Name/Όνομα: Ταράξακο το χολβόειο.
Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Taraxacum holmboei H.Lindberg.
Common name/ Κοινό όνομα: Αγριοράδικο.
Family/Οικογένεια: ASTERACEAE
* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.
Description
Plant: Perennial stemless herb.
Leaves: All leaves are basal forming a rosette; they are oblong in outline, glabrous above, minutely pilose beneath, deeply divided into deltoid, acute and entire or toothed lateral lobes; terminal lobe ± acute, deltoid, and smaller than lateral lobes; lateral lobes are runcinated (pointing backwards); petiole short and purplish;
Flowers: Capitula 1 to many, solitary and terminal, appearing after the development of the leaves (hysteranthus); scapes cylindrical, up to 10 cm high, leafless, green becoming purplish-brown with age, thinly pilose or glabrous; involucre campalunate; phyllaries greenish in several series, they are imbricate, the outermost oblong-ovate, subacute and reflexed, forming a calyculus*, the inner oblong and obtuse with membranous margins; ligules oblong-linear, golden yellow, often tinged purplish beneath, minutely 5-toothed at apex; anthers linear and yellow.
Flowering time: May-June
Fruit: Achenes, oblong, strongly compressed, and ribbed; base of the ribs with spiny margins, dark brown to rusty-red, with white pappus.
Habitat: Roadsides, hillsides, open pine forests, from 1200-1900 m alt.
Native: Endemic to Cyprus, locally common at mountains of Troodos.
calyculus * = a small cup-shaped structure that resembles a calyx
Περιγραφή
Φυτό: Πολυετής πόα χωρίς βλαστό.
Φύλλα: Όλα τα φύλλα βρίσκονται στη βάση και σχηματίζουν ροζέτα, είναι προμήκη στο περίγραμμα, άτριχα από πάνω, με ελάχιστο μικρό τρίχωμα στην κάτω επιφάνεια, ενώ το έλασμα διαιρείται με βαθιές τομές σε δελτοειδείς, οξυκόρυφους και ακέραιους ή οδοντωτούς πλάγιους λοβούς. Ο τελικός λοβός είναι λίγο μικρότερος, ± οξυκόρυφος και δελτοειδής. Οι πλάγιοι λοβοί έχουν τα άκρα τους στραμμένα προς τα πίσω δηλ. προς τη βάση. Μίσχος κοντός και πορφυρός.
Άνθη: Κεφάλια 1 μέχρι πολλά, μεμονωμένα και επάκρια, εμφανιζόμενα μετά την άναπτυξη των φύλλων. Ποδίσκοι κεφαλίων κυλινδρικοί, μέχρι 10 εκ ψηλοί, πράσινοι στην αρχή, με πορφυρό-καφέ χρώμα τελικά, ελαφρά τριχωτοί ή άτριχοι. Σύνολο φυλλαρίων σε καμπανοειδή σχηματισμό, φυλλάρια πρασινωπά σε αρκετές σειρές, αλληλεπικαλυπτόμενα, τα εξωτερικά είναι προμήκη-ωοειδή, σχεδόν μυτερά και στραμμένες προς τα κάτω κορυφές σχηματίζοντας κυπελλοειδή κατασκευή που μοιάζει με μικρό κάλυκα, ενώ τα εσωτερικά φυλλάρια είναι προμήκη, πλατυκόρυφα και με μεμβρανώδη χείλη. Ανθίδια προμήκη-γραμμοειδή, γλωσσοειδή, με χρυσοκίτρινο χρώμα, συχνά με πορφυρή χροιά από κάτω και με 5 πολύ μικρά δόντια στην κορυφή τους. Ανθήρες γραμμοειδείς και κίτρινοι.
Άνθιση: Μάιος-Ιούνιος.
Καρπός: Αχαίνιο, προμήκες, έντονα συμπιεσμένο και ραβδωτό. Στη βάση του αχαινίου υπάρχουν ακανθωτές προεξοχές, με σκούρο καφέ ή σε χρώμα σκουριασμένου κόκκινου, ενώ ο πάππος είναι λευκός.
Ενδιαίτημα: Κατά μήκος δρόμων, πλαγιές βουνών και ανοικτά πευκοδάση, από 1200-1900 μ υψόμετρο.
Πατρίδα: Ενδημικό φυτό της Κύπρου, τοπικά κοινό στα βουνά του Τροόδους.