Archives

Author Archive for savvas

Origanum majorana

Name/Όνομα: Ορίγανον η μαντζουράνα

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Origanum majorana L.

Common name/Κοινό όνομα: Sweet marjoram, Σαψυσιά

Family/Οικογένεια: LAMIACEAE(ΧΕΙΛΑΝΘΗ)

 Description

Perennial aromatic shrub up to 100m high. Young stems erect, branched, tetragonal, reddish, covered with dense white-greenish hairs. Old branches woody. Leaves opposite, simple, entire, obovate to almost orbicular, green, petiolate and hairy (both sides). Inflorescene spike. Flowers tiny, hermaphrodite, funnel shaped. Petals 4, white, slightly hairy, forming a 2-lipped corolla (1 petal αdaxial, 3 abaxial). Phyllaries in many series, obovate, green and hairy. Corolla, phyllaries and calyx gland-dotted. Stamens 4. Stigma 2-lobbed. Flowering time May – October. Native to Mediterranean region and Middle East. Fruit nutlets. Hab:  Calcareous soil, pinewoods, dry and rocky hillsides, from sea level to 900m alt.  Uses: Flowers and leaves, fresh or dry, can be used as an additive for many dishes with numerous health benefits . Origanum is rich in essential oil with important applications in chemical industry ( bath soaps, perfumes, body lotions, gels and creams).

 

Περιγραφή

Πολυετής αρωματικός θάμνος ύψους μέχρι 100cm. Νεαροί βλαστοί όρθιοι, με ισχυρή διακλάδωση, τετράγωνοι, πορφυροί, καλυπτόμενοι με πυκνές άσπρο-πράσινες τρίχες. Παλαιοί βλαστοί ξυλώδεις. Φύλλα απλά, αντίθετα, ακέραια, αντωειδή προς σχεδόν κυκλικά, έμμισχα και τριχωτά και στις δυο επιφάνειες. Άνθη πολύ μικρά, σε στάχεις , χοανοειδή και ερμαφρόδιτα. Πέταλα 4, λευκά, ελαφρά τριχωτά που σχηματίζουν δίχειλη στεφάνη( 1 πέταλο στο ραχιαίο, 3 κοιλιακά). Βράκτια σε πολλές σειρές, αντωειδή, πράσινα και τριχωτά. Στεφάνη, βράκτια και κάλυκας διάστικτοι με αρωματικούς αδένες. Στήμονες 4. Στίγμα δίλοβο. Καρπός κάρυο. Άνθιση Μάιος-Οκτώβριος. Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη και η Μέση Ανατολή. Απαντάται σε ασβεστολιθικά εδάφη, θαμνώνες, αραιά πευκοδάση, ξηρές και πετρώδεις πλαγιές, από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 900m υψόμετρο.Από τα φύλλα και τα άνθη βγαίνει αιθέριο έλαιο, που χρησιμοποιείται στην παρασκευή αρωμάτων και φαρμάκων. Αυτούσια άνθη και φύλλα (κυρίως) αποτελούν άριστο αρτυματικό για πολλά φαγητά, προσδίδοντας ουσίες ωφέλιμες για τη υγεία.

Stachys cretica

Name/Όνομα: Στάχυς ο κρητικός

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Stachys cretica L.

Common name/Κοινό όνομα: Mediterranean woundwort

Family/Οικογένεια: LAMIACEAE

 Description

Perennial, herbaceous, up to 100m high. Stem erect, generally unbranched, tetragonal, covered with dens wooly hairs. Leaves opposite, simple, almost entire, the lower sessile, narrow oblong-ovate, hairy, apex sometimes bending downwards. Upper leaves similar but shortly petiolate. Inflorescene in whorls on an interrupted spike. Flowers hermaphrodite. Petals 5, pink or purple, forming a 2-lipped corolla (2 upper, 3 lower) Lower lip 3-lobed, the median bigger. Lips ovate, slightly hairy outside, glabrous inside. .Calyx campanulate, green, densely hairy. Apex ending in 5 spiny, triangular, brown and unequal teeth. Stamens 4. Flowering time April – July. Fruit nutlet.  Hab: rocky banks, dry hillsides, roadsides from sea level to 1750m alt.

