Archives

Category Archive for ‘Ρόδινα’

Convolvulus lineatus

Name/Όνομα:   Κονβόλβουλος ο στενόφυλλος*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Convolvulus lineatus L.

Common name/Κοινό Όνομα:   Narrow-leaved Bindweed, pigmy bindweed.

Family/Οικογένεια:   CONVOLVULACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:    Perennial herb with woody rhizomes, growing up to 25 cm high.

Stem/s:  Several, herbaceous, spreading or ascending, densely covered with adpressed silver hairs, conspicuously scaly below.

Leaves:   Alternate, simple, entire, linear to elliptical, oblong-obovate or oblanceolate and densely covered with adpressed silver hairs; basal leaves petiolate, obtuse or acute, upper leaves similar but smaller and narrower, ± sessile.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in few-flowered, axillary or terminal cymes; peduncles short; sepals 5, unequal, ± densely covered with adpressed silky hairs, the outer 2 linear-lanceolate, shorter and acuminate at apex, the inner ones wider, convex at the lower half, ± acuminate; corolla funnel-shaped, pink; stamens 5, included, filaments white and glabrous, anthers oblong-sagittate; ovary superior, hairy, style 1, stigma 1, bifid, lobes linear.

Flowering time:  April-June.

Fruit:   Hairy ovoid capsule with blackish to dark-brown and hairy seeds.    

Habitat:  Waste areas, roadsides, fields, and sandy hills near the sea-level.

Native:   Southern Europe, Mediterranean region, Western and central Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα με ξυλώδες ρίζωμα και ύψος μέχρι 25 εκ.

Βλαστός/οί:   Αρκετοί, ποώδεις, απλωμένοι ή ανερχόμενοι, καλυμμένοι με πυκνές τρίχες με ασημί χρώμα τοποθετημένες παράλληλα με τον βλαστό που στο κάτω μέρος είναι εμφαντικά σκαλωτός (αποτύπωμα από την πτώση των φύλλων).

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, γραμμοειδή προς ελλειπτικά, προμήκη-αντωειδή ή  αντιλογχοειδή και καλυμμένα με πυκνές και μαλακές τρίχες.  Φύλλα βάσης έμμισχα, οξύκορφα ή πλατύκορφα, τα ανώτερα παρόμοια αλλά πιο μικρά και πιο στενά, ± άμισχα.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ολιγοανθείς, μασχαλιαίες ή επάκριες κυματοειδείς ταξιανθίες.  Ποδίσκοι κοντοί.  Σέπαλα 5, άνισα, ± πυκνά τριχωτά όπως οι τρίχες του βλαστού, τα 2 εξωτερικά γραμμοειδή-λογχοειδή, κοντύτερα και μυτερά στην κορυφή, τα εσωτερικά πλατύτερα, κοίλα στο κατώτερο μισό, ± οξύκορφα.  Στεφάνη χοανοειδής και ρόδινη.  Στήμονες 5, μέσα στη στεφάνη, νήμα λευκό και γυμνό, ανθήρες προμήκεις-σαϊτοειδείς.  Ωοθήκη επιφυής και τριχωτή, στύλος 1, στίγμα διχαλωτό με γραμμοειδείς λοβούς.

Άνθιση:  Απρίλιος-Ιούνιος.

 Καρπός:   Ωοειδής τριχωτή κάψα με τριχωτά και μαυριδερά ή με σκούρο καφέ χρώμα σπέρματα.

Ενδιαίτημα:   Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε άγονα εδάφη, κατά μήκος δρόμων, σε χωράφια και αμμώδεις λόφους κοντά στο επίπεδο της θάλασσας.

Πατρίδα:   Νότια Ευρώπη, Μεσογειακή ζώνη, Κεντρική και Δυτική Ασία.

Silene aegyptiaca

Name/Όνομα:   Σιληνή η αιγυπτιακή.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Silene aegyptiaca ( L.) L.f.

Common name/Κοινό Όνομα:  Egyptian campion

Family/Οικογένεια:   CARYOPHYLLACEAE

 

Description

Plant:   Annual herb growing up to 25 cm high.

Stem/s:   Erect, cylindrical, much-branched, purplish, glandular and sticky at the upper part, hairy below.

Leaves:    Opposite, simple, entire and obscurely veined, except the distinct median nerve; basal leaves spathulate, blade ± glabrous, petiole narrow and thinly hairy, apex obtuse and  mucronulate; cauline leaves oblong, acute and sessile, covered with short and rather hard hairs (scabrid).

Flowers:   Actinomorphic and hermaphrodite, in irregularly branched cymes; pedicels purplish, short, sticky and glandular; calyx cylindrical, club-shaped, with 5 short teeth, purplish, densely covered with short and sticky glands; petals 5, spreading or deflexed, pink, obovate with a prominent bifid apex and 2 oblong-triangular lobes laterally, about the middle of the petal, and a pair of erect, white and cylindrical wings at the base of each petal, forming a central corona; stamens 10, filaments free and glabrous, anthers oblong, bluish-violet; ovary superior and cylindrical, styles 3, white and glabrous.

Flowering time:   January-April.

Fruit:        Capsule with many globose seeds.

Habitat:   Roadsides, field margins, stony slopes, from 0-600 m alt.

Native:   Mediterranean region.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 25 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, κυλινδρικοί, πολύκλαδοι, πορφυροί, κολλώδεις και αδενώδεις στο άνω μέρος, τριχωτοί στο κάτω.

