Archives

Category Archive for ‘Κίτρινα’

Rhagadiolus edulis

Name/Όνομα:   Ραγαδίολος ο εδώδιμος.*   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Rhagadiolus edulis Gaerth.

Common name/Κοινό Όνομα:  Edible Star-hawkbit, Rhagadiole comestible, Eßbarer Sternlattich, Radicchio lirato.  

Family/Οικογένεια:   ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:   Annual herb growing up to 50 cm high.

Stem/s:   Erect or diffuse, branched, slightly ribbed or angled, greenish, covered with ± dense short and whitish, stiff hairs.

Leaves:    Basal leaves in a loose rosette, blade obovate or pinnately-lyrate, with a large rounded or ovate-dentate terminal lobe and smaller rounded lateral lobes, shortly hispid on both surfaces,  sessile or with a winged  and sparsely hispid petiole; upper leaves alternate, the lower petiolate, the upper sessile, usually entire, similar with base leaves or oblanceolate, sinuate-dentate.

Flowers:  Capitula small, in few-flowered, much-branched and spreading panicles**; involucre cylindrical; bracts in 2 series, the 5 outer minute ovate, the inner 5-6 much longer, accrescent in fruit, enveloping the marginal achenes; florets yellow, ligules oblong with 5-toothed apex; anthers linear, style branched.

Flowering time:   February-June

Fruit:    Achenes of 2 kinds, the outer 5-6, straight, linear-cylindrical or slightly curved with narrow and pointed tips, spreading, glabrous, radically arranged forming a star-shaped structure, the inner strongly incurved or arcuate, dorsally hispid.

Habitat:   Roadsides, waste ground, cultivated fields, from 0-1500 m alt.

Native:   Mediterranean region, Western Asia.

 

panicle ** = a much-branched inflorescence.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 50 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι ή διαχυόμενοι, διακλαδωμένοι, ελαφρά ραβδωτοί ή γωνιώδεις, πρασινωποί και καλυμμένοι με αραιές ή πυκνές, κοντές κα ασπριδερές αδρότριχες.

Φύλλα:     Φύλλα βάσης σε χαλαρή ροζέτα,  έλασμα αντωειδές ή πτεροειδές-λυροειδές, με ένα μεγάλο στρογυλό ή ωοειδή-οδοντωτό τελικό λοβό, και μικρότερους στρογγυλεμένους πλάγιους λοβούς, με κοντές αδρότριχες και στις 2 επιφάνειες, άμισχά ή με πτερυγωτό μίσχο καλυμμένο με αραιές αδρότριχες.  Ανώτερα φύλλα κατ εναλλαγή, τα κατώτερα έμμισχα, τα ανώτερα άμισχα, παρόμοια με τα φύλλα της βάσης ή αντιλογχοειδή με οδοντωτά ή κυματοειδή χείλη, ενώ  συνήθως είναι ακέραια.

Άνθη:   Κεφάλια μικρά, σε ολιγοανθή, πολύκλαδη και απλωμένη φόβη.*Σύνολο βρακτίων σε κύλινδρο.  Βράκτια σε 2 σειρές, τα 5 εξωτερικά είναι πολύ μικρά και ωοειδή, τα εσωτερικά 5-6, πολύ μακρύτερα, ενώ κατά την καρποφορία παχύνονται περιβάλλοντας σαν φάκελος τα περιφερειακά αχαίνια.  Ανθίδια κίτρινα, γλωσσίδια προμήκη και με 5 δόντια στην κορυφή τους.  Ανθήρες γραμμοειδείς, στύλοι διακλαδωμένοι.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Ιούνιος.

Καρπός:   Αχαίνια 2 ειδών, τα εξωτερικά 5-6, γραμμοειδή-κυλινδρικά, ίσια ή ελαφρά λυγισμένα με στενή και μυτερή μύτη, απλωμένα, γυμνά, ακτινοειδώς τοποθετημένα σχηματίζοντας αστεροειδή κατασκευή, τα εσωτερικά έντονα λυγισμένα ή καμπυλωμένα και με ραχιαίες αδρότριχες.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, άγονα εδάφη, καλλιεργημένα χωράφια, από 0-1500 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη, Δυτική Ασία.

 φόβη**= Πολύκλαδη ταξιανθία με πλευρικούς βότρεις.

Taraxacum holmboei

Name/Όνομα:   Ταράξακο το χολβόειο.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Taraxacum holmboei H.Lindberg.

Common name/ Κοινό όνομα:  Αγριοράδικο.

Family/Οικογένεια:   ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:   Perennial stemless herb.

Leaves:   All leaves are basal forming a rosette; they are oblong in outline, glabrous above, minutely pilose beneath, deeply divided into deltoid, acute and entire or toothed lateral lobes; terminal lobe ± acute, deltoid, and smaller than lateral lobes; lateral lobes are runcinated (pointing backwards); petiole short and purplish;

Flowers:   Capitula 1 to many, solitary and terminal, appearing after the development of the leaves (hysteranthus); scapes cylindrical, up to 10 cm high, leafless, green becoming purplish-brown with age, thinly pilose or glabrous; involucre campalunate; phyllaries greenish in several series, they are imbricate, the outermost oblong-ovate, subacute and reflexed, forming a calyculus*, the inner oblong and obtuse with membranous margins; ligules oblong-linear, golden yellow, often tinged purplish beneath, minutely 5-toothed at apex; anthers linear and yellow.