 Περιγραφή

Πολυετής πόα ύψους μέχρι 100cm. Βλαστός όρθιος, γενικά χωρίς διακλάδωση, τετράγωνος, καλυπτόμενος με πυκνό και άσπρο σαν βαμβάκι τρίχωμα. Φύλλα απλά, αντίθετα, sx τα κατώτερα σχεδόν άμισχα, επιμήκη ωοειδή, τριχωτά και με λυγισμένα προς τα κάτω ή κρεμάμενα τα άκρα τους. Ανώτερα φύλλα παρόμοια αλλά έμμισχα. Άνθη ερμαφρόδιτα, σε σπονδύλους πάνω σε διακοπτόμενο στάχυ. Πέταλα 5 που σχηματίζουν δίχειλη(2 άνω, 3 κάτω) στεφάνη. Χείλη ωοειδή, ελαφρά χνουδωτά εξωτερικά, άτριχα εσωτερικά, με άσπρο-ροζ ή βιολετί χρώμα. Κάτω χείλος μεγαλύτερο, τρίλοβο, με το μεσαίο λοβό μεγαλύτερο. Κάλυκας κωδωνοειδής, πράσινος, έντονα τριχωτός που καταλήγει σε 5 μυτερά, τριγωνικά, καστανά και ανισοϋψή δόντια. Στήμονες 4. Άνθιση Απρίλιος – Ιούλιος. Καρπός κάρυο. Πατρίδα του η Ανατολική Μεσόγειος. Κοινό φυτό που απαντάται σε φρυγανότοπους, ξηρές και πετρώδεις πλαγιές και πρανή δρόμων από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 1750m ύψόμετρο.

 

Atractylis cancellata

Name/Όνομα: Ατρακτυλίς η καγκελλωτή*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Atractylis cancellata (L.)

Common name/Κοινό όνομαCage thistle  

Family/Οικογένεια: ASTERACEAE

 Description

 Αnnual herbaceous plant up to 25cm high. Stem erect, sometimes unbranched, purple or reddish, slightly angled and covered with woolly hairs. Basal leaves in a rosette, simple, short-stalked, oblanceolate and hairy. Margin spiny, apex obtuse or acute. Cauline leaves similar but narrower, alternative, simple, sessile, ovate to lanceolate and hairy. Capitula solitary and terminal. Involucre campanulate to subglobose. Outer phyllaries green to yellowish, rigid and spiny, forming a “cage” around capitulum. Inner phyllaries erect, entire, thin, ovate, closely attached and green. Florets hermaphrodite, tubular and purple. Fruit is an achene. Flowering time March-June. Native to Mediterranean region. On field margins, dry calcareous ground and roadsides from sea level to 750 alt.

Περιγραφή

Μονοετές ποώδες φυτό ύψους μέχρι  25cm. Βλαστός όρθιος,  κάποτε χωρίς διακλάδωση, πορφυρός ή κοκκινωπός και γωνιώδης, καλυπτόμενος με μαλακές τρίχες. Φύλλα βάσης σε ροζέτα, απλά, επιμήκη λογχοειδή,  κοντόμισχα και τριχωτά.  Χείλος ακανθωτό. Φύλλα βλαστού παρόμοια αλλά στενότερα, κατ εναλλαγή,  απλά, ωοειδή-λογχοειδή,  τριχωτά και σχεδόν άμισχα.  Άνθη μονήρη, σε επάκρια  και σχεδόν σφαιρικά κεφάλια. Ανθίδια όλα  σωληνοειδή, λιλά και ερμαφρόδιτα. Εξωτερικά βράκτια πράσινα ή κιτρινωπά, σχεδόν όρθια, σκληρά και με σκουρόχρωμες  ακανθωτές απολήξεις. Τα εξωτερικά βράκτια  φαίνεται να σχηματίζουν ένα καγκελλωτό « κλουβί» που περιβάλλει το κεφάλιο ( από εδώ πήρε το όνομα). Εσωτερικά βράκτια λεπτότερα, όρθια, στενά συνδεδεμένα και πράσινα.    ‘Ανθιση  Μάρτιος-Ιούνιος . Καρπός αχαίνιο (ξερός, αδιάρρηκτος, μονόσπερμος καρπός που συμφύεται πλήρως με το σπέρμα. Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη. Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε ξηρά ασβεστολιθικά εδάφη, όρια χωραφιών και πρανή δρόμων, από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 750m υψόμετρο.