Φύλλα:     Αντίθετα, απλά, ακέραια και με αφανή νεύρωση, εκτός του πολύ εμφανούς κεντρικού νεύρου.  Φύλλα βάσης σπατουλοειδή, με ή χωρίς τρίχωμα στο έλασμα, μίσχος στενός και ελαφρά τριχωτός, πλατύκορφα και με μικρή μυτερή προεκβολή στην κορυφή τους.  Φύλλα βλαστού προμήκη, άμισχα και οξύκορφα, καλυμμένα με κοντές και κάπως σκληρές τρίχες.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ακανόνιστες διακλαδωμένες κυματοειδείς ταξιανθίες.  Ποδίσκοι άνθους κοντοί, πορφυροί, κολλώδεις και αδενώδεις.  Κάλυκας κυλινδρικός σε σχήμα ροπάλου, με 5 κοντά δόντια, πορφυρός και πυκνά καλυμμένος με κοντούς και κολλώδεις αδένες.  Πέταλα 5, απλωμένα ή γυρισμένα προς τα κάτω, ρόδινα, αντωειδή με έντονη 2-λοβη κορυφή και με 2 προμήκεις-τριγωνικούς λοβούς πλευρικά, περίπου στο μέσο των πετάλων.  Στη βάση κάθε πετάλου υπάρχει ζεύγος όρθιων, λευκών και κυλινδρικών πτερύγων, που όλες μαζί συγκροτούν μια κεντρική στεφάνη.  Στήμονες 10, νήμα ελεύθερο και γυμνό, ανθήρες με μπλε-βιολετί χρώμα.  Ωοθήκη κυλινδρική και επιφυής, στύλοι 3, λευκοί και άτριχοι.

Άνθιση:   Ιανουάριος-Απρίλιος.

Καρπός:   Κάψα με πολλά ωοειδή σπέρματα.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, όρια χωραφιών και σε χαλικώδεις πλαγιές, από 0-600 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

 

Petrorhagia dubia

Name/Όνομα:   Πετροράγια η βελούδινη*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Petrorhagia dubia (Raf.) G. López & Romo

Common name/Κοινό Όνομα:   Hairy pink.

Family/Οικογένεια:   CARYOPHYLLACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:     Annual herb growing up to 60 cm high.

Stem/s:   Erect, usually unbranched or branched near the base, distinctly grooved, green, ± glabrous or with glandular hairs at the lower internodes.

Leaves:  Basal leaves several, narrow, oblong–linear, subacute, ± glabrous; stem leaves opposite, simple, entire, erect, 3-nerved, acute, scabridulous, sheathing at the base.

Flowers:   Actinomorphic and hermaphrodite, in 3-6 flowered, solitary and terminal capitulum,  shortly pedicellate, surrounded by 2-3 series of distinct bracts which are, erect, unequal, broadly-ovate, membranous and mucronate at apex; calyx 5-nerved, 5-toothed, narrow, cylindrical, glabrous; teeth very short; petals 5, obovate, imbricate, pink or purple with whitish base, 2-lobed at apex, penciled with 3 darker lines; stamens 10, unequal, anthers oblong, bluish-pink; ovary superior and cylindrical, styles 2, white, hairy above.

Flowering time:   February-May.

Fruit:        Capsule with 4 teeth; seeds with cylindrical papillae.

Habitat:   Garigue, open pine forest, hillsides, from 0-1400 m alt.

Native:   Southern Europe, Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 60 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, συνήθως χωρίς διακλάδωση ή με διακλάδωση κοντά στη βάση, πράσινοι, έντονα αυλακωτοί, ± άτριχοι ή με αδενώδεις τρίχες στα κατώτερα μεσογονάτια διαστήματα.

Φύλλα:   Φύλλα βάσης αρκετά, στενά, προμήκη-γραμμοειδή, σχεδόν μυτερά, ± άτριχα.  Φύλλα βλαστού αντίθετα, απλά, ακέραια, όρθια, 3-νευρα, μυτερά, με σκληρή στην αφή τρίχες και περίβλαστα στη βάση τους.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε επάκρια και μεμονωμένα κεφάλια των 3-6 ανθέων με κοντούς ποδίσκους, περιβαλλόμενα από μεμβρανώδη, ξηρά, άνισα, όρθια, και πλατειά-ωοειδή βράκτια, σε 2-3 σειρές, και φέρουν μικρή προεξοχή στην κορυφή τους.  Κάλυκας 5-νευρος και 5-δοντος, στενός, κυλινδρικός και άτριχος.  Δόντια πολύ κοντά.  Πέταλα 5, αντωειδή, αλληλεπικαλυπτόμενα, ρόδινα ή πορφυρά με ασπριδερή βάση, 2-λοβα στην κορυφή τους και με 3 κάπως έντονες γραμμώσεις σκουρότερου χρώματος.  Στήμονες 10, ανθήρες προμήκεις και με μπλε-ροζ χρώμα.  Ωοθήκη κυλινδρικά και επιφυής, στύλοι 2, λευκοί και τριχωτοί ψηλά.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Μάιος.

Καρπός:   Κάψα με 4 δόντια.  Σπέρματα με κυλινδρικές θηλοειδείς προεξοχές

Ενδιαίτημα:   Φρύγανα, ανοικτά πευκοδάση, πλαγιές λόφων, από 0-1400 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Νότια Ευρώπη, Μεσογειακή ζώνη.

