Archives

Author Archive for savvas

Bupleurum lancifolium

Name/Όνομα:   Βούπλευρον το λογχοειδές   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Bupleurum lancifolium Hornem.

Common name/Κοινό όνομα:   Lanceleaf thorow-wax, spear-leaved hare’s-ear

Family/ Οικογένεια:   APIACEAE

 

*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant: Bupleurum lancifolium is an annual herb growing up to 40cm high.

Stems:  Stems usually erect, sometimes spreading, branched, cylindrical, ribbed, usually glabrous, green or reddish.

Leaves:  Basal leaves alternate, narrow lanceolate, simple, entire, dark green, acuminate, sessile and glabrous, tapering the stem at base ; upper leaves ovate to lanceolate, perfoliate, acuminate, base truncate to round or cordate.

Flowers:  Flowers actinomorphic and hermaphrodite, in compound umbels (sciadiums) with 3 or more unequal rays; bracts absent; bracteoles 5 or more, ovate to round, unequal, mucronate; calyx 5-lobed, inconspicuous, petals 5, oblong-ovate, greenish-yellow or orange-yellow, strongly incurved; stamens 5 alternate between petals, filaments short, anthers whitish-yellow; ovary inferior, styles 2 arising from the center of stylopodium, stigmas small, capitate;  stylopodium* flat, greenish-yellow.

 Flowering time:  March-May.

 Fruit:  A dry, indehiscent and ovoid to globose achene with 5 prominent ridges.

Habitat:  Common plant in Cyprus and it is found on meadows, grassland and cultivated fields,      from 0-700m alt.

 Native:  Mediterranean region

stylopodium* = a nectariferous disk coming from an enlarged style̕s base 

 

Περιγραφή

Φυτό: Μονοετής πόα που φθάνει τα 40εκ. ύψος.    

Βλαστός-Κορμός: Βλαστοί συνήθως όρθιοι, κάποτε κατακλιμένοι, όρθιοι, διακλαδωμένοι, κυλινδρικοί, ραβδωτοί, συνήθως άτριχοι, πράσινοι ή κοκκινωποί      

Φύλλα: Φύλλα βάσης κατ εναλλαγή, στενά λογχοειδή, απλά, ακέραια, πράσινα, οξύληκτα, άμισχα, άτριχα και περίβλαστα (περιβάλλουν το βλαστό στη βάση τους).  Ανώτερα φύλλα ωοειδή-λογχοειδή, ο βλαστός διαπερνά το φύλλο στη βάση του, είναι οξύληκτα στην κορυφή ενώ η βάση τους είναι ίσια, στρογγυλή ή καρδιόσχημη.

Άνθη:   Άνθη ακτινόμορφα και  ερμαφρόδιτα, σε σύνθετα σκιάδια με 3 ή περισσότερες άνισες ακτίνες.  Βράκτια δεν υπάρχουν ενώ τα βρακτίδια είναι 5 ή περισσότερα, είναι ωοειδή προς στρογγυλά, άνισα και με μυτερή προέκταση στην κορυφή τους.  Κάλυκας 5-λοβος και αφανής, πέταλα 5, προμήκη-ωοειδή, πρασινοκίτρινα ή πορτοκαλοκίτρινα, έντονα γυρισμένα προς τα πίσω.  Στήμονες 5 κατ εναλλαγή μεταξύ των πετάλων, νήμα κοντό, ανθήρες λευκοκίτρινοι.  Ωοθήκη υποφυής, στύλοι 2 που προεξέχουν πάνω από το στυλοπόδιο, στίγματα μικρά και κεφαλωτά.  Στυλοπόδιο σχεδόν επίπεδο και πρασινοκίτρινο.   

Άνθιση:   Άνθιση Μάρτιος-Μάιος.    .

Καρπός:    Ο καρπός είναι ένα ξηρό, αδιάρρηκτο και ωοειδές αχαίνιο με 5 εμφανείς ραβδώσεις.

Ενδιαίτημα: Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε λιβάδια, χορταριασμένες επιφάνειες και καλλιεργημένα εδάφη από 0-700μ υψόμετρο    

Πατρίδα:  Μεσογειακή ζώνη.

Στυλοπόδιο* = νεκταριοφόρος δίσκος προερχόμενος από μεγέθυνση της βάσης του στύλου.

 

 

Sherardia arvensis

Name/Όνομα:     Σεράρτια των αγρών

Scientific name/Επιστημονικό όνομαSherardia arvensis   L.