*η μετάφραση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα  του παρόντος κειμένου.

Notobasis syriaca

Όνομα:   Νοτόβασις η συριακή

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Notobasis syriaca ( L). Cass

Common name/Κοινό όνομα: Syrian thistle, Horse thistle, Aγκάβανος

Family Οικογένεια: ASTERACEAE

Description

Annual  and spiny plant up to 150cm high. Stem  erect, simple, sometimes  branched, green, with arachnoid hairs and parallel whitish grooves. Basal leaves large, alternate, dark green, simple, oblong- obovate, petiolate,  lobed, glabrous(upper side, hairy below)and shiny with white venation. Lobes  triangular with spiny margin. Upper leaves very smaller, alternate, simple, sessile, pinnatisect almost to midbrid, forming very narrow lobes with spiny and rigid ending. Leaves near  capitula often purplish. Flowers  on axillary or terminal campanulate heads.  Phyllaries many in several series, green or yellowish, lanceolate,  hairy, finished by a purple hook.  Florets purple. Flowering time February-May. Fruit  achene. Native to Mediterranean region and Middle East.

Hab: Roadsides, dry cliffs, cultivated  and waste ground from sea-level to 400m.

 

 

Περιγραφή

Μονοετές και ακανθώδες φυτό ύψους μέχρι  150cm. Βλαστός όρθιος, με ή χωρίς πλευρικούς κλάδους, καλυπτόμενος με αραχνοειδείς τρίχες και με παράλληλες άσπρες αυλακώσεις. Φύλλα βάσης μεγάλα, κατ εναλλαγή, επιμήκη αντοωειδή, με σκούρο πράσινο χρώμα, λευκή νεύρωση, έμμισχα, διαιρεμένα σε τριγωνικούς λοβούς με  ακανθώδες χείλος. Άνω επιφάνεια, γυμνή και στιλπνή, κάτω επιφάνεια ελαφρά τριχωτή, κυρίως επί των νεύρων. Φύλλα βλαστού μικρότερα όσο  πλησιάζουμε την κορυφή, απλά, κατ εναλλαγή, άμισχα, βαθειά διαιρεμένα σχεδόν μέχρι το μέσο νεύρο δημιουργώντας στενούς και ακανθώδεις λοβούς με σκληρές απολήξεις.  Ανώτερα φύλλα κάποτε ρόδινα, με πολύ στενούς ακανθώδεις λοβούς και με τον τελικό λοβό πολύ μακρύ, ώστε να ξεπερνά τα κεφάλια.  Άνθη σε επάκρια ή μασχαλιαία κεφάλια, μεμονωμένα ή σε δέσμες, με σωληνοειδή λιλά ανθίδια. Βράκτια σε αρκετές σειρές, πράσινα ή κίτρινα, λογχοειδή με ανερχόμενες μυτερές κορυφές που συχνά είναι ρόδινες. ‘Ανθιση Φεβρουάριος-Μάιος. Καρπός αχαίνιο (ξερός, αδιάρρηκτος, μονόσπερμος καρπός που συμφύεται πλήρως με το σπέρμα). Πατρίδα του η Μεσογειακή περιοχή και η Μέση Ανατολή. Κοινό φυτό που απαντάται σε καλλιεργημένα εδάφη, ξηρές πλαγιές και πρανή δρόμων από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 400m.

Hyoscyamus albus

Όνομα:   Υοσκύαμος ο λευκός

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Hyoscyamus albus L.