Flowering time:   May-June

Fruit:    Achenes, oblong, strongly compressed, and ribbed; base of the ribs with spiny margins, dark brown to rusty-red, with white pappus.   

Habitat:   Roadsides, hillsides, open pine forests, from 1200-1900 m alt.

Native:   Endemic to Cyprus, locally common at mountains of Troodos.

 

calyculus * = a small cup-shaped structure that resembles a calyx

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα χωρίς βλαστό.

Φύλλα:   Όλα τα φύλλα βρίσκονται στη βάση και σχηματίζουν ροζέτα, είναι προμήκη στο περίγραμμα, άτριχα από πάνω, με ελάχιστο μικρό τρίχωμα στην κάτω επιφάνεια, ενώ το έλασμα διαιρείται με βαθιές τομές σε δελτοειδείς, οξυκόρυφους και ακέραιους ή οδοντωτούς πλάγιους λοβούς.  Ο τελικός λοβός είναι λίγο μικρότερος, ± οξυκόρυφος και δελτοειδής.  Οι πλάγιοι λοβοί έχουν τα άκρα τους στραμμένα προς τα πίσω δηλ. προς τη βάση.  Μίσχος κοντός και πορφυρός

Άνθη:   Κεφάλια 1 μέχρι πολλά, μεμονωμένα και επάκρια, εμφανιζόμενα μετά την άναπτυξη των φύλλων.  Ποδίσκοι κεφαλίων κυλινδρικοί, μέχρι 10 εκ ψηλοί, πράσινοι στην αρχή, με πορφυρό-καφέ χρώμα τελικά, ελαφρά τριχωτοί ή άτριχοι.  Σύνολο φυλλαρίων σε καμπανοειδή σχηματισμό, φυλλάρια πρασινωπά σε αρκετές σειρές, αλληλεπικαλυπτόμενα, τα εξωτερικά είναι προμήκη-ωοειδή, σχεδόν μυτερά και στραμμένες προς τα κάτω κορυφές σχηματίζοντας κυπελλοειδή κατασκευή που μοιάζει με μικρό κάλυκα, ενώ τα εσωτερικά φυλλάρια είναι προμήκη, πλατυκόρυφα και με μεμβρανώδη χείλη.  Ανθίδια προμήκη-γραμμοειδή, γλωσσοειδή, με χρυσοκίτρινο χρώμα, συχνά με πορφυρή χροιά από κάτω και με 5 πολύ μικρά δόντια στην κορυφή τους.  Ανθήρες γραμμοειδείς και κίτρινοι.

Άνθιση:   Μάιος-Ιούνιος.

Καρπός:   Αχαίνιο, προμήκες, έντονα συμπιεσμένο και ραβδωτό.  Στη βάση του αχαινίου υπάρχουν ακανθωτές προεξοχές, με σκούρο καφέ ή σε χρώμα σκουριασμένου κόκκινου,  ενώ ο πάππος είναι λευκός.

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, πλαγιές βουνών και ανοικτά πευκοδάση, από 1200-1900 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ενδημικό φυτό της Κύπρου, τοπικά κοινό στα βουνά του Τροόδους.

 

 

Lactuca viminea

Name/Όνομα:  Λακτούκη η λεπτόβλαστη*

Scientific name/Επιστημονικό όνομαLactuca viminea (L.) J. Presl & C. Presl 

Common name/Κοινό όνομαسْكَرْيولَة سَوْحَرِيَّةB سْكَرْيولَة سَوْحَرِيَّة, Enciam bord, Laitue Osier, Ruten-Lattich; חַסַּת הַשְּׁבָטִים, Lattuga alata, Cardo lechero, Çukurçıtlığı

Family/Οικογένεια:  ASTERACEAE  

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Biennial herb growing up to 150 cm high.

Stem/s:  Erect, conspicuously branched, cylindrical resembling straw, whitish-ivory, with glabrous and spreading branches.

Leaves:   Lower leaves oblong in outline, divided into 8 or more, opposite, oblong, dentate and runcinate lateral lobes (pointing towards the base), ± glabrous or hispidulous-pilose, short petiolate or subsessile and a larger, deltoid and acute terminal lobe; middle and upper cauline leaves sessile, much reduced to linear with auriculate base, fused or pressed against the stem.  

Flowers:  Capitula solitary or in much-branched, spike-like, short-staked or sessile clusters; involucre cylindrical; phyllaries imbricate, greenish and glabrous, tinged purple at apex, the outer ovate, the inner linear; corolla tongue-shaped, yellow, tinged purple or red externally, florets 5, 5-toothed at apex; stamens 5; ovary inferior, style branched.

Flowering time:  July-October.

Fruit:  Achenes lanceolate, beaked, blackish, strongly compressed with white pappus.

