Archives

Category Archive for ‘ΞΕΝΑ ΦΥΤΑ’

Phytolacca pruinosa

Name/Όνομα:  Φυτόλακκα η παχνώδης.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Phytolacca pruinosa Fenzl.

Common name/Κοινό Όνομα:  Levantine pokeweed, Μελανιά, Παπούτσα του Αλουπού, Βρωμόχορτο.

Family/Οικογένεια:    PHYTOLACCACAE

 

 

Description

 

Plant:   Perennial and dioecious semi-shrubμ growing up to 150 cm high.

Stem/s:  Erect, robust, moderately branched, cylindrical, glabrous, slightly striate, greenish or reddish.

Leaves:  Alternate, simple and entire, ovate-elliptic, acute or obtuse, glabrous, glaucous-green, kshortly petiolate, venation distinct beneath, becoming reddish with age.

Flowers:   Actinomorphic and unisex, in many-flowered, terminal and leaf-opposed racemes; male and female flowers appear on separate plants(dioecious);  male inflorescences are conical or cylindrical and dense when young, becoming lax with age, generally more lax than female inflorescences; male flowers with longer pedicels; perianth-segments 5, ovate-elliptic, concave and spreading; stamens ± 20, filaments free, greenish and glabrous, anthers oblong, introrse, dehiscent-longitudinally, pale yellow; stamens radically arranged from the infertile ovary; female flowers in more dense inflorescences, they are suborbicular and smaller with shorter pedicel; perianth-segments ± suborbicular, ovary superior, nearly globose surrounded by linear staminodes.

Flowering time:    April-July.  Fruiting time:  August-September.

Fruit:   Subglobose fleshy berry, red, becoming black in maturity.    

Habitat:  Roadsides, rocky hillsides and forests´ openings, 900-1700 m alt.

Native:   Eastern Mediterranean region.(Turkey, Lebanon, Syria, Cyprus)

 

Περιγραφή

 

Φυτό:   Πολυετής και δίοικος ημίθαμνος με ύψος μέχρι 150 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιος, δυνατός, μέτρια διακλαδωμένος, κυλινδρικός, γυμνός, ελαφρά ραβδωτός, πρασινωπός ή κοκκινωπός.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά και ακέραια, ωοειδή-ελλειπτικά, οξυκόρυφα ή πλατυκόρυφα, γυμνά, γλαυκοπράσινα, κοντόμισχα, με εμφανή νεύρωση στην κάτω επιφάνεια, αρχικά πράσινα γινόμενα κοκκινωπά με την πάροδο του χρόνου.

Άνθη:   Ακτινόμορφα, μονογενή, σε πολυανθείς, επάκριους και απέναντι από τα φύλλα βότρεις.  Αρσενικά και θηλυκά άνθη σε διαφορετικά φυτά γιατί είναι δίοικο φυτό.  Οι αρσενικές ταξιανθίες είναι κωνικές ή κυλινδρικές και πυκνές στην αρχή, γινόμενες αραιές με την ηλικία, γενικά πιο αραιές από τις θηλυκές ταξιανθίες.  Αρσενικά άνθη με μακρύτερο ποδίσκο.  Τμήματα περιανθίου 5, ωοειδή-ελλειπτικά, κοίλα και απλωμένα.  Στήμονες ± 20, νήμα ελεύθερο, πρασινωπό και άτριχο, ανθήρες προμήκεις, με προσανατολισμό προς το κέντρο του άνθους, με χλωμό κίτρινο χρώμα και με κατά μήκος σχίσιμο.  Οι στήμονες εκφύονται ακτινωτά γύρω από την άγονη ωοθήκη.  Θηλυκά άνθη σε πιο πυκνές ταξιανθίες, είναι σχεδόν σφαιρικά και μικρότερα με κοντύτερο ποδίσκο.  Τμήματα περιανθίου σχεδόν κυκλικά, ωοθήκη επιφυής σχεδόν σφαιρική και περιτριγυρισμένη από άγονους στήμονες.

Άνθιση:   Απρίλιος-Ιούλιος.    Καρποφορία:  Αύγουστος–Σεπτέμβριος.

Καρπός:   Σχεδόν σφαιρική και σαρκώδης ράγα, κόκκινη στην αρχή, μαύρη τελικά.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, βραχώδεις πλαγιές και ανοίγματα δασών, από 900-1700 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ανατολική Μεσογειακή ζώνη. (Τουρκία, Συρία, Λίβανος, Κύπρος).

