Archives

Category Archive for ‘Κίτρινα’

Viola kitaibeliana

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Viola kitaibeliana Shultz.

Family/Οικογένεια:   VIOLACEAE

 

 

 

Description

Plant:   Annual herb growing up to 12 cm high. 

Stem/s:   Erect or decumbent, ± branched, greenish or purplish, more or less pubescent, angular.

Leaves:  Alternate; lower leaves broadly-ovate to suborbicular, obtuse, with crenate margins; petiole purplish, pubescent and longer than blade; stipules persistent, leaf-like, with conspicuous and large ovate-lanceolate mid-lobe and few to many linear lateral lobes; upper leaves narrower and longer, spathulate, with crenate-serrate margins; uppermost leaves nearly linear and obscurely serrated.

Flowers:  Small, zygomorphic and hermaphrodite, solitary and axillary; peduncles curved downward at apex with 2 bracteoles near the base of curve; sepals 5, ovate to oblong-lanceolate, ± glabrous, equaling or slightly exceeding petals; petals 5, obovate, spreading, unequal, concave, the lower with a spur and a yellow base near throat, the lateral ones  with upward direction, creamy-yellow bearded at the base and the upper ones often with blue-violet tinge; stamens 5; ovary superior, style 1, stigma 1, globose

Flowering time:   March-May.

Fruit:  Capsule.         

Habitat:   Hillsides, vineyards, 600-1200 m alt.

NativeCanary Islands to Europe and Iran-Turkmenistan.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 12 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι ή κατακλιμένοι, με ή χωρίς διακλάδωση, γωνιώδεις, πρασινωποί έως πορφυροί, λίγο ή πολύ χνουδωτοί.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, τα χαμηλότερα είναι πλατειά-ωοειδή προς σχεδόν  κυκλικά, πλατυκόρυφα με οδοντωτά χείλη.  Μίσχος πορφυρός, τριχωτός και μακρύτερος του ελάσματος του φύλλου.  Παράφυλλα με πολλούς πλάγιους γραμμοειδείς λοβούς και με εμφανή ένα ωοειδή-λογχοειδή μεσαίο λοβό, μεγαλύτερο των άλλων.  Ανώτερα φύλλα στενότερα και μικρότερα, σπατουλοειδή, με οδοντωτά-πριονωτά χείλη.  Ψηλότερα φύλλα σχεδόν γραμμοειδή και με δυσδιάκριτα πριονωτά χείλη.

Άνθη:   Μικρά, ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα και μασχαλιαία.  Ποδίσκος ανθέων με λυγισμένη την κορυφή του προς τα κάτω και φέρει 2 μικρά βράκτια κοντά στην  περιοχή λυγίσματος.  Σέπαλα 5, ωοειδή ή προμήκη-λογχοειδή, με ή χωρίς τρίχωμα, ισομήκη ή ελαφρά μακρύτερα των πετάλων.  Πέταλα 5, αντωειδή, απλωμένα, άνισα και κοίλα, το χαμηλότερο με πλήκτρον και μια κίτρινη περιοχή κοντά στον φάρυγγα, τα πιο πάνω πλάγια έχουν κατεύθυνση προς τα κάτω, χρώμα λευκό-κρεμώδες προς κίτρινο  και φέρουν δέσμη τριχών στη βάση τουςμ ενώ τα ανώτερα συχνα έχουν μπλε-βιολετί χροιά.  Στήμονες 5.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, στίγμα σφαιρικό.

Άνθιση:   Μάρτιος-Μάιος

Καρπός:   Κάψα.

Ενδιαίτημα:   Πλαγιές και πεδιάδες, από 600-1200  υψόμετρο.

Abutilon theophrasti

Name/Όνομα:    Αβούτιλον θεοφράστου*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Abutilon theophrasti Medik.

Common name/Κοινό Όνομα:   Tientsig jute, Velvetleaf, Βελουδόφυλλο, Αγριοβαμβακιά.

Family/Οικογένεια:    MALVACEAE

 

Description

 

Plant:   Annual growing up to 240 cm high, usually less than 100 cm. 

Stem/s:   Erect, branched, cylindrical, brownish and covered with soft velvety whitish hairs.

Leaves:    Alternate, simple, entire, heart-shaped and petiolate, covered with short and soft whitish hairs;

Flowers:   Actinomorphic and hermaphrodite, solitary or in few-flowered, axillary cymes; peduncle cylindrical, brownish, covered with soft hairs; petals 5, obovate and yellow, united at the base; sepals 5, broadly-ovate or elliptic, brownish and hairy, united at the base; epicalyx absent; stamens numerous, filaments fused forming a hollow tube, allowing the style passing through, while the anthers appear at the top of the style; pollen-grains spiny; ovary superior.