Common name/Κοινό όνομα: White Henbane, Δυοσκύαμος, δαιμοναριά, γέρος,

Family Οικογένεια: SOLANACEAE

Description

Annual,  biennial or perennial up to 1m high. Stems erect in outline, usually much branched, greenish, covered with dens glandular hairs. Lower leaves alternate, simple, petiolate, ovate to almost orbicular with wavy and hairy margin. Upper leaves deeply lobed  with triangular and hairy lobes.  Petioles hairy.  Lower  flowers solitary in axils.  Upper  flowers in spikes. Corolla of 5 united and pale yellow petals, forming a hairy tube with  five  ovate and hairy (externally) lobes. Throat of tube greenish. Calyx campanulate,  green and hairy with 5 (sometimes more) unequal lobes. Stamens 5, filaments pale yellow, glabrous or hairy, anthers brown-yellow, shortly exserted. Style shorter  than stamens.  Stigma capitate.  Fruit capsule. Flowering time January- September. Native to Eurasia. Hab: Roadsides, ruins, waste ground, from sea-level to 900m alt. The name hyoscyamos comes from the ancient Greek word ὗς( hys) = pig and cyamos =  bean, meaning that pigs eat beans. Very toxic and poisonous plant due to hyoscyamine, which acts like atropine. Some of side effects are, dry mouth, headache, blurred vision, dizziness, arrhythmia, mydriasis, tachycardia , diarrhea, vomiting, memory loss, euphoria and mental confusion.

Περιγραφή

Μονοετής , διετής ή πολυετής  πόα ύψους μέχρι 90cm. Βλαστός γενικά όρθιος ,  συνήθως με διακλάδωση, πράσινος, πυκνά τριχωτός και αδενώδης.  Φύλλα βάσης, κατ εναλλαγή, απλά, έμμισχα, ωοειδή προς σχεδόν κυκλικά, με κυμματοειδές  και τριχωτό χείλος. Ανώτερα φύλλα βαθειά λοβωτά, με τριγωνικούς και τριχωτούς λοβούς. Μίσχοι όλων των φύλλων  πυκνά τριχωτοί . Άνθη ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα, μασχαλιαία και μεμονωμένα όσα βρίσκονται χαμηλότερα. Τα ανώτερα σχηματίζουν στάχεις.  Άνθη καμπανοειδή με στεφάνη χλωμοκίτρινη και συμπέταλο. Ο τριχωτός σωλήνας καταλήγει σε 5 ωοειδείς και τριχωτούς λοβούς( εξωτερικά),  με εμφανείς κίτρινες νευρώσεις.  Λαιμός σωλήνα εσωτερικά πρασινωπός. Κάλυκας συσσέπαλος, πράσινος και πυκνά τριχωτός , καταλήγει τελικά σε τριχωτούς και τριγωνικούς λοβούς και περιβάλλει τη στεφάνη. Κάποτε ο κάλυκας  εμφανίζει περισσότερους  από 5 λοβούς.  Στήμονες  5, με κιτρινωπό και ελαφρά τριχωτό νήμα και καστανοκίτρινους  ανθήρες που συνήθως προεξέχουν. Στύλος κοντύτερος  των στημόνων.  Στίγμα σφαιρικό και πιο έντονα χρωματισμένο από τους ανθήρες. Καρπός κάψα. Άνθιση  Ιανουάριος-Σεπτέμβριος.  Πατρίδα του η Ευρασία. Απαντάται σε ερείπια, ξηρές και εγκαταλελειμμένες περιοχές και κατά μήκος δρόμων μέχρι 900m.

Το όνομα υοσκύαμος προέρχεται από την αρχαία Ελληνική λέξη ὗς = χοίρος και κύαμος = κουκί,  υποδηλώνοντας  ότι τα κουκιά τρώγονται από τους χοίρους.albus = λευκός (υπάρχει και ο hyoscyamus aureus με έντονο κίτρινο χρώμα).