 

Sulla spinosissima

Name/Όνομα:   Σούλλα η ακανθώδης

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Sulla spinosissima (L.) B. H. Choi & H. Ohashi

Common name/Κοινό Όνομα:   Spiny sainfoin, Spiny sulla.

Family/Οικογένεια:   FABACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:    Annual growing up to 30 cm high or more.

Stem/s:   Sprawling or suberect, much-branched, grooved, purplish, covered with adpressed white hairs.

Leaves:   Alternate, compound, oblong in outline, even-pinnate, petiolate; stipules purplish and hairy; leaflets  4-8 pairs, usually 5-6 pairs, oblong-elliptic, glabrous or thinly hairy above, covered with adpressed white hairs beneath, base cuneate, apex truncate, shortly emarginated or minutely apiculate, rachis green covered with adpressed white hairs, becoming purplish with age; petiolule very short, reddish.

Flowers:  Small, zygomorphic, hermaphrodite and axillary, in 2-10 flowered and pedunculated racemes; calyx campanulate, 5-toothed, hairy externally; teeth lanceolate, hairy; corolla longer than calyx; petals 5, standard petal semi-erect pointing forward, oblong-obovate, pink with darker venation, apex shortly emarginated and minutely apiculate, with a claw at the base; wings shorter than keel and standard petal, oblong with rounded apex, keel upcurved; stamens 10, 9 fused-1 free, anthers oblong; ovary superior, style 1, stigma 1, capitate.

Flowering time:   February-April.

Fruit:        Legume articulated with 2-4 flat, orbicular and densely hairy segments, covered with rigid, pointed and purplish spines.

Habitat:   Dry hillsides, open shrubby vegetation, rocky ground, field limits, from 0-400 m alt.

Native:   Mediterranean region.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετές φυτό με ύψος 30 εκ. ή περισσότερο.

Βλαστός/οί:   Κατακλιμένοι ή ημιανερχόμενοι, πολύκλαδοι, αυλακωτοί, πορφυροί και καλυμμένοι με λευκές τρίχες που είναι παράλληλες με τον βλαστό.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, σύνθετα, προμήκη στο περίγραμμα και έμμισχα.  Παράφυλλα πορφυρά και τριχωτά.  Φυλλάρια σε 4-8 ζεύγη, συνήθως 5-6 ζεύγη, προμήκη-ελλειπτικά, άτριχα ή ελαφρά τριχωτά στην άνω  επιφάνεια, με άσπρες και παράλληλες προς το φύλο τρίχες στην κάτω επιφάνεια, βάση μυτερή, κορυφή ευθύγραμμη ή με μικρή εγκοπή ή και με πολύ μικρή προεκβολή, ράχη πράσινη και τριχωτή όπως και ο βλαστός, γινόμενη πορφυρή με την ηλικία.  Μίσχος φυλλαρίων πολύ κοντός και κοκκινωπός.

Άνθη:   Μικρά, ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα και μασχαλιαία, σε μακριούς βότρεις των 2-10 ανθέων.  Κάλυκας καμπανοειδής, 5-δοντος, τριχωτός εξωτερικά.  Δόντια λογχοειδή και τριχωτά.  Στεφάνη μακρύτερη του κάλυκα.  Πέταλα 5, ο πέτασος είναι ημιανερχόμενος με κλίση προς τα εμπρός, προμήκης-αντωειδής, ρόδινος  με πιο σκούρου χρώματος νεύρα, κορυφή με αβαθή εγκοπή κα μικροσκοπική προεκβολή, με νύχι στη βάση του.  Πτέρυγες προμήκεις με στρογγυλή κορυφή, κοντύτερη του πέτασου και της ανασηκωμένης προς τα πάνω τρόπιδας.  Στήμονες 10, 9 ενωμένοι, 1 ελεύθερος, ανθήρες προμήκεις.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, στίγμα 1, κεφαλωτό.  

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Απρίλιος.

Καρπός:   Αρθρωτός χέδρωψ, με 2-4 επίπεδα, κυκλικά και πυκνά τριχωτά μέρη, καλυμμένα με σκληρές, μυτερές και πορφυρές άκανθες.

Ενδιαίτημα:   Ξηρές πλαγιές, ανοικτές θαμνώδεις περιοχές, πετρώδη εδάφη καο όρια χωραφιών, από 0-400 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

Securigera cretica

Name/Όνομα:   Σεκουρίγερα η κρητική*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Securigera cretica (L.) Lassen

Common name/Κοινό Όνομα:  Cretan crownvetch.  

Family/Οικογένεια:   FABACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

Description

Plant:   Annual herb growing up to 30 cm high.

Stem/s:   Erect, decumbent or arching, ribbed, green or purplish, glabrous or glabrescent.

Leaves:   Opposite, compound, odd-pinnate, petiolate; leaflets usually 9-13, obovate or oblong,  glabrous, shortly petiolulate, base cuneate, apex truncate and shortly apiculate, obscurely veined except the distinct median nerve beneath;  stipules minute.