Flowering time:   June-September.

Fruit:   Capsule, dehiscent mericarp, ring-shaped, consists of 12-15, woody, black and hirsute segments, containing many tuberculate seeds.   

Habitat:    Roadsides, field limits, vineyards, 50-300 m alt.

Native:   Southern Asia.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετές φυτό με ύψος μέχρι 240 εκ, αλλά συνήθως λιγότερο του 1 μ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, διακλαδωμένοι, κυλινδρικοί, καστανοί και καλυμμένοι με μαλακές, κοντές και ασπριδερές τρίχες.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά και ακέραια, καρδιοειδή και έμμισχα, καλυμμένα με κοντές, μαλακές και ασπριδερές τρίχες.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα ή σε μασχαλιαίες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Ποδίσκος καστανός και τριχωτός.  Πέταλα 5, κίτρινα, αντωειδή, και ενωμένα στη βάση τους.  Σέπαλα 5, πλατειά-ωοειδή ή ελλειπτικά, καστανά και τριχωτά, ενωμένα στη βάση τους.  Επικαλύκιον απουσιάζει.  Στήμονες πολυάριθμοι με νήματα που συμφύονται και σχηματίζουν κοίλο σωλήνα μέσα από τον οποίο περνά ο στύλος, ενώ οι κίτρινοι ανθήρες εμφανίζονται στην κορυφή του στύλου.  Κόκκοι γύρης αγκαθωτοί.  Ωοθήκη επιφυής.

Άνθιση:  Ιούνιος-Σεπτέμβριος.

Καρπός:   Κάψα, μεριστόκαρπος διαρρηκτός σε σχήμα που μοιάζει με μεγάλο δακτύλιο, αποτελούμενο από 12-15, ξύλινα, μαύρα και αδρότριχα τμήματα, που περιέχουν πολλά σχεδόν ωοειδή και με ανώμαλη επιφάνεια σπέρματα.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, όρια χωραφιών, πεδιάδες, από 50-300 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Νότια Ασία.

Solanum lycopersicum

 

Name/ Όνομα  :    Σολανόν το λυκοπερσικόν.

Scientific name / Επιστημονικό όνομα:   Solanum lycopersicum L.

Common name/ Κοινό όνομα:   Tomato, Pomodoro, Pomme d´ amour, Ντομάτα.

Family/Οικογένεια:    SOLANACEAE

 

 

Description

 

Plant:   Annual herb growing up to 189 cm high if supported.

Stem/s:  Much branched, angular, distinctly ribbed, and finely covered with short hairs mixed with glandular trichomes.

Leaves:   Alternate, compound, odd pinnate, and petiolate; leaflets 3-9, oblong-ovate with irregularly serrate margins, petiolate, hairy on both surfaces; rachis ribbed and hairy.

Flowers:   Actinomorphic and hermaphrodite, in few-flowered, terminal cymes; calyx patent, green, hairy, 5-toothed, remaining in fruit; teeth fussed at the base, narrowly-oblong, obtuse at apex; corolla yellow, petals 5, fused at the base, oblong-ovate to triangular, distinctly recurved; stamens 5, erect, filaments connivent forming a central cone, anthers yellow, longitudinally dehiscent; ovary superior with 2 carpels, style 1, stigma 1.

Flowering time:   May-November.

Fruit:   Many-seeded, globose or ovoid, and fleshy berry, greenish becoming red in maturity, edible.      

Habitat:  Cultivated.  

Native:   Peru.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 180 εκ, αν υποστηριχθεί κατάλληλα.

Βλαστός/οί:   Πολύκλαδοι, γωνιώδεις , έντονα ραβδωτοί και καλυμμένοι με κοντές τρίχες μαζί με αραιές αδενώδεις τρίχες.

ΦύλλαΚατ εναλλαγή, σύνθετα, περιττόληκτα και έμμισχα.  Φυλλάρια 3-9, προμήκη-ωοειδή με άνισα οδοντωτά χείλη, έμμισχα, τριχωτά και στις δύο επιφάνειες.  Άξονας του σύνθετου φύλλου τριχωτός και ραβδωτός    

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαπρόδιτα, σε ολιγοανθείς επάκριες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Κάλυκας καμπανοειδής, πράσινος και τριχωτός, παραμένει στον καρπό, έχει 5 στενά και προμήκη δόντια, με πλατειά κορυφή, ενωμένα στη βάση τους και τοποθετημένα σχεδόν οριζόντια.  Στεφάνη κίτρινη, πέταλα 5, ενωμένα στη βάση τους, προμήκη-ωοειδή προς τριγωνικά, έντονα λυγισμένα προς τα πίσω και κάτω.  Στήμονες 5, όρθιοι, νήματα ενωμένα σχηματίζοντας κεντρικό κώνο, ανθήρες κίτρινοι και διαιρεμένοι κατά μήκος.  Ωοθήκη επιφυής με 2 καρπόφυλλα, στύλος 1, στίγμα 1.

