ χρώμα.  Κάλυκας σε σχήμα χωνιού, εξωτερικά τριχωτός, εσωτερικά γυμνός, 10-νευρος, με 5 μυτερά δόντια που συχνά παίρνουν σκούρο καφέ  χρώμα.  Πέταλα 5, λευκά ή ελαφρά ρόδινα, συμφυή, σχηματίζουν δίχειλη(2 άνω, 3 κάτω) στεφάνη.  Άνω χείλος επίμηκες-ωοειδές, ελαφρά κοίλο, τριχωτό εξωτερικά, με λευκό ή καστανό χρώμα.  Κάτω χείλος τρίλοβο, λευκό ή με ρόδινες ή κόκκινες λωρίδες.  Μεσαίος λοβός μεγαλύτερος.  Στήμονες σε 2 ζεύγη (1 ζεύγος κοντοί + 1 ψηλοί), νήμα ασπριδερό, γυμνό ψηλά, ελαφρά τριχωτό χαμηλά, ανθήρες καφέ με κιτρινωπή χροιά.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος λευκός, στίγμα με 2 άνισους λοβούς.  Άνθιση Απρίλιος-Ιούνιος.  Καρπός μικρά κάρυα.  Ενδημικό αλλά κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε πετρώδεις πλαγιές ασβεστολιθικών πετρωμάτων και όρια χωραφιών από 0-750μ υψόμετρο.

Osyris alba

Name/Όνομα:   Όσυρις η λευκή     

Scientific name/Επιστημονικό όνομαOsyris alba L    

Common name/Κοινό όνομα:  Osyris, Poetenkasia, Cassia poetica, Ginestola, σκουπόχορτο    

Family/ Οικογένεια:    SANTALACEAE

  

Description

Osyris alba is an evergreen, hemiparasitic, groom-like perennial shrub growing up to 150cm high.  Stems erect, much-branched, angular, woody, striated, green when young, becoming brown later.  Leaves are alternate, simple, entire, leathery, linear or lanceolate, apex acute, base cuneate, subsessile and glabrous, falling early.  Flowers actinomorphic, unisexual or hermaphrodite; male flowers in sparse axillary racemes, female and hermaphrodite solitary; perianth 3-4 lobed, fleshy, green and glabrous; stamens 3-4, opposite to perianth lobes; perianth lobes fused at base forming hypanthium**, lobes ovate-deltoid, green, becoming yellow-orange with age; ovary inferior, style 1, stigma 3-lobed.  Flowering time April-June.  Fruit is a globose, red and fleshy drube, topped with the remaining perianth’s lobes.  Native to southern Europe and Mediterranean region.  Very rare in Cyprus and it is found on rocky hillsides (Akamas peninsula, Kyrenia district).

Hypanthium** = sepals, petals and other parts of a flower fused together at their bases to form a cup-like structure called hypanthium.

Melaleuca gibbosa

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Melaleuca gibbosa Labill.    

Common name/ Κοινό όνομα:  Slender honey-myrtle

Family/Οικογένεια:  MYRTACEAE

 

 Description

Plant:  Melaleuca gibbosa is an ornamental, evergreen, perennial and rounded shrub, growing up to 2m high but in our garden plants rarely exceed 1 m in height.

Stems:  Branches ascending , erect or arching, much-branched, glabrous; young shoots are red, older shoots are pale brown, becoming brownish-grey, hard and woody with age.

Leaves:  Opposite, arranged in alternating order (decussate), simple, entire, ovate to obovate, obscurely veined, sessile and glandular, apex rather obtuse, margins often tinged reddish.

Flowers:  Rounded  to bottle-brush, actinomorphic and hermaphrodite, in dense axillary and cylindrical spikes; hypanthium* concave, pink to reddish; stamens numerous in 5 bundles, filaments straight, whitish to pinkish or mauve and glabrous, anthers pink to mauve; ovary inferior, style 1.  The fruit are woody capsules embedded in the stems; finally the stems bear several humps (“gibbosus” in Latins means “having a hump”).

Flowering time March –May (Cyprus).

Fruit:  The fruit are woody capsules embedded in the stems; finally the stems bear several humps (“gibbosus” in Latins means “having a hump”).

Native:  Endemic to Australia.

Hypanthium** = sepals, petals and other parts of a flower fused together at their bases to form a cup-like structure called hypanthium.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Διακοσμητικός, αειθαλής και πολυετής θάμνος με στρογγυλή εμφάνιση και ύψος μέχρι 2m, αλλά στους δικούς μας κήπους τα φυτά αυτά δεν ξεπερνούν τα 1-1.2μ ύψος.

Βλαστοί:  Κλάδοι όρθιοι, ανερχόμενοι ή καμπυλωτοί, πολύκλαδοι και άτριχοι.  Νεαροί κλάδοι κοκκινωποί, παλαιότεροι καστανοί που τελικά γίνονται γκριζωποί, σκληροί και ξυλώδεις.

Φύλλα:   Αντίθετα αλλά σε κατ εναλλαγή διάταξη δηλ. το πιο πάνω ζεύγος φύλλων βγαίνει σε ορθή γωνία σε σχέση με το κάτω ζεύγος, είναι απλά, ακέραια, ωοειδή ή αντωειδή, άμισχα, με χείλος που συχνά παίρνει κοκκινωπό χρώμα, με αφανή νεύρωση και με εμφανείς κυκλικούς αδένες.

