Name/Όνομα: Πλαντάγον το λαγοπόδαρον.*
Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Plantago lagopus L.
Common name/ Κοινό όνομα: Haresfoot plantain
Family/Οικογένεια: PLANTAGINACEAE
*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.
Description
Plant: Stemless annual herb with slender taproot.
Leaves: Simple, lanceolate to oblanceolate, forming a loose rosette, 15 cm long or more, 3-5 nerved, petiolate, margins entire or minutely dentate, densely covered with long, whitish and rough hairs when young, sparsely hairy or glabrous later, apex acute or obtuse, attenuated at base.
Flowers: Many, radially symmetrical and hermaphrodite in silky-hairy, ovoid, becoming later cylindrical spikes; scape erect or ascending, longer than leaves, ribbed, hairy or glabrous; bracts ovate-lanceolate or obovate, densely hairy; sepals 4, ovate, imbricate at the base, hairy; corolla lobes 4, ovate to elliptic, spreading, membranous, acuminate, sparsely hairy; stamens 4, long-exserted, anthers oblong, yellow with a small, apical, almost invisible appentage; ovary superior, style 1, style 1.
Flowering time: February-June.
Fruit: Capsule.
Habitat: Roadsides, waste ground, grassland, hillsides from 0-1100m alt.
Native: Mediterranean region, Western Asia.
Περιγραφή
Φυτό: Μονοετής πόα χωρίς βλαστό και με λεπτό ριζικό σύστημα.
Φύλλα: Σε χαλαρή ροζέτα επί του εδάφους, απλά, λογχοειδή ή αντιλογχοειδή, μήκος 15 εκ ή και περισσότερο, με 3-5 νεύρα, έμμισχα, χείλη ακέραια ή με πολύ μικρά δόντια, με πυκνές, μακριές, ασπριδερές και με ανώμαλη επιφάνεια τρίχες και στις 2 επιφάνειες όταν είναι νεαρά, με διάσπαρτες τρίχες ή άτριχα αργότερα, οξύκορφα ή πλατύκορφα και με στενή και μυτερή βάση.
Άνθη: Πολλά, με ακτινωτή συμμετρία και ερμαφρόδιτα, σε αρχικά ωοειδείς και πυκνά τριχωτούς στάχεις, σε κυλινδρικούς στάχεις αργότερα. Ανθικός άξονας όρθιος ή ανερχόμενος, μακρύτερος των φύλλων, ραβδωτός, τριχωτός ή γυμνός. Βράκτια ωοειδή-λογχοειδή ή αντωειδή, πυκνά τριχωτά. Σέπαλα 4, ωοειδή, τριχωτά, αλληλεπικαλυπτόμενα στη βάση τους. Στεφάνη 4-λοβη, λοβοί απλωμένοι, μεμβρανώδεις, μυτεροί αραιά τριχωτοί. Στήμονες 4, εμφανώς εκτός στεφάνης, ανθήρες επιμήκεις και κίτρινοι και με σχεδόν αφανή προεκβολή στην κορυφή τους. Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, στίγμα 1.
Άνθιση: Φεβρουάριος-Ιούνιος.
Καρπός: Κάψα.
Ενδιαίτημα: Κατά μήκος δρόμων, σε πλαγιές λόφων και σε άγονα ή χορταριασμένα εδάφη, από 0-1100 μ υψόμετρο.
Πατρίδα: Μεσογειακή ζώνη και Δυτική Ασία.