Άνθιση:   Μάιος-Νοέμβριος.

Καρπός:   Πολύσπερμη, ωοειδής ή σφαιρική και σαρκώδης ράγα, πράσινα αρχικά, κόκκινη τελικά.

Ενδιαίτημα:  Καλλιεργούμενο είδος..

Πατρίδα:   Περού.

Ridolfia segetum

Name/Όνομα:   Ριτόλφια η αγροστώδης*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Ridolfia segetum (Guss.) Moris

Common name/Κοινό Όνομα false fennel, corn parsley, false caraway.

Family/Οικογένεια:    APIACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:    Biennial herb growing up to 100 cm high.

Stem/s:   Glaucous green, erect, slightly sulcate, unbranched below, hairless.

Leaves:   Alternate, compound, and petiolate, ovate-triangular in outline, much divided into very thin cylindrical, acute and glabrous segments; petiole very long, ribbed, channeled above, inflated at the base forming an auriculate sheath.  

Flowers:  Actinomorphic, the most of them hermaphrodite, in compound, pedunculated and terminal sciadia (umbels); bracts and bracteoles absent; subequal rays of each umbel up to 60;  each ray terminates in a 30-flowered umbellule; sepals obsolete; petals 5, oblong and yellow, strongly incurved; stamens 5 alternate with petals; ovary inferior, 2-locular, styles 2 arising from stylopodium**, stigmas capitate. 

Flowering time:    April-June.

Fruit:   2-parted schizocarp.    

Habitat:   Cultivated fields, 0-750 m alt.

NativeMediterranean region.

 

Stylopodium** = a nectariferous disk coming from an enlarged style´s base.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Διετής πόα με ύψος μέχρι 100 εκ.

Βλαστός/οί:   Γλαυκοπράσινοι, όρθιοι, ραβδωτοί ελαφρά, χωρίς διακλάδωση χαμηλά και άτριχοι.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, σύνθετα και έμμισχα, ωοειδή-τριγωνικά στο περίγραμμα, έλασμα έντονα διαιρεμένο σε λεπτά, κυλινδρικά, μυτερά και άτριχα τμήματα.  Μίσχος πολύ μακρύς, ραβδωτός, αυλακωτός από πάνω και διογκωμένος στη βάση δημιουργώντας ένα 2-λοβο στη βάση κολεό.

Άνθη:   Ακτινόμορφα, τα περισσότερα ερμαφρόδιτα, σε σύνθετα, επάκρια και με ποδίσκο σκιάδια.  Βράκτια και βρακτίδια απουσιάζουν.  Σε κάθε σκιάδιο υπάρχουν μέχρι 60 σχεδόν ισομήκεις ακτίνες, ενώ κάθε ακτίνα καταλήγει σε μικρότερο σκιάδιο των 30 περίπου ανθέων.  Πέταλα 5, προμήκη και κίτρινα, με έντονα λυγισμένες προς τα πίσω τις κορυφές τους.  Στήμονες 5 κατ εναλλαγή με τα πέταλα.  Ωοθήκη υποφυής με 2 καρπόφυλλα, στύλοι 2 που υψώνονται από το στυλοπόδιο*, στίγματα κεφαλωτά.

Άνθιση:   Απρίλιος-Ιούνιος.

Καρπός:   Διμερές σχιζοκάρπιο.

Ενδιαίτημα:   Καλλιεργημένοι αγροί από 0-750 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

 

Στυλοπόδιο* = Νεκταριοφόρος δίσκος που προέρχεται από τη διαπλατυσμένη βάση των στύλων ( Apiaceae ).

 

 

Rapistrum rugosum

Name/Όνομα:   Ράπιστρον το συρρικωμένον*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Rapistrum rugosum (L.) All.  

Common name/Κοινό Όνομα: Bastard cabbage, turnip weed, rapistre, ausdauernder  windsbook, bakbukon mekkurnat, rapistro rugoso, miyagarashi, jaramago, kediturpu.

Family/Οικογένεια:    BRASSICACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Annual herb growing up to 100 cm high. 

Stem/s:   Erect or spreading, much branched, angled, hairless above, with stiff bristly hairs below, and often purple.