Common name/Κοινό όνομα:    Blue field madder

Family/ Οικογένεια: RUBIACEAE

 

*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Sherardia arvensis   is an annual herb growing up to 40cm high.  Stems procumbent or erect, squared, much-branched, green, usually glabrous, occasionally with short and hard hairs forming a rough to touch surface.  Leaves in whorls of 4- 6 leaves; lower leaves obovate-cuspidate, upper leaves lanceolate to elliptic, mucronate, margin with sparse scabrid hairs.   Flowers hermaphrodite and actinomorphic in terminal or lateral heads of 2-3 flowers; peduncles squared, green or purplish; bracts 6 or more, spreading or erect, lanceolate, apex acute, often tinged purplish, margins sparsely covered with hard and short hairs; calyx 6-lobed; corolla tubular, petals 4, ovate, pale lilac or blue to lavender, spreading, apex obtuse or subacute, glabrous; stamens 4 alternating between petals, filaments spreading, whitish, anthers dark brown to blackish; ovary inferior, carpels 2, style 2-parted, stigmas 2, capitate.  Flowering time February-May.  Fruit nutlets.  Native to Europe and western Asia.  Common plant in Cyprus and it is found on waste ground, meadows, grassy land, cultivated fields and roadsides from 0-1525m alt.

  Περιγραφή

Μονοετής πόα που φθάνει τα 40εκ. ύψος.  Βλαστοί κατακλιμένοι ή όρθιοι, πολύκλαδοι, πράσινοι, συνήθως άτριχοι ή με κοντές και σκληρές τρίχες που δημιουργούν τραχιά για την αφή επιφάνεια.  Φύλλα σε σπονδύλους των 4-6 φύλλων.  Χαμηλά φύλλα αντωειδή και με σκληρή μύτη, ανώτερα φύλλα λογχοειδή προς ελλειπτικά, με μικρή μυτερή προεξοχή στην κορυφή και με χείλος με αραιές και σκληρές τρίχες.  Άνθη ερμαφρόδιτα και ακτινόμορφα σε επάκρια ή πλευρικά μικρά κεφάλια των 2-3 ανθέων.  Ποδίσκος ανθέων τετράγωνος και πράσινος ή πορφυρός.  Βράκτια 6 ή περισσότερα, απλωμένα ή σχεδόν όρθια, λογχοειδή, οξύληκτα, χείλη αραιά καλυμμένα με κοντές και σκληρές τρίχες και που συχνά παίρνουν πορφυρή χροιά.  Κάλυκας 6-λοβος, στεφάνη σωληνοειδής, πέταλα 4, ωοειδή, με απαλό λιλά ή μπλε λεβάντας χρώμα, απλωμένα, αμβλύκορφα ή σχεδόν οξύληκτα και γυμνά.  Στήμονες 4 κατ εναλλαγή μεταξύ των πετάλων, νήμα απλωμένο και ασπριδερό, ανθήρες με σκούρο καφέ ή μαυριδερό χρώμα.  Ωοθήκη υποφυής, καρπόφυλλα 2, στύλος διμερής, στίγματα 2, κεφαλωτά.

Άνθιση Φεβρουάριος-Μάιος.  Ο καρπός είναι μικρά κάρυα.  Πατρίδα του η Ευρώπη και η δυτική Ασία.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε καλλιεργημένα και ακαλλιέργητα εδάφη, χορταριασμένες επιφάνειες, κοντά σε ρυάκια ή ακόμη και σε ξηρούς λόφους από 0-1525μ υψόμετρο.

 

 

Parietaria judaica

Name/Όνομα:    Παριετάρια η ιουδαϊκή*     

Scientific name/Επιστημονικό όνομαParietaria judaica   L.

Common name/Κοινό όνομα:  Pellitory, pellitory of the wall, sticky weed

Family/ Οικογένεια: URTICACEAE

 

*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Parietaria judaica is a perennial herb growing up to 60cm high.  Stems are ascending, decumbent or erect and much-branched, angled, reddish and hairy, becoming woody with age.  Leaves alternate, simple, entire, ovate-elliptic, hairy on both sides, petiolate, rather obscurely veined above, with 2-3 prominent veins beneath, apex acuminate, base cuneate; petiole is reddish and hairy; leaves’ hairs are sticky to the touch.  Flowers unisexual or hermaphrodite, in dense axillary cymes; perianth with 4, whitish-yellow, fused and hairy tepals; bracts lanceolate, hairy, rather erect, shorter than tepals, connate at base; female flowers bear tubular and 4-toothed tepals, male flowers’ tepals 4-lobed; stamens 4, ovary superior,style 1, stigma 1. Flowering time all year.  The fruit is a dry, dark brown and indehiscent achene.  Flowering time all year.  Native to northern Africa, western and southern Europe and western Asia.  Common plant in Cyprus and it is found on damp slopes, walls, caves and roadsides from 0-1075m alt.