Habitat:  Roadsides, rocky slopes, dry hillsides, from 300-1900 m alt.

Native:  Eurasian.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Διετής πόα με ύψος μέχρι 150 εκ.

Βλαστοί:   Όρθιοι, έντονα διακλαδωμένοι, κυλινδρικοί, μοιάζουν με καλάμι, με λευκό χρώμα που μοιάζει με το χρώμα ελεφαντόδοντου, με γυμνούς και απλωμένους κλάδους.

Φύλλα:   Χαμηλά φύλλα βλαστού προμήκη στο περίγραμμα, διαιρεμένα σε 8 ή περισσότερους πλάγιους,  αντίθετους, προμήκεις και οδοντωτούς λοβούς, που έχουν τα άκρα στραμμένα  προς τη βάση, ± άτριχους ή με κοντές και κάπως σκληρές τρίχες, με κοντό μίσχο ή σχεδόν άμισχοι και σε ένα μεγαλύτερο δελτοειδή και μυτερό τελικό λοβό.  Μεσαία και ανώτερα φύλλα άμισχα, με ισχυρή σμίκρυνση στο έλασμά τους ώστε να γίνουν γραμμοειδή μα λοβωτή βάση ή τα τελευταία να συμφύονται ή να συμπιέζονται με τον βλαστό.

Άνθη:   Κεφάλια μεμονωμένα ή σε πολύκλαδες, σταχυοειδείς, με κοντό μίσχο ή άμισχες δέσμες.  Σύνολο βρακτίων σε σχήμα κυλίνδρου.  Φυλλάρια αλληλεπικαλυπτόμενα, πρασινωπά και άτριχα, με πορφυρή χροιά στην κορυφή τους, τα εξωτερικά ωοειδή, τα εσωτερικά γραμμοειδή.  Στεφάνη γλωσσοειδής, κίτρινη με πορφυρή ή κόκκινη χροιά εξωτερικά, ανθίδια 5, με 5 δόντια.  Στήμονες 5.  Ωοθήκη υποφυής, στύλος διαχαλωτός.

Άνθιση:   Ιούλιος-Οκτώβριος.

Καρπός:   Αχαίνιο, λογχοειδές, ισχυρά συμπιεσμένο, μαυριδερό και ραμφωτό, με λευκό πάππο.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, βραχώδεις και ξηρές πλαγιές, από 300-1900 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρασία.

Lactuca cyprica

 

Name/Όνομα:   Λακτούκα η κυπριακή.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Lactuca cyprica (Rech. f.) N. Kilian & Greuter

Family/Οικογένεια:   ASTERACEAE

 

 

Description

Plant:   Biennial herb with tuberous rhizome, growing up to 50 cm high.

Stem/s:   Erect, branched above, striated, purplish, conspicuously covered at the upper part with whitish glands bearing long and straight petiole.

Leaves:   Alternate; basal leaves usually lyrate-pinnatisect arising directly from the tuber, sometimes broadly heart-shaped, glabrous with white spots above, purplish beneath; terminal lobe large, suborbicular, irregularly and shallowly dentate, lateral lobes up to 10, oblong and smaller;  cauline leaves similar and smaller or oblong and narrow with acute apex, short-stalked or sessile, with semi-amplexicaule base and sparse long-stalked glands.

Flowers:  Capitula few to many, in rather lax, corymb-like inflorescence; peduncles purple and glandular; Involucre pale green and cylindrical; inner bracts linear, sparsely glandular, longer than the inner ones; outer bracts erect, ovate-oblong or lanceolate, glandular; bracts´ tips usually purplish; florets yellow, often tinged purplish externally, 5-toothed at apex, often slightly deflexed; anthers yellow, style branched. 

Flowering time:   April-July.

Fruit:   Achenes.

Habitat:   Mountain slopes with conifer trees, 800-1950 m alt.

Native:   Endemic to Cyprus.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Διετής πόα με κονδυλώδες ρίζωμα και ύψος μέχρι 50 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, διακλαδωμένοι χαμηλά, ραβδωτοί, πορφυροί, πυκνά καλυμμένοι στο άνω μέρος του βλαστού, με ασπριδερούς αδένες που φέρουν μακρύ και ίσιο μίσχο.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, τα φύλλα της βάσης είναι συνήθως λυροειδή-πτεροσχιδή, εκφυόμενα απ ευθείας από τον κόνδυλο, ενώ κάποτε είναι προμήκη-καρδιοειδή, άτριχα με λευκά σημάδια στην άνω επιφάνεια, ενώ η κάτω είναι πορφυρή.  Τελευταίος λοβός μεγαλύτερος, σχεδόν κυκλικός, με αβαθή και άνισα δόντια, με μέχρι 10 πλευρικούς λοβούς, που είναι προμήκεις και μικρότεροι.  Φύλλα βλαστού παρόμοια αλλά μικρότερα ή είναι προμήκη και στενά με μυτερή κορυφή, με κονρό μίσχο ή είναι άμισχα, σχεδόν περίβλαστα και με αραιούς μακρόμισχους αδένες.