Flowers:   Zygomorphic and hermaphrodite, in many-flowered, axillary and pedunculated, umbellate-heads; peduncle ribbed, green, covered with scattered whitish or purplish hispid hairs, longer than the subtending leaves; flowers usually 3-6, arising from the apex of peduncle; pedicels purplish, glabrous, as long as calyx or longer; calyx campanulate, green and glabrous, 2-lipped, 5-toothed; teeth unequal, the dorsal 2 united at the most of their length; petals 5, pink, white or rose; standard petal erect, suborbicular, with up to 6 darker pink lines at the base, apex rounded, base auriculate; wings oblong to oblanceolate, apex obtuse or rounded, base auriculate; keel abrubtly upcurved, beaked; stamens 10, 9  united, 1 free, filaments glabrous, anthers oblong, yellow; ovary superior, sessile, style 1, curved, stigma capitate.

Flowering time:   March-April.

Fruit:   Legume; elongate, narrow, pentagonal, ± straight, beaked, distinctly articulated, seeds 3-10, brown or blackish.

Habitat:  Roadsides, cultivated fields, shrubby vegetation, near moisty areas, from 175-350 m alt.

Native:   South and Eastern Europe, Western Asia.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 30 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, απλωμένοι ή καμαρωτοί, ραβδωτοί, πράσινοι ή πορφυροί, ± άτριχοι.

Φύλλα:   Αντίθετα, σύνθετα, περιττόληκτα και έμμισχα.   Φυλλάρια συνήθως 9-13, αντωειδή ή προμήκη, με μικρή προεκβολή στην κορυφή, γυμνά και κοντόμισχα, βάση μυτερή, κορυφή ίσια, με αφανή νεύρωση εκτός από το εμφανές κεντρικό νεύρο από κάτω.

Άνθη:  Ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πολυανθή, μασχαλιαία και με μακρύ ποδίσκο ομπρελοϊδή κεφάλια. Ποδίσκος ραβδωτός, πράσινος, καλυμμένος με αραιές και κάπως σκληρές και ασπριδερές ή ελαφρά πορφυρές και κάπως σκληρές τρίχες, μακρύτερος από τα υποκείμενα φύλλα.  Άνθη συνήθως 3-6 που εκφύονται από την κορυφή του ποδίσκου.  Ποδίσκοι ανθέων γυμνοί και ελαφρά πορφυροί.  Κάλυκας καμπανοειδής, 2-χειλος και 5-δοντος.  Δόντια άνισα, με τα 2 ραχιαία να είναι ενωμένα στο μεγαλύτερο μέρος του μήκους τους.  Πέταλα 5, λευκά ή ροζ, πέτασος υποκυκλικός και όρθιος, με μέχρι 6 πιο σκοτεινού χρώματος ροζ γραμμώσεις προς τη βάση, με στρογγυλεμένη κορυφή και περίβλαστη βάση, πτέρυγες προμήκεις-λογχοειδείς και με πλατειά ή στρογγυλεμένη κορυφή, τρόπιδα με απότομα ανασηκωμένη προς τα πάνω κορυφή.  Στήμονες 10, 9 ενωμένοι και 1 ελεύθερος, ανθήρες προμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής και άμισχη, στύλος 1, στίγμα 1, κεφαλωτό.

Άνθιση:   Μάρτιος-Απρίλιος.

Καρπός:   Χέδρωψ, στενός, γραμμοειδής, πενταγωνικός, ± ευθύς, με ράμφος στην κορυφή του και με αφανή αρθρωτά τμήματα.  Σπέρματα 3-10,  με καφέ ή μαυριδερό χρώμα.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, καλλιεργημένα χωράφια, θαμνώδη εδάφη, κοντά σε υγρές περιοχές, από 175-350 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Νοτιανατολική Ευρώπη, Δυτική Ασία.

Aethionema arabicum

Name/Όνομα:   Αιθιόνημα το αραβικόν

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Aethionema arabicum (L.) Andrz. ex Lipsky

Family/Οικογένεια:   BRASSICACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:     Annual herb growing up to 3 cm high.

Stem/s:   Single or branched, cylindrical, greenish or purplish, and hairless.

Leaves:    Leaves simple, entire, fleshy and hairless, with 4-5 obscure veins, the lower opposite, broadly-ovate, obtuse at apex, rounded or cuneate at the base, short-petiolate, the upper alternate, similar to lower leaves, subsessile, amplexicaule, acute or subacute at apex; all leaves initially are green, turning to purplish with age.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in lax and few-flowered racemes at the top of the plant; sepals 4 in 2 whorls, erect, oblong, obtuse, smaller than petals; petals 4, crossed-shaped, spreading at the upper part, white or pink, oblong, glabrous; stamens 6, the outer 2 shorter than the inner 4; ovary superior, style 1, stigma 1, capitate.

Flowering time:   March-April.  Fruiting time:  April-May

Fruit:   Siliculae, dehiscent, bilocular, winged, nearly rounded, wing-margins entire, purplish at maturity, containing 2-6 ovoid and chestnut seeds.

Habitat:   Rare in Cyprus and it is found at roadsides, rocky places, dry hillsides at volcanic ground, from 100-500 m alt.

Native:   Southeastern Europe, Western Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 3 εκ.

Βλαστός/οί:   Απλός ή με διακλάδωση, κυλινδρικός, πρασινωπός ή πορφυρός και άτριχος.

