Name/Όνομα: Πλαντάγον το κορωνόποδο υποείδ. το μετασχηματισμένο.
Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Plantago coronopus subsp. commutata (Guss.) Pilg.
Common name/Κοινό Όνομα: Buck’s-horn plantain, τσαλαπετεινός, κορακοπόδι, λιθόσπαστος.
Family/Οικογένεια: PLANTAGINACEAE
* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.
Πήρε το όνομα αυτό λόγω της ομοιότητας των φύλλων του με το πόδι του πουλιού κοράζινος , που είναι ο κόρωνος ή το κοράκι.
Description
Plant: Annual or biennial herb.
Stem/s: Very short or stemless.
Leaves: Variable in a basal, usually flat rosette, simple, petiolate, glabrous or densely hairy, oblanceolate in outline, up to 15 cm long by 1.5-2 cm wide, entire or deeply divided once or twice, into acute and stalkless, oblong-ovate lobes.(coronopus = coronos + pus, in Greek coronos is the bird crow, pus = πόδι, is the crow´s foot , the shape of leaves resemble crow´s foot)
Flowers: Very small, actinomorphic and hermaphrodite, in long, many-flowered, cylindrical spikes*, at the end of many, adpressed hairy, flowering stems (scapes), often upcurved at apex and exceeding leaves´rosette; Bracts erect, ovate, convex, apex cuspidate, with ciliated, membranous and transparent margins; sepals 4, erect, ovate, ciliated, in 2 different pairs, upper (adaxial) sepals conspicuously winged, lower (abaxial) sepals without wings; corolla lobes 4, alternating with sepals, ovate, spreading, acute, transparent-membranous with a distinct brownish midvein, glabrous; stamens 4, filaments long, anthers versatile**, facing inwards, yellow; ovary superior, ovoid, hairy, style 1 long and hairy, stigma 1.
Flowering time: February-October.
Fruit: Ovoid capsule.
Habitat: Waste ground, roadsides, uncultivated fields, dry hillsides, from 0-1200 m alt.
Native: Mediterranean region, Western Europe, Western Asia.
spike * = unbranched inflorescence with sessile flowers.
versatile anther** = when a filament´s apex, attaches an anther near its middle.
Περιγραφή
Φυτό: Μονοετής ή διετής πόα.
Βλαστός: Πολύ κοντός ή χωρίς βλαστό.
Φύλλα: Ποικιλόμορφα σε συνήθως επίπεδη ροζέτα, απλά, έμμισχα, άτριχα ή πυκνά τριχωτά, αντιλογχοειδή στο περίγραμμα, μέχρι 15 εκ μήκος ή και περισσότερο και 1,5-2 εκ. πλάτος, ακέραια ή βαθειά διαιρεμένα 1 ή 2 φορές σε οξύκορφους και άμισχους, προμήκεις-ωοειδείς λοβούς. (coronopus = coronos + pus, στα Ελληνικά coronos είναι το κοράκι ή κόρωνος, pus = πόδι, δηλ, το σχήμα των φύλλων μοιάζει με το πόδι του κόρωνου).
Άνθη: Πολύ μικρά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε μακρούς, πολυανθείς και κυλινδρικούς στάχεις, στα άκρα αρκετών ανθικών αξόνων, που καλύπτονται από πυκνές και παράλληλες με τον άξονα τρίχες. Οι στάχεις συχνά ξεπερνούν την ακτίνα της ροζέτας των φύλλων και μπορεί να έχουν τα άκρα τους λυγισμένα προς τα πάνω. Βράκτια όρθια, κοίλα, ωοειδή, με κάπως σκληρή και μυτερή κορυφή και με μεμβρανώδη, βλεφαριδωτά και διαφανή χείλη. Σέπαλα 4, όρθια, ωοειδή και βλεφαριδωτά, σε 2 διαφορετικά ζευγάρια, τα ανώτερα (ραχιαία) εμφανώς πτερυγωτά και τα κατώτερα (κοιλιακά ) χωρίς πτέρυγες. Λοβοί στεφάνης 4, κατ εναλλαγή με τα σέπαλα, ωοειδή, απλωμένα, οξύκορφα, διαφανή και μεμβρανώδη και με ένα καφέ χρώματος πολύ εμφανές κεντρικό νεύρο. Στήμονες 4, νήμα μακρύ που η κορυφή του ακουμπά στο μέσο του ανθήρα και ανθήρες κίτρινους που έχουν μέτωπο προς το κέντρο του άνθους. Ωοθήκη επιφυής, ωοειδής και τριχωτή, στύλος 1, μακρύ και τριχωτός, στίγμα 1.
Άνθιση: Φεβρουάριος-Οκτώβριος.
Καρπός: Ωοειδής κάψα.
Ενδιαίτημα: Άγονα εδάφη, κατά μήκος δρόμων, ακαλλιέργητα χωράφια και ξηρές πλαγιές από 9-1200 μ υψόμετρο.
Πατρίδα: Μεσογειακή ζώνη, Δυτική Ευρώπη, Δυτική Ασία.