Leaves:   Alternate, thinly hairy or glabrous, and petiolate; lower leaves obovate in outline, -blade lyrate-pinnatisect, or divided into 3 or more irregular lobes, upper leaves lanceolate, simple and entire, lobed or toothed.

Flowers:   Actinomorphic and hermaphrodite, in much branched, many-flowered and dense corymbs; sepals 4 in 2 whorls, erect or patent, ± thinly hairy, the outer oblong-linear, slightly boat-shaped, often tinged purplish, the inner oblong; petals 4, obovate, yellow; stamens 6 in 2 whorls, an outer pair with short filaments and 2 inner pairs with long filaments, anthers oblong, dehiscing longitudinally; ovary superior, cylindrical, ± glabrous, style 1, stigma 1.

Flowering time:    March-July

Fruit:   Silicle 2-jointed, the lower cylindrical, 1-3 seeded, the upper ovoid-globose, rugose, topped by a short beak, 1-seeded;       

Habitat:   Waste ground, roadsides, fields, 0-1725 m alt.

Native:   Eurasia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 100 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι ή απλωμένοι, πολύκλαδοι, γωνιώδεις, γυμνοί ψηλά, με αδρότριχες χαμηλά.

Φύλλα:   Κατ εναλλαγή, ελαφρά τριχωτά ή άτριχα και έμμισχα.  Χαμηλά φύλλα αντωειδή στο περίγραμμα, έλασμα λυροειδές-πτεροσχιδές ή διαιρεμένο σε 3 ή περισσότερους άνισους λοβούς, ανώτερα φύλλα λογχοειδή, απλά και ακέραια, λοβωτά ή οδοντωτά.

Άνθη:   Ακτινόμορφα  και ερμαφρόδιτα, σε πολύκλαδους, πολυανθείς και πυκνούς κορύμβους.  Σέπαλα 4 σε 2 σπονδύλους, όρθιοι ή σχεδόν οριζόντιοι, με ή χωρίς τρίχες, τα εξωτερικά προμήκη-γραμμοειδή, σε σχήμα  αβαθούς βάρκας, συχνά παίρνουν πορφυρό χρώμα, ενώ τα εσωτερικά είναι προμήκη.  Πέταλα 4, κίτρινα, σταυροειδώς τοποθετημένα, αντωειδή, με νύχι στη βάση τους.  Στήμονες 6 σε 2 σπονδύλους, 1 εξωτερικό ζεύγος με κοντό νήμα και 2 εξωτερικά ζεύγη με μακρύ νήμα, ανθήρες κίτρινοι και προμήκεις, σχισμένοι κατά μήκος.  Ωοθήκη επιφυής και κυλινδρική, με ή χωρίς τρίχες, στύλος 1, στίγμα 1.

Άνθιση:   Μάρτιος-Ιούλιος.

Καρπός:   Κεράτιον με 2 αρθρωτά μέλη, το κάτω κυλινδρικό με 1-3 σπέρματα, το άνω ωοειδές-σφαιροειδές, ρυτιδωμένο και φέρει κοντό ράμφος στην κορυφή του, μονόσπερμο.

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, άγονα εδάφη, αγροί, από 0-1725 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρασία.

Quercus infectoria subsp veneris

Name/Όνομα:    Δρυς η βαφική υποείδ. αφροδίτης

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Quercus infectoria subsp veneris (A.Kern) Meikle

Common name/Κοινό Όνομα:  Oak, βελανιδιά, δρυς. βαλανιδκιά

Family/Οικογένεια:    FAGACEAE

 

Description

 

Plant:   Semi-deciduous tree, growing up to 15 m high or more.

Stem/s:   Twigs hairy becoming hairless with age; bark dark-grey; trunk bulky, old branches robust, and vertically fissured; very old trunk may have big holes; buds ovoid with brownish scales.

Leaves:   Foliage spreading; leaves alternate, oblong, simple, and petiolate, pinnate, shiny above, thinly hairy beneath; margins vary, wavy or serrate, sometimes ± entire, apex rounded or acute, base cuneate or shallowly cordate.   

Flowers:  Small, monoecious and actinimorphic; male flowers are separated from female flowers; male flowers develop on drooping and crowded catkins at the top of twigs, while female inflorescences are erect and elongated few-flowered spikes and arise from the axils of the leaves; perianth segments 4-6, stamens 4-6, erect and free, anthers yellow, 2-thecous, rather large, and longitudinally dehiscent; ovary inferior, 3-locular, styles 3.

Flowering time:   March-April.   Fruiting time:  October-November.

Fruit:  Ovoid,, obovoid or subcylindrical, 1-seeded nut (acorn), brown at maturity, seated on a scaly cupulus (a cup-shaped outgrowth construction); buds ovoid, closely covered  with imbricate, brownish and broad scales.