Φύλλα:     Απλά, ακέραια, σαρκώδη και γυμνά, με 4-5 σχεδόν αφανή νεύρα, τα κατώτερα αντίθετα, πλατειά-ωοειδή, πλατύκορφα, με ίσια ή στρογγυλή βάση, κοντόμισχα, τα ανώτερα κατ εναλλαγή, παρόμοια με τα κατώτερα, σχεδόν άμισχα, περίβλαστα, και κάπως μυτερά στην κορυφή.  Όλα τα φύλλα είναι πράσινα αρχικά και με την πάροδο του χρόνου παίρνουν πορφυρή χροιά.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε χαλαρούς και μάλλον ολιγοανθείς βότρεις στην κορυφή του ανθικού άξονα.  Σέπαλα 4 σε 2 σπονδύλους, όρθια, προμήκη, πλατύκορφα, μικρότερα των πετάλων.  Πέταλα 4, απλωμένα και σταυρωτά τοποθετημένα, λευκά ή ρόδινα, προμήκη και άτριχα.  Στήμονες 6, οι 2 εξωτερικοί μεγαλύτεροι των 4 εσωτερικών.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, στίγμα 1, κεφαλωτό.

Άνθιση:   Μάρτιος-Απρίλιος.  Καρποφορία:  Απρίλιος-Μάιος.

Καρπός:   Κέρας διαρρηκτό, διμερές, πτερυγωτό, σχεδόν στρογγυλό, με ακέραια τα χείλη του πτερυγίου, πορφυρό στην ωρίμανση, με 2-6 ωοειδή και καστανά σπέρματα.

Ενδιαίτημα:   Σπάνιο στην Κύπρο και απαντάται σε πετρώδεις περιοχές, κατά μήκος δρόμων, ξηρές πλαγιές ηφαιστειακών πετρωμάτων, από 100-500 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Νοτιοανατολική Ευρώπη, Δυτική Ασία.

 

Rubus sanctus

Name/Όνομα:   Βάτος ο ιερός.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Rubus sanctus* Shreb.

Common name/Κοινό Όνομα:   Holy bramble, Blackberry, Βάτος, Βοδκιά, Βατομουριά.

Family/Οικογένεια:    ROSACEAE

 

Description

Plant:  Semi-green, much-branched and prickly shrub, growing up to 2 m high.

Stem/s:  Numerous, semi-erect, arching, procumbent or trailing, prickly, angled, purplish, glabrous or sparsely covered with adpressed, single or stellate hairs; prickles are numerous, sharp, straight or hooked with the tips bending backward; they have orange or purplish color.

Leaves:  Alternate, compound, pinnatifid, odd-pinnate, 3-5 foliate, petiolate; leaflets ovate, obovate or semi-circular, dark green, glabrous or sparsely hairy above, densely covered with short greyish hairs beneath, margins irregularly serrate; terminal leaflet larger, obovate or rhomboid,  with hairy, purplish and prickly petiolule, pointed apex and cuneate or rounded base; sometimes small prickles are visible on the main nerve beneath; lateral leaflets subsessile; stipules linear-lanceolate and hairy.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in branched, terminal or axillary, many-flowered panicles; rachis, pedicels and flowering branches are densely hairy and prickly; bracts narrow-lanceolate, densely hairy; sepals 5, ovate, alternating with petals, whitish-green and hairy, strongly deflexed after flowering, united at the base; petals 5, obovate, pink or whitish-pink, narrowing to a claw at base; epicalyx absent; stamens numerous, filaments erect, glabrous, pink at the lower half, anthers yellow; ovary semi-inferior, carpels many ( 1 carpel, 1 pistil-1 drupelet).

Flowering time:   June-October, often all year round.

Fruit:   Blackberries-several (more than 20), 1-seeded small drupes (drupelets), forming a compound head of drupelets. They are initially green, after they turn red and finally turn black. They are edible.        

Habitat:   Roadsides, stony places, field limits, moist fields, near streams and springs, from 0-1500 m alt.

Native:    Eastern Mediterranean.

sanctus*= It is considered that is the bush “that burned with fire and not consumed” – Moses on mount Sinai-Exodus 3-Old Testament.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Ημιαειθαλής, πολύκλαδος και ακανθώδης θάμνος, με ύψος μέχρι 2 μ.

Βλαστός/οί:   Πολλοί, ημιανερχόμενοι, θολωτοί, κατακλιμένοι, απλωμένοι στο χώμα ή χαλαρά αναρριχόμενοι, ακανθώδεις, γωνιώδεις, πορφυροί, γυμνοί ή αραιά καλυμμένοι με παράλληλες των βλαστών απλές ή αστεροειδείς τρίχες.  Άκανθες πολυάριθμοι, αιχμηρές, ίσιες ή αγκιστρωτές, με μύτες που καμπυλώνονται προς τα πίσω και με πορφυρό ή πορτοκαλί χρώμα.