Άνθη:   Κεφάλια λίγα μέχρι πολλά, σε μάλλον αραιή κορυμβοειδή ταξιανθία.  Ποδίσκοι πορφυροί και αδενώδεις.  Σύνολο βρακτίων σε κυλινδρικό σχήμα, και με χλωμό πράσινο χρώμα.  Εσωτερικά βράκτια γραμμοειδή, με αραιούς αδένες, μακρύτερα των εσωτερικών που είναι όρθια, προμήκη-ωοειδή ή λογχοειδή και αδενώδη.  Κορυφή βρακτίων συνήθως με πορφυρή χροιά.  Ανθίδια κίτρινα, συχνά με πορφυρή χροιά εξωτερικά, με 5 δόντια στην κορυφή η οποία συχνά στρέφεται προς τα κάτω.  Ανθήρες κίτρινοι, στύλος με διακλάδωση.

Άνθιση:   Απρίλιος-Μάιος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:   Πλαγιές βουνών σε δάση κωνοφόρων, από 800-1950 μ υψόμετρο

Πατρίδα:   Ενδημικό της Κύπρου.

Lactuca tuberosa

Name/Όνομα:  Λακτούκα η κονδυλώδης*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Lactuca tuberosa Jacq.

Common name/Κοινό Όνομα  Степторамфус клубненосный, חַסָּה כְּחֻלַּתפְּרָחִים, Topar marul, Грудковидна салата,

Family/Οικογένεια:   ASTERACEAE

 

Synonyme “ Steptorhamphus tuberosus  “(Jacq.) Grossh.

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:   Perennial herb with tuberous fleshy rootstock, growing up to 120 cm high, but usually up to 50 cm high.

Stem/s:   Erect, glaucous-green, usually unbranched and glabrous, containing milky latex.

Leaves:    Alternate, simple, ± petiolate; lower leaves oblong in outline, large, entire, oblong-obovate or lyrate-pinnatisect with lobes pointing towards the base, minutely hairy near the end of the acute or obtuse lobes, glaucous green;  median and upper leaves lanceolate, sessile, amplexicaule, auriculate at the base.

Flowers:   Capitula few to several, in lax racemes or panicles; flowering stems cylindrical, glaucous-green and glabrous; peduncles sparsely covered with small, erect, oblong or lanceolate bracts, upcurved at anthesis; involucral bracts imbricate in 4 or more series; outer bracts ovate, inner bracts longer, oblong and narrow; ligules creamy yellow, tinged purple or red externally, with 5 small teeth at apex; anthers yellow; style with arching branches.

Flowering time: April-June. 

Fruit:   Compressed and winged achenes, pappus white.    

Habitat:   Rocky slopes, bushy areas, from 0-1700 m alt.

Native:   Eastern Europe, Eastern Mediterranean region, Western Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα με σαρκώδη κονδυλώδη ρίζα και ύψος μέχρι 120 εκ., αλλά συνήθως μέχρι 50 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, γλαυκοπράσινοι, συνήθως γυμνοί και χωρίς διακλάδωση, περιέχοντας γαλακτώδη χυμό.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, απλά, με ή χωρίς μίσχο.  Κατώτερα φύλλα μεγάλα, προμήκη στο περίγραμμα, ακέραια, προμήκη-αντωειδή ή λυροειδή-πτεροσχιδή, με λοβούς προσανατολισμένους προς τη βάση, με πολύ κοντό τρίχωμα προς το τέλος των οξυκόρυφων ή πλατυκόρυφων λοβών, γλαυκοπράσινα.  Μεσαία και ανώτερα φύλλα λογχοειδή, άμισχα, και περίβλαστα στη βάση.

Άνθη:  Κεφάλια λίγα έως αρκετά, σε χαλαρούς βότρεις ή σε χαλαρή φόβη.  Ανθοφόροι βλαστοί κυλινδρικοί, γλαυκοπράσινοι και άτριχοι.  Ποδίσκοι καλυμμένοι με αραιά, μικρά, όρθια, προμήκη ή λογχοειδή βράκτια, που ανυψώνονται στην άνθιση.  Βράκτια περιβλήματος αλληλεπικαλυπτόμενα σε 4 ή περισσότερες σειρές.  Εξωτερικά βράκτια ωοειδή, εσωτερικά μακρύτερα, στενά και προμήκη.  Γλωσσίδια ανθέων με ελαφρύ κίτρινο χρώμα, με πορφυρή ή κόκκινη χροιά εξωτερικά και με 5 μικρά δόντια στην κορυφή.  Ανθήρες κίτρινοι.  Στύλοι διακλαδωμένοι στην κορυφή, με 2 εμφανείς και καμπυλωτούς κλάδους.

Άνθιση:  Απρίλιος-Ιούνιος.

Καρπός:   Συμπιεσμένα και πτερυγωτά αχαίνια, με λευκό πάππο.

Ενδιαίτημα:   Πετρώδεις πλαγιές και θαμνώδεις περιοχές, από 0-1700 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ανατολική Ευρώπη, Ανατολική Μεσογειακή ζώνη, Δυτική Ασία.