Το φυτό περιέχει την τοξική ουσία υοσκυαμίνη η οποία έχει την ίδια δράση με την ατροπίνη. Σε μεγάλες δόσεις προκαλούν διέγερση του κεντρικού νευρικού συστήματος όπως, παραισθήσεις, λογοδιάρροια, ευθυμία, νευροσπαστικές  κινήσεις, μανία, ψύχωση κλπ).Όπως και ο Μανδραγόρας, εθεωρείτο σε παλαιότερους πολιτισμούς ως φαρμακευτικό και μαγικό βότανο (Πέρσες, Άραβες, αρχαίοι Έλληνες, Βαβυλώνιοι, Ρωμαίοι).

Acanthus mollis

Name/Όνομα:   Άκανθος η απαλή

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Acanthus mollis L.

Common name/Κοινό όνομα: Bear’s breeches, oyster plant

Family/Οικογένεια: ACANTHACEAE

Description

Perennial plant up to 80m high with underground rhizome. Stem erect, solitary, unbranched, green with few soft hairs. Basal leaves round the stem, large, flat and soft, simple, petiolate, oblong- ovate in outline, deeply lobed, hairy margin, glabrous on upper surface, little hairy underside. Stem leaves alternate, same shape but smaller. Inflorescence spike. Flowers zygomorphic, hermaphrodite and tubular in whorls of three.  Corolla 2-liped. Upper lip ovate, slightly hairy, green near the base , pink on top. Lower lip 3-lobed, white with pink veins and hairy base. Bracts 3,  green, hairy, the central ovate, dentate, acute  and stronger than the others. Stamens 4, filaments white, anthers brown. Ovary superior. Style yellowish and cylindrical. Stigma 2-lobed. Flowering time April- July. Fruit capsule.  Native to Mediterranean region.

Περιγραφή

Πολυετές και διακοσμητικό φυτό, με υπόγειο ρίζωμα και ύψος μέχρι 80cm. Βλαστός ισχυρός και όρθιος, χωρίς διακλάδωση,  πράσινος, καλυπτόμενος με λίγες μαλακές τρίχες. Φύλλα βάσης γύρω από το βλαστό, μεγάλα μαλακά και επίπεδα, απλά, έμμισχα, επιμήκη-ωοειδή γενικά (αλλά με βαθείς  οξύκορφους πλάγιους λοβούς) γυμνά στην άνω, με λίγες τρίχες στην κάτω επιφάνεια. Φύλλα βλαστού κατ εναλλαγή, όμοια αλλά μικρότερα όσο πλησιάζουμε την κορυφή. Άνθη ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα, εντομογαμή, σε στάχυ, αλλά σε σπονδύλους των 3 ανθέων. Στεφάνη δίχειλη. Άνω χείλος ωοειδές, ελαφρά χνουδωτό, πράσινο στη βάση, ρόδινο στην κορυφή. Κάτω χείλος τρίλοβο, λευκό με ρόδινη νεύρωση και τριχωτή βάση (εσωτερικά). Βράκτια 3, πράσινα, χνουδωτά με το κεντρικό ισχυρότερο, οξύκορφο και οδοντωτό με αιχμηρές κορυφές. Στήμονες 4, με λευκό νήμα και καστανούς ανθήρες. Ο ύπερος υπερέχει των στημόνων. Στύλος κιτρινωπός και κυλινδρικός. Στίγμα δίλοβο. Άνθιση Απρίλιος-Ιούλιος. Πατρίδα του η  Μεσογειακή περιοχή.

Onosma gigantea

Name/Όνομα:  Giant onosma/Ονόσμα η γιγάντειος

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Onosma gigantean Lam.

