Archives

Author Archive for savvas

Cynara cornigera

Name/Όνομα:    Κυνάρα η κερασφόρος.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Cynara cornigera Lindl.

Common name/Κοινό Όνομα:   White Artichoke, Χωστή.

Family/Οικογένεια:    ASTERACEAE

 

Description

 

Plant:   Perennial herb growing up to 30 cm high. 

Stem/s:   Erect, thick, ribbed, usually unbranched, arachnoid-lanate.

Leaves:   Alternate, mostly basal, oblong-triangular in outline, petiolate, pinnatisect with oblong or triangular spinose-dentate segments gradually reduced towards apex, bearing smaller spiny subdivisions, glabrous above, whitish-tomentose beneath; cauline leaves few, smaller and sessile with triangular and spiny-tipped segments.

Flowers:  Capitula solitary or in few-flowered lax corymbs; involucre sub globose; phyllaries ± glabrous, in many series, closely imbricate, the outer smaller, broadly oblong with spiny apex, inner phyllaries with larger base terminating into an erecto-patent spine; florets whitish slightly exceeding involucre; corolla tubular with linear lobes, style exerted, anthers linear, not exerted.

Flowering time:    April-May.

Fruit:   Brown oblong achenes with white pappus.    

Habitat:   Rocky and sunny slopes on calcareous or igneous soil, from 0-300 m alt.

Native:   Eastern Mediterranean.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 30 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιος, χοντρός, συνήθως χωρίς διακλάδωση, αυλακωτός και καλυμμένος με μαλακές αραχνοειδείς τρίχες.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, τα περισσότερα στη βάση, είναι προμήκη-τριγωνικά στο περίγραμμα, έμμισχα, πτεροσχιδή με προμήκη ή τριγωνικά τμήματα που φέρουν οδοντωτά και ακανθώδη χείλη, σταδιακά όμως τα τμήματα του φύλλου γίνονται μικρότερα προχωρώντας προς την κορυφή και φέρουν και δευτερογενή μικρότερα  τμήματα με ακανθώδη χείλη, είναι γυμνά στην άνω επιφάνεια και με μαλακές ασπριδερές τρίχες στην κάτω.  Φύλλα βλαστού λίγα και άμισχα με τριγωνικά,  μυτερά και ακανθώδη τμήματα πάνω στα χείλη.

Άνθη:  Κεφάλια μεμονωμένα ή σε ολιγοανθείς και χαλαρούς κορύμβους.  Σύνολο βρακτίων σε κάπως σφαιρικό σχήμα.  Βράκτια σε πολλές σειρές, αλληλεπικαλυπτόμενα, τα εξωτερικά είναι μικρότερα και με προμήκες-πλατύ σχήμα και ακανθώδη κορυφή, ενώ τα εσωτερικά έχουν πλατειά βάση και τερματίζουν σε μια όρθια προς οριζόντια  άκανθα.  Ανθίδια ασπριδερά, ελαφρά εξερχόμενα των βρακτίων.  Στεφάνη σωληνοειδής με γραμμοειδείς λοβούς, ανθήρες γραμμοειδείς εμπεριέχονται στην στεφάνη, στύλος εξερχόμενος.

Άνθιση:   Απρίλιος-Μάιος.

Καρπός:   Προμήκες αχαίνιο με καφέ χρώμα.

Ενδιαίτημα:   Βραχώδεις και ηλιόλουστες πλαγιές σε ασβεστολιθικά ή πυριγενή εδάφη, από 0-300 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ανατολική Μεσόγειος.

 

Centaurea iberica

Name/Όνομα:    Κενταύρεια η ιβηρική*.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Centaurea iberica Spreng.

Common name/Κοινό Όνομα:  Iberian starthistle. Iberian centaury.

Family/Οικογένεια:    ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Annual or biennial with stout taproot, growing up to 1 m high. 

Stem/s:  Erect, much branched, ribbed, not winged, subglabrous.

Leaves:   Alternate, covered with sparse soft hairs or nearly glabrous; most of the leaves are basal forming a lax rosette, they are oblong in outline, very long, deeply pinnatisect with  oblong-dentate divisions and purplish petiole; above them leaves are smaller and sessile; towards the top they are oblanceolate, irregularly lobed, simple, entire, sessile and glabrescent.   