Habitat: On igneous or calcareous soil, usually outside forests, on mountain valleys, from 0-1375 m alt.

Native:   Eastern Mediterranean region to western Iran.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Ημιφυλλοβόλο δέντρο με ύψος μέχρι 15 μ ή και περισσότερο.

Βλαστός/οί:   Νεαροί κλάδοι τριχωτοί αλλά με την πάροδο του χρόνου γίνονται άτριχοι.  Φλοιός με σκοτεινό γκρίζο χρώμα.  Κορμός ογκώδης και εύρωστος.  Παλαιοί κλάδοι δυνατοί και φέρουν κατακόρυφα σκισίματα.  Δέντρα μεγάλης ηλικίας μπορεί να παρουσιάζουν κουφάλες.  Οφθαλμοί ωοειδείς με καστανά λέπια.

Φύλλα:   Φύλλωμα απλωμένο.  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά και προμήκη, πτερόνευρα, με γυαλιστερή άνω επιφάνεια και ελαφρά τριχωτή την κάτω, χείλη κυματοειδή ή πριονωτά, έλασμα κάποτε ακέραιο, κορυφή στρογγυλή  ή μυτερή και βάση ίσια ή ελαφρά καρδιοειδή.

Άνθη:   Μικρά και ακτινόμορφα, δίκλινα δηλ. τα αρσενικά και τα θηλυκά βρίσκονται στο ίδιο φυτό( μόνοικο φυτό ), αλλά σε διαφορετική θέση.  Αρσενικά άνθη αναπτύσσονται σε κρεμάμενους, πολυανθείς και συνωστισμένους  ίουλους, στην κορυφή νεαρών κλάδων, ενώ οι θηλυκές ταξιανθίες είναι όρθιοι και ολιγοανθείς στάχεις και αναπτύσσονται στις μασχάλες των φύλλων.  Περιάνθιο με 4-6 τμήματα, στήμονες 4-6, όρθιοι με ελεύθερο νήμα και ανθήρες κίτρινους, 2-θηκους, με σχετικά μεγάλο μέγεθος και με κατά μήκος σχίσιμο.  Ωοθήκη υποφυής με 3 καρπόφυλλα και 3 στύλους.

Άνθιση:   Μάρτιος-Απρίλιος.   Καρποφορία:  Οκτώβριος-Νοέμβριος.

Καρπός:   Μονόσπερμο, ωοειδές προς σχεδόν κυλινδρικό κάρυο(βαλανίδι) καστανό στην ωρίμανση, καθήμενο επί ξυλώδους και σκαλωτού κυπέλλου.   Οφθαλμοί ωοειδείς, καλυμμένοι με αλληλεπικαλυπτόμενα, πιεσμένα , πλατιά και καστανά  λέπια.

Ενδιαίτημα:  Συνήθως εκτός δασών, σε πυριγενείς ή ασβεστολιθικές πεδιάδες μέχρι 1375 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ανατολική Μεσογειακή ζώνη μέχρι δυτικό Ιράν.

Geum urbanum

Name/Όνομα:    Γέον το αστικόν.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Geum urbanum L.

Common name/Κοινό Όνομα:   Colewort, herb Bennet, wood avens, St.Bennedict´s herb, Karanfil Otu, Γέον, Καρυοφύλλι

Family/Οικογένεια:    ROSACEAE

 

Description

 

Plant:    Perennial herb growing up to 60 cm high.

Stem/s:   Erect, branched, wiry, dark green, and thinly hairy;

Leaves:   Alternate and hairy, the lower lyrate-pinnate, with 1-5 unequal pairs of lateral leaflets with the terminal leaflet nearly orbicular or deeply  3-lobed, much longer than the others; margins irregularly toothed; petiole slightly channeled above, densely hairy;  upper leaves smaller and 3-lobed or undivided; stipules large, toothed, leaf-like; when the leaves crushed, give off a smell of Dianthus.

Flowers:   Small, few (2-5), actinomorphic and hermaphrodite,  in sparse corymb; pedicel much longer than the flower, densely hairy; petals 5, obovate, spreading, free, pale yellow; calyx with 5 spreading or strongly reflexed, deltoid-acute, green and hairy sepals. epicalyx present alternating with calyx-lobes; stamens numerous, filaments free, anthers yellow, 2-thecous; ovary superior, pistils several, stigmas elongated, becoming reddish with age, apex strongly hooked at fruiting.

Flowering time:    July-August (September).

Fruit:   Achenes several oblong and hairy, bearing the persistent hooked stigmas and forming a spherical infructescence.    

