Nasturtium officinale

July 2, 2020 by savvas

Nasturtium officinale

Name/Όνομα:  Ναστούρτιο το φαρμακευτικό

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Nasturtium officinale R.Br.  

Common name/Κοινό Όνομα:  Watercress, Νεροκάρδαμο, Καρταμίλλα.   

Family/Οικογένεια:  BRASSIGACEAE  

 

 

Description

Plant:  Perennial herb growing up to 60 cm high.      

Stem/s:  Ascending or decumbent, ribbed or angled, green, glabrous or nearly so, rooting at the lower nodes, sometimes floating.  

Leaves:  Alternate, compound, pinnate, and glabrous; petiole channeled above, with 2, narrow lobes at the base; leaflets usually up to 7-8, simple, ovate, oblong or elliptical, irregularly distant, entire or sinuate-serrate, sessile, obtuse at apex, cuneate at the base; terminal leaflet larger, ovate or lyrate, entire or sinuate-dentate; lower leaves with less leaflets.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in many-flowered, terminal corymbs; pedicels erect or ascending, sparsely covered with short whitish hairs (glabrescent); sepals 4, erect, concave, the inner acute, the outer obtuse, yellowish, glabrescent; petals 4, spreading, white, obscurely 3-veined, glabrescent, rounded at apex, reduced to a claw at the base; stamens 6, anthers oblong and yellow; ovary superior, style 1, stigma capitate, yellowish.

Flowering time:  March-May.    

Fruit:  Linear and elongate siligue, patent at the middle and lower part, ascending near apex, glabrescent, longer than stalk, green, becoming purplish at maturity, slightly restricted between the ovoid seeds.       

Habitat:  Places near running water, springs, stream banks, from 0-1200 m alt.  

Native:  Europe, Asia. 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 60 εκ.  

Βλαστός:   Ανερχόμενοι ή κατακλιμένοι, ραβδωτοί η γωνιώδεις, πράσινοι, άτριχοι ή σχεδόν άτριχοι, ριζοβολώντας  από τα χαμηλά γόνατα, ενώ κάποτε μπορεί και να επιπλέουν στο νερό.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, σύνθετα, πτεροειδή και άτριχα.  Μίσχος αυλακωτός από πάνω, με 2 στενούς λοβούς στη βάση του.  Φυλλάρια συνήθως 7-8, απλά, προμήκη, ωοειδή ή ελλειψοειδή, σε άνισες αποστάσεις τοποθετημένα, ακέραια ή με μικρές οδοντώσεις κατά μήκος του χείλους, άμισχα, πλατύκορφα, μυτερά στη βάση.  Τελικό φυλλάριο μεγαλύτερο, ωοειδές ή λυροειδές, ακέραια ή με μικρές οδοντώσεις.  Χαμηλότερα φύλλα με λιγότερα φυλλάρια.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε πολυανθείς επάκριους κορύμβους.  Ποδίσκοι όρθιοι ή ανερχόμενοι, με διάσπαρτες κοντές και ασπριδερές τρίχες.  Σέπαλα 4, όρθια, κοίλα, τα εσωτερικά μυτερά, τα εσωτερικά πλατύκορφα, κιτρινωπά και με διάσπαρτες και κοντές ασπριδερές τρίχες.  Πέταλα 4, λευκά, απλωμένα, με 3 σχεδόν αφανή νεύρα, με τρίχωμα όπως των σεπάλων, με στρογγυλεμένη κορυφή και στενή βάση που καταλήγει σε νύχι.  Στήμονες 6, ανθήρες προμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, στίγμα 1, κεφαλωτό και κιτρινωπό.

Άνθιση:   Μάρτιος-Μάιος.

Καρπός:   Επίμηκες και γραμμοειδές κέρας, οριζόντιο στη μέση του βλαστού ή και χαμηλότερα, ανεχόμενο κοντά στην κορυφή, με διάσπαρτες, κοντές και ασπριδερές τρίχες, μακρύτερο του μίσχου, πράσινο, γινόμενο πορφυρό στην ωρίμανση, ελαφρά συμπιεσμένο μεταξύ των ωοειδών σπερμάτων.

Ενδιαίτημα:   Σε υγρά μέρη, κοντά σε τρεχούμενο νερό ή κοντά σε πηγές και ρυάκια, από 0-1200 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρώπη, Ασία.

Comments are closed.