Kickxia elatine ssp crinita

Name/Όνομα:   Κίκχια ελατίνη υποείδ. μακρότριχη*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Kickxia elatine ssp crinita (Mabille) Greuter.

Common name/Κοινό Όνομα:   Pointed toadflax, Linaire de Sieber, Twinning toadflax

Family/Οικογένεια:   PLANTAGINACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Synonym: “ Kickxia elatine ssp sieberi” (Arcang.) Hayek

 

Description

Plant:  Annual.

Stem/s:   Prostrate or sprawling, much branched near the base, angled, greenish, densely covered with a mixed of short and long soft hairs.

Leaves:   Alternate, petiolate, densely hairy both sides; lower leaves ovate or elliptic, entire, obtuse, median leaves hastate-acute or toothed at the base, upper leaves smaller.  

Flowers:   Zygomorphic, hermaphrodite, axillary and solitary; peduncle hairy, longer than the subtending leaves; corolla 2-lipped with spur; upper lip deeply 2-lobed, lobes oblong, violet externally, white at the back, hairy, obtuse to rounded at apex; lower lip 3-lobed, lobes slightly gibbous, rounded, recurved, yellow, minutely hairy near the junction with the upper lip; spur whitish, hairy, slightly bending downwards; calyx-lobes 5, lanceolate, densely hairy, free almost to the base; stamens 4, filaments short, anthers violet; ovary sessile, superior, style 1, stigma 1.

Flowering time:   May-November.

Fruit:   Capsule.    

Habitat:   Roadsides, waste ground, fields, from 0-1200 m alt.

Native:   Europe, Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

ΦυτόΜονοετές φυτό.

Βλαστός/οί:   Κατακλιμένοι ή έρποντες, πολύκλαδοι κοντά στη βάση, γωνιώδεις, πρασινωποί, και πυκνά καλυμμένοι από ένα μίγμα από κοντές και μακρές μαλακές τρίχες.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, έμμισχα, πυκνά τριχωτά και στις δύο επιφάνειες.  Χαμηλά φύλλα ωοειδή ή ελλειπτικά, ακέραια και πλατυκόρυφα, μεσαία φύλλα σαϊτοειδή και μυτερά ή οδοντωτά κοντά στη βάση, ανώτερα φύλλα μικρότερα.

Άνθη:   Ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα, μασχαλιαία και μεμονωμένα.  Ποδίσκος τριχωτός αρκετά μακρύτερος από τα υποκείμενα φύλλα.  Στεφάνη 2-χειλη με πλήκτρο.  Άνω χείλος βαθειά 2-λοβο, λοβοί προμήκεις, ελαφρά τριχωτοί, μπροστά με βιολετί χρώμα, πίσω με λευκό, με πλατειά ή στρογγυλεμένη κορυφή.  Κάτω χείλος 3-λοβο, κίτρινο, λοβοί ελαφρά διογκωμένοι στην κορυφή, χείλη γυρισμένα προς τα πίσω, πολύ ελαφρά τριχωτοί  στην ένωση με το άνω χείλος.  Πλήκτρο ασπριδερό, τριχωτό, ελαφρά λυγισμένο προς τα κάτω.  Κάλυκας 5-λοβος, λοβοί λογχοειδείς, πυκνά τριχωτοί, ελεύθεροι σχεδόν μέχρι τη βάση.  Στήμονες 4, νήμα κοντό, ανθήρες με βιολετί χρώμα.  Ωοθήκη χωρίς ποδίσκο, επιφυής, στύλος 1, στίγμα 1.

Άνθιση:   Μάιος-Νοέμβριος.

Καρπός:   Κάψα.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, άγονα εδάφη, χωράφια, από 0-1200 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρώπη, Μεσογειακή ζώνη.

Lactuca serriola

Name/Όνομα:   Λακτούκη η πριονόφυλλος*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Lactuca serriola L.

Common name/Κοινό Όνομα:   Prickly lettuce, milk thistle

Family/Οικογένεια:   ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:     Biennial plant, growing up to 180 cm high.

Stem/s:   Robust, erect, usually single, branched above where anthesis occur, cylindrical, furrowed, pale, glabrous above, bristly at the base, containing milky latex.

Leaves:    Alternate, simple, lower and median leaves develop at right angles to the stem, oblong in outline, ± petiolate, lyrate-pinnatisect, glaucous green, spiny on the margins and on the midrib beneath; lower and median leaves deeply divided, lateral lobes oblong-truncate or triangular–acute with their tips curved backwards, apex blunt; upper leaves oblong-elliptic or lanceolate, entire, sessile, acute or subacute, auriculate at the base, usually hold the stem in upright position when exposed to the sun.

Flowers:   Capitula few to numerous, in much branched pyramidal panicles; flowering branches many; flowers pale yellow, up to 13 on each branch; lateral branches may exceed the main axis; involucre cylindrical; bracts in 3-4 series, imbricate, often tinged pale brown with age, papillose, deflexed in fruit; outer bracts smaller, ovate, ± obtuse, inner bracts ovate-oblong to oblong, ± acute; florets 7-15 or more, ligules yellow, oblong, with 5-6 minute teeth at apex, becoming blue when dried; anthers yellow; style branched.