 

Περιγραφή

Πολυετής πόα που φθάνει τα 60εκ. ύψος.  Βλαστοί κατακλιμένοι, ανερχόμενοι ή όρθιοι,  πολύκλαδοι, γωνιώδεις και ραβδωτοί, κοκκινωποί και άτριχοι που γίνονται κούφιοι με την πάροδο του χρόνου.  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, ωοειδή-ελλειψοειδή, τριχωτά και στις 2 επιφάνειες, κάπως μη εμφανή νεύρωση στην άνω επιφάνεια, με 2-3 εμφανή νεύρα στην κάτω επιφάνεια, οξύκορφα και με μυτερή βάση, ενώ ο μίσχος είναι κοκκινωπός και τριχωτός.  Το τρίχωμα των φύλλων είναι κολλώδες στην αφή.  Άνθη μονογενή ή ερμαφρόδιτα, σε πυκνές μασχαλιαίες κυματοειδείς ταξιανθίες.  Περιάνθιο με 4 τέπαλα που είναι τριχωτά και συμφυόμενα.  Βράκτια λογχοειδή, τριχωτά, μάλλον όρθια, κοντύτερα από τα τέπαλα και ενωμένα στη βάση τους.  Τα θηλυκά άνθη φέρουν σωληνοειδή και με 4 δόντια τέπαλα, ενώ τα αρσενικά έχουν 4-λοβα τέπαλα.  Στήμονες 4, ωοθήκη επιφυής, στύλος και στίγμα 1.  Άνθιση όλο το χρόνο.  Ο καρπός είναι ένα ξηρό και αδιάρρηκτο αχαίνιο με σκούρο καφέ χρώμα.  Πατρίδα του η βόρεια Αφρική, η δυτική και νότια Ευρώπη και η δυτική Ασία.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται γενικά σε υγρά εδάφη, στη βάση ή σε ρωγμές τοίχων και σε κοιλώματα εδάφους από 0-1075μ υψόμετρο.

Smyrnium olusatrum

Name/Όνομα:  Σμύρνιο το μαυρόσπερμο   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα Smyrnium olusatrum L

Common name/Κοινό όνομαAlexanders, horse-parsley, apio capallar, αγριοσέλινο, αγριόσμερνο, μαυροσέλινο, σμυρνιά

Family/ Οικογένεια: APIACEAE

 *Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 Description

Smyrnium olusatrum is a perennial herb growing up to 1.5m high.  Stems erect, robust, much-branched, ribbed, green and glabrous, becoming hollow with age.  Basal leaves alternate, triangular in outline, compound, ternate-pinnate, petiolate, dark green, glossy and glabrous; segments ovate-rhomboid or obovate, margin serrate or lobed, apex acute or obtuse, base cuneate;  lower stem leaves alternate, smaller, less divided, upper leaves opposite usually undivided with short, prominently nerved, inflated and sheathing at base petiole.  Flowers actinomorphic, hermaphrodite, in compound, terminal or lateral lux umbels with unequal rays; bracts and bracteoles short, green and glabrous; petals 5, more or less equal, whitish-yellow, obovate, usually inflexed; no sepals; stamens 5 alternate between petals, filaments whitish, glabrous, anthers greenish, subororbicular; ovary inferior, carpels 2, stylopodium* conspicuously convex and greenish; styles 2 arising from the top of stylopodium; flowering time February-April.  The fruit is a suborbicular achene with 3 prominent dorsal ridges.  Native to Mediterranean region.  Common plant in Cyprus and it is found on streambanks, wet places or under the shade of trees, from 0-600m alt.

stylopodium = a nectariferous disk coming from an enlarged style̕s base 

 

Περιγραφή

Πολυετής πόα που φθάνει το 1,5μ ύψος.  Βλαστοί όρθιοι, δυνατοί, πολύκλαδοι, ραβδωτοί, πράσινοι και άτριχοι, κούφιοι οι παλαιότεροι.  Φύλλα βάσης κατ εναλλαγή, με τριγωνικό περίγραμμα, σύνθετα, φτερωτά , έμμισχα, με σκούρο πράσινο χρώμα, γυαλιστερά και άτριχα.  Φυλλάρια ωοειδή-ρομβοειδή ή αντωειδή, με πριονωτό χείλος, οξύκορφα ή αμβλύκορφα και με μυτερή βάση.  Τα πιο χαμηλά φύλλα του βλαστού είναι κατ εναλλαγή, μικρότερα και λιγότερο διαιρεμένα, τα ανώτερα είναι αντίθετα και συνήθως αδιαίρετα με κοντό, με εμφανή νεύρωση και έντονα κοίλο και διαπλατυσμένο μίσχο που περιβάλλει εν μέρει το βλαστό στη βάση του.  Άνθη ακτινόμορφα και  ερμαφρόδιτα, σε επάκρια ή πλευρικά και χαλαρά σκιάδια, με άνισες ακτίνες.  Βράκτια και βρακτίδια κοντά, πράσινα και άτριχα.  Σέπαλα δεν υπάρχουν.  Πέταλα 5 περίπου ισομήκη, λευκοκίτρινα, αντωειδή και συνήθως με τις κορυφές λυγισμένες προς τα μέσα.  Στήμονες 5 κατ εναλλαγή μεταξύ των πετάλων, νήμα ασπριδερό και γυμνό, ανθήρες υποσφαιρικοί και πρασινωποί.  Ωοθήκη υποφυής, καρπόφυλλα 2, στυλοπόδιο εμφαντικά κοίλο και πρασινωπό.  Στύλοι 2 που προεξέχουν πάνω από το στυλοπόδιο.  Άνθιση Φεβρουάριος-Απρίλιος.  Ο καρπός είναι ένα υποσφαιρικό αχαίνιο με 3 εμφανείς ραχιαίες και ανάγλυφες γραμμές.  Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε όχθες ρυακιών, κάτω από δένδρα και γενικά σε υγρά μέρη από 0-600μ υψόμετρο.