Leucophyllum frutescens

 

Name/Όνομα:  Λευκόφυλλο το θαμνώδες.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Leucophyllum frutescens  (Berland) I.M.Johnst.

Common name/Κοινό Όνομα:   Texas sage, Silver leaf, barometer busg.

Family/Οικογένεια:    SCROPHULARIACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Perennial, ornamental and evergreen shrub, growing up to 3 m high. 

Stem/s: Erect, much-branched.  

Leaves:   Alternate, obovate, rhomboid or elliptic, simple and entire, green, glaucous green or silvery, obtuse at apex, cuneate at the base, covered with short and soft   stellate silvery hairs.

Flowers:  Zygomorphic, hermaphrodite, solitary and axillary; flowers pink or purple, corolla tubular with 4-5, oblong or broadly ovate or triangular, unequal, spreading and hairy lobes, connected at the base; stamens 4 alternate with lobes; ovary superior, style 1, stigma 1.

Flowering time:  Summer-Fall.  

Fruit:  Capsule.     

Habitat:   On rocky, sandy or clay areas.

Native:   Texas, Mexico.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής, αειθαλής και διακοσμητικός θάμνος με ύψος μέχρι 3 μ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι και πολύκλαδοι.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, αντωειδή, ρομβοειδή ή ελλειπτικά, απλά και ακέραια, πράσινα, γλαυκοπράσινα ή με ασημένια απόχρωση, πλατυκόρυφα, με μυτερή βάση, καλυμμένα με κοντές, μαλακές και με ασημί χρώμα αστεροειδείς τρίχες.

Άνθη:   Ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα και μασχαλιαία.  Άνθη ρόδινα ή πορτφυρά, στεφάνη σωληνοειδής με 5, προμήκεις, πλατειά-ωοειδείσς ή τριγωνικούς, άνισους, απλωμένους και τριχωτούς λοβούς, που ενώνονται στη βάση τους.

Άνθιση:   Καλοκαίρι-Φθινόπωρο.

Καρπός:   Κάψα.

Ενδιαίτημα:  Βραχώδη, αργιλώδη και αμμώδη εδάφη.

 Πατρίδα:  Τέξας, Μεξικό.

Urtica pilulifera

Name/Όνομα:    Ούρτικα η σφαιρανθής.*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Urtica pilulifera L.

Common name/Κοινό Όνομα:   Roman nettle, κνίδη, τσουκνίδα, τσουκνίθα.

Family/Οικογένεια:    URTICACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Annual monoecious herb growing up to 130 cm high, but usually 30-60 cm. 

Stem/s:  Erect, ± branched, ribbed, angled, subglabrous or sparsely covered with stinging hairs.

Leaves:  Opposite, simple, broadly ovate, petiolate, dark green, petiole and margins armed on both surfaces with sparse stinging hairs, base subcordate, apex acute; stipules 4..

Flowers:   Inconspicuous and odorless, unisexual, male and female flowers are present on the same plant but on different locations; male inflorescences in lax and pedunculated panicles; each male flower consists of 4-lobed perianth and 4 stamens (staminodes) with oblong and 2-thecous anthers; female flowers in dense and pedunculated globose heads, with an inflated and very unequal 4-lobes perianth; ovary superior with 1 carpel including 1 ovule.

Flowering time:  February-April.  

Fruit:  Achenes.     

Habitat:    Roadsides, waste ground, limits of cultivated fields, 0-600 m alt.

Native:   Mediterranean region to western Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής και μόνοικη πόα με ύψος μέχρι 130 εκ αλλά συνήθως μεταξύ 30-60 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι με ή χωρίς διακλάδωση, γωνιώδεις και ραβδωτοί, σχεδόν άτριχοι ή με διάσπαρτες καυστικές τρίχες που προκαλούν έντονη φαγούρα.

Φύλλα:  Αντίθετα, απλά και μαλακά, πλατειά-ωοειδή, έμμισχα, με σκούρο πράσινο χρώμα.  Ο μίσχος και οι 2 επιφάνειες είναι οπλισμένες με αραιές καυστικές τρίχες, τα χείλη είναι πριονωτά-οδοντωτά , η βάση σχεδόν καρδιόσχημη και η κορυφή μυτερή.  