Habitat:  Rare in Cyprus, well-shaded places, near streams, ponds or lakes, at 900 m alt.

Native:   Europe, Middle East.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 60 εκ.

Βλαστός/οί:   όρθιος, διακλαδωμένος, λεπτός σαν σύρμα, με σκούρο πράσινο χρώμα και ελαφρά τριχωτός

Φύλλα:   Αντίθετα και τριχωτά, τα χαμηλότερα είναι πτεροειδή-λειροειδή με μέχρι 5 (συνήθως 2-3)  ζεύγη πλαγίων φυλλαρίων, ενώ ο τελευταίος είναι σχεδόν κυκλικός ή βαθειά 3-λοβος  και πολύ μεγαλύτερος των πλαγίων.  Χείλη με άνισα οδοντωτά.  Μίσχος ελαφρά αυλακωτός από πάνω και πυκνά τριχωτός.  Ανώτερα φύλλα μικρότερα και 3-λοβα ή αδιαίρετα.  Παράφυλλα μεγάλα, οδοντωτά και μοιάζουν με τα φύλλα.  Όταν τα φύλλα συνθλιβούν αναδίδουν οσμή γαρυφάλλου.

Άνθη:  Μικρά, λίγα -2 έως 5, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε αραιά κορυμβοειδή ταξιανθία.  Ποδίσκος πολύ μακρύτερος του άνθους και πυκνά τριχωτός.  Πέταλα 5, αντωειδή, απλωμένα και ελεύθερα με ωχρό κίτρινο χρώμα.  Κάλυκας με 5 απλωμένα ή έντονα λυγισμένα προς τα κάτω, μυτερά, δελτοειδή, πράσινα και τριχωτά σέπαλα.  Επικαλύκιον υπάρχει  με τους στενούς  λοβούς του να είναι κατ εναλλαγή με τα σέπαλα.  Στήμονες πολυάριθμοι, νήμα ελεύθερο, ανθήρες 2-θηκοι και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής με αρκετούς υπέρους, στίγματα επιμηκυμένα  με έντονα αγκιστρωτή κορυφή, παίρνουν κοκκινωπό χρώμα κατά την καρποφορία..    

Άνθιση:   Ιούλιος-Αύγουστος(Σεπτέμβριος)

Καρπός:   Αρκετά, επιμήκη και τριχωτά αχαίνια που φέρουν τα παραμένοντα με αγκιστροειδή κορυφή στίγματα.

Ενδιαίτημα:   Σπάνιο στην Κύπρο, σε σκιερές περιοχές κοντά σε ρυάκια, πηγές ή λίμνες, στα 900 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρώπη, Μέση Ανατολή.

Hedypnois rhagadioloides

Name/Όνομα:   Υδυπνόη η ραγαδιολοειδής*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Hedypnois rhagadioloides (L.) F. W. Schmidt

Common name/Κοινό Όνομα:  Hedypnois, Cretical hawkbit, Variable hawkweed.

Family/Οικογένεια:    ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του ονόματος στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:   Annual herb growing up to 40 cm high.

Stem/s:   Decumbent or erect, branched, cylindrical to slightly angled, sparsely covered with rough hairs, green when young, becoming reddish with age.

Leaves:   Basal leaves oblong-obovate, pale green, obscurely veined except midvein which becomes purplish with age; blade covered both surfaces with stiff, short and whitish hairs with very few branched hairs on the lower surface and the margins as well; apex in various shape, acute, obtuse or 3-dentate; margins wavy or shortly dentate; petiole winged or absent; cauline leaves similar to base or simple and entire, oblong-lanceolate and sessile.

Flowers:  Capitula few, solitary, terminal or axillary; peduncles striate and densely hispid;  involucre ± cylindrical; phyllaries in 2 series, the outer ovate and shorter, the inner oblong and narrow, glabrous, with sparsely hispid margins and spreading tips, strongly incurved in fruit and partially enclosing the outer achenes; phyllaries become thick in fruit resembling a bunch of bananas; ray florets only; ligules golden-yellow, apex truncate, with 4 or 5 short teeth; anthers linear, style branched.

Flowering time:   February-June

Fruit:   Achene with pappus.    

Habitat:    Fallow and waste ground, roadsides, limits of cultivated fields, sand-dunes, from 0-1200 m alt.

NativeMediterranean region to Iran.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 40 εκ.

Βλαστός/οί:   Κατακλιμένοι ή όρθιοι, διακλαδωμένοι, κυλινδρικοί  ή ελαφρά γωνιώδεις, καλυμμένοι με αραιές αδρότριχες, είναι πρασινωποί στην αρχή και κοκκινωποί αργότερα.