 Στυλοπόδιο* = νεκταριοφόρος δίσκος προερχόμενος από μεγέθυνση της βάσης του στύλου

 

Convolvulus siculus

Name/Όνομα:  Κονβόλβουλος ο  σικελικός*.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Convolvulus siculus L

Common name/Κοινό όνομα:   Small blue convolvulus, liseron de Sicile, vilucchio siciliano, correhuela azul, yayilcan

Family/Οικογένεια:  CONVOLVULACEAE

  •  Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

Description

Plant:  Convolvulus siculus is an annual plant growing up to 40cm high.

Stem:  Spreading or decumbent, pale green, nearly cylindrical, pubescent.

Leaves:  Alternate, simple, entire, oblong-oval, blade subglabrous, margin, petiole and main veins below thinly hairy, margins often tinged purplish, apex acute or acuminate, chordate at base.

Flowers:  Actinomorphic, hermaphrodite, tubular, solitary and axillary; bracts lanceolate, acute, pubescent; corolla funnel-shaped, dark blue, glabrous internally, whitish-blue or violet blue and sparsely hairy externally; throat yellowish; sepals 5, triangular-ovate, green, hairy, pointed, margins often tinged purple; petals 5, fused, mucronate at apex, whitish at the base; stamens 5, filaments white and glabrous; ovary superior, style white, stigma white, lobbed.

Flowering time: February-May.

Fruit:  Capsule.

Habitat:  Common plant in Cyprus, roadsides, hillsides, dry stony places, from0-925

m alt.

Native:  Southern Europe, Mediterranean region and Northern Africa.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετές φυτό που φθάνει τα 40cm ύψος.

Βλαστός:  Απλωμένος ή κατακλιμένος, με χλωμό πράσινο χρώμα, χνουδωτός και σχεδόν κυλινδρικός.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, προμήκη-ωοειδή, έλασμα σχεδόν άτριχο, χείλος και κάτω επιφάνεια τριχωτή, μάλλον οξύκορφα και με καρδιόσχημη βάση, ενώ το χείλος συχνά παίρνει πορφυρή χροιά.

Άνθη:  Ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα, σωληνοειδή, μεμονωμένα και μασχαλιαία.  Βράκτια λογχοειδή, οξύκορφα και χνουδωτά.  Στεφάνη χοανοειδής, με σκούρο μπλε χρώμα, άτριχη εσωτερικά, με ασπριδερό μπλε ή βιολετί-μπλε χρώμα και αραιά τριχωτή εξωτερικά, ενώ ο φάρυγγας είναι κιτρινωπός.  Σέπαλα 5, τριγωνικά-ωοειδή, πράσινα, μυτερά και τριχωτά, ενώ το χείλος τους συχνά παίρνει πορφυρή χροιά.  Στήμονες 5 με  νήμα λευκό.  Στύλος λευκός, στίγμα λοβωτό και λευκό.

Άνθιση:  Φεβρουάριος-Μάιος.

Καρπός:  Κάψα.

Ενδιαίτημα: Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε ξηρά και πετρώδη εδάφη, από 0-925μ υψόμετρο.:

Πατρίδα:  Νότια Ευρώπη, η Μεσογειακή ζώνη και η Βόρεια Αφρική.

 

Micromeria nervosa

Name/Όνομα:   Μικρομέρια η νευρώδης

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Micromeria nervosa (Desf.) Benth.