Άνθη:  Αφανή και άοσμα, μονογενή.  Αρσενικά και θηλυκά άνθη βρίσκονται πάνω στο ίδιο φυτό αλλά σε διαφορετικές θέσεις.  Αρσενικά άνθη σε χαλαρές και με ποδίσκο θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Περιάνθιο 4-λοβο, στήμονες 4 που μετατρέπονται σε άγονους τελικά, ανθήρες προμήκεις και 2-θηκοι.  Θηλυκά άνθη σε πυκνές και με ποδίσκο σφαιροειδείς ταξιανθίες.  Περιάνθιο διογκωμένο με πολύ άνισους λοβούς περιανθίου.  Ωοθήκη επιφυής, με 1 καρπόφυλλο που περικλείει ένα σπέρμα.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Απρίλιος.

Καρπός:   Αχαίνια.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, άγονα εδάφη κοντά σε κατοικημένες περιοχές, όρια χωραφιών, από 0.600 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη μέχρι δυτική Ασία.

 

Jasminum grandiflorum

Name/Όνομα:    Γιασεμί (  Ίασμος) το μεγανθές

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Jasminum grandiflorum L.

Common name/Κοινό Όνομα:  Spanish jasmine, Άσπρο γιασεμί, Χιώτικο γιασεμί.

Family/Οικογένεια:    OLEACEAE

 

Description

 

Plant:    Ornamental, evergreen or deciduous (it depends on the climate) vine or shrub, growing up to 4 m high.

Stem/s:  Much-branched, scrambling, woody, angular, green and pubescent.

Leaves:   Opposite, compound, petiolate, pinnately divided into 5-11, ovate or elliptic, sessile, obscurely veined and glabrous leaflets, with the terminal one oblong-lanceolate, much longer than the others; rachis channeled above.

Flowers:   Fragrant, actinomorphic and hermaphrodite, in lax cymes; calyx campanulate, 5-lobed, lobes green and glabrous, linear almost to the base with acute tips; corolla fragrant, tube straight and ribbed externally, 5-lobed, lobes oblong-obovate, purple when in buds, white later; stamens 2, anthers yellow, erect and elliptic; ovary superior, style 1, erect, straight and glabrous, unbranched, longer than stamens, stigma 1.

Flowering time:   June-November. Fruiting time: September-January.

Fruit:   Black berry.    

Habitat:  Cultivated in gardens and parks.  

NativeSoutheastern Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Φυλλοβόλος ή αειθαλής ( ανάλογα με το κλίμα )κληματώδης θάμνος με ύψος μέχρι 4 μ.

Βλαστός/οί: Πολύκλαδοι, αναρριχόμενοι, ξυλώδεις, πράσινοι και χνουδωτοί.    

Φύλλα:     Αντίθετα, σύνθετα και έμμισχα, πτεροσχιδή, διαιρεμένα σε 5-11, ωοειδή ή ελλειπτικά, άμισχα, γυμνά και με αφανή νεύρωση φυλλάρια, με το τελευταίο φυλλάριο να είναι μεγαλύτερο, με έλασμα προμήκες-λογχοειδές.  Άξονας του φύλλου αυλακωτός από πάνω.

Άνθη: Εύοσμα, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε χαλαρές θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Κάλυκας καμπανοειδής, διαιρεμένος σχεδόν μέχρι τη βάση σε 5 πράσινους, γυμνούς και μυτερούς λοβούς.  Στεφάνη αρωματική,  με 5 προμήκεις-αντωειδείς λοβούς, που είναι πορφυροί στο μπουμπούκι και λευκοί αργότερα. Στήμονες 2, ανθήρες κίτρινοι, όρθιοι και ελλειπτικοί.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, όρθιος, γυμνός και χωρίς διακλάδωση, στίγμα 1. 

Άνθιση:   Ιούνιος-Νοέμβριος      Καρποφορία:  Σεπτέμβριος-Ιανουάριος.

Καρπός:   Μαύρη ράγα.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργημένο, σε κήπους και πάρκα.

Πατρίδα:   Νοτιοανατολική Ασία.

Tabaernemontana divaricata

Name/Όνομα: Ταβαερνεμοντάνα η διχαλωτή.*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Tabaernemontana divaricata R.Br. ex Roem. & Schult.

Common name/Κοινό Όνομα:   Crape jasmine, Pinwheel jasmine, Λεμονογαρδένια.

