Name/Όνομα: Ανεμώνη η στεφανωτή.
Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Anemone coronaria* L.
Common name/Κοινό όνομα: Windflower, garden anemone, dağ lalesi, Kalanit, ανεμώνη, κούκος, λαλές.
Family/Οικογένεια: RANUNCULACEAE.
Description
It is herbaceous perennial plant growing up to 45cm tall; scape 1, simple, erect, greenish and pubescent, developing from a short woody rhizome. Leaves compound, triangular, 3-lobed, thinly hairy; lobes dissected in smaller, pilose, crenate, petiolulate and green segments. Flowers actinomorphic, hermaphrodite, solitary, terminal, poppy-like and they appear just above a whorl of 3 small deeply dissected, sessile and pubescent leaves; perianth of 5-8 ovate, pubescent externally, glabrous internally, red, white, blue or pink or with variable shades of the colors above, petal-like sepals; penducle hairy; stamens numerous, filaments unequal, pink, reddish or violet, glabrous, radically arranged from the center which is a globe-shaped receptacle, consisted of many carpels; anthers greenish-yellow, becoming dark purple, violet or black in mature; flowering time January-April. The fruit is an achene. Native to Mediterranean region. Hab: On grassy slopes, calcareous stony hillsides, woodland edges, damp grassland, cultivated land and roadsides, from sea level to 875m alt.
- Anemone comes from the Greek word anemos = wind, coronaria refers to a crown which is similar to the shape of the flower
Περιγραφή
Πολυετές και ποώδες φυτό ύψους μέχρι 45cm. Βλαστός 1, απλός, όρθιος, πρασινωπός και ελαφρά τριχωτός, αναπτυσσόμενος από ένα κοντό και ξυλώδες ρίζωμα. Φύλλα σύνθετα, τριγωνικά, 3-λοβα, χνουδωτά και διαιρεμένα σε μικρότερα, επίσης χνουδωτά, πράσινα, έμμισχα και οδοντωτά φύλλα. Άνθη, ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα, επάκρια και μεμονωμένα, μοιάζουν με τα άνθη της παπαρούνας και αναπτύσσονται ακριβώς ψηλότερα από ένα σύνολο 3 σπονδυλωτών φύλλων που είναι άμισχα, χνουδωτά και βαθειά διαιρεμένα. Περιάνθιο από 5-8 ωοειδή, χνουδωτά εξωτερικά, γυμνά εσωτερικά, κόκκινα, λευκά, μπλε, ή ροζ ή με ποικιλία χρωματισμών από τα πιο πάνω χρώματα σεπάλων που μοιάζουν με πέταλα(πέταλα απουσιάζουν). Ποδίσκος όρθιος και χνουδωτός. Στήμονες πολλοί με άνισο νήμα, με ροζ, κοκκινωπό ή μωβ χρώμα, διατεταγμένοι ακτινοειδώς γύρω από το κέντρο που είναι μια διογκωμένη ανθοδόχη αποτελούμενη από πολλά καρπόφυλλα. Οι ανθήρες είναι στην αρχή πρασινοκίτρινοι, αλλά στην ωρίμανση παίρνουν χρώμα σκούρο μωβ, μαύρο ή βιολετί. Ανθίζει Ιανουάριο-Απρίλιο. Ο καρπός είναι αχαίνιο. Κοινό φυτό της Κύπρου, με πατρίδα την Μεσογειακή ζώνη και απαντάται σε πετρώδεις ασβεστολιθικές εκτάσεις, σε χορταριασμένες πλαγιές, σε καλλιεργημένα ή ακαλλιέργητα χωράφια και κατά μήκος δρόμων από 0-875m υψόμετρο. *Το όνομα του γένους αναφέρεται στον άνεμο και το όνομα του είδους αναφέρεται στο άνθος που μοιάζει με στεφάνι.