Family/Οικογένεια: LAMIACEAE

 

Description

Micromeria nervosa is a perennial subshrub growing up to 50m high.  Stems many, erect or ascending, much-branched, squared, pale green, covered with appressed white hairs mixed with glandular hairs on young shoots.  Leaves are opposite, simple, entire, ovate, short-petiolate or sessile, sparsely hairy above, densely hairy below and on the margin, apex subacute, base rounded.  Inflorescences are in axillary many-flowered whorls of 4-20 flowers, on long, upright, dense and interrupted spikes; flowers are zygomorphic, hermaphrodite, tubular and pedunculated ; bracts leaf-like; tube cylindrical with narrow base and white hairs externally and at throat; corolla purplish, shortly hairy externally; petals 5, fused, forming a 2-lipped corolla-tube; upper lip oblong-ovate, slightly concave at base, emarginated at apex; lower lip 3-lobed, the median bigger, oblong-ovate to round; calyx tubular, 5-toothed, teeth unequal, narrow-lanceolate, pilose at throat, densely hairy externally, often tinged purplish; ovary superior, stamens 4; flowering time February-April. Fruit nutlets.  Native to Mediterranean region.  Common plant in Cyprus and it is founded on calcareous ground from 0-600m alt.

Περιγραφή

Πολυετής ημίθαμνος που φθάνει σε ύψους τα 50εκ.  Βλαστοί αρκετοί, όρθιοι ή ανερχόμενοι, πολύκλαδοι, τετράγωνοι, ανοικτοπράσινοι και καλυμμένοι με κατακλιμένες λευκές τρίχες μαζί με αδενώδεις τρίχες όταν οι βλαστοί είναι νεαροί.  Φύλλα αντίθετα, απλά, ακέραια, ωοειδή, κοντόμισχα ή άμισχα, αραιά τριχωτά στην πάνω επιφάνεια, πυκνότερα τριχωτά στην κάτω επιφάνεια και στο χείλος, σχεδόν οξύκορφα και με στρογγυλεμένη βάση.  Άνθη σε μασχαλιαίους και πολύανθους σπονδύλους των 4-20 ανθέων, σε μακρούς, όρθιους, πυκνούς και διακοπτόμενους στάχεις.  Άνθη ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα και σωληνοειδή.  Βράκτια φυλλόμορφα.  Σωλήνας κυλινδρικός με πιο στενή βάση και άσπρες τρίχες εξωτερικά και στο φάρυγγα.  Στεφάνη ελαφρά πορφυρή και με κοντές τρίχες εξωτερικά.  Πέταλα 5, συμφυή που σχηματίζουν δίχειλη(2 άνω, 3 κάτω) στεφάνη.  Άνω χείλος πρόμηκες και ωοειδές, ελαφρά κοίλο στη βάση και με εγκοπή στην κορυφή.  Κάτω χείλος τρίλοβο με το μεσαίο λοβό μεγαλύτερο και με κορυφή σχεδόν κυκλική.  Κάλυκας σωληνοειδής με 5 δόντια που είναι άνισα, στενά λογχοειδή και πυκνά τριχωτά εξωτερικά και που συχνά φέρουν πορφυρή χροιά, ενώ ο φάρυγγας φέρει μαλακές σαν χνούδι τρίχες.  Ωοθήκη επιφυής, στήμονες 4.  Άνθιση Φεβρουάριος-Απρίλιος.  Ο καρπός είναι κάρυα.  Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη..  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε ασβεστολιθικά εδάφη από 0-600m υψόμετρο.

 

Ophrys bornmuelleri subsp. bornmuelleri

Scientific name/Επιστημονικό όνομα  Ophrys bornmuelleri M. Schulze  subsp. bornmuelleri

Family/Οικογένεια: ORCHIDACEAE

 

Syn “Ophrys fuciflora subsp. bornmuelleri”  (M. Schulze) B. Willing & E. Willing

 

Description

Plant:  It is a perennial tuberous herb growing up to 30cm high.

Stem is erect, robust, green and glabrous.

Basal leaves 2-4, spreading, oblanceolate, simple, green and glabrous with parallel venation, apex rather obtuse, sessile and unspotted.  Stem leaves few 1-2, alternate, simple, erect, narrowly elliptic, apex acute, sheathing the stem at base.

Inflorescence usually 2-3 flowered; sepals 3, oblong-ovate, whitish-green, glabrous, apex obtuse; lateral sepals spreading, dorsal sepal bending forward; petals ovate-triangular, very small, covered with soft hairs, apex obtuse. Lip brown, broadly ovate with trapezoid appearance, velutinous; speculum small, incomplete H-shaped, steal-blue with whitish or yellowish borders, while  on the median lobe of the lip, there are scattered yellowish blotches towards the appendage; “ears” conical, prominent, greenish-yellow and hairy; stigmatic area with a brownish band.  Basal area almost trapezoid, brown with pale blue borders; «pseudoeyes» olive green; appendage 3-dentate, yellowish-green, conspicuously upturned; pollinia yellow.

