Archives

Category Archive for ‘Κίτρινα’

Scorzonera alpigena

Name/Όνομα:  Σκορσονέρα η αλπιγενής*.  

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Scorzonera alpigena (K. Koch) Grossh. 

Common name/Κοινό Όνομα:   

Family/Οικογένεια:  ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:  Perennial herb with thick taproot, barely growing up to 15cm high.

Stem/s:  Stemless.

Leaves:  Lying on the ground, lanceolate in outline, pinnately-lobed, long-petiolate; lobes are green, elliptic, sessile, acute or obtuse, subglabrous; petiole distinctly channeled, becoming purplish with age.

Flowers:  In few, solitary and terminal heads; peduncles erect or slightly bending, purplish, shortly hairy; involucre more or less cylindrical, phyllaries in 3 series, green and shortly hairy; outer phyllaries broadly ovate, imbricate, the  median phyllaries ovate, larger and more acute than the outer, while the inner are oblong-lanceolate, larger than the median, somewhat reflexed at apex; florets yellow, tinged brownish externally, ligules oblong, irregularly 5-toothed, so that the apex of the teeth form a small arc; ovary inferior, styles yellow, straight, about the half as long as ligules; stigma bilobed.

Flowering time:  March-May.

Fruit:  Achenes.

Habitat:  Sandy ground and stony hills, from 0-400m alt.

Native:  Eastern Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με χοντρή ρίζα και με ύψος που μετά βίας φθάνει τα 15 εκ. 

Βλαστός:  Χωρίς βλαστό. 

Φύλλα:  Συνήθως κατακλιμένα στο έδαφος, με λογχοειδές περίγραμμα, πτερόλοβα και μακρόμισχα.  Οι λοβοί είναι πράσινοι, ελλειπτικοί, άμισχοι, με μυτερή ή πλατειά κορυφή, σχεδόν άτριχοι.  Μίσχος εμφανώς αυλακωτός, γινόμενος πορφυρός με την πάροδο του χρόνου.

Άνθη:  Σε λίγα μεμονωμένα και επάκρια κεφάλια.  Ποδίσκοι όρθιοι ή λίγο λυγισμένοι προς τα κάτω, πορφυροί και με κοντές τρίχες.  Το κάτω μέρος των κεφαλιών είναι σε σχήμα περίπου κυλινδρικό και αποτελείται από 3 σειρές πράσινων και πολύ ελαφρά τριχωτών φυλλαρίων, εκ των οποίων τα εξωτερικά είναι ωοειδή και μικρότερα, ενώ τα εσωτερικά είναι επιμήκη-λογχοειδή και πιο μυτερά.  Ανθίδια όλα ακτινωτά, κίτρινα με καστανές αποχρώσεις εξωτερικά, γλωσσίδια επιμήκη με 5 ανισοϋψή δόντια στην κορυφή τους, ώστε να σχηματίζουν ένα μικρό νοητό τόξο.  Ωοθήκη υποφυής, στύλος ευθύς και κίτρινος, περίπου όσο το μισό μήκος του γλωσσιδίου, στίγμα εμφανώς δίλοβο.

Άνθιση:  Μάρτιος-Μάιος.      

Καρπός:  Αχαίνιο.    

Ενδιαίτημα:  Αμμώδη εδάφη, πετρώδεις λόφοι, 0-400μ υψόμετρο 

Πατρίδα:  Ανατολική Μεσογειακή ζώνη. 

Bupleurum nodiflorum

Name/Όνομα:  Βούπλευρον το γονατανθές   

Scientific name/Επιστημονικό όνομαBupleurum nodiflorum Sm.

Common name/Κοινό όνομα: Tzela’-shor ketannah, şeytandüğümü

Family/Οικογένεια:  APIACEAE   

 *Η απόδοση του είδους  στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Bupleurum nodiflorum is an annual herb growing up to 30cm high.

Stems:  Erect or spreading, sometimes prostrate, branched, ridged, angled, pale green, glabrous  usually forked high.

Leaves:  Lanceolate or linear-lanceolate, acuminate, glabrous with parallel venation; lower leaves longer and broader than upper leaves; upper leaves alternate, similar with white margins at the base, partly clasping the stem.

Flowers:  Flowers actinomorphic and hermaphrodite, in compound, few-rayed, terminal or axillary umbels; peduncles short; rays 4-7, short, unequal, pale green, glabrous; bracts usually 4, sometimes 3, lanceolate, pointed, unequal, semi-erect or spreading, green and glabrous, prominently 3-nerved, conspicuously exceeding umbels;  bracteoles usually 5-(4), spreading, erect later, closed around fruits and buds, more or less equal, ovate to lanceolate, pointed, concave, prominently 3-nerved, connected shortly at the base, glabrous; calyx absent; petals 5, yellow externally, whitish internally, smooth, strongly incurved; stamens 5 alternate with petals, filaments short, anthers yellow; ovary inferior, styles 2 arising from the center of stylopodium, stigmas small, truncate;  stylopodium*subcircular, flat, 2-parted, greenish-yellow.

Flowering time:  April-June

Fruit:  A dry, oblong, brown and ridged achene.

Habitat:  Waste ground, roadsides, cultivated fields, from 0-300m alt.

Native:  Eastern Mediterranean region.

stylopodium* = a nectariferous disk coming from an enlarged style̕ s base. 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής πόα που φθάνει τα 30εκ. ύψος 

Βλαστός:  ΄Oρθιοι ή απλωμένοι, κάποτε κατακλιμένοι, διακλαδωμένοι, ραβδωτοί, γωνιώδεις, με χλωμό πράσινο χρώμα, άτριχοι, με διχαλωτή διακλάδωση ψηλά.        

Φύλλα:  Λογχοειδή ή γραμμοειδή λογχοειδή, μυτερά, γυμνά και με παράλληλη νεύρωση.  Χαμηλά φύλλα μακρύτερα και πλατύτερα των πιο πάνω. Ανώτερα φύλλα κατ εναλλαγή με λευκά χείλη στη βάση τους, αγκαλιάζοντας εν μέρει τον βλαστό.

Άνθη:   Άνθη ακτινόμορφα και  ερμαφρόδιτα, σε σύνθετα, επάκρια ή μασχαλιαία σκιάδια με 4-7, άνισες και άτριχες ακτίνες.