Family/Οικογένεια: BORAGINACEAE

Description

Biennial and bristly plant up to 80m high. Stem erect, usually unbranched, almost cylindrical, greenish and hispid (covered with bristles). Basal leaves  long, simple, entire,  petiolate, narrow, oblanceolate and hispid at both sides. Stem leaves smaller and sessile (going to the top), alternate, simple, entire and lanceolate. Inflorence in narrow corymbs. Flowers many numerous and tubular. Corolla with 5 golden – yellow petals, glabrous and united  forming an almost cylindrical tube. Base of tube narrower. Rim on top of the tube, slightly folded back. Calyx 5-lobed and hairy. Stigma exerted from tube. Flowering time April- July. On dry hills, limestone ground and roadsides from 150-750m.  Native to eastern Mediterranean basin. Endanger plant in Cyprus (Included in the Red Book Data of Cyprus).

Περιγραφή

Διετές αδρότριχο φυτό, ύψους μέχρι 80cm. Βλαστός όρθιος, συνήθως χωρίς διακλάδωση, σχεδόν κυλινδρικός, πρασινωπός και καλυπτόμενος με αδρές τρίχες. Φύλλα βάσης απλά, ακέραια, έμμισχα, στενά και επιμήκη-λογχοειδή, καλυπτόμενα με αδρές τρίχες. Φύλλα βλαστού μικρότερα και άμισχα (όσο πλησιάζουμε την κορυφή), κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια και λογχοειδή. Άνθη πολυάριθμα σε κορύμβους. Στεφάνη από 5 χρυσοκίτρινα και  γυμνά πέταλα που είναι ενωμένα και σχηματίζουν ένα σχεδόν κυλινδρικό σωλήνα. Στο στόμιο του σωλήνα υπάρχει μικρή αναδίπλωση των πετάλων. Στίγμα εξερχόμενο του σωλήνα. Άνθιση Απρίλιος-Ιούλιος. Πατρίδα του η Ανατολική Μεσογειακή λεκάνη. Απαντάται σε ξηρές ασβεστολιθικές πλαγιές και πρανή δρόμων από 150-750m. Σχετικά σπάνιο φυτό της Κύπρου και περιλαμβάνεται στο Κόκκινο Βιβλίο ( περιλαμβάνει φυτά της Κυπριακή γης που είναι σπάνια ή που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν)

Carthamus caeruleus

Όνομα:  Κάρθαμος ο ουρανόχρωμος(κυανός)*  

Επιστημονικό όνομα/Scientific name: Carthamus caeruleus (L.) C. Presl . 

Κοινό όνομα/Common name:  Blue thistle, carduncellus

Οικογένεια/Family: ASTERACEAE

*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

Description

Perennial and spiny plant up to 80cm high.

Stem erect, usually unbranched, cylindrical but with parallel and narrow grooves, yellowish, covered with arachnoid hairs.

Basal leaves simple, oblanceolate, usually pinnatisect with acute apex, rough at both surfaces, dentate and almost sessile. Cauline leaves alternative, sessile, simple, ovate to lanceolate,  dentate with whitish bristle, hairy at both sides, acute and smaller.

Flowers in terminal and solitary heads. Outer bracts ovate-lanceolate with wide base, hairy, with spiny margin and acute apex. Inner bracts papery and brown. Disc florets hermaphrodite, tubular,   purple or blue. Corolla 5-lobed. Fruit is an achene.

Flowering time: May-June.

Fruit is an achene.

Native to southern Europe and Mediterranean region. Very rare in Cyprus.

Περιγραφή

Πολυετές ακανθώδες φυτό ύψους μέχρι  80cm.

Βλαστός όρθιος συνήθως χωρίς διακλάδωση, κυλινδρικός αλλά με αυλακώσεις, κιτρινωπός και καλυπτόμενος με πυκνές και λευκές αραχνοειδείς τρίχες.

Φύλλα βάσης απλά, επιμήκη λογχοειδή,  συνήθως πτεροσχιδή και οξύκορφα, τραχιά στην αφή και από τις δυο επιφάνειες, οδοντωτά με μυτερές κορυφές, σχεδόν άμισχα. Φύλλα βλαστού κατ εναλλαγή, μικρότερα όσο  πλησιάζουμε την κορυφή,  απλά, ωοειδή-λογχοειδή, με πλατύτερη βάση, τριχωτά και στις δυο επιφάνειες, οδοντωτά, οξύκορφα και άμισχα, ενώ η βάση του φύλλου περιβάλλει το βλαστό περίπου κατά το ήμισυ.