Flowering time March-April.

Native/Habitat:  Common orchid in Cyprus, near-endemic (also in Turkey) and it is found on grassy land, garrigues and open forests from 0-925m alt.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής και βολβώδης πόα με ύψος μέχρι 30cm.

Βλαστός όρθιος, δυνατός, πράσινος και άτριχος.

Φύλλα βάσης 2-4 απλωμένα, προμήκη-λογχοειδή, απλά, πράσινα και άτριχα με παράλληλη νεύρωση, μάλλον αμβλύκορφα, άμισχα και χωρίς κηλίδες.  Φύλλα βλαστού λίγα 1-2, κατ εναλλαγή, απλά, όρθια, μικρότερα, στενά ελλειψοειδή, οξύκορφα, ενώ στη βάση περιβάλλουν εν μέρει τον βλαστό.

Ταξιανθία χαλαρή με 2-3 άνθη.  Σέπαλα 3, προμήκη-ωοειδή, λευκοπράσινα, γυμνά και αμβλύκορφα.  Πλάγια σέπαλα απλωμένα ενώ το ραχιαίο πέταλο γέρνει μπροστά.  Πέταλα 3 ( το 3ο είναι το χείλος), ωοειδή-τριγωνικά, πολύ μικρά, τριχωτά και αμβλύκορφα. Χείλος (μεταμορφωμένο πέταλο που χρησιμεύει ως πλατφόρμα προσγείωσης αλλά και προσέλκυσης εντόμων για σκοπούς γονιμοποίησης) ακέραιο, ωοειδές και επίμηκες με τραπεζοειδές σχήμα , με καφέ χρώμα και με βελούδινο τρίχωμα.  Στη βάση του χείλους διακρίνονται αισθητά 2 τριχωτές και κωνικές προεκβολές (“αυτιά” ή “ώμοι”  ) με πρασινοκίτρινο χρώμα.  Θυρεός μικρός σε σχήμα ασυμπλήρωτου Η,  με μεταλλικό μπλε χρώμα και ασπριδερό ή κιτρινωπό περιθώριο, ενώ στο μεσαίο λοβό υπάρχουν διάσπαρτες ακανόνιστου σχήματος κιτρινωπές κηλίδες.  Στιγματική περιοχή με καστανή ζώνη.  Βασική περιοχή σε σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου, με καφέ χρώμα και με χλωμό μπλε  περιθώριο.  Ψευδοοφθαλμοί ελαιόχρωμοι.  Γλωσσίδιο (το κάτω άκρο του χείλους) πρασινοκίτρινο, 3-δοντο και με πολύ εμφανή κλίση προς τα πάνω.  Πολλίνια με κίτρινο χρώμα.

Ανθίζει Μάρτιο-Aπρίλιο.

Πατρίδα-Ενδιαίτημα:  Κοινό φυτό στην Κύπρο, είναι σχεδόν ενδημικό αλλά υπάρχει και στην Τουρκία.  Απαντάται σε πευκοδάση, φρυγανότοπους, θαμνώνες και χορταριασμένα εδάφη από 0-925μ.υψόμετρο.

 

 

Papaver setigerum

Name/Όνομα:  Παπάβερ το αδρότριχο*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Papaver setigerum  DC.

       Common name/Όνομα:  Poppy of Troy

Family/ΟικογένειαPAPAVERACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Syn “Papaver somniferum subsp. setigerum”  (DC.) Corb

 

Description

Plant:  Papaver setigerum is a herbaceous annual plant growing up to 70cm high.

Stem:  Erect, branched, cylindrical, glaucous-green and generally glabrous, sometimes with sparse white and bristly hairs.

Leaves:  Basal leaves oblong-obovate in outline, simple, glaucous-green, deeply lobed, petiolate; lobes irregularly toothed, usually glabrous except the area near the midvein, where few bristly hairs are present; lobes bear a prominent and pointed bristle at their apex; stem leaves similar but smaller, oblanceolate, glabrous, apex acuminate, sessile or partly surrounding the stem.  Flowers:  Hermaphrodite, actinomorphic, solitary and terminal; peduncle very long with ascending bristles; sepals 2, suborbicular, hispid,  green,  shedding early; petals 4, obovate to round, pale purple or lavender,  glabrous with a dark blotch ta their base; stamens many, filaments dark purple, anthers oblong-yellow;  stigmatic rays up to 10;

Flowering time: April-May.

Fruit:  Erect, obovoid, green and glabrous capsule enclosing kidney-shaped, dark brown seeds, with closely rediculated surface.

Habitat: Common plant in Cyprus and it is found on stony hillsides from 300-1225m alt.

