Archives

Author Archive for savvas

Dittrichia viscosa ssp angustifolia

Name/Όνομα:  Ντιτρίχια η κολλώδης ποικ. η στενόφυλλη

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Dittrichia viscosa subsp. angustifolia (Bég.) Greuter

Common name/Κοινό όνομα:   False yellowhead, Woody fleabane, Sticky fleabane, Yellow fleabane, Κόνυζος

Family/Οικογένεια: ASTERACEAE

 Description

Perennial plant or subshrub, growing up to 1,5m high.  Stems many, erect, branched, green when young, pale brown at maturity, cylindrical, hairy, glandular and sticky with longitudinal narrow grooves.  Leaves alternate, simple, entire, glandular, sticky, sessile, narrow, lanceolate, dark green, margin irregularly toothed.  Flowers numerous in loose panicles, on axillary or terminal heads; peduncle glandular; ray florets tongue-shaped, bright yellow, apex 3-dentate; disc florets hermaphrodite, actinomorphic, tubular, 5-lobed, lobes ovate, dark yellow, wide at base, apex almost acute; ovary inferior; stamens 5, anthers yellow, stigma exerted,  2-parted, arching; bracts  in many series, green, narrow-lanceolate or oblong-linear, erect, glandular, shorter than florets, base wide, apex subacute.  Fruit is an achene with pappus.  Flowering time August – November. Hab:  On roadsides, waste ground, stony hillsides, along river banks and wet places from 0-1525m alt.

Περιγραφή

Πολυετές φυτό ή μικρός θάμνος ύψους μέχρι 1,5cm.  Βλαστοί αρκετοί, ανυψωμένοι, με διακλάδωση, πράσινοι αρχικά, καστανοί τελικά, κυλινδρικοί, αδενώδεις, τριχωτοί και κολλώδεις και με επιμήκεις αβαθείς αυλακώσεις.  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, τριχωτά, αδενώδη και ιξώδη (κολλώδη), άμισχα, στενά λογχοειδή, με σκούρο πράσινο χρώμα και με ανισομερές οδοντωτό χείλος.  Άνθη πολλά, σε χαλαρούς σύνθετους βότρεις, σε μασχαλιαία ή επάκρια ημισφαιρικά κεφάλια που στηρίζονται σε αδενώδεις ποδίσκους.  Περιφερειακά ανθίδια γλωσσοειδή, με φωτεινό κίτρινο χρώμα και με κορυφή που καταλήγει σε 3 δόντια.  Επιδίσκια ανθίδια ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα, σωληνοειδή, με 5 ωοειδή πέταλα με πιο σκούρο κίτρινο χρώμα, με πλατιά βάση και με σχεδόν μυτερή κορυφή.  Ωοθήκη υποφυής, στίγμα διμερές και καμπυλωτό, υπερέχει της στεφάνης.  Στήμονες 5, ανθήρες κίτρινοι.  Βράκτια κεφαλίου σε πολλές σειρές, πράσινα, στενά λογχοειδή ή επιμήκη γραμμοειδή, ανερχόμενα, αδενώδη, εμφανώς κοντύτερα από τα ανθίδια, με πλατιά βάση και κάπως μυτερή κορυφή.  Ανθίζει Αύγουστο-Νοέμβριο. Καρπός αχαίνιο με πάππο. Κοινό φυτό της Κύπρου που απαντάται κατά μήκος δρόμων, σε ακαλλιέργητα εδάφη, σε λοφώδεις και πετρώδεις πλαγιές και κοντά σε όχθες ρυακιών και όπου υπάρχουν υγρά εδάφη από 0-1525m υψόμετρο.

 

Saponaria officinalis

Name/Όνομα: Σαπωναρία η φαρμακευτική

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Saponaria* officinalis  L

Common name/Κοινό όνομα:  Common soapwort, soapweed, Σαπουνόχορτο, Bouncing Bet, Fuller’s Herb, Latherwort, Crow soap

Family/Οικογένεια:  CARYOPHYLLACEAE

 Description

Herbaceous perennial plant with cylindrical and woody root (rhizome), growing to 1m high.  Stem erect sparingly branched or unbranched, cylindrical, hairless, reddish and swollen at nodes.  Leaves opposite, simple, entire, ovate to lanceolate, dark green, margin sometimes tinged with pale brown or reddish color, slightly hairy, sessile or subsessile, 3 prominent veins on both sides, apex acute.  Flowers actinomorphic, hermaphrodite, in axillary or terminal cymes; petals 5, pink, fragrant; calyx cylindrical, sepals 5, united at base with 5 long reddish nails at apex; stamens 10, filaments white and glabrous; styles 2;white, minutely hairy on upper part, ovary green, narrow and tubular.  Flowering time July- September.  The fruit is a capsule.  Native to Europe and Asia.  Hab: Fields, open pine woods, roadsides and along the banks of streams.