Flowers:   Capitula solitary and terminal; involucre vase-shaped, greenish and glabrous; phyllaries imbricate, the outer spreading, broadly-ovate with spine-like appendage, accompanied at the base with few small spines;  inner phyllaries are oblong with long and acute appendage; florets usually purple or mauve, sometimes pink or almost white, easily visible above the involucre; marginal florets are sterile while inner florets are hermaphrodite; anthers linear; ovary inferior, style included.

Flowering time:  May-July.

Fruit:   Achenes.    

Habitat:  Roadsides, waste ground, limits of cultivated fields, from 400-1100 m alt.  

Native:   Asia, India, Southeastern Europe.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετές ή διετές φυτό με δυνατή ρίζα και ύψος μέχρι 1 μ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, πολύκλαδοι, ραβδωτοί χωρίς πτέρυγες με πολύ μικρό τρίχωμα ή σχεδόν άτριχο.

Φύλλα:   Κατ εναλλαγή, καλυμμένα  με αραιές και μαλακές τρίχες ή σχεδόν άτριχα.  Τα περισσότερα είναι στη βάση και σχηματίζουν αραιή ροζέτα, είναι πολύ μεγάλα, προμήκη στο περίγραμμα, βαθειά διαιρεμένα σε προμήκεις και οδοντωτές υποδιαιρέσεις και έχουν πορφυρό μίσχο.  Πάνω από αυτά τα φύλλα είναι μικρότερα και άμισχα, ενώ κοντά στην κορυφή είναι αντιλογχοειδή, απλά και ακέραια, άμισχα, με άνισα μικρά δόντια και σχεδόν άτριχα.

Άνθη:  Κεφάλια μεμονωμένα και επάκρια.  Σύνολο βρακτίων σε σχήμα ανθοδοχείου, πρασινωπό και άτριχο.  Βράκτια πολύ κοντά και αλληλεπικαλυπτόμενα, τα εξωτερικά απλωμένα, πλατειά-ωοειδή και με προεξοχή στην κορυφή που μοιάζει με άκανθα.  Εσωτερικά βράκτια προμήκη και μακρύτερα, μα μακρά και μυτερή προεξοχή στην κορυφή τους.  Ανθίδια με πορφυρό ή μωβ χρώμα, κάποτε με ρόδινο ή σχεδόν λευκό, φαίνονται αβίαστα πάνω από τα βράκτια.  Περιφερειακά ανθίδια είναι στείρα ενώ τα εσωτερικά είναι ερμαφρόδιτα  και επομένως γόνιμα.  Ανθήρες γραμμοειδείς.  Ωοθήκη υποφυής, στύλος μέσα.

Άνθιση:   Μάιος-Ιούλιος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, άγονα εδάφη και όρια χωραφιών, από 400-1100 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:  Ασία, Ινδία, Νοτιοανατολική Ευρώπη.

 

 

Jasminum grandiflorum

Name/Όνομα:    Γιασεμί (  Ίασμος) το μεγανθές

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Jasminum grandiflorum L.

Common name/Κοινό Όνομα:  Spanish jasmine, Άσπρο γιασεμί, Χιώτικο γιασεμί.

Family/Οικογένεια:    OLEACEAE

 

Description

 

Plant:    Ornamental, evergreen or deciduous (it depends on the climate) vine or shrub, growing up to 4 m high.

Stem/s:  Much-branched, scrambling, woody, angular, green and pubescent.

Leaves:   Opposite, compound, petiolate, pinnately divided into 5-11, ovate or elliptic, sessile, obscurely veined and glabrous leaflets, with the terminal one oblong-lanceolate, much longer than the others; rachis channeled above.

Flowers:   Fragrant, actinomorphic and hermaphrodite, in lax cymes; calyx campanulate, 5-lobed, lobes green and glabrous, linear almost to the base with acute tips; corolla fragrant, tube straight and ribbed externally, 5-lobed, lobes oblong-obovate, purple when in buds, white later; stamens 2, anthers yellow, erect and elliptic; ovary superior, style 1, erect, straight and glabrous, unbranched, longer than stamens, stigma 1.

Flowering time:   June-November. Fruiting time: September-January.

Fruit:   Black berry.    