Family/Οικογένεια:    APOCYNACEAE

 

*   Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Evergreen perennial and ornamental small shrub growing up to 3 m high. 

Stem/s:    Dichotomously branched starting just above the ground; bark is grey sparsely covered with brownish scars; foliage round; branches are brown containing milky sap;

Leaves:   Opposite, simple and entire, oblong-elliptic or lanceolate with pinnate venation, acuminate at apex, cuneate at the base, petiolate, dark green, glossy and shining.

Flowers:  Simple or double, actinomorphic and hermaphrodite, solitary or in few-flowered, terminal or axillary cymes; calyx short, campanulate, green and glabrous, with 5 ovate lobes; corolla trumpet-shaped, tube slightly swollen at the apex, sometimes at the base too; lobes 5, snow white, ovate, ruffle-edged, strongly fragrant at night; stamens 5, included, anthers linear; ovary superior, style 1.

Flowering time:   July-September.

Fruit:   Follicles.    

Habitat:    Cultivated, in gardens and parks.

Native:   India, Bangladesh, Myanmar, Southern China.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Αειθαλής και πολυετής διακοσμητικός μικρός θάμνος με ύψος μέχρι 3 μ.  

Βλαστός/οί  Με διχοτομική διακλάδωση που ξεκινά  λίγο πιο πάνω από το έδαφος.  Φλοιός γκρίζος και ρυτιδωμένος με αραιά καστανά σημάδια και ουλές.  Φύλλωμα στρογγυλό.  Κλάδοι με καστανό χρώμα περιέχουν γαλακτώδη οπό.   

Φύλλα:     Αντίθετα, απλά και ακέραια, προμήκη-ελλειψοειδή ή λογχοειδή με πτεροειδή νεύρωση, με μαλακή μυτερή κορυφή και με ίσια βάση, έμμισχα, με σκούρο πράσινο χρώμα και άτριχα.

Άνθη:   Απλά ή διπλά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα ή σε ολιγοανθείς και επάκριες ή μασχαλιαίες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Κάλυκας κοντός, καμπανοειδής, πράσινος και άτριχος, με 5 ωοειδείς λοβούς.  Στεφάνη σε σχήμα σάλπιγγας, σωλήνας λίγο διογκωμένος στην κορυφή κάποτε και στην βάση του.  Λοβοί 5, με λευκό σαν χιόνι χρώμα και με πτυχωμένα χείλη, έντονα αρωματικά ιδίως το βράδυ.  Στήμονες 5 μέσα στο σωλήνα.  Ανθήρες γραμμοειδείς.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1.

Άνθιση:   Ιούλιος – Σεπτέμβριος.

Καρπός:   Κάρυα.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργημένο είδος σε κήπους και πάρκα.

Πατρίδα:   Ινδία, Μπαγκλαντές, Μιανμάρ και Νότια Κίνα.

Mandevilla boloviensis

Name/Όνομα:    Μαντεβίλλα η βολιβιανή

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Mandevilla boloviensis

Common name/Κοινό Όνομα:   White mandevilla, white dipladenia.

Family/Οικογένεια:    APOCYNACEAE

 

 

Description

 

Plant:   Evergreen perennial vine or sprawling shrub growing up to 3 m high id supported. 

Stem/s:   Climbing, twinning, woody, hairless.

Leaves:   Opposite, simple and entire, oblong-elliptic with shortly acuminate apex, petiolate, dark green, shining and, glabrous.

Flowers:   Showy, actinomorphic and hermaphrodite, in few-flowered axillary clusters;  calyx lobed almost to the base, lobes 5, erect and linear; corolla funnel-shaped with orange-yellow throat, divided into 5 broadly-ovate white lobes; stamens 5, very short, almost invisible at the base of corolla-tube; ovary superior.

Flowering time:   Spring-Autumn.

Fruit:   Follicles.    

Habitat:   Cultivated in gardens and parks (Cyprus).

Native:   Central and South America.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετές και αειθαλές αναρριχητικό φυτό ή κατακλιμένος θάμνος με ύψος μέχρι 3 μ αν στηριχθεί κατάλληλα.

Βλαστός/οί:   Αναρριχόμενοι, περιστρεφόμενοι και ξυλώδεις, άτριχοι.