Φύλλα:     Φύλλα βάσης προμήκη-αντωειδή, με ανοικτό πράσινο χρώμα, με αφανή νεύρωση εκτός του κεντρικού νεύρου που με την ηλικία παίρνει πορφυρό χρώμα.  Το έλασμα καλύπτεται και από τις 2 πλευρές με κοντές και ασπριδερές αδρότριχες μαζί με μερικές που φέρουν διακλάδωση στην κάτω επιφάνεια και στα χείλη.   Η κορυφή των φύλλων ποικίλει,  μυτερή, πλατειά ή 3-δοντη.  Χείλη κυματοειδή ή με αβαθή μικρά δόντια.  Μίσχος πτερυγωτός ή απουσιάζει.  Φύλλα βλαστού παρόμοια με της βάσης ή είναι απλά και ακέραια, προμήκη-λογχοειδή και άμισχα.

Άνθη:  Κεφάλια σχετικά λίγα, μεμονωμένα, επάκρια ή μασχαλιαία.  Ποδίσκος ραβδωτός και με πυκνές αδρότριχες.  Σύνολο φυλλαρίων σε σχηματισμό σχεδόν  κυλίνδρου.  Φυλλάρια σε 2 σειρές, τα εξωτερικά ωοειδή και μικρότερα, τα εσωτερικά στενά και προμήκη, άτριχα αλλά με αραιές αδρότριχες στα χείλη και σε απλωμένη θέση, έντονα λυγισμένα στην καρποφορία και με μερική κάλυψη των εξωτερικών αχαινίων. Τα φυλλάρια κατά την καρποφορία παχύνονται και μοιάζουν σαν κλάδος με μπανάνες. Υπάρχουν μόνο περιφερειακά ανθίδια.  Γλωσσίδια χρυσοκίτρινα, με ευθύγραμμη κορυφή που φέρει 4-5 κοντά δόντια.  Ανθήρες γραμμοειδείς, στύλος με διακλάδωση.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Ιούνιος.

Καρπός:   Αχαίνιο με πάππο.

Ενδιαίτημα: Λιβάδια και άγονα εδάφη, κατά μήκος δρόμων, όρια καλλιεργημένων χωραφιών, από 0-1200 μ υψόμετρο. 

Πατρίδα:   Μεσογειακή περιοχή μέχρι Ιράν.

Rhamnus alaternus

Name/Όνομα:   Ράμνος ο αλατέρνος

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Rhamnus alaternus L.

Common name/Κοινό Όνομα:  Italian buckthorn, Mediterranean buckthorn, Χρυσοξυλιά, Κιτρινόξυλο, Πρασινοφύλλιν.

Family/Οικογένεια:   RHAMNACEAE

 

 

Description

 

Plant:   Polygamo-dioecious*, evergreen shrub or small tree with rounded foliage, growing up to 4 m high. 

Stem/s:  Much branched, straight, unarmed, greyish-brown externally, golden internally (bark); young stems are reddish.   

Leaves:   Alternate, ovate or elliptical, glabrous, leathery, shining and dark green above, yellowish-green with few hairs on the main nerves beneath, margins entire, shallowly revolute with dentate serrations, apex rounded, often mucronate.

Flowers:   One plant has male and hermaphrodite flowers and another has female and hermaphrodite flowers (polygamo-dioecious*); flowers are very small, actinomorphic, yellowish-green, in many-flowered, spherical or cylindrical and axillary racemes; male flowers with 4 or 5 stamens with yellow anthers, 4 or 5 deltoid sepals, 4 or 5 acute petals, ovate bracts bearing dark sessile glands at their apex; female flowers similar but smaller, with 4 or 5 spreading sepals and small or wanting petals, while stamens reduced to staminodes; style 2 or 3-lobed, stigma ovate.

Flowering time:   March-April.

Fruit:    Red obovoid drupe, becoming black when ripe, enclosing 2-4 obovoid seeds.   

Habitat:  Pinewoods, rocky slopes, near streams, from 0-1100 m alt.

Native:   Mediterranean region.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυγαμοδίοικος* αειθαλής θάμνος με στρογγυλή κόμη και ύψος μέχρι 4 μ.

Βλαστός/οί:  Πολύκλαδοι, ευθείς, χωρίς αγκάθια, τεφροκαστανοί εξωτερικά, χρυσοκίτρινοι εσωτερικά(φλοιός).  Νεαροί κλάδοι κοκκινωποί.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, ωοειδή ή ελλειπτικά, δερματώδη, γυαλιστερά, σκουροπράσινα και άτριχα στην άνω επιφάνεια, κιτρινοπράσινα και με λίγες τρίχες πάνω στα κύρια νεύρα στην κάτω, χείλη ελαφρά λυγισμένα προς τα κάτω, ακέραια ή με οδοντωτές απολήξεις, και με στρογγυλεμένη κορυφή που συχνά φέρει μικρή μυτερή προεξοχή.         