Habitat:  Cultivated in gardens and parks.  

NativeSoutheastern Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Φυλλοβόλος ή αειθαλής ( ανάλογα με το κλίμα )κληματώδης θάμνος με ύψος μέχρι 4 μ.

Βλαστός/οί: Πολύκλαδοι, αναρριχόμενοι, ξυλώδεις, πράσινοι και χνουδωτοί.    

Φύλλα:     Αντίθετα, σύνθετα και έμμισχα, πτεροσχιδή, διαιρεμένα σε 5-11, ωοειδή ή ελλειπτικά, άμισχα, γυμνά και με αφανή νεύρωση φυλλάρια, με το τελευταίο φυλλάριο να είναι μεγαλύτερο, με έλασμα προμήκες-λογχοειδές.  Άξονας του φύλλου αυλακωτός από πάνω.

Άνθη: Εύοσμα, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε χαλαρές θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Κάλυκας καμπανοειδής, διαιρεμένος σχεδόν μέχρι τη βάση σε 5 πράσινους, γυμνούς και μυτερούς λοβούς.  Στεφάνη αρωματική,  με 5 προμήκεις-αντωειδείς λοβούς, που είναι πορφυροί στο μπουμπούκι και λευκοί αργότερα. Στήμονες 2, ανθήρες κίτρινοι, όρθιοι και ελλειπτικοί.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, όρθιος, γυμνός και χωρίς διακλάδωση, στίγμα 1. 

Άνθιση:   Ιούνιος-Νοέμβριος      Καρποφορία:  Σεπτέμβριος-Ιανουάριος.

Καρπός:   Μαύρη ράγα.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργημένο, σε κήπους και πάρκα.

Πατρίδα:   Νοτιοανατολική Ασία.

Tabaernemontana divaricata

Name/Όνομα: Ταβαερνεμοντάνα η διχαλωτή.*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Tabaernemontana divaricata R.Br. ex Roem. & Schult.

Common name/Κοινό Όνομα:   Crape jasmine, Pinwheel jasmine, Λεμονογαρδένια.

Family/Οικογένεια:    APOCYNACEAE

 

*   Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Evergreen perennial and ornamental small shrub growing up to 3 m high. 

Stem/s:    Dichotomously branched starting just above the ground; bark is grey sparsely covered with brownish scars; foliage round; branches are brown containing milky sap;

Leaves:   Opposite, simple and entire, oblong-elliptic or lanceolate with pinnate venation, acuminate at apex, cuneate at the base, petiolate, dark green, glossy and shining.

Flowers:  Simple or double, actinomorphic and hermaphrodite, solitary or in few-flowered, terminal or axillary cymes; calyx short, campanulate, green and glabrous, with 5 ovate lobes; corolla trumpet-shaped, tube slightly swollen at the apex, sometimes at the base too; lobes 5, snow white, ovate, ruffle-edged, strongly fragrant at night; stamens 5, included, anthers linear; ovary superior, style 1.

Flowering time:   July-September.

Fruit:   Follicles.    

Habitat:    Cultivated, in gardens and parks.

Native:   India, Bangladesh, Myanmar, Southern China.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Αειθαλής και πολυετής διακοσμητικός μικρός θάμνος με ύψος μέχρι 3 μ.  

Βλαστός/οί  Με διχοτομική διακλάδωση που ξεκινά  λίγο πιο πάνω από το έδαφος.  Φλοιός γκρίζος και ρυτιδωμένος με αραιά καστανά σημάδια και ουλές.  Φύλλωμα στρογγυλό.  Κλάδοι με καστανό χρώμα περιέχουν γαλακτώδη οπό.   

Φύλλα:     Αντίθετα, απλά και ακέραια, προμήκη-ελλειψοειδή ή λογχοειδή με πτεροειδή νεύρωση, με μαλακή μυτερή κορυφή και με ίσια βάση, έμμισχα, με σκούρο πράσινο χρώμα και άτριχα.