Flowering time:   July-October.

Fruit:        Achenes, oblong-obovate, strongly compressed, ribbed, brown, apex acute, shortly beaked and scabrid; pappus with white silky hairs.

Habitat:   Waste ground, roadsides, stony areas, from 0-1900 m alt.

Native:   Europe, Asia and Northern Africa.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Διετές φυτό με ύψος μέχρι 180 εκ.

Βλαστός/οί:   Δυνατός, όρθιος, συνήθως απλός, διακλαδισμένος μόνο ψηλά εκεί που θα γίνει ή άνθιση, κυλινδρικός, αυλακωμένος, ωχροκίτρινος, γυμνός ψηλά, με αδρότριχες χαμηλά, ενώ εσωτερικά περιέχει γαλακτώδη χυμό.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά, τα χαμηλά και μεσαία φύλλα αναπτύσσονται καθέτως με τον κύριο άξονα, είναι προμήκη στο περίγραμμα, ± έμμισχα, λυροειδή-πτεροσχιδή, γλαυκοπράσινα, ακανθωτά στα χείλη και στο κύριο νεύρο της κάτω επιφάνειας, με έλασμα βαθειά διαιρεμένο, με πλάγιους λοβούς προμήκεις και με ίσια κορυφή ή λογχοειδή με μυτερή τριγωνικούς και μυτερούς λοβούς, που έχουν λυγισμένες προς τα πίσω κορυφές, ενώ ο τελευταίος λοβός δεν είναι μυτερός.  Ανώτερα φύλλα προμήκη-ελλειπτικά ή λογχοειδή, ακέραια, άμισχα, σχεδόν μυτερά, με 2 τριγωνικούς λοβούς στη βάση, ενώ συνήθως αγκαλιάζουν τον βλαστό σε όρθια στάση, όταν εκτεθούν στον ήλιο.

Άνθη:   Κεφάλια λίγα έως πολυάριθμα, σε πολύκλαδη πυραμιδοειδή φόβη.  Ανθοφόροι κλάδοι πολλοί.  Άνθη ωχροκίτρινα, μέχρι 13 σε κάθε κλάδο.  Πλάγιοι ανθοφόροι κλάδοι μπορεί να ξεπερνούν σε ύψος τον κεντρικό κλάδο.  Περίβλημα βρακτίων κυλινδρικό.  Βράκτια σε 3-4 σειρές, αλληλεπικαλυπτόμενα, συχνά με ανοικτό καφέ χρώμα προς το τέλος της άνθισης, εξωτερικά καλύπτονται από μικρές θηλές και κατά την καρποφορία επιμηκύνονται.  Εξωτερικά βράκτια μικρότερα, ωοειδή και ± πλατυκόρυφα, ενώ τα εσωτερικά είναι προμήκη-ωοειδή έως στενά προμήκη, ± οξυκόρυφα.  Ανθίδια 7-15 ή περισσότερα, γλωσσίδια κίτρινα, προμήκη, με 5-6 μικρά δόντια στην κορυφή τους, γινόμενα μπλε όταν ξηρανθούν.  Ανθήρες κίτρινοι.  Στύλος με διακλάδωση.

Άνθιση:   Ιούλιος-Οκτώβριος.

Καρπός:   Αχαίνια, προμήκη-αντωειδή, έντονα πιεσμένα, ραβδωτά, καφέ, και μυτερά, με μικρό ράμφος με μικρές αδρότριχες.  Πάππος με λευκές τρίχες.

Ενδιαίτημα:   Άγονα εδάφη, κατά μήκος δρόμων, πετρώδεις περιοχές, από 0-1900 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρασία και Βόρεια Αφρική.

Biscutella didyma ssp didyma

Name/Όνομα:   Πισκουτέλλα η δίδυμη υποείδ. δίδυμη

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Biscutella didyma L. ssp didyma

Common name/Κοινό Όνομα:  Buckler Mustard, Biscutella

Family/Οικογένεια:   BRASSICACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:   Annual herb growing up to 50 cm high. 

Stem/s:   Robust, erect or spreading, single or branched, subcylindrical, slightly ribbed, greenish, and densely covered with straight whitish hairs at the lower and median part, subglabrous at the upper part.

Leaves:    Alternate and simple; lower leaves oblanceolate, irregularly toothed or serrate, shortly hairy both sides, sessile; upper leaves fewer, much reduced, narrow oblanceolate or entire, sessile, partly encircled the stem at the base.

Flowers:   Actinomorphic and hermaphrodite, in elongated, many-flowered, branched or unbranched, and dense racemes; pedicels erect or patent, purple and glabrous; sepals 4, alternating between petals, erect to spreading, ovate or elliptic, subglabrous, greenish or yellowish, subacute, often tinged purple; petals 4, obovate or oblanceolate, obtuse, base narrow, pale yellow and glabrous; stamens 6, filaments greenish, glabrous, anthers yellow; ovary superior, style 1 persistent, stigma 1, capitate, greenish, glabrous.

Flowering time:   February-May.