Άνθη μονήρη, σε επάκρια  σφαιρικά κεφάλια με σωληνοειδή  και λιλά ή μπλε επιδίσκια και ερμαφρόδιτα ανθίδια, με πενταμερές και ελαφρά χνουδωτό περιάνθιο. Εξωτερικά βράκτια ωοειδή-λογχοειδή με πλατιά βάση, τριχωτά, οξύκορφα και με αιχμηρά δόντια που καταλήγουν σε άκανθα. Εσωτερικά βράκτια λεπτότερα, καστανά και μεμβρανώδη.

Ανθιση Μάιος-Ιούνιος.

Καρπός αχαίνιο (ξερός, αδιάρρηκτος, μονόσπερμος καρπός που συμφύεται πλήρως με το σπέρμα).

Σπάνιο φυτό που περιέχεται στο Κόκκινο Βιβλίο όπου περιλαμβάνονται φυτά σπάνια ή που κινδυνεύουν να εξαφανισθούν. Στην Κύπρο εντοπίσθηκε μόνο μία θέση στην Πάφο.

*η μετάφραση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

 

Bauhinia variegata var candida

Όνομα: Βωχίνια η πικοιλόχρωμη ποικιλ. η λευκή

Επιστημονικό όνομα: Bauhinia  variegata (L) var candida Voigt.

Κοινό όνομα: Μποχίνια, White Variegated Orchid Tree, White Butterfly Tree, Buddhist Bauhinia, White Mountain Ebony.

Οικογένεια: CAESALPINIACEAE

 Περιγραφή

Φυλλοβόλο και διακοσμητικό δένδρο ή θάμνος, ύψους  4-6m. Σε τροπικό κλίμα είναι ημι-αειθαλές. Κορμός όρθιος και πολύκλαδος με γκρίζο φλοιό. Νεαροί βλαστοί πρασινωποί και ελαφρά τριχωτοί, γηραιότεροι πρασινοκαστανοί. Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, μάλλον σκληρά και γυμνά, έμμισχα, δίλοβα, σχεδόν κυκλικά, αλλά με μικρή εγκόλπωση στην κορυφή και στη βάση, έτσι ώστε σε τομή κατά μήκος του κεντρικού νεύρου, να δημιουργούνται 2 μισά σχεδόν όμοια και νεφροειδή. Άνθη ερμαφρόδιτα, μασχαλιαία και αρωματικά σε βότρεις. Στεφάνη με 5 άνισα και γυμνά πέταλα με λεμονοκίτρινες αποχρώσεις. Κάλυκας πράσινος και ελαφρά τριχωτός. Συνολικά ο κάλυκας καλύπτει μόνο τη μια πλευρά του άνθους. Στήμονες 5, με άσπρο λυγισμένο νήμα και καστανούς ανθήρες. Στύλος σε σχήμα S, με πράσινο, τριχωτό και πλατύ το μεσαίο τμήμα και με κυλινδρικά, τριχωτά και κιτρινωπά τα άκρα του. Στίγμα κιτρινωπό που υπερίπταται των ανθήρων . Άνθιση Μάρτιος-Μάιος. Καρπός επιμήκης χέδρωπας, πράσινος ο νεαρός, καστανός όταν ωριμάσει. Πατρίδα του η  Ινδία.  Απαντάται σε κήπους και αυλές σπιτιών , αλλά και κατά μήκος δρόμων, είναι όμως σπανιότερο από τη  Bauhinia variegata.

Morus nigra

Name/Όνομα:   Μορέα η μαύρη.

Scientific name/Επιστημονικό όνομαMorus nigra L.   

Common name/Κοινό Όνομα:  Black mulberry, Συκαμινιά, Βαβατσινιά   

Family/Οικογένεια:  MORACEAE.  

 

Description

Plant:  Deciduous, monoicous or dioecious tree, up to 10 m high.    