*Saponaria = “sapon” means soap in Greek( all parts produse saponin, which had been used for cleaning clothes).

officinalis = refers to pharmaceutical aplications.

 Περιγραφή

Πολυετής πόα με ξυλώδη και κυλινδρική ρίζα (ρίζωμα) με ύψος που μπορεί να φθάσει το 1m.  Βλαστός ανερχόμενος, με αραιή ή χωρίς διακλάδωση, κοκκινωπός, κυλινδρικός και διογκωμένος στα γόνατα( εκεί που ο μίσχος συναντά το βλαστό).  Φύλλα αντίθετα, απλά, ακέραια, ωοειδή-λογχοειδή, με σκούρο πράσινο χρώμα, μερικές φορές το χείλος έχει αποχρώσεις καστανού ή κοκκινωπού χρώματος, ανεπαίσθητα τριχωτά, άμισχα ή σχεδόν άμισχα.  Άνθη ερμαφρόδιτα και ακτινόμορφα, σε μασχαλιαίες ή επάκριες κυματοειδείς ταξιανθίες.  Πέταλα 5, ρόδινα και αρωματικά.  Κάλυκας κυλινδρικός, σέπαλα 5, ενωμένα στη βάση, με 5 μακρά και κοκκινωπά νύχια στην κορυφή.  Στήμονες 10, με λευκό και γυμνό νήμα, ωοθήκη πράσινη , στενή και σωληνοειδής, στύλοι 2, λευκοί και ελαφρά τριχωτοί στο άνω μέρος.  Άνθιση Ιούλιος – Σεπτέμβριος.  Καρπός κάψα.  Απαντάται σε ακαλλιέργητα χωράφια, σε όχθες κατά μήκος ρυακιών, σε ανοικτά πευκοδάση και σε πρανή.δρόμων.

Tο όνομα του γένους saponaria, προέρχεται από την ουσία σαπωνίνη που παράγεται από όλα τα μέρη του φυτού και χρησιμοποιείτο παλαιότερα για το πλύσιμο ρούχων.  Το όνομα officinalis αναφέρεται στις φαρμακευτικές του εφαρμογές.

Lomelosia cyprica

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Lomelosia cyprica*  (Post) Greuter & Burdet

Family/Οικογένεια:  DIPSACACEAE

 Description

 Perennial shrub up to 1m tall.  Stems many, branched at base, erect, almost cylindrical, hairy, turning from green to reddish at maturity.  Leaves opposite, the lower crowded, simple, entire, petiolate, obovate to elliptic or spathulate, hairy, apex acute or obtuse, mucronate.  Flowers zygomorphic, hermaphrodite, funnel-shaped, with long and hairy tube, on hemispherical flattened and axillary or terminal capitula; peduncle generally too long; florets white to pinkish or pale violet; corolla with equal or subequal ovate lobes; hairy externally; outer florets are developed earlier and they are different than the others in the center of the disk, with 3 lobes larger than the other 2, very unequal, irregularly dentate at apex, the median bigger; stamens 4, filaments white and glabrous, anthers oblong pale violet; style too long, pinkish, stigma capitate, pale violet exceeding corolla; bracts in 2-3 series, green, oblanceolate, hairy, much shorter than florets, apex obtuse.  Flowering time June-July.  The fruit is an achene.  Corona cup membranous, with many radial and brownish veins.  Endemic to Cyprus.  Hab: Dry hillsides and shrub lands, from 50m-1150m alt.