Native:  Southern Europe, Mediterranean region and Norther Africa.

 

Περιγραφή

Φυτό: Μονοετής πόα ύψους μέχρι 70εκ.

Βλαστός: Όρθιος, με διακλάδωση, κυλινδρικός, γλαυκοπράσινος, γενικά άτριχος, κάποτε με αραιές αδρότριχες.

Φύλλα:  Φύλλα βάσης σε κυκλική διάταξη σαν ροζέτα, είναι απλά, επιμήκη-αντωειδή, γλαυκοπράσινα, με βαθιούς λοβούς, έμμισχα.  Λοβοί άνισα οδοντωτοί, συνήθως άτριχοι εκτός από μια περιοχή κοντά στο κύριο νεύρο, όπου υπάρχουν λίγες αδρότριχες.  Ακόμη στο άκρο κάθε λοβού καταλήγει μια μυτερή και σκληρή αδρότριχα.

Άνθη:  Μονήρη, ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα και επάκρια.  Ποδίσκος άνθους πολύ μακρύς με ανασηκωμένες αδρότριχες.  Σέπαλα 2, σχεδόν κυκλικά, με αδρότριχες που αποπίπτουν γρήγορα μόλις ανοίξει το άνθος.  Πέταλα 4, αντωειδή προς υποσφαιρικά, γυμνά και με μια έντονη σκοτεινή κηλίδα στη βάση τους.  Στήμονες πολλοί, νήμα σκούρο πορφυρό, ανθήρες επιμήκεις και κίτρινοι.  Στίγματα μέχρι 10, όσα και οι εμφανιζόμενες στο άνω μέρος του καρπού στιγματικές ακτίνες.

Άνθιση: Απρίλιο-Μάιο     

Καρπός: Ο καρπός είναι μια όρθια, αντωειδής, πράσινη και γυμνή κάψα που περιέχει νεφροειδή και με καφέ χρώμα σπέρματα, με έντονα δικτυωτή επιφάνεια.     

Ενδιαίτημα: Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε πετρώδεις πλαγιές από 300-1225μ υψόμετρο.

Πατρίδα: Νότια Ευρώπη, η Μεσογειακή ζώνη και η Βόρεια Αφρική.

     

Crassula vaillantii

Name/Όνομα:  Κράσσουλα του βάιλαντ*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Crassula vaillanti*i (Willd.) Roth

Common name/Όνομα:   Narrow-leaves Mossy  stonecrop

Family/Οικογένεια:   CRASSULACEAE

 SynTillaea vaillantii  Willd.

 *Sebastien Vaillant-French botanist

*Προς τιμή του Γάλλου βοτανολόγου Sebastien Vaillant

Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα

 

Description 

Crassula vaillantii is an annual small plant growing up to 8cm tall.  Stem is prostrate or erect, green when young, reddish or red at maturity, fleshy and glabrous.  Leaves are opposite, oblong-linear, simple, entire, rather concave, succulent, slightly upcurved, green and glabrous, obtuse at apex, connate at the base with the stem.  Flowers tiny, hermaphrodite, actinomorphic solitary and axillary or in lax cymes; sepals 4, triangular, green and glabrous, obtuse at apex, connate at the base; petals 4, oblong-ovate, pink, glabrous, obtuse; stamens 4, alternate between petals; ovary superior, carpels 4, distinctly ovoid, erect, brownish becoming red at maturity, apex minute; stigma minute capitate.  The fruit is a follicle.  Flowering time February-April.  Native to Southern Europe, Mediterranean zone and Northern Africa.  Rare plant in Cyprus and it is found on temporary pools on limestones and on muddy and sandy wet places, from 0m-150m alt.

 

Περιγραφή

Μονοετής και αμφίβια πόα που φθάνει τα 8εκ ύψος.  Βλαστοί όρθιοι ή κατακλιμένοι, πράσινοι οι νεαροί, κοκκινωποί ή κόκκινοι στην ωρίμανση, σαρκώδεις και άτριχοι.  Φύλλα αντίθετα, απλά, ακέραια, επιμήκη γραμμοειδή, μάλλον κοίλα, σαρκώδη, ελαφρά λυγισμένα προς τα πάνω, πράσινα και άτριχα, κορυφή πλατιά, ενώ στη βάση συμφύονται και ενώνονται με το βλαστό.  Άνθη πολύ μικρά, ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα, μεμονωμένα και μασχαλιαία ή σε χαλαρή κυματοειδή ταξιανθία.  Πέταλα και σέπαλα άτριχα.  Σέπαλα 4, τριγωνικά, πράσινα και αμβλύκορφα.  Πέταλα 4,   επιμήκη-ωοειδή, ρόδινα κα αμβλύκορφα.  Στήμονες 4, κατ εναλλαγή μεταξύ των πετάλων.  Ωοθήκη επιφυής, 4-μερής, καρπόφυλλα όρθια, εμφανώς ωοειδή αλλά με στενή και πολύ μικρή και μαυριδερή κορυφή και με καστανό χρώμα, που τελικά γίνεται κόκκινο.  Στίγμα πολύ μικρό κεφαλωτό.  Καρπός θύλακας.  Άνθιση Φεβρουάριος –Απρίλιος.  Πατρίδα του η Νότια Ευρώπη, η Μεσογειακή ζώνη και η Βόρεια Αφρική.  Σπάνιο φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε εποχιακά λιμνία ασβεστολίθων και σε λασπώδη, αμμώδη και υγρά εδάφη από 0- 150μ υψόμετρο.