Άνθη:   Σε ένα φυτό υπάρχουν θηλυκά και ερμαφρόδιτα άνθη και σε άλλο αρσενικά και ερμαφρόδιτα (πολγαμοδίοικο* φυτό).  Άνθη πολύ μικρά, κιτρινοπράσινα και ακτινόμορφα, σε πολυανθείς, πυκνούς, σφαιρικούς ή κυλινδρικούς μασχαλιαίους βότρεις.  Αρσενικά άνθη με 4 ή 5 δελτοειδή σέπαλα με κίτρινους ανθήρες, 4 ή 5 οξύληκτα πέταλα, βράκτια ωοειδή με μαυριδερούς και άμισχους αδένες στην κορυφή τους.  Θηλυκά άνθη παρόμοια αλλά μικρότερα, με 4 ή 5 απλωμένα σέπαλα και 4 ή 5 ή ελλείποντα πέταλα, στύλος 2 ή 3-λοβος, στίγμα ωοειδές.

Άνθιση:   Μάρτιος – Απρίλιος.

Καρπός:   Κόκκινη ωοειδής δρύπη, γινόμενη μαύρη στην ωρίμανση, περικλείνοντας 2-4 ωοειδή σπέρματα.

Ενδιαίτημα:   Πευκοδάση, βραχώδεις πλαγιές και κοντά σε ρυάκια, από 0-1100 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

 

Ranunculus cadmicus subsp. cyprius

Name/Όνομα:   Βατράχιο το καδμικό ποικιλία το κύπριο.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Ranunculus cadmicus subsp. cyprius (Boiss.) Vierh.

Common name/Κοινό Όνομα:   Troodos buttercup

Family/Οικογένεια:   RANUNCULACEAE

 

Description

 

Plant:   Perennial herb growing up to 15 cm high. 

Stem/s:   Mostly erect, usually simple, purple and thinly hairy.

Leaves:  Lower leaves alternate, 3-5 foliolate, broadly-kidney-shaped, palmately divided into 3-7 rounded or obtuse, dark green or purplish, and thinly hairy segments; petiole rather thick, dark purple and hairy; stem leaves few, ± sessile with 3-5 oblanceolate and thinly hairy lobes, often purple below.   

Flowers:  Actinomorphic, hermaphrodite and solitary; sepals 5, free, ovate, spreading, dark purple, thinly hairy; petals up to 12 or more, yellow, ovate with rounded or slightly emarginated apex; stamens numerous spirally arranged, anthers oblong, yellow, facing inwards.

Flowering time:  March-May.  

Fruit:   Compressed achenes.   

Habitat:    Stoney hills, from 1200-1900 m alt.

Native:   Endemic to Cyprus.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 15 εκ.

Βλαστός/οί:   Συνήθως όρθιοι και απλοί, πορφυροί και ελαφρά τριχωτοί.

Φύλλα:     Τα χαμηλότερα κατ εναλλαγή, με 3-5  πλατειά νεφροειδή φυλλάρια, παλαμοειδώς διαιρεμένα σε 3-7 στρογγυλεμένα ή πλατύκορφα τμήματα, με σκούρο πράσινο ή πορφυρό χρώμα και ελαφρύ τρίχωμα.  Μίσχος μάλλον χοντρός, τριχωτός και με σκούρο πορφυρό χρώμα.  Φύλλα βλαστού λίγα, με ή χωρίς μίσχο και με 3-5 αντιλογχοειδείς και ελαφρά τριχωτούς λοβούς, που είναι συνήθως πορφυροί από κάτω..

Άνθη:   Ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα και μεμονωμένα.  Σέπαλα 5, ελεύθερα, ωοειδή, απλωμένα, με σκούρο πορφυρό χρώμα και ελαφρά τριχωτά.  Πέταλα μέχρι 12 ή περισσότερα, κίτρινα, ωοειδή με στρογγυλεμένη ή με μικρή εγκοπή στην κορυφή τους.  Στήμονες πολυάριθμοι, με σπειροειδή διάταξη, ανθήρες προμήκεις, κίτρινοι και με προσανατολισμό προς το εσωτερικό του άνθους.

Άνθιση:   Μάρτιος-Μάιος.

Καρπός:   Συμπιεσμένα αχαίνια.

Ενδιαίτημα:   Πετρώδεις πλαγιές και λόφοι, από 1200-1900 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ενδημικό της Κύπρου.