*New name-Last name Scabiosa cyprica Post

Περιγραφή

Πολυετής θάμνος ύψους μέχρι 1m.  Βλαστοί αρκετοί, πυκνότεροι κοντά στο έδαφος, όρθιοι, σχεδόν κυλινδρικοί, τριχωτοί, πράσινοι στην αρχή, κοκκινωποί τελικά.  Φύλλα αντίθετα, τα κατώτερα πιο πυκνά, απλά, ακέραια, έμμισχα, αντωειδή- ελλειπτικά ή σπατουλοειδή, τριχωτά, με κάπως μυτερή κορυφή και με μικρή ακίδα στο άκρο.  Άνθη  ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα, χοανοειδή, με μακρύ και τριχωτό σωλήνα, σε ημισφαιρικά και επίπεδα μασχαλιαία ή επάκρια κεφάλια.  Ποδίσκοι ανθέων συνήθως πολύ μακροί.  Ανθίδια λευκά, ρόδινα ή ελαφρά λιλά, στεφάνη με ίσους ή άνισους ωοειδείς λοβούς.  Τα εξωτερικά ανθίδια αναπτύσσονται νωρίτερα από τα αντίστοιχα στο κέντρο του δίσκου και είναι διαφορετικά διότι οι 3 λοβοί είναι μεγαλύτεροι από τους άλλους 2, είναι άνισοι μεταξύ τους και ο μεσαίος είναι μεγαλύτερος, είναι άνισοι μεταξύ τους και έχουν χείλη με άνισα δόντια.  Στήμονες 4, νήμα γυμνό και λευκό και ανθήρες επιμήκεις με ανοικτό λιλά χρώμα όπως ο στύλος και το στίγμα.  Στύλος μακρός, στίγμα περίπου στρογγυλό και το οποίο ξεπερνά το ύψος της στεφάνης.  Βράκτια, σε 2-3 σειρές, πράσινα, στενά, επιμήκη λογχοειδή, τριχωτά και αρκετά κοντύτερα από τα ανθίδια, με σχεδόν μυτερή κορυφή.   Άνθιση  Ιούνιος – Ιούλιος.  Καρπός αχαίνιο με μεμβρανώδη τοιχώματα που φέρουν ακτινοειδώς καστανές  νευρώσεις.  Ενδημικό φυτό της Κύπρου.  Απαντάται σε θαμνώνες και σε ξηρές λοφώδεις πλαγιές από 50m-1150m alt.

*Νέα ονομασία -Το προηγούμενο όνομα ήταν Scabiosa cyprica Post

 

Pterocephalus multiflorus ssp multiflorus

Name/Όνομα: Πτεροκέφαλος ο πολυανθής ποικ  πολυανθής

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Pterocephalus multiflorus (poech) ssp multiflorus 

Common name/Κοινό όνομα:  Μανουθκιά

Family/Οικογένεια:  DIPSACACEAE

 

Description

Perennial, much-branched shrub up to 1m high.  Stems many, erect or spreading,   hairy, green when young, dark brown to reddish at madurity.  Leaves opposite, simple, obovate, densely pilose, margin hairy, crenate with irregular and nearly rounded teeth, apex obtuse. Flowers hermaphrodite in lax cymes or in solitary flattened hemispherical heads; florets zygomorphic; outer florets radiant ; numerous brown bristles in the center of capitula; corolla funnel-shaped with 5 unequal lobes, white to pinkish or mauve, hairy externally;  pedicel long  and hairy; calyx bristly with beaker-like epicalyx; stamens 4, filaments whitish and glabrous, anthers yellow, stigma pale violet. Bracts green, in 2-3 or more series, oblanceolate, shorter than mature florets, densely hairy with eglandular and glandular hairs, apex subacute.  Ovary inferior.  Flowering time June- September.  Fruit is un achene.  Endemic to Cyprus.  Hab: In pine forests, rocky igneous or calcareous slopes, roadsides and shrub lands, from 50m-1750m alt.