Φύλλα:   Κατ εναλλαγή, σύνθετα, πτεροειδή, περιττόληκτα, έμμισχα με  3-5 φυλλάρια.  Φυλλάρια ωοειδή, αντωειδή ή ημικυκλικά, σκουροπράσινα, άτριχα ή με αραιό τρίχωμα στην άνω  επιφάνεια, καλυμμένα με πυκνές και κοντές γκρίζες τρίχες στην κάτω επιφάνεια, χείλη άνισα πριονωτά.  Τελικό φυλλάριο μεγαλύτερο, με αντωειδές ή ρομβοειδές σχήμα, με τριχωτό, πορφυρό και ακανθώδη μίσχο, μυτερή κορυφή και στρογγυλή ή στενή βάση.  Κάποτε μικρά αγκάθια είναι ορατά πάνω στο κύριο νεύρο της κάτω επιφάνειας.  Πλάγια φυλλάρια σχεδόν άμισχα.  Παράφυλλα γραμμοειδή-λογχοειδή και τριχωτά.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε διακλαδωμένες, μασχαλιαίες ή επάκριες και πολυανθείς φόβες.  Ποδίσκοι ανθέων, ράχη και ανθοφόροι κλάδοι ακανθώδεις και πυκνά τριχωτοί.  Σέπαλα 5, ωοειδή, κατ εναλλαγή με τα πέταλα, λευκοπράσινα και τριχωτά, με έντονη κλίση προς τα κάτω μετά την ανθοφορία, ενωμένα στη βάση τους.  Πέταλα 5, αντωειδή, ρόδινα ή λευκορόδινα, στενεύουν στη βάση σχηματίζοντας νύχι.  Επικάλυκας δεν υπάρχει.  Στήμονες πολυάριθμοι, νήμα όρθιο και ρόδινο στο κατώτερο μισό, ανθήρες κίτρινοι.  Ωοθήκη ημι-υποφυής, καρπόφυλλα πολλά και σε κάθε καρπόφυλλο αντιστοιχεί 1 ύπερος και 1 δρύπη.

Άνθιση:   Ιούνιος-Οκτώβριος, αλλά συχνά καθ όλη τη διάρκεια του χρόνου.

Καρπός:   Μικρές και μονόσπερμες δρύπες, συνήθως άνω των 20, ενώνονται και δημιουργούν μια σύνθετη κεφαλή από μικρές δρύπες, το κοινοκάρπιο, το οποίο στην αρχή είναι πράσινο, μετά κόκκινο και τελικά μαύρο.  Ο καρπός τρώγεται.

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, όρια  χωραφιών, πετρώδεις περιοχές, κοντά σε ρυάκια και πηγές ή σε υγρά εδάφη, από 0-1500 μ υψόμετρο

Πατρίδα:   Ανατολική Μεσογειακή ζώνη.

 sanctus*= θεωρείται ότι είναι ο θάμνος που συνάντησε στο όρος Σινά ο Μωυσής, που «φλεγόταν αλλά δεν καταστρεφόταν» σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη- Έξοδος 3.

Persicaria lanigera

Name/Όνομα:   African persicaria/Περσικάρια η τριχωτή*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Persicaria lanigera (R. Br.) Soják

Family/Οικογένεια:   POLYGONACEAE

 

Synonym    «  Polygonum lanigerum » R. Br.

 

*  Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

 

Description

 

Plant:    Perennial herb or small shrub, growing up to 2 m high, or more.

Stem/s:   Erect, robust, branched, cylindrical, green, becoming reddish with age, swollen above nodes, rooting at lower nodes.

Leaves:  Alternate, simple, entire, lanceolate, pinnate, petiole often tinged reddish, densely hairy, cuneate at the base, acute at apex, green and glabrous above, greyish and hairy with yellowish glands beneath; ochreae membranous, translucent, clearly and longitudinally veined, apex truncate with a narrow brownish stripe at apex, green or reddish-brown, ± ciliate.

Flowers:   Small and numerous, actinomorphic and hermaphrodite, in dense lateral or terminal pedunculate spikes; peduncles are hairy near apex; perianth-segments 5, erect, oblong-obovate, concave, imbricate, subequal with subacute apex, rose-pink, greenish, white or reddish; stamens 5-6, barely exserted, filaments white, anthers 2-thecous, white; ovary superior, green, compressed and glabrous, styles 3, united near the base, stigmas capitate.

Flowering time:  June-October.

Fruit:   Achene.

Habitat:  Near dams, lakes and rivers, 0-25 m alt.

Native:   Tropical Africa.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα ή μικρός θάμνος, με ύψος μέχρι 2 μ. ή και περισσότερο.

Βλαστός/οί:  Όρθιοι, δυνατοί, διακλαδωμένοι, κυλινδρικοί, πράσινοι αλλά με την πάροδο του χρόνου παίρνουν πορφυρό χρώμα, διογκωμένοι λίγο πιο πάνω από τα γόνατα, ενώ ριζοβολούν με τους χαμηλότερους οφθαλμούς.

Φύλλα:    Κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, λογχοειδή, πτερόνευρα, μίσχος πυκνά τριχωτός και συχνά με κοκκινωπή χροιά, μυτερή βάση και κορυφή, πράσινη και άτριχη την άνω επιφάνεια, γκριζωπή, τριχωτή και με κιτρινωπούς αδένες στην κάτω.  Κολεοί μεμβρανώδεις και διαφανείς, με πράσινο ή κοκκινωπό-καφέ χρώμα, με εμφανή κατά μήκος νεύρα, με ή χωρίς βλεφαρίδες, κορυφή ίσια, με στενή και οριζόντια καστανή ζώνη.

Άνθη:   Μικρά και πολυάριθμα, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σα πυκνούς, επάκριους ή πλάγιους και με μακρούς ποδίσκους στάχεις. Ποδίσκοι τριχωτοί κοντά στην κορυφή τους.  Τμήματα περιανθίου 5, προμήκη-αντωειδή, κοίλα, αλληλεπικαλυπτόμενα, περίπου ισομήκη με σχεδόν μυτερές κορυφές, πρασινωπά, λευκά, ρόδινα ή κοκκινωπά.  Στήμονες 5-6, μετά βίας εξερχόμενοι της στεφάνης, νήματα λευκά, ανθήρες 2-θηκοι και λευκοί.  Ωοθήκη επιφυής, πράσινη, πιεσμένη πλευρικά και άτριχη, στύλοι 3, στίγματα κεφαλωτά.