Φύλλα:   Αντίθετα, απλά και ακέραια, προμήκη-ελλειπτικά με μικρή κάπως μυτερή προεξοχή, έμμισχα, με σκούρο πράσινο χρώμα, γυαλιστερά και άτριχα.

Άνθη:   Εντυπωσιακά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ολιγοανθείς μασχαλιαίες δέσμες.  Κάλυκας λοβωτός σχεδόν μέχρι τη βάση, με 5 όρθιους και γραμμοειδείς λοβούς.  Στεφάνη χοανοειδής με πορτοκαλί-κίτρινο φάρυγγα, διαιρεμένη στην κορυφή σε 5 πλατειά-ωοειδείς και λευκούς λοβούς.  Στήμονες 5, πολύ κοντοί, σχεδόν απαρατήρητοι στο βάθος του σωλήνα της στεφάνης.  Ωοθήκη επιφυής

Άνθιση:   Άνοιξη-Φθινόπωρο.

Καρπός:   Κάρυα.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργείται σε κήπους και πάρκα.

Πατρίδα:   Κεντρική και Νότια Αμερική.

 

Jasminum sambac

Name/Όνομα:    Ίασμος ο αραβικός.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Jasminum sambac (L.) Aiton.

Common name/Κοινό Όνομα:  Arabian jasmine, Indian jasmine, jasmin d’Arabie, Φούλι.  

Family/Οικογένεια:    OLEACEAE

 

Description

 

Plant:   Evergreen perennial small shrub or vine growing up to 3 m high.

Stem/s:   Much-branched, twinning and climbing, subcylindrical, green and sparsely pubescent when young, becoming brown and glabrous with age.

Leaves:    Opposite or in whorls of 3, broadly-ovate or elliptic, simple and entire, shortly petiolate, dark green, glabrous above, with few hairs on the main nerves beneath.

Flowers:  Aromatic and hermaphrodite, in few-flowered terminal cymes; bracts many, subulate; calyx ± glabrous with 8-9 linear lobes; corolla tubular, white, with numerous, imbricate, bending outwards and strongly fragrant lobes.

Flowering time:   June-August.

Fruit:   Purple-black berry.    

Habitat:  Cultivated in gardens and parks.

Native:   Southern and southeastern Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής και αειθαλής μικρός θάμνος ή αναρριχητικό φυτό με ύψος μέχρι 3 μ.

Βλαστός/οί:   Πολύκλαδοι, περιστρεφόμενοι και αναρρηχόμενοι, σχεδόν κυλινδρικοί, πράσινοι και με αραιό χνούδι στην αρχή, με καστανό χρώμα και άτριχοι αργότερα.

Φύλλα:     Αντίθετα ή σε σπονδύλους των 3, πλατειά-ωοειδή ή ελλιπτικά, απλά και ακέραια, με κοντό μίσχο, με σκούρο πράσινο χρώμα, άτριχα στην άνω επιφάνεια, με λίφες τρίχες στα κύρια νεύρα στην κάτω.

Άνθη:  Αρωματικά και ερμαφρόδιτα, σε ολιγοανθείς και επάκριες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Βράκτια πολλά, μικρά και στενά-λογχοειδή.  Κάλυκας ± άτριχος με 8-9 γραμμοειδείς και πράσινους λοβούς.  Στεφάνη σωληνοειδής, λευκή, με πολυάριθμους, αλληλεπικαλυπτόμενους, λυγισμένους προς τα έξω και έντονα αρωματικούς λοβούς.

Άνθιση:   Ιούνιος-Αύγουστος.

Καρπός:   Με πορφυρό-μαύρο χρώμα αχαίνια.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργημένο σε κήπους και πάρκα.

Πατρίδα:   Νότια και νοτιοανατολική Ασία.

 

Jasminum multiflorum

Name/Όνομα:    Γιασεμί το πολυανθές*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Jasminum multiflorum (Burm.f) Andrews.

Common name/Κοινό Όνομα:   Star jasmine

Family/Οικογένεια:   OLEACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Evergreen perennial vine or shrub, growing up to 3 m high and 6 m long. 

Stem/s:   Much branched, twinning, greenish and hairy becoming grey and woody with age.

Leaves:   Opposite, simple and entire, petiolate, broadly ovate with rounded base and acute or acuminate apex, downy on the main veins beneath while on the upper surface is thinly hairy at first, becoming glabrous later.