Περιγραφή

Πολυετής και πολύκλαδος θάμνος  ύψους μέχρι 1m. Βλαστοί αρκετοί, ανερχόμενοι ή διάχυτοι, τριχωτοί, πράσινοι αρχικά, καστανοί προς κοκκινωποί τελικά.  Φύλλα αντίθετα, απλά, αντωειδή, έμμισχα, έντονα τριχωτά, χείλος τριχωτό με μικρά, στρογγυλά και άνισα δόντια και κορυφή σχεδόν μυτερή.  Άνθη ερμαφρόδιτα σε χαλαρή κυματοειδή ταξιανθία ή μεμονωμένα σε επίπεδα ημισφαιρικά κεφάλια.  Ανθίδια ζυγόμορφα, εξωτερικά ανθίδια ακτινοειδώς διαταγμένα, ενώ στο κέντρο υπάρχει μεγάλος αριθμός καστανών σμηρίγγων.  Στεφάνη χοανοειδής με 5 άνισους λοβούς, που είναι λευκοί ή ελαφρά ρόδινοι και εξωτερικά τριχωτοί.  Ποδίσκος  άνθους μακρός και τριχωτός.  Κάλυκας με σμηριγγώδη σέπαλα και με επικαλύκιο που μοιάζει με ποτήρι.  Στήμονες 4 με λευκό και γυμνό νήμα, ανθήρες κίτρινοι.  Ωοθήκη υποφυής, στίγμα με ανοικτό μωβ χρώμα.  Βράκτια πράσινα, σε 2-3 ή περισσότερες σειρές, επιμήκη λογχοειδή, πιο κοντά από τα ώριμα ανθίδια, πυκνά τριχωτά με απλές ή αδενώδεις τρίχες και με κορυφή σχεδόν μυτερή.  Άνθιση  Ιούνιος  – Σεπτέμβριος.  Καρπός αχαίνιο.  Ενδημικό φυτό της Κύπρου.  Απαντάται σε πυριγενείς ή ασβεστολιθικές πλαγιές, σε ανοικτά δάση, θαμνώνες και κατά μήκος δρόμων από 50m-1750m.

 

Cirsium vulgare

 

Name/Όνομα: Κίρσιον το κοινό  

Scientific name/Επιστημονικό όνομαCirsium vulgare (Savi) Ten.

Common name/Κοινό Όνομα: Spear thistle, bull thistle, common thistle     

Family/Οικογένεια: ASTERACEAE

 

 

Description

Plant: Biennial and spiny plant, growing to 1,5m tall.

Stem:   Erect, rigid, branched or unbranched, angled, greenish-white, hairy, with longitudinal, irregular and spine-tipped wings at least in the upper part.

Leaves:  Basal leaves in a rosette; they are simple, petiolate, oblong- obovate, pinnatilobed, with unequal lobes and spiny margin, narrow at base, top wider, main vein whitish and prominent, green and rough, with stiff hairs above, whitish green with dense woolly hairs beneath.  Stem leaves alternate, simple, sessile, becoming smaller going to the top, deeply lobed, lobes oblong ending with a strong yellow spine, dark green, and sparsely covered with prickles on the upper side, greyish with soft hairs beneath.

Flowers:   Flowering heads solidary or on terminal clusters; involucre subglobose, bracts numerous in many series, green, with arachnoid hairs, wide at base, tips pointed; corolla purple; all florets are tubular  ( they have the same form).

Flowering time:   July-October.

Fruit:  The fruit is a pale brown and oblong achene and the seeds bear a downy pappus.

Hab: Roadsides, waste ground from sea-level to 1500m.

Native:  Europe and Asia.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Διετές και ακανθώδες φυτό ύψους μέχρι 1,5m.

Βλαστός:  Όρθιος, δυνατός, με ή χωρίς πλευρικούς κλάδους, γωνιώδης, με ανοικτό πράσινο χρώμα, τριχωτός, με ανισοϋψείς ακανθωτές πτέρυγες που καλύπτουν ολόκληρο ή τουλάχιστον το άνω μέρος του φυτού.

Φύλλα:  Φύλλα βάσης σε ροζέτα, είναι μεγάλα, απλά, έμμισχα, επιμήκη αντωειδή, πτερόλοβα, με άνισους λοβούς, ακανθωτό χείλος, στενή βάση, πλατειά κορυφήκαι με εμφανές το κεντρικό νεύρο.  Άνω επιφάνεια με πράσινο χρώμα και με αραιές και σκληρές τρίχες, ενώ η κάτω επιφάνεια είναι λευκοπράσινη με μαλακές και πυκνές άσπρες τρίχες.  Φύλλα βλαστού κατ εναλλαγή, απλά, άμισχα, μικρότερα όσο πλησιάζουμε την κορυφή, βαθειά λοβωτά, με επιμήκεις λοβούς που καταλήγουν σε συμπαγή κίτρινη άκανθα, με σκούρο πράσινο χρώμα, ανώμαλη επιφάνεια και με αραιές σκληρές τρίχες στην άνω επιφάνεια, ενώ η κάτω είναι καλυμμένη με πυκνές άσπρες τρίχες.

 Άνθη:  Σε υποσφαιρικά κεφάλια, μεμονωμένα ή σε επάκριες δέσμες. Βράκτια σε αρκετές σειρές, πράσινα, με πλατειά βάση, μυτερή κορυφή που βλέπει πλάγια προς τα πάνω και με αραχνοειδείς τρίχες.  Στεφάνη με ανθίδια με βιολετί χρώμα, όλα σωληνοειδή.