Άνθιση:   Ιούνιος-Οκτώβριος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:  Κοντά σε φράκτες, λίμνες και ρυάκια, με 0-25 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Τροπική Αφρική.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα ή μικρός θάμνος, με ύψος μέχρι 2 μ. ή και περισσότερο.

Βλαστός/οί:  Όρθιοι, δυνατοί, διακλαδωμένοι, κυλινδρικοί, πράσινοι αλλά με την πάροδο του χρόνου παίρνουν πορφυρό χρώμα, διογκωμένοι λίγο πιο πάνω από τα γόνατα, ενώ ριζοβολούν με τους χαμηλότερους οφθαλμούς.

Φύλλα:    Κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, λογχοειδή, με μυτερή βάση και κορυφή, με κοντό και τριχωτό μίσχο, με άτριχη την άνω επιφάνεια, τριχωτή και με κιτρινωπούς αδένες στην κάτω.  Κολεοί μεμβρανώδεις με κοκκινωπό-καφέ χρώμα, συνήθως χωρίς βλεφαρίδες ή με βλεφαρίδες στην κορυφή τους.

Άνθη:   Μικρά και πολυάριθμα,ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σα πυκνούς, επάκριους ή πλάγιους στάχεις.  Τμήματα περιανθίου 5, προμήκη-αντωειδή, κοίλα, περίπου ισομήκη με σχεδόν μυτερές κορυφές, πρασινωπά, λευκά, ρόδινα ή κοκκινωπά.  Στήμονες συνήθως 6, νήματα και ανθήρες λευκοί.  Ωοθήκη επιφυής, πράσινη, πιεσμένη πλευρικά και άτριχη, στύλοι 3, στίγματα κεφαλωτά.

Άνθιση:   Ιούνιος-Οκτώβριος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:  Κοντά σε φράκτες, λίμνες και ρυάκια, με 0-25 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Τροπική Αφρική.

Convolvulus coelesyriacus

Name/Όνομα:   Κονβόλβουλος ο συριακός*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Convolvulus coelesyriacus Boiss. 

Common name/Κοινό Όνομα:  Syrian Bindweed

Family/Οικογένεια:   CONVOLVULACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:    Annual herb growing up to 30 cm high.

Stem/s:   Ascending or decumbent, slightly angled, covered with rather dense, soft and short whitish hairs, green, becoming purplish with age.

Leaves:   Alternate, simple, thinly hairy, petiolate, with reticulated venation; basal leaves cordate, entire or shallowly wavy; petiole channeled above, thinly hairy, about 2 times as long as lamina, apex rounded; upper leaves smaller, with shorter petiole, apex obtuse or subacute; leaves at the upper part of the stem are palmately divided into 5 unequal lobes, with the median lobe broader and longer.

Flowers:  Actinomorphic ( 5-point radial symmetry), hermaphrodite, axillary and solitary; peduncles hairy; corolla sympetalous, funnel-shaped, with 5 distinct, nearly triangular and pink or purplish lobes; sepals 5, overlapping petals, broadly oblong, green and hairy, terminating into an acute and hairy point; stamens 5; ovary superior.

Flowering time:   February-April.

Fruit:  Capsule.     

Habitat:  Stony slopes, uncultivated fields, from 0-800 m alt.

Native:  Eastern Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

ΦυτόΜονοετής πόα με ύψος μέχρι 30 εκ.

Βλαστός:   Κατακλιμένοι ή ανερχόμενοι, ελαφρά γωνιώδεις, καλυμμένοι με μάλλον πυκνές, κοντές και μαλακές τρίχες, πράσινοι, γινόμενοι πορφυροί με την πάροδο του χρόνου.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, απλά, ελαφρά τριχωτά, έμμισχα, με δικτυωτή νεύρωση.  Φύλλα βάσης καρδιόσχημα, ακέραια ή με αβαθή κυματοειδή χείλη, με μίσχο που είναι αυλακωτός από πάνω, ελαφρά τριχωτός, περίπου διπλάσιος σε μήκος από το έλασμα του φύλλου και με στρογγυλεμένη κορυφή.  Μεσαία φύλλα μικρότερα με κοντύτερο μίσχο και με πλατειά ή σχεδόν μυτερή κορυφή.  Ανώτερα φύλλα παλαμοειδή, με 5 άνισους λοβούς, με μεγαλύτερο τον μεσαίο.

Άνθη:   Ακτινόμορφα (με ακτινωτή συμμετρία 5 σημείων) και ερμαφρόδιτα, μασχαλιαία και μεμονωμένα.  Στεφάνη χοανοειδής και συμπέταλος, με 5 ευδιάκριτους και σχεδόν τριγωνικούς και ρόδινους ή ελαφρά πορφυρούς λοβούς.  Σέπαλα 5, καλύπτοντας τη βάση των λοβών της στεφάνης, πλατειά-προμήκη, πράσινα και τριχωτά, καταλήγοντας σε αιχμηρή και τριχωτή προεξοχή στην κορυφή τους.  Στήμονες 5.  Ωοθήκη επιφυής.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Απρίλιος.