Flowers:  Actinomorphic, sessile and hermaphrodite, in dense and many-flowered terminal cymes on side shoots; calyx funnel-shaped, greenish and densely hairy externally, terminated into 5-9 short and triangular lobes with acute tips; corolla white and fragrant, tubular and glabrous, forming 6-9, oblong-lanceolate lobes; stamens 2, inculed; ovary superior, 2-celled, style 1, stigma 2-lobed.

Flowering time:   Spring-Autumn.

Fruit:  Ellipsoid berry, 2-seeded.    

Native:   Southern Asia (India up to Vietnam) 

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Αειθαλές και πολυετές αναρριχητικό φυτό ή θάμνος με ύψος μέχρι 3 μ και μήκος μέχρι 6 μ.

Βλαστός/οί: Πολύκλαδοι, περιστρεφόμενοι, πρασινωποί και τριχωτοί γινόμενοι γκρίζοι και ξυλώδεις με την ηλικία. 

Φύλλα:     Αντίθετα, απλά και ακέραια, πλατειά ωοειδή με στρογγυλεμένη βάση και μυτερή κορυφή, με χνούδι στα κύρια νεύρα στην κάτω επιφάνεια, ενώ στην άνω στην αρχή είναι ελαφρά τριχωτά και αργότερα άτριχα.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πυκνές, πολυανθείς και επάκριες θυσανοειδείς ταξιανθίες στους πλάγιους κλάδους.  Κάλυκας χοανοειδής, πρασινωπός και πυκνά τριχωτός εξωτερικά, σχηματίζει στην κορυφή 5-9 τριγωνικούς και μυτερούς λοβούς.  Στεφάνη λευκή και αρωματική, σωληνοειδής και γυμνή, σχηματίζει στην κορυφή της 6-9 προμήκεις-λογχοειδείς λοβούς. Στήμονες 2 μέσα στη στεφάνη.  Ωοθήκη επιφυής και 2-χωρη, στύλος 1, στίγμα 2-λοβο.

Άνθιση:   Άνοιξη-Φθινόπωρο.

Καρπός:   Ελλειψοειδής ράγα με 2 σπέρματα.

Πατρίδα:   Νότια Ασία από Ινδία μέχρι Βιετνάμ.

Cordia myxa

Name/Όνομα:    Κορδία η μύξα.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Cordia myxa L

Common name/Κοινό Όνομα: Assyrian plum, Sudan teak [English]; Sébestier, bois savon [French]; Sebesteira, sebesteiro do Soudan [Portuguese]; 

Family/Οικογένεια:    BORAGINACEAE

 

Description

Plant:    Perennial evergreen or semi-deciduous shrub or small tree, growing up to 8 m high (Cyprus).

Trunk/Bark:  Bark is grey or grey-brown, with vertical cracks and much more horizontal ones; crown is rather rounded.

Leaves:   Alternate, simple, broadly-ovate, obovate or suborbicular, reticulate venation, petiolate, dark green and glabrous above, pale green and thinly hairy beneath especially on the main veins; apex rounded or obtuse

Flowers: Small, actinomorphic and hermaphrodite in many-flowered, terminal and loose corymbose panicles; calyx tubular or campanulate, green and glabrous shortly lobed at apex; corolla white or creamy-white, with 5 distinctly recurved, lanceolate and glabrous lobes; stamens 5, oblong and yellow; ovary superior, style 1 divided into 4 linear, fan-shaped stigmas with irregularly wavy margins.

Flowering time:    April-May    Fruiting time:  September-October.

Fruit:    Ovoid to sub orbicular yellow drupe containing a sticky pulp and 1-2 wrinkled seeds.  

NativeTropical Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής αειθαλής ή ημι-φυλλοβόλος θάμνος ή μικρό δένδρο με ύψος μέχρι 8 μ(Κύπρος).

Φλοιός:  Γκρίζος ή με καφέ-γκριζωπό χρώμα, με κάθετες σχισμές αλλά και με περισσότερες μικρότερες οριζόντιες σχισμές.  Κώμη μάλλον σφαιρική.  

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά, πλατειά-ωοειδή, αντωειδή ή σχεδόν κυκλικά, με δικτυωτή νεύρωση, έμμισχα, με σκούρο πράσινο χρώμα και χωρίς τρίχες στην άνω επιφάνεια, με με ανοικτό π΄ρασινο χρώμα και ελαφρύ τρίχωμα στην κάτω, ειδικά πάνω στα κύρια νεύρα.  Κορυφή στρογγυλεμένη ή πλατειά.