Fruit:    The fruit are paired dehiscent and strongly flattened siliques**, green, becoming brown at maturity (from the margins towards the center), disk subglabrous or scabridulous at the center and at the margins.

Habitat:    Waste areas, field margins, stony or rocky ground, from 0-950 m alt.

Native:   Mediterranean region.

Silique** = a many seeded capsule composed of 2 carpels.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 50 εκ.

Βλαστός/οί: Δυνατοί, όρθιοι ή απλωμένοι, απλοί ή διακλαδωμένοι, ελαφρά ραβδωτοί, πρασινωποί και πυκνά καλυμμένοι με ίσιες ασπριδερές τρίχες στο μέσο και στο κατώτερο μέρος του βλαστού, σχεδόν άτριχο το ανώτερο μέρος. 

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά.  Τα κατώτερα φύλλα είναι αντιλογχοειδή , μεγάλα, ανισομερώς οδοντωτά ή πριονωτά, ελαφρά τριχωτά και στις 2 επιφάνειες, άμισχα.  Ανώτερα φύλλα εμφανώς μικρότερα και λιγότερα, είναι στενά αντιλογχοειδή ή ακέραια, άμισχα, εν μέρει περίβλαστα στη βάση.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε μακρούς, πολυανθείς, απλούς ή διακλαδωμένους και πυκνούς βότρεις.  Ποδίσκοι όρθιοι, απλωμένοι ή σχεδόν οριζόντιοι, άτριχοι και πορφυροί.  Σέπαλα 4, κατ εναλλαγή με τα πέταλα, όρθια ή απλωμένα, ωοειδή ή ελλειψοειδή, σχεδόν άτριχα, πρασινωπά-κιτρινωπά, σχεδόν μυτερά, ενώ συχνά παίρνουν πορφυρή χροιά.  Πέταλα 4, αντωειδή ή αντιλογχοειδή, πλατύκορφα, βάση στενή, χλωμοκίτρινα, και άτριχα.  Στήμονες 6, νήμα πρασινωπό και άτριχο, ανθήρες κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1 που παραμένει, στίγμα 1, πρασινωπό και άτριχο.

Άνθιση:   Φεβρουάριος- Μάιος.

Καρπός:   Ζευγάρια από στρογγυλούς, διαρρηκτούς και έντονα επίπεδους λοβούς**, που είναι πράσινοι αρχικά και με καφέ χρώμα όταν ωριμάσουν ( από την περιφέρεια προς το κέντρο), δίσκος σχεδόν άτριχος ή με κοντές και κάπως σκληρές τρίχες στο κέντρο και στην περιφέρεια.

Ενδιαίτημα: Άγονες περιοχές, όρια χωραφιών, πετρώδη ή βραχώδη εδάφη, από 0-950 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

Λοβός**=  Λοβός είναι καρπός κάψα με πολλά σπέρματα, αποτελούμενος από 2 καρπόφυλλα.

 

Anthemis rigida

Name/Όνομα:   Ανθεμίς η τραχεία.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Anthemis rigida Heldr.

Common name/Κοινό Όνομα:   Rayless chamomile.

Family/Οικογένεια:   ASTERACEAE.

 

 

Description

Plant:    Annual herb growing up to 15 cm high.

Stem/s:   Sprawling, numerous, branched above, becoming thick and rigid with age, slightly ribbed or angled, often purplish, and covered with spreading whitish hairs.

Leaves:   Alternate, oblong in outline, slightly fleshy, bi-pinnatisect, segments oblong and narrow – lanceolate, acute or obtuse, subglabrous or hairy, petiole rather flat, longer than blade, becoming purplish with age.

Flowers:   Many, capitula solitary, terminal, discoid; peduncle thick, erect or curved, densely hairy; involucre obconical; bracts in 2 series, imbricate, triangular-lanceolate, with obtuse or rounded apex, the inner longer than the outer ones, ± densely hairy, with obscure venation; disk florets tubular, golden-yellow, with 5 ovate or triangular and pointed lobes, style cylindrical, much longer than lobes, branched above; anthers linear and yellow; receptacle conical with lanceolate or oblong-obovate scales.

Flowering time:   February-May.

Fruit:        Achenes.

Habitat:   Sandy and rocky soil near the sea, fallow fields, from 0-150 m alt.

Native:   Eastern Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 15 εκ.

Βλαστός/οί:   Κατακλιμένοι, πολυάριθμοι, με διακλάδωση ψηλά, γίνονται χοντροί και σκληροί με την ηλικία, ελαφρά ραβδωτοί ή γωνιώδεις, συχνά πορφυροί και καλυμμένοι με απλωμένες ασπριδερές τρίχες.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, προμήκη στο περίγραμμα, ελαφρά σαρκώδη, δις-πτεροσχιδή, τμήματα προμήκη ή στενά – λογχοειδή, με μυτερή ή πλατειά κορυφή, συνήθως τριχωτά, με μάλλον επίπεδο μίσχο που είναι μακρύτερος του ελάσματος, ενώ με την πάροδο του χρόνου παίρνουν πορφυρό χρώμα.