Onobrychis venosa

Name/Όνομα:   Ονοβρυχίς η φλεβώδης   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Onobrychis venosa (Desf.) Desv.

Common name/ Κοινό όνομα:  Veined Sainfoin       

Family/Οικογένεια: FABACEAE

  Description

Onobrychis venosa is a perennial herb growing up to 25cm tall.  Stem is short, spreading or sub-erect, unbranched, green or purplish, densely covered with white and soft woolly hairs.  Leaves alternate, compound, odd-pinnate, petiolate; leaflets ovate to suborbicular, green with purplish or bronze venation on the margin and on the upper surface, pale green and hairy below with a distinct purplish and straight mid-vein, margin often purplish, apex mostly obtuse, petiolule* short.  Flowers many, zygomorphic, papilionaceous** and hermaphrodite in axillary racemes; peduncle hairy; petals pale yellow with conspicuous red veins; standard petal suborbicular, emarginated at apex; wings short, rather obtuse, keel upcurved; calyx 5-toothed, teeth erect, pointed, purplish and hairy; stamens 10, 9 fused, 1 free; ovary superior, style and stigma 1.  Flowering time February-April.  The fruit is a flattened, orbicular and hairy pod with few prominent spikes.  It is common and endemic plant to Cyprus and it is found on dry and rocky hillsides, limestone slopes, igneous formation and sandy places from 0-1000m alt.

petiolule* = a stalk of a leaflet of a compound leaf.

papilionaceous** = flowers resemble a butterfly

 

Περιγραφή

Πολυετής πόα που μπορεί να φθάσει τα 25εκ. ύψος.  Βλαστός κοντός, απλωμένος ή ημιόρθιος, χωρίς διακλάδωση, πράσινος ή πορφυρός, πυκνά καλυμμένος με άσπρες και μαλακές τρίχες.  Φύλλα κατ εναλλαγή, σύνθετα, περιττόληκτα και έμμισχα.  Φυλλάρια ωοειδή προς υποκυκλικά, αμβλύκορφα με κοντό μίσχο, χείλος συχνά πορφυρό, πράσινα με εμφανείς πορφυρές ή χάλκινες νευρώσεις στην άνω επιφάνεια, με ανοικτή πράσινη και τριχωτή κάτω επιφάνεια, στην οποία υπάρχει ένα πορφυρό και ίσιο κύριο νεύρο.  Άνθη πολλά, ζυγόμορφα, μοιάζουν με πεταλούδα, είναι ερμαφρόδιτα και βγαίνουν σε μασχαλιαίους βότρεις.  Ποδίσκοι τριχωτοί.  Πέταλα με ανοικτό κίτρινο χρώμα και με έντονες κόκκινες νευρώσεις.  Ο πέτασος (το μεγάλο πέταλο) είναι σχεδόν κυκλικό με μικρή εγκοπή στην κορυφή, οι πτέρυγες είναι κοντές και αμβλύκορφες και η τρόπιδα φέρει κορυφή ξαφνικά ανερχόμενη.  Κάλυκας με 5 όρθια, μυτερά, πορφυρά και τριχωτά δόντια.  Στήμονες 10, 9 συμφυείς και 1 ελεύθερος.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος και στίγμα 1.  Άνθιση Φεβρουάριος-Απρίλιος.  Ο καρπός είναι ένας επίπεδος, κυκλικός και τριχωτός χέδρωψ* που φέρει λίγες σκληρές άκανθες.  Κοινό και ενδημικό φυτό της Κύπρου και απαντάται βραχώδεις και ξηρούς λόφους, ασβεστολιθικές πλαγιές, σε πυριγενή εδάφη και κάποτε σε αμμώδεις περιοχές από 0-1000μ. υψόμετρο.

χέδρωψ*= καρπός των ψυχανθών συνήθως μακρόστενος και ανοίγει με 2 ραφές (κοιλιακή και ραχιαία) που βρίσκονται απέναντι η μια από την άλλη.