Άνθιση:  Ιούλιος-Οκτώβριος.

Καρπό;:  Ο καρπός είναι ένα καστανού χρώματος αχαίνιο με σπέρματα που φέρουν λευκό πάππο για την εύκολη διάδοσή τους με τον άνεμο.

Ενδιαίτημα:  Απαντάται σε ακαλλιέργητα εδάφη και πρανή δρόμων από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 1500m.

Πατρίδα: Ευρώπη και Ασία.

Acacia salicina

Name/Όνομα : Ακακία η ιτεώδης

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Acacia salicina  Lindl.

Common name/ Κοινό όνομα:   CoobaWillow WattleWillow acacia.

Family/Οικογένεια: FABACEAE

 Description

Evergreen, fast growing large shrub or small tree up to 10m high, usually much smaller, with dense round or spreading crown; trunk short, single, forked or multi trunk with soft wood; bark grey-brown becoming rough and fissured with age; main branches upright, dark grey, twigs greenish-yellow, pendulous, slightly zig-zag at their end.  Phyllodes alternate, simple, entire, lanceolate to linear, thin, straight or slightly falcate, midvein prominent, apex obtuse with mucronate, glands at the base.  Flowers numerous, aromatic, whitish-green, in spherical hanging heads, in axillary racemes; stamens many with white filaments and yellow anthers.  The fruit is a linear dehiscent pot, green when young, chestnut in maturity, often irregularly constricted between the seeds, straight or curved.  Flowering time August-November. Native to Australia.

Phyllode = a modified petiole, not true leaf     midvein = the main central vein of a leaf    falcate = hooked or curled

Περιγραφή

Αειθαλής και γρήγορα αναπτυσσόμενος μεγάλος θάμνος ή μικρό δένδρο ύψους μέχρι 10m, αλλά συνήθως πολύ χαμηλότερος, με πυκνή σφαιρική ή ανοικτή κόμη.  Κορμός με μαλακό ξύλο, απλός, αλλά μπορεί να είναι και διχαλωτός ή να έχει περισσότερους από ένα.  Φλοιός γκριζοκαστανός γινόμενος με την πάροδο του χρόνου ζαρωμένος και με ανώμαλη επιφάνεια.  Νεαροί κλάδοι πρασινοκίτρινοι, κρεμάμενοι και με ελαφρό ζιγκ-ζαγκ στο άκρο τους, κύριοι κλάδοι ανερχόμενοι με σκοτεινό γκρίζο χρώμα.  Φυλλώδια κατ εναλλαγή, απλά, λογχοειδή προς γραμμοειδή, λεπτά, ίσια ή ελαφρά δρεπανοειδή, με ευδιάκριτο το κεντρικό νεύρο, με αδένες στη βάση, με σχεδόν μυτερή κορυφή και με ακίδα στο άκρο.  Άνθη πολλά, αρωματικά, λευκοπράσινα, σε μασχαλιαίους βότρεις, πάνω σε σφαιρικά κρεμάμενα κεφάλια και πολυάριθμους στήμονες με λευκό νήμα και κίτρινους ανθήρες.  Ανθίζει Αύγουστο-Νοέμβριο.  Καρπός είναι ένας γραμμοειδής και διαρρηκτός χέδρωπας, πράσινος αρχικά, σκοτεινοκαστανός τελικά, με άνισες περισφίξεις μεταξύ των σπερμάτων, ίσιος ή με κλίση.  Πατρίδα του η Αυστραλία.

Φυλλώδια = μετασχηματισμένος μίσχος, όχι πραγματικό φύλλο, που εξυπηρετεί όμως τις ανάγκες του φυτού όπως το πραγματικό φύλλο ( πχ. φωτοσυνθέτει ). Παρατηρείται πολύ συχνά στις ακακίες.

 

Eucalyptus torquata

Name/Όνομα :  Ευκάλυπτος ο στρεπτοφόρος

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Eucalyptus torquata Luehm.

Common name/ Κοινό όνομα:  Coral gum, Ευκάλυπτος

Family/Οικογένεια: MYRTACEAE

 Description

 Evergreen, ornamental, medium to small size tree up to 11m tall, with round or spreading crown; trunk single, twisted rightwards; bark rough with slashes, gray to brownish, becoming flaky with age; twigs greenish-yellow, older branches brownish to reddish.  Juvenile leaves opposite, mature leaves alternate, simple, entire, greyish-green, lanceolate, sometimes sickled-shape, glandular, with aromatic scent when crashed, petiole long, brownish to reddish, apex acute .  Flowers reddish-pink or coral colored , hermaphrodite, many, very conspicuous, on axillary hanging umbels; flower buds have their base rough, ribbed and almost cylindrical; petals and sepals are fused to form a cone-like, long pointed, cup; the flower buds has greenish–yellow color, but after the cup drop off, they become bronze-coral red and a large number of red stamens is appeared; the flowers produce large amounts of nectar and pollen, therefore the flowering branches tend to droop.  The fruit is a large woody capsule.  Flowering time May- November ( December).  Native to Australia.

Περιγραφή

Αειθαλές διακοσμητικό δένδρο που μπορεί να φθάσει τα 11m ύψος, με στρογγυλή ή ανοικτή κόμη.  Κορμός απλός με κλίση δεξιόστροφη.  Φλοιός με ανώμαλη επιφάνεια,  γκριζοκαστανός, με σκισίματα και χαλαρές λεπτές επιφάνειες που με την πάροδο του χρόνου αποχωρίζονται και πέφτουν.  Νεαροί κλάδοι κιτρινοπράσινοι, παλαιότεροι καστανοί προς κοκκινωποί. Νεαρά φύλλα αντίθετα, ώριμα φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, λογχοειδή, κάποτε δρεπανοειδή, γλαυκοπράσινα, αδενώδη, αρωματικά αν συνθλιβούν, με μακρύ καστανοκόκκινο μίσχο και με μυτερή κορυφή.  Άνθη πολλά με κοραλί χρώμα, ερμαφρόδιτα, εντυπωσιακά, σε μασχαλιαία σκιάδια.  Οι ανθοφόροι οφθαλμοί έχουν περίεργο σχήμα και φαίνεται να αποτελούνται από μια σχεδόν κυλινδρική βάση, με ανώμαλη και με ραβδώσεις επιφάνεια και από μια κωνικού σχήματος καλύπτρα που κάθεται επί της βάσης και η οποία προέρχεται από τη σύμφυση πετάλων και σεπάλων.  Οι ανθοφόροι οφθαλμοί έχουν αρχικά κιτρινοπράσινο χρώμα αλλά μετά την πτώση της καλύπτρας παίρνουν χρώμα μπρούτζινο προς κοραλί και ταυτόχρονα αποκαλύπτονται οι πολυπληθείς κόκκινοι στήμονες.  Λόγω του μεγάλου αριθμού ανθέων, αλλά και της μεγάλης παραγωγής γύρης και νέκταρ, οι ανθοφόροι κλάδοι γέρνουν προς το έδαφος.  Ανθίζει Μάιο-Νοέμβριο( Δεκέμβριο).  Ο καρπός είναι μια μικρή ξυλώδης κάψα.  Πατρίδα του η Αυστραλία.

 

Tamatix aphylla

Name/Όνομα :  Μυρίκη η άφυλλη

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Tamarix aphylla (L.) Karst.

Common name/ Κοινό όνομα:  Athel tamarisk, Athel pine,  saltcedarTamarisk, Tamarix, Μέρικος, Αλμυρίκι

Family/Οικογένεια: TAMARICACEAE

 Description

Evergreen tree or high shrub up to 20m tall, with deep and extensive root system; trunk erect, thick, much branched, with somewhat upright crown; bark rough, pale brown or reddish, with deep ridges, becoming furrowed with age; twigs greenish, cylindrical, jointed, similar to pine needles( they are not leaves); older twigs brown-reddish, hairless; old branches gray.  Leaves alternate, simple, bluish green, small and inconspicuous; their blade is reduced to a tiny triangular tooth, dotted with  glands that exude salt, forming a crusted layer on the surface.  Flowers bell-shaped, subsessile, on dense terminal racemes; petals 5, tiny, ovate, white with pink base, obtuse, hairless; sepals five, short, suborbicular, greenish or pinkish; stamens 5, filaments white, glabrous, anthers pink; styles 3, white, stigmas 3, elliptic, white. Fruit is a small capsule. Flowering time Summer- Autumn.  Native to Central and Northeastern Africa.

Περιγραφή

Αειθαλές δένδρο ή υψηλός θάμνος που μπορεί να φθάσει τα 20m ύψος, με βαθύ και εκτεταμένο ριζικό σύστημα.  Κορμός χοντρός, πολύκλαδος, με κάπως ανερχόμενη κόμη.  Φλοιός με ανοικτό καφέ ή κοκκινωπό χρώμα, με βαθιά αυλάκια που με την πάροδο του χρόνου δίνουν την όψη ζαρωμένου και γερασμένου φλοιού.  Πολύ νεαροί κλάδοι πράσινοι, κυλινδρικοί και αρθρωτοί, μοιάζουν με βελόνες πεύκου και συνήθως αλλά λανθασμένα, εκλαμβάνονται ως φύλλα.  Παλαιότεροι κλάδοι με καφέ ή κοκκινωπό χρώμα, άτριχοι..  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, με την επιφάνειά τους να έχει σμικρυνθεί ώστε να μοιάζει με ένα τριγωνικό και άσημο δόντι, που όμως φέρει αδένες που εκκρίνουν αλάτι και σχηματίζουν μια κρούστα από αλάτι πάνω σε όλο το νεαρό κλάδο.  Άνθη πολύ μικρά, κωδωνοειδή, σχεδόν χωρίς ποδίσκο, σε πυκνούς επάκριους βότρεις.  Πέταλα 5, πολύ μικρά, ωοειδή, λευκά με ρόδινη βάση, άτριχα.  Σέπαλα 5, με σχεδόν στρογγυλή κορυφή, πράσινα ή ρόδινα.  Στήμονες 5, με νήμα ελεύθερο, γυμνό και λευκό, ίσο ή υψηλότερο του στίγματος.  Στύλοι 3 όσα και τα στίγματα, λευκοί και γυμνοί, στίγματα ελλειπτικά.  Ανθίζει Καλοκαίρι-Φθινόπωρο.  Ο καρπός είναι μια μικρή κάψα.  Πατρίδα του η Κεντρική και Βορειοανατολική Αφρική.

Hamelia patens

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Hamelia patens Jacq.

Common name/ Κοινό όνομα: Firebush, scarlet bush, hummingbird bush

Family/Οικογένεια: RUBIACEAE

 

Description

Evergreen perennial shrub or small tree up to 4,5m tall, but generally much smaller; branches several, with gray or pale brown color; young stems greenish-brown, sometimes purple-reddish, pubescent.  Leaves in whorls, ususally 3 at each node, sometimes 4, rarely more, simple, ovate to elliptic, almost entire( wavy near the apex), margin and petiole pubescent; on upper side they are thinly pubescent, turning from greenish to purple-reddish; below they take gradually a cooper-toned color, with gray hairs and reddish veins.  Flowers hermaphrodite, tubular, on terminal axillary cymes; corolla thin and narrow, with 5 fused, red, orange or scarlet petals, forming a long tube with nectar; calyx short, 5-lobed, pubescent, reddish, becoming darker with age; stamens 5, filaments pale brown with pointed tips;   Flowering time, end of Summer-  Autumn.  The fruit is a small and oval berry, turning from green to yellow, after red, and finally blackish.  Native to tropical and subtropical Central and South America, from Mexico to Argentina.

Περιγραφή

Αειθαλής και πολυετής θάμνος ή μικρό δένδρο ύψους μέχρι 4,5m, αλλά συνήθως αρκετά χαμηλότερο.  Από το έδαφος συνήθως βγαίνουν αρκετοί κλάδοι με γκρίζο ή ανοικτό καφέ χρώμα.  Νεαροί κλάδοι πρασινοκαστανοί,και χνουδωτοί, κάποτε ρόδινοι προς κοκκινωποί.  Φύλλα συνήθως σε σπονδύλους των 3, κάποτε των 4 και σπανιότερα περισσότερων( μέχρι 7), ωοειδή προς ελλειπτικά, σχεδόν ακέραια( ελαφρά κυματοειδή στο μέσο και την κορυφή), μίσχος και χείλη χνουδωτά.  Στην άνω επιφάνεια είναι ελαφρά χνουδωτά, αλλάζοντας από πρασινωπά σε ροδοκόκκινα.  Στην κάτω επιφάνεια παίρνουν τελικά χάλκινο χρώμα με κοκκινωπή νεύρωση και γκρίζες τρίχες.  Άνθη ερμαφρόδιτα, σωληνοειδή, σε επάκριους μασχαλιαίους βότρεις.  Στεφάνη λεπτή και στενή, με 5 ενωμένα, κόκκινα ή με πορτοκαλί χρώμα πέταλα, τα οποία σχηματίζουν μακρό σωλήνα στον οποίον αποθηκεύεται νέκταρ.  Κάλυκας κοντός, 5-λοβος, χνουδωτός και κοκκινωπός που με την πάροδο του χρόνου γίνεται μαυριδερός.  Στήμονες 5, με μυτερές κορυφέςκαι νήμα ανοικτού καστανού χρώματος.  Ανθίζει από το τέλος του Καλοκαιριού μέχρι το Φθινόπωρο. Ο καρπός είναι μια μικρή και οβάλ δρύπη* η οποία διαδοχικά παίρνει χρώμα από πράσινο σε κίτρινο, μετά κόκκινο και τελικά μαύρο. Πατρίδα του η τροπική και υποτροπική Κεντρική και Νότιος Αμερική από το Μεξικό μέχρι την Αργεντινή.  *δρύπη είναι αδιάρρηκτος καρπός με επικάρπιο και μεσοκάρπιο σαρκώδες και ενδοκάρπιο ξυλώδες πχ. Κεράσι, ελιά.

Melia azetarah

Name/Όνομα:  Μέλια η αζένταραχ

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Melia azetarah  L.

Common name/Κοινό όνομα   Pride of India, Cape lilac, Persian lilac, Indian lilac, Μαυρομμάτα, Λουλλουδκιά, Αγριοπασχαλιά.

Family/Οικογένεια: MELIACEAE

Description

Deciduous tree up to 45m tall, but generally much smaller(15m), sparsely branched with light ash-gray bark, and open canopy; very young branches are green-brown turning to gray with age, dotted with brownish lenticells;  Leaves alternate, compound, bipinnate, rarely tripinnate, with slightly pubescent petioles; leaflets ovate to elliptic, glabrous or subglabrous, petiolulate angled, dark green above, pale green and prominent yellowish veins below, margin entire or serrate, apex acuminate, base often irregular, cuneate, truncate or obtuse.  Flowers many, fragrant, actinomorphic, hermaphrodite, in axillary racemes; petals 5, oblong and narrow, whitish-purple, sepals 5, short, dark green, stamens 10, filaments fused forming a violet-purple column.  Flowering time April- May.  The fruit is a drupe, nearly round, turning from green to yellowish, is fleshy, becoming wrinkled after maturity and remain on branches for a long time ( one year).  Native to India and southeastern Asia.

Περιγραφή

Φυλλοβόλος δένδρο ύψους μέχρι 45m αλλά συνήθως αρκετά χαμηλότερο, με αραιούς κλάδους, γκριζότεφρο φλοιό και ανοικτή κόμη.  Νεαροί κλάδοι πρασινοκαστανοί, διάστικτοι με φακοειδείς σχημαστισμούς και μετατρεπόμενοι με την πάροδο του χρόνου σε γκρίζους.  Φύλλα κατ εναλλαγή, σύνθετα, δις ή σπανιότερα τρις-πτερωτά και με ελαφρά χνουδωτούς μίσχους.  Φυλλάρια ωοειδή προς ελλειπτικά, έμμισχα, σχεδόν γυμνά, σκοτεινοπράσινα στην άνω, ανοικτοπράσινα και με εμφανή κιτρινωπά νεύρα στην κάτω, με ακέραιο ή ελάχιστα κυμματοειδές χείλος, με σχεδόν μυτερή κορυφή και με μυτερή και κάποτε ανισομερή βάση.  Άνθη πολλά και μικρά, αρωματικά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε μασχαλιαία κυματοειδή φόβη.  Στεφάνη με 5 προμήκη, στενά και ασπρορόδινα πέταλα, κάλυκας κοντός, με 5 σκοτεινοπράσινα σέπαλα, στήμονες 10 με νήματα που συμφύονται και σχηματίζουν μια όρθια κυανοϊώδη στήλη.  Άνθιση Απρίλιος-Μάιος.  Ο καρπός είναι μια σχεδόν σφαιρική δρύπη, πράσινη στην αρχή, κιτρινωπή μετά, σαρκώδης, η οποία συρρικνώνεται μετά την ωρίμανση, αλλά παραμένει στα κλαδιά για μεγάλο διάστημα (μπορεί και ένα χρόνο).  Πατρίδα του η Ινδία και η νοτιανατολική Ασία

.