Trunk-branches:  Trunk short, erect or curved, much-branched; bark gray and scaly; young branches green and glabrous; branches erect or spreading, giving an open shape with a dense foliage.

Leaves:  Alternate, broadly-ovate, simple, entire or variously lobed, petiolate, cordate at the base, acute or obtuse at apex, margins obtusely serrate, upper surface dark green and rough with sparse, short and stiff hairs, pale green and pubescent beneath; petiole short, less than 1.5 cm, hairy, excluding latex when cut.       

Flowers:  Unisexual, numerous, green, inconspicuous, on pendulous, axillary, ovoid or cylindrical catkins; male and female flowers may occur on the same or separate trees;          

Flowering time:  April-May.     

Fruit:  Ovoid or cylindrical syncarp*, made up of many achenes; when the fruit matures, is red or black, juicy and very tasty (June-July).       

Native:  Iran.  

 

Περιγραφή

Φυτό:  Φυλλοβόλο, μόνοικο* ή δίοικο** δένδρο με ύψος μέχρι 10 μ.  

Κορμός:  Κοντός, όρθιος ή λυγισμένος, πολύκλαδος.  Φλοιός γκρίζος και ρυτιδωμένος.  Νεαροί κλάδοι πράσινοι και άτριχοι.  Κλάδοι όρθιοι ή απλωμένοι, δίνοντας ένα ανοικτό σχήμα, με πυκνό φύλλωμα.      

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, πλατειά-ωοειδή με καρδιοειδή βάση, απλά, ακέραια ή ποικιλοτρόπως λοβωτά, έμμισχα, οξύκορφα ή πλατύκορφα, με πλατειά-πριονωτά χείλη, σκουροπράσινα και με ανώμαλη υφή από πολύ κοντές και σκληρές τρίχες στην άνω επιφάνεια, με χνουδωτό και χλωμό πράσινο χρώμα στην κάτω.  Μίσχος κοντός, λιγότερο από 1.5 εκ, τριχωτός, και αποβάλλει γαλακτώδη χυμό αν κοπεί.

Άνθη:  Αρσενικά ή θηλυκά, πολυάριθμα, πράσινα, μη ελκυστικά, σε κρεμάμενους, μασχαλιαίους, ωοειδείς ή κυλινδρικούς Ίουλους***.  Αρσενικά ή θηλυκά άνθη μπορεί να βρίσκονται και πάνω στο ίδιο ή διαφορετικό δένδρο.

Άνθιση:  Απρίλιος-Μάιος.  

Καρπός:  Ωοειδές ή κυλινδρικό συγκάρπιο#, αποτελούμενο από πολλά αχαίνια##.  όταν ο καρπός ωριμάσει γίνεται κόκκινος ή μαύρος, ζουμερός και με ωραία γεύση (Ιούνιος-Ιούλιος).  

Πατρίδα:  Ιράν.

 

  • Μονογενή είναι τα άνθη που είναι μόνο αρσενικά ή μόνο θηλυκά, δηλ έχουν μόνο στήμονες ή μόνο ύπερο.
  • Μόνοικο είναι το φυτό πάνω στο οποίο υπάρχουν και αρσενικά και θηλυκά άνθη.
  • Δίοικο είναι το φυτό πάνω στο οποίο υπάρχουν μόνο αρσενικά ή μόνο θηλυκά άνθη, δηλ τα αρσενικά και θηλυκά άνθη βρίσκονται σε διαφορετικά φυτά.
  • Ίουλος = όταν ο κύριος άξονας είναι χαλαρός και η κρεμάμενη συνήθως ταξιανθία πέφτει ολόκληρη κατά την ωρίμανση.
  • Συγκάρπιο είναι ο καρπός όπου τα σαρκώδη περιάνθια φύλλα, συγκρατούν γονιμοποιημένες ωοθήκες πολλών θηλυκών ανθέων
  • Αχαίνιο είναι ο καρπός όπου ο φλοιός του σπέρματος, το δερματώδες περικάρπιο και ο ανθικός άξονας, συμφύονται.