Καρπός:   Κάψα.

Ενδιαίτημα:   Πετρώδεις πλαγιές και ακαλλιέργητα χωράφια, από 0-800 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ανατολική Μεσογειακή ζώνη.

Malva unguiculata

Name/Όνομα:  Μάλβα η νυχωτή*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Malva unguiculata (Desf.) Alef.

Family/Οικογένεια:  MALVACEAE  

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Perennial subshrub with woody base, growing up to 2.75 m high.    

Stem/s:   Erect, much-branched, slightly ribbed or angled, dark green, glabrous, subglabrous or sparsely covered with stellate hairs.

Leaves:  Alternate, simple, cordate in outline, irregularly lobed, petiolate, covered on both sides with a mixed of short hairs with whitish stellate hairs; lower leaves with 3-5, unequal, triangular, and obtuse lobes, with 5 main veins, each main nerve terminates to a lobe, clearly visible beneath, margins irregularly undulate, petioles suglabrous, sparsely or densely covered with stellate hairs; upper leaves 3-lobed; stipules triangular, hairy.  

Flowers:  Actinomorphic, hermaphrodite, axillary and solitary; all parts of the flower except petals, are covered with stellate hairs (pedicels, calyx, epicalyx*); pedicels short; epicalyx cup-shaped, 3-lobed, lobes ovate-triangular, with small acute apex; margins irregularly undulate or with minor lobes; calyx 5-lobed, lobes ovate-triangular, acuminate, longer than epicalyx lobes; petals 5, triangular with white, narrow and hairy base, cuneate at apex, light pink or purple; stamens numerus, filaments fused, forming a hollow, tube-like structure, allowing the connate styles passing through; ovary superior, stigmas as many as the kidney-shaped carpels.

Flowering time:  May-June.

Fruit:  Schizocarp consist of many, radically arranged mericarps which are brown, densely hairy laterally, with vertical ridges dorsally.

Habitat:  Roadsides, streambanks, calcareous ground, from 200-700 m alt.

Native:  Eastern Mediterranean region.

 

epicalyx* = a structure below calyx, formed by free or fused bracts  Επικαλύκιον*= σχηματισμός που βρίσκεται κάτω από τα σέπαλα και δημιουργείται από την ένωση ελευθέρων ή συμφυών βρακτίων.

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής ημίθαμνος με ξυλώδη βάση και ύψος μέχρι 2.50 μ.  

Βλαστός:  Όρθιοι, πολύκλαδοι, ελαφρά ραβδωτοί ή γωνιώδεις, με σκούρο πράσινο χρώμα, άτριχοι, σχεδόν άτριχοι ή πυκνά καλυμμένοι με αστεροειδείς τρίχες.    

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, απλά, καρδιοειδή στο περίγραμμα, έμμισχα, καλυμμένα και στις δυο επιφάνειες με ένα μίγμα από κοντές τρίχες μαζί με ασπριδερές αστεροειδείς τρίχες.    Χαμηλά φύλλα με 3-5, άνισους, τριγωνικούς και πλατύκορφους λοβούς, με 5 κύρια νεύρα, και με κάθε ένα από αυτά να καταλήγει σε ένα λοβό, εμφανώς ορατά στην κάτω επιφάνεια, χείλη άνισα κυματοειδή, μίσχος σχεδόν γυμνός ή αραιά ή και πυκνά καλυμμένος με αστεροειδείς τρίχες.  Ανώτερα φύλλα 3-λοβα ή  λογχοειδή και ακέραια.  Παράφυλλα τριγωνικά και τριχωτά.

Άνθη:   Ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα, μασχαλιαία και μεμονωμένα.  Όλα τα τμήματα του άνθους εκτός από τα πέταλα φέρουν αστεροειδείς τρίχες (ποδίσκοι, επικαλύκιο, κάλυκας ).  Ποδίσκοι κοντοί.  Επικαλύκιο κυπελλοειδές, 3-λοβο, λοβοί ωοειδείς-τριγωνικοί, με μικρή και μυτερή κορυφή, χείλη άνισα κυματοειδή ή με μικρότερους λοβούς.  Κάλυκας 5-λοβος, λοβοί ωοειδείς-τριγωνικοί, μυτεροί και μακρύτερα των λοβών του επικαλυκίου.  Στήμονες πολυάριθμοι, νήματα ενωμένα ώστε να δημιουργούν ένα σωλήνα, επιτρέποντας στους ενωμένους στύλους να περάσουν από μέσα.  Ωοθήκη επιφυής, στίγματα όσα και τα νεφροειδή καρπόφυλλα.    

Άνθιση:  Μάιος-Ιούνιος.  

Καρπός: Σχιζοκάρπιο, αποτελούμενο από πολλά, κυκλικά διαταγμένα μεριστοκάρπια, που έχουν σκούρο καφέ ή μαυριδερό χρώμα, φέρουν πλευρικά πυκνές αδρότριχες και εγκάρσιες ραβδώσεις ραχιαία.   

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, όχθες ρυακιών και πάνω σε ασβεστολιθικά εδάφη, από 200-700 μ υψόμετρο.  

Πατρίδα:  Ανατολική Μεσογειακή ζώνη.

Επικαλύκιον*= σχηματισμός που βρίσκεται κάτω από τα σέπαλα και δημιουργείται από την ένωση ελευθέρων ή συμφυών βρακτίων.