Άνθη:   Μικρά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πολυανθή, επάκρια και χαλαρή κορυμβοειδή φόβη (σύνθετος βότρυς).  Κάλυκας σωληνοειδής ή καμπανοειδής, πράσινος και γυμνός, φέρει στην κορυφή του μικρούς λοβούς.  Στεφάνη άσπρη ή με κρεμώδες χρώμα, με 5 εντόνως κυρτούς προς τα κάτω, λογχοειδείς και γυμνούς λοβούς.  Στήμονες 5, προμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1 διαιρεμένος σε 4 γραμμοειδή και σαν έλικες ανεμιστήρα στίγματα, με άνισα κυματοειδή χείλη.

Άνθιση:  Απρίλιος-Μάιος.  Καρποφορία:  Σεπτέμβριος-Οκτώβριος:

Καρπός:   Ωοειδής ή σχεδόν σφαιρική και κίτρινη δρύπη που περιέχει κολλώδη οπό και 1 έως 2   ρυτιδωμένα σπέρματα.

Πατρίδα:   Τροπική Ασία.

Beta vulgaris subsp maritima

Name/Όνομα:    Μπέτα  κοινή  η παράλιος

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Beta vulgaris susp.cicla (L.) W.D.J. Koch

Common name/Κοινό Όνομα:  Swiss chard, Σέσκουλα, Λαχανίδα(Ελλάδα), Λάχανο (Κύπρος).

Family/Οικογένεια:    AMARANTHACEAE (previously CHENOPODIACEAE)

 

Description

Plant:   Annual or biennial growing up to 120 cm high. 

Stem/s:   Erect or decumbent, fleshy and glabrous, distinctly grooved, greenish becoming crimson with age.

Leaves:   Alternate, simple, entire or with wavy margins, blade ovate (lower leaves) or rhomboid (upper leaves), fleshy, venation pinnate clearly visible, dark green above, pale green below, shining, and glabrous; petiole channeled above, fleshy, whitish or yellowish;  

Flowers:  Incospicuous, actinomorphic and hermaphrodite, sessile, solitary or in spikes of 2-3 flowers in the axis of the bracts; bracts filiform, bracteoles 2-3, linear or romboid, becoming smaller upwards or wanting; perianth-segments 5, erect, boat-shaped, green and glabrous with narrow membranous margins; stamens 5 opposite perianth-segments, anthers 2-thecous, broadly oblong and yellow; ovary semi-inferior, stigmas 3.

Flowering time:  February-May

Fruit:  Utricle.     

Habitat:   Cultivated.

Native:   Mediterranean region, Southern Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετές ή διετές με ύψος μέχρι 120 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι ή κατακλιμένοι, σαρκώδεις και άτριχοι, έντονα αυλακωτοί, πρασινωποί γινόμενοι κοκκινωποί με την ηλικία.

Φύλλα:     Κατ εναλαγή, απλά, ακέραια ή με κυματοειδή χείλη, έλασμα ωοειδές (χαμηλότερα φύλλα), ή ρομβοειδές( ανώτερα φύλλα), σαρκώδη, πτερόνευρα με εμφανή νεύρωση, με σκούρο πράσινο χρώμα στην πάνω επιφάνεια και χανοικτό πράσινο στην κάτω, γυαλιστερά και γυμνά.

Άνθη:   Μη ελκυστικά, σχεδόν αφανή, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, άμισχα και μεμονωμένα ή σε στάχεις των 2-3 ανθέων στις μασχάλες των βρακτίων.  Βράκτια νηματοειδή, βρακτίδια 2-3 γραμμοειδή ή ρομβοειδή, ελαττωμένα σε μέφεθος προς τα πάνω ή εκφυλίζονται.  Τμήματα περιανθίου 5, όρθια, σε σχήμα βάρκας, πράσινα και άτριχα με στενά μεμβρανοειδή χείλη.  Στήμονες 5, απέναντι των τμημάτων του περιανθίου, ανθήρες 2-θηκοι, κίτρινοι, με πλατύ-προμήκες σχήμα.  Ωοθήκη ημιυποφυής, στίγματα 3.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Μάιος.

Καρπός:   Θύλαξ.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργούμενο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη, Νότια Ασία.