Άνθη:   Πολλά, κεφάλια μεμονωμένα, δισκοειδή και επάκρια.  Ποδίσκος χοντρός, όρθιος ή καμπυλωτός, πυκνά τριχωτός.  Σύνολο βρακτίων σε κωνοειδές σχήμα.  Βράκτια σε 2 σειρές, αλληλεπικαλυπτόμενα, τριγωνικά-λογχοειδή, με πλατειά ή στρογγυλεμένη κορυφή, τα εσωτερικά μακρύτερα των εξωτερικών, πυκνά τριχωτά και με αφανή νεύρωση.  Επιδίσκια ανθίδια σωληνοειδή, χρυσοκίτρινα, με 5 ωοειδείς ή τριγωνικούς και μυτερούς λοβούς, στύλος κυλινδρικός, όρθιος, αρκετά μακρύτερος από τους λοβούς και με διακλάδωση ψηλά.  Ανθήρες γραμμοειδείς και κίτρινοι.  Ανθοδόχη κωνική με λογχοειδείς ή προμήκεισ-αντωειδείς πτέρυγες.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Μάιος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:   Αμμώδη ή βραχώδη εδάφη κοντά στη θάλασσα και σε πεδινά λιβάδια, από 0-150 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:  Ανατολική Μεσογειακή ζώνη.

 

Reseda lutea

Name/Όνομα:   Ρεσέδα η κίτρινη*.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Reseda lutea L.

Common name/Κοινό Όνομα:  Wild mignonette

Family/Οικογένεια:   RESEDACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Perennial herb growing up to 100 cm high.

Stem/s:   Erect, branched, ribbed, at first green and scabrid, brown and glabrous later.

Leaves:   Alternate, simple, petiolate, with scabrid margins, the lower half is entire, the terminal one deeply pinnatisect, forming 3-6 segments; segments of basal leaves are often lanceolate or linear-lanceolate , obtuse, while the segments of upper leaves are linear, ± undulate and acute, often forming smaller lobes.

Flowers:  Zygomorphic and hermaphrodite, in dense terminal racemes; bracts oblong-linear fall early; pedicels ribbed and scabrid; sepals 6, free, oblong-linear, unequal, obtuse and glabrous with membranous narrow margins; petals 6 in 3 pairs of various shape, white and glabrous, the upper are the larger, 3-lobed, the median smaller and the basal is narrow with linear-spathulate lobes; stamens 14-17, filaments yellowish, papillose, free to the base, anthers yellow, basifixed**, dehiscing longitudinally; ovary superior, stigma conspicuous with 3 globose lobes.

Flowering time: February-September.

Fruit:    Oblong capsule with kidney-shaped seeds.   

Habitat:  Roadsides, field margins, waste ground, dry meadows, from 0-1500 m alt.

Native:   Europe, Asia, North Africa.

 

**basifixed = attached to the filament by its base.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 100 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, διακλαδωμένοι, ραβδωτοί, αρχικά πράσινοι και με αραιές, κοντές και κάπως σκληρές τρίχες, με καφέ χρώμα και άτριχοι αργότερα.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά, έμμισχα, με κοντές και κάπως σκληρές τρίχες στα χείλη και στο κύριο νεύρο, το κατώτερο μισό είναι ακέραιο και ευθύ, το άνώτερο μισό είναι βαθειά σχισμένο δημιουργώντας 3-6 τμήματα, τα οποία είναι λογχοειδή ή γραμμοειδή-λογχοειδή και πλατύκορφα στα φύλλα βάσης, ενώ στα ανώτερα φύλλα είναι γραμμοειδή, ± με κυματοειδή χείλη, μυτερά και συχνά δημιουργούν μικρότερες λοβούς.

Άνθη:   Ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πολυανθείς βότρεις.  Βράκτια προμήκη-γραμμοειδή που μαραίνονται γρήγορα.  Ποδίσκοι ραβδωτοί και με σκληρές τρίχες.  Σέπαλα 6, ελεύθερα, προμήκη-γραμμοειδή, άνισα, πλατυκόρυφα και άτριχα με μεμβρανώδη και στενάχείλη.  Πέταλα 6 σε 3 ζεύγη ποικίλων σχημάτων και μεγεθών, λευκά και γυμνά, τα ανώτερα είναι 3-λοβα και μεγαλύτερα, τα μεσαία μικρότερα και της βάσης είναι στενά με γραμμοειδείς-σπατουλοειδείς λοβούς.  Στήμονες 14-17, νήμα κιτρινωπό και με κοντές τρίχες που μοιάζουν με θηλές, ελεύθερα μέχρι τη βάση, ανθήρες κίτρινοι και με τη βάση τους προσκολλημένοι στο νήμα, ενώ είναι διαιρεμένοι  κατά μήκος.  Ωοθήκη επιφυής, στίγμα πολύ εμφανές με 3 σχεδόν σφαιρικούς λοβούς.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Σεπτέμβριος.

Καρπός:   Ωοειδής κάψα με νεφροειδή σπέρματα.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, όρια χωραφιών, άγονα εδάφη,  ξηρά λιβάδια, από 0-1500 μ υψόμετρο.