Άνθη:  Σε σφαιρικά κεφάλια ή σε μορφή βούρτσας μπουκαλιών, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πυκνούς και κυλινδρικούς μασχαλιαίους σπάδικες.  Υπάνθιο κοίλο και ρόδινο ή κοκκινωπό.  Στήμονες αρκετοί σε 5 δέσμες, νήμα ίσιο, λευκορόδινο ή μωβ και γυμνό, ανθήρες ρόδινοι ή με ανοικτό μωβ χρώμα.  Ωοθήκη υποφυής, στύλος 1.

Άνθιση:  Μάρτιος – Μάιος (Κύπρος).

Καρπός:  Ξυλώδης κάψα που εισέρχεται μέσα στο βλαστό προκαλώντας διόγκωσή του και τελικά ο βλαστός εμφανίζει αρκετά εξογκώματα (“gibbosus” στα Λατινικά σημαίνει εξόγκωμα”).

Πατρίδα:  Ενδημικό φυτό της Αυστραλίας.

υπάνθιο**= τα σέπαλα, τα πέταλα, καθώς και άλλα μέρη του άνθους συμφύονται στη βάση τους και σχηματίζουν ένα κυπελλοειδή σωλήνα που ονομάζεται υπάνθιο.

 

 

 

Raphiolepis umbellata

Name/Όνομα:  Ραφιολέπις η ομπρελλωτή   

Scientific name/Επιστημονικό όνομαRaphiolepis umbellata  (Thunb.)  Makino.  

Common name/Κοινό όνομα:   Yeddo Hawthorn, Japanese hawthorn

Family/ Οικογένεια:    ROSACEAE

*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

Description

Raphiolepis umbellata is an evergreen perennial shrub growing up to 180cm high.  Stems erect, much-branched, gray and woody with rounded habit; young stems are green or purplish and covered with soft brownish hairs.  Leaves are alternate but crowded at the end of the stem, simple, broadly-ovate, glossy, rather thick, petiolate, apex obtuse, acuminate or rounded, base cuneate, dark green above, dull green beneath (gray-green when young), margin serrated especially in the upper half, often tinged purple with age.  Flowers showy, fragrant, actinomorphic and hermaphrodite, in dense terminal panicles; bracts oblong-ovate, dark brown to purplish; calyx 5-lobed, fused at base forming hypanthium**, lobes oblong ovate, dark brown to pink or reddish, apex obtuse; petals 5, spreading, obovate, concave, white or pinkish, apex usually obtuse or round; stamens numerous (about 15), filaments erect, white and glabrous, anthers yellowish-brown; ovary inferior, styles 2-3, erect, whitish, connected at base, free in the other part, stigmas small, brown.  Flowering time March-May.  Fruit is a subspherical dark blue or bluish-black and glabrous berry; berries remain on the shrub for several months.  Native to Japan and Korea.

Hypanthium** = sepals and other parts of a flower fused together at their bases to form a cup-like structure called hypanthium.

Περιγραφή

Αειθαλής και πολυετής θάμνος που φθάνει τα 180εκ. ύψος.  Βλαστοί όρθιοι, πολύκλαδοι, ξυλώδεις και με γκρίζο χρώμα, ενώ οι νεαροί βλαστοί είναι πράσινοι ή πορφυροί και με μαλακές και καστανές τρίχες.  Φύλλα κατ εναλλαγή αλλά πυκνώνουν στην κορυφή των βλαστών, είναι απλά, πλατιά-ωοειδή, γυμνά και γυαλιστερά, μάλλον χοντρά, έμμισχα, αμβλύκορφα, οξύληκτα ή στρογγυλεμένα στην κορυφή, με βάση μυτερή, με σκούρο πράσινο χρώμα στην πάνω επιφάνεια, με χλωμό πράσινο στην κάτω (γλαυκοπράσινα τα νεαρά), χείλος πριονωτό κυρίως στο άνω δεύτερο μισό, παίρνουν πορφυρή χροιά με την πάροδο του χρόνου.  Άνθη αξιοπρόσεκτα, αρωματικά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πυκνές και επάκριες βοτρυοειδείς ταξιανθίες.  Βράκτια προμήκη ωοειδή, με καφέ ή πορφυρό χρώμα.  Κάλυκας 5-λοβος, συμφυόμενος στη βάση του σχηματίζοντας ένα κυπελλοειδή σωλήνα που ονομάζεται υπάνθιο**.  Λοβοί προμήκεις-ωοειδείς, με σκούρο καφέ, ρόδινο ή κοκκινωπό χρώμα, συνήθως αμβλύκορφα.  Πέταλα 5, απλωμένα, αντωειδή, λευκά ή ρόδινα, συνήθως αμβλύκορφα ή στρογγυλεμένα.  Στήμονες πολλοί, περίπου 15, νήμα όρθιο και γυμνό, ανθήρες κιτρινοκαστανοί.  Ωοθήκη υποφυής, στύλοι 2-3, όρθιοι, ασπριδεροί, ενωμένοι στη βάση τους και ελεύθεροι στο υπόλοιπο μέρος, στίγματα μικρά και με κιτρινοκαφέ χρώμα.  Άνθιση Μάρτιος-Μάιος.  Ο καρπός είναι μια γυμνή, υποσφαιρική, με σκούρο μπλε ή μπλε-μαυριδερό χρώμα ράγα.***  Οι καρποί παραμένουν πάνω στο φυτό για αρκετούς μήνες (μέχρι το χειμώνα).  Πατρίδα του η Ιαπωνία και η Κορέα.

υπάνθιο**= τα σέπαλα καθώς και άλλα μέρη του άνθους συμφύονται στη βάση τους και σχηματίζουν ένα κυπελλοειδή σωλήνα που ονομάζεται υπάνθιο

ράγα***= καρπός με περικάρπιο σαρκώδες που περικλείει ένα ή περισσότερα σπέρμα πχ ντομάτα, καρπούζι