Άνθη:   Απλά ή διπλά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα ή σε ολιγοανθείς και επάκριες ή μασχαλιαίες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Κάλυκας κοντός, καμπανοειδής, πράσινος και άτριχος, με 5 ωοειδείς λοβούς.  Στεφάνη σε σχήμα σάλπιγγας, σωλήνας λίγο διογκωμένος στην κορυφή κάποτε και στην βάση του.  Λοβοί 5, με λευκό σαν χιόνι χρώμα και με πτυχωμένα χείλη, έντονα αρωματικά ιδίως το βράδυ.  Στήμονες 5 μέσα στο σωλήνα.  Ανθήρες γραμμοειδείς.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1.

Άνθιση:   Ιούλιος – Σεπτέμβριος.

Καρπός:   Κάρυα.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργημένο είδος σε κήπους και πάρκα.

Πατρίδα:   Ινδία, Μπαγκλαντές, Μιανμάρ και Νότια Κίνα.

Mandevilla boloviensis

Name/Όνομα:    Μαντεβίλλα η βολιβιανή

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Mandevilla boloviensis

Common name/Κοινό Όνομα:   White mandevilla, white dipladenia.

Family/Οικογένεια:    APOCYNACEAE

 

 

Description

 

Plant:   Evergreen perennial vine or sprawling shrub growing up to 3 m high id supported. 

Stem/s:   Climbing, twinning, woody, hairless.

Leaves:   Opposite, simple and entire, oblong-elliptic with shortly acuminate apex, petiolate, dark green, shining and, glabrous.

Flowers:   Showy, actinomorphic and hermaphrodite, in few-flowered axillary clusters;  calyx lobed almost to the base, lobes 5, erect and linear; corolla funnel-shaped with orange-yellow throat, divided into 5 broadly-ovate white lobes; stamens 5, very short, almost invisible at the base of corolla-tube; ovary superior.

Flowering time:   Spring-Autumn.

Fruit:   Follicles.    

Habitat:   Cultivated in gardens and parks (Cyprus).

Native:   Central and South America.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετές και αειθαλές αναρριχητικό φυτό ή κατακλιμένος θάμνος με ύψος μέχρι 3 μ αν στηριχθεί κατάλληλα.

Βλαστός/οί:   Αναρριχόμενοι, περιστρεφόμενοι και ξυλώδεις, άτριχοι.

Φύλλα:   Αντίθετα, απλά και ακέραια, προμήκη-ελλειπτικά με μικρή κάπως μυτερή προεξοχή, έμμισχα, με σκούρο πράσινο χρώμα, γυαλιστερά και άτριχα.

Άνθη:   Εντυπωσιακά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ολιγοανθείς μασχαλιαίες δέσμες.  Κάλυκας λοβωτός σχεδόν μέχρι τη βάση, με 5 όρθιους και γραμμοειδείς λοβούς.  Στεφάνη χοανοειδής με πορτοκαλί-κίτρινο φάρυγγα, διαιρεμένη στην κορυφή σε 5 πλατειά-ωοειδείς και λευκούς λοβούς.  Στήμονες 5, πολύ κοντοί, σχεδόν απαρατήρητοι στο βάθος του σωλήνα της στεφάνης.  Ωοθήκη επιφυής

Άνθιση:   Άνοιξη-Φθινόπωρο.

Καρπός:   Κάρυα.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργείται σε κήπους και πάρκα.

Πατρίδα:   Κεντρική και Νότια Αμερική.

 

Jasminum sambac

Name/Όνομα:    Ίασμος ο αραβικός.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Jasminum sambac (L.) Aiton.

Common name/Κοινό Όνομα:  Arabian jasmine, Indian jasmine, jasmin d’Arabie, Φούλι.  

Family/Οικογένεια:    OLEACEAE

 

Description

 

Plant:   Evergreen perennial small shrub or vine growing up to 3 m high.

Stem/s:   Much-branched, twinning and climbing, subcylindrical, green and sparsely pubescent when young, becoming brown and glabrous with age.

Leaves:    Opposite or in whorls of 3, broadly-ovate or elliptic, simple and entire, shortly petiolate, dark green, glabrous above, with few hairs on the main nerves beneath.

Flowers:  Aromatic and hermaphrodite, in few-flowered terminal cymes; bracts many, subulate; calyx ± glabrous with 8-9 linear lobes; corolla tubular, white, with numerous, imbricate, bending outwards and strongly fragrant lobes.

Flowering time:   June-August.

Fruit:   Purple-black berry.    

Habitat:  Cultivated in gardens and parks.

Native:   Southern and southeastern Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής και αειθαλής μικρός θάμνος ή αναρριχητικό φυτό με ύψος μέχρι 3 μ.

Βλαστός/οί:   Πολύκλαδοι, περιστρεφόμενοι και αναρρηχόμενοι, σχεδόν κυλινδρικοί, πράσινοι και με αραιό χνούδι στην αρχή, με καστανό χρώμα και άτριχοι αργότερα.

Φύλλα:     Αντίθετα ή σε σπονδύλους των 3, πλατειά-ωοειδή ή ελλιπτικά, απλά και ακέραια, με κοντό μίσχο, με σκούρο πράσινο χρώμα, άτριχα στην άνω επιφάνεια, με λίφες τρίχες στα κύρια νεύρα στην κάτω.

Άνθη:  Αρωματικά και ερμαφρόδιτα, σε ολιγοανθείς και επάκριες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Βράκτια πολλά, μικρά και στενά-λογχοειδή.  Κάλυκας ± άτριχος με 8-9 γραμμοειδείς και πράσινους λοβούς.  Στεφάνη σωληνοειδής, λευκή, με πολυάριθμους, αλληλεπικαλυπτόμενους, λυγισμένους προς τα έξω και έντονα αρωματικούς λοβούς.

Άνθιση:   Ιούνιος-Αύγουστος.

Καρπός:   Με πορφυρό-μαύρο χρώμα αχαίνια.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργημένο σε κήπους και πάρκα.

Πατρίδα:   Νότια και νοτιοανατολική Ασία.

 

Cynara cardunculus

Name/Όνομα:    Κυνάρα η καρδούγκουλος.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Cynara cardunculus L.

Common name/Κοινό Όνομα:  Cardoon, Artichoke thistle,  Αγριοτζινάρα, Αρκοτζινάρα.

Family/Οικογένεια:    ASTERACEAE

 

Description

Plant:   Perennial herb growing up to 100 cm high.

Stem/s:   Erect, robust, conspicuously sulcate, ± branched, pale green, thinly tomentose.

Leaves:  Alternate, large and numerous, oblong-lanceolate in outline, mostly basal, deeply pinnatisect, coriaceous, ± glabrous above, tomentose below; divisions are oblong, margins triangular-lobed with spines at apex; sparse bunches of spines arise from rachis and the base of leaves.

Flowers:  Capitula showy and solitary and terminal or in lax corymbs; involucre large, ovoid-conical with wide base; phyllaries in several series, imbricate and glaucous-green, the phyllaries of the lower series are broadly-ovate with flattened and triangular base, while the upper phyllaries of the lower series are longer and spiny-tipped; phyllaries of the upper series are broadly-ovate, brown, with short spines; florets hermaphrodite, 5-lobed, purple-violet, narrowly tubular; anthers linear; style branched

Flowering time:   May-July.

Fruit:   Achene with pappus.

Habitat:  Roadsides, limits of fields, rocky crevices and dry hillsides, from 0-300 m alt.  

Native:   Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 100 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, εύρωστοι, έντονα ραβδωτοί, με ή χωρίς διακλάδωση, με χλωμό πράσινο χρώμα και ελαφρύ μαλακό τρίχωμα.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, μεγάλα και πολυάριθμα, προμήκη-λογχοειδή στο περίγραμμα,   είναι κυρίως συγκεντρωμένα στη βάση, πολυσχιδή, δερματώδη, με ή χωρίς τρίχωμα στην πάνω επιφάνεια, με μαλακό κοντό τρίχωμα στην κάτω.  Τμήματα φύλλων προμήκη με χείλη που φέρουν τριγωνικούς λοβούς με ακανθώδη κορυφή.  Κατά  μήκος του άξονα του φύλλου, όπως επίσης και στη βάση των φύλλων υπάρχουν δέσμες από σκληρές άκανθες.

Άνθη:   Κεφάλια εντυπωσιακά, μονήρη και επάκρια ή σε χαλαρούς κορύμβους.  Σύνολο βρακτίων σε ωοειδή-κωνικό σχηματισμό με πλατειά βάση.  Βράκτια σε πολλές σειρές, αλληλεπικαλυπτόμενα και γλαυκοπράσινα.  Τα βράκτια των εξωτερικά σειρών που βρίσκονται χαμηλότερα, είναι πλατειά-ωοειδή, με επίπεδη και τριγωνική βάση, ενώ τα βράκτια των πιο πάνω σειρών είναι μακρύτερα και με ακανθώδη κορυφή.  Τέλος τα ανώτερα βράκτια είναι πλατειά-ωοειδή, με καστανό χρώμα και με κοντή άκανθα στην κορυφή τους.  Ανθίδια ερμαφρόδιτα, 5-λοβα, με πορφυρό-βιολετί χρώμα. στενά σωληνοειδή.  Ανθήρες γραμμοειδείς.  Στύλος με διακλάδωση.

Άνθιση:   Μάιος-Ιούλιος.

Καρπός:   Αχαίνιο με πάππο.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, όρια χωραφιών, βραχώδεις γκρεμνοί, ξηρές πλαγιές λόφων, από 0-300 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

Hedypnois rhagadioloides

Name/Όνομα:   Υδυπνόη η ραγαδιολοειδής*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Hedypnois rhagadioloides (L.) F. W. Schmidt

Common name/Κοινό Όνομα:  Hedypnois, Cretical hawkbit, Variable hawkweed.

Family/Οικογένεια:    ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του ονόματος στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:   Annual herb growing up to 40 cm high.

Stem/s:   Decumbent or erect, branched, cylindrical to slightly angled, sparsely covered with rough hairs, green when young, becoming reddish with age.

Leaves:   Basal leaves oblong-obovate, pale green, obscurely veined except midvein which becomes purplish with age; blade covered both surfaces with stiff, short and whitish hairs with very few branched hairs on the lower surface and the margins as well; apex in various shape, acute, obtuse or 3-dentate; margins wavy or shortly dentate; petiole winged or absent; cauline leaves similar to base or simple and entire, oblong-lanceolate and sessile.

Flowers:  Capitula few, solitary, terminal or axillary; peduncles striate and densely hispid;  involucre ± cylindrical; phyllaries in 2 series, the outer ovate and shorter, the inner oblong and narrow, glabrous, with sparsely hispid margins and spreading tips, strongly incurved in fruit and partially enclosing the outer achenes; phyllaries become thick in fruit resembling a bunch of bananas; ray florets only; ligules golden-yellow, apex truncate, with 4 or 5 short teeth; anthers linear, style branched.

Flowering time:   February-June

Fruit:   Achene with pappus.    

Habitat:    Fallow and waste ground, roadsides, limits of cultivated fields, sand-dunes, from 0-1200 m alt.

NativeMediterranean region to Iran.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 40 εκ.

Βλαστός/οί:   Κατακλιμένοι ή όρθιοι, διακλαδωμένοι, κυλινδρικοί  ή ελαφρά γωνιώδεις, καλυμμένοι με αραιές αδρότριχες, είναι πρασινωποί στην αρχή και κοκκινωποί αργότερα.

Φύλλα:     Φύλλα βάσης προμήκη-αντωειδή, με ανοικτό πράσινο χρώμα, με αφανή νεύρωση εκτός του κεντρικού νεύρου που με την ηλικία παίρνει πορφυρό χρώμα.  Το έλασμα καλύπτεται και από τις 2 πλευρές με κοντές και ασπριδερές αδρότριχες μαζί με μερικές που φέρουν διακλάδωση στην κάτω επιφάνεια και στα χείλη.   Η κορυφή των φύλλων ποικίλει,  μυτερή, πλατειά ή 3-δοντη.  Χείλη κυματοειδή ή με αβαθή μικρά δόντια.  Μίσχος πτερυγωτός ή απουσιάζει.  Φύλλα βλαστού παρόμοια με της βάσης ή είναι απλά και ακέραια, προμήκη-λογχοειδή και άμισχα.

Άνθη:  Κεφάλια σχετικά λίγα, μεμονωμένα, επάκρια ή μασχαλιαία.  Ποδίσκος ραβδωτός και με πυκνές αδρότριχες.  Σύνολο φυλλαρίων σε σχηματισμό σχεδόν  κυλίνδρου.  Φυλλάρια σε 2 σειρές, τα εξωτερικά ωοειδή και μικρότερα, τα εσωτερικά στενά και προμήκη, άτριχα αλλά με αραιές αδρότριχες στα χείλη και σε απλωμένη θέση, έντονα λυγισμένα στην καρποφορία και με μερική κάλυψη των εξωτερικών αχαινίων. Τα φυλλάρια κατά την καρποφορία παχύνονται και μοιάζουν σαν κλάδος με μπανάνες. Υπάρχουν μόνο περιφερειακά ανθίδια.  Γλωσσίδια χρυσοκίτρινα, με ευθύγραμμη κορυφή που φέρει 4-5 κοντά δόντια.  Ανθήρες γραμμοειδείς, στύλος με διακλάδωση.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Ιούνιος.

Καρπός:   Αχαίνιο με πάππο.

Ενδιαίτημα: Λιβάδια και άγονα εδάφη, κατά μήκος δρόμων, όρια καλλιεργημένων χωραφιών, από 0-1200 μ υψόμετρο. 

Πατρίδα:   Μεσογειακή περιοχή μέχρι Ιράν.

Onopordum bracteatum

Name/Όνομα:    Ονόπορδον το βρακτειοφόρον.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Onopordum bracteatum Boiss & Heldr.

Common name/Κοινό Όνομα:  Seracen, Σαρακηνός, Γαουράγκαθθο.

Family/Οικογένεια:    ASTERACEAE

 

Description

 

Plant:  Biennial or perennial growing up to 250 cm. high.   

Stem/s: Erect, robust, sparingly branched above, conspicuously white-tomentose, and distinctly covered with wings bearing rigid yellowish straight spines which are brownish at the apex.

Leaves:   Alternate, lanceolate, pinnatisect, obscurely nerved, the basal forming a rosette, they are large, white-tomentose, margins moderately divided into triangular spiny lobes consisted of smaller spiny lobes with the median longer; cauline leaves similar but distinctly reduced in size.

Flowers: Capitula few, large and terminal, on the top of erect and rigid branches, armed with sharp and straight yellowish spines, arising from glaucous green triangular wings; involucre subglobose; phyllaries lanceolate, margins arachnoid at the base, spiny-tipped, the outer recurved, the inner erect; ray florets absent; disk florets hermaphrodite, purple, barely exceeding the involucre; anthers linear; corolla 5-lobed; style branched.

Flowering time:   June-August.

Fruit:   Achene.  

Habitat:  Roadsides and stony hillsides on calcareous or igneous soil, from 250-1300 m alt.

Native:   Eastern Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Διετές ή πολυετές ακανθοφόρο φυτό με ύψος μέχρι 250 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, εύρωστοι, αραιά διακλαδωμένοι ψηλά, έντονα καλυμμένοι με λευκές και μαλακές ασπριδερές τρίχες που συνυπάρχουν με ίσιες, σκληρές και κιτρινωπές άκανθες που έχουν καστανό χρώμα στην κορυφή τους.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, λογχοειδή, πτεροσχιδή, με αφανή νεύρωση.  Τα φύλλα της βάσης σχηματίζουν ροζέτα, είναι εντυπωσιακά μεγάλα, με λευκό μαλακό τρίχωμα και χείλη μετρίως διαιρεμένα σε ακανθώδεις τριγωνικούς λοβούς που φέρουν μικρότερους ακανθώδεις τριγωνικούς λοβούς με μεγαλύτερο τον κεντρικό.  Φύλλα βλαστών παρόμοια αλλά με έντονη μείωση του μεγέθους των.  

Άνθη:   Κεφάλια λίγα, μεγάλα και εντυπωσιακά στην κορυφή όρθιων και δυνατών βλαστών, που είναι εξοπλισμένοι με μυτερές, ίσιες και κιτρινωπές άκανθες που αναδύονται από γλαυκοπράσινες τριγωνικές πτέρυγες..  Σύνολο φυλλαρίων σε σχεδόν σφαιρικό σχηματισμό.  Φυλλάρια λογχοειδή, με χείλη που φέρουν αραχνοειδείς τρίχες στη βάση τους, είναι μυτερά στην κορυφή, τα εξωτερικά κάμπτονται προς τα κάτω, ενώ τα εσωτερικά είναι όρθια.  Δεν υπάρχουν περιφερειακά ανθίδια, αλλά μόνον  επιδίσκια, που είναι ερμαφρόδιτα και πορφυρού χρώματος, ελαφρά ψηλότερα από τα επιδίσκια φυλλάρια.  Ανθήρες γραμμοειδείς.  Στεφάνη 5-λοβη, στύλος με βραχίονες.

Άνθιση:   Ιούνιος Αύγουστος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων και σε πετρώδεις πλαγιές σε ασβεστολιθικά ή πυριγενή εδάφη, από 250-1300 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Δυτική Μεσογειακή ζώνη.

Achillea millefolium

Name/Όνομα:  Αχίλλειος η χιλιόφυλλος           

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Achillea millefolium L.     

Common name/Όνομα:  Yarrow, Milfoil, Thaousand-leaf   

Family/Οικογένεια:  ASTERACEAE  

 *Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα

 

 

Description 

Plant:  Achillea millefolium   is a rhizomatous perennial herb growing to 90cm tall.

Stems:  Few to several, erect, branched near apex, angled, densely pubescent, greenish when young, becoming reddish-brown later.

Leaves:  Alternate, sessile, simple, fern-like, oblong to oblong-elliptic in outline, usually bi-pinnate (twice pinnate), deeply dissected into leaflets; leaflets are pinnate, longer at base, becoming progressively smaller reaching the apex, wider in the middle of the blade, covered with similar hairs with the stem, apex pointed.

Flowers:  Flowers´ head is aromatic, in terminal, compound and flat corymbs; each flower´s head consists of 5 ray florets and many disk florets; ray florets are tongue-shaped, consisting of 5 petaloid, white or pink and glabrous florets which are notched at the top forming a shallow, 3-lobed apex; disk florets are tubular with 5-lobed, creamy white or pale yellow corolla; phyllaries are oblong lanceolate, greenish and hairy; stamens 5; ovary inferior, stigma bifid.

Flowering time: May-October

Fruit:  Nearly flat achene.

Habitat:  Casual plant in Cyprus, usually escape from cultivations, 1400 m alt.

Native:  Northern America and Eurasia.   

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα με ρίζωμα και ύψος μέχρι 90 εκ.

Βλαστός/οί:   Λίγοι έως αρκετοί, διακλαδιζόμενοι κοντά στην κορυφή, γωνιόδεις, καλυμμένοι με πυκνές τρίχες, πρασινωποί στην αρχή, με κοκκινωπό-καφέ χρώμα αργότερα.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, άμισχα, απλά, μοιάζουν με τα φύλλα φτερικιού, προμήκη έως προμήκη-ελλειπτικά στο περίγραμμα, συνήθως δις-πτερωτά, διαιρεμένα με βαθειές σχισμές σε φτερωτά φυλλάρια.  Τα φύλλα είναι μακρύτερα στη βάση αλλά σταδιακά μικραίνουν προς την κορυφή, είναι πλατύτερα στη μέση του φύλλου και καλύπτονται με παρόμοιες όπως του βλαστού τρίχες, και έχουν μυτερή κορυφή.

Άνθη:   Τα κεφάλια που φέρουν τα άνθη είναι αρωματικά, σε επάκριους, σύνθετους και επίπεδους κορύμβους. Κάθε κεφάλιο αποτελείται από 5 περιφερειακά ανθίδια και πολλά επιδίσκια.  Τα περιφερειακά ανθίδια είναι γλωσσοειδή και άτριχα,, αποτελούμενα από 4 πεταλοειδή, λευκά ή ρόδινα ανθίδια, με εγκοπές ψηλά ώστε να σχηματίζονται 3 λοβοί στην κορυφή.  Επιδίσκια ανθίδια σωληνοειδή και 5-λοβα, με στεφάνη με λευκό-κρεμώδες ή ανοικτό κίτρινο χρώμα.  Βράκτια προμήκη-λογχοειδή, πρασινωπά και τριχωτά.  Σ          τήμονες 5, ωοθήκη υποφυής, στίγμα 2-λοβο.

Άνθιση:   Μάιος-Οκτώβριος.

Καρπός:   Σχεδόν επίπεδο αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:   Τα φυτά που υπάρχουν προέρχονται από καλλιέργειες.

Πατρίδα:   Βόρεια Αμερική και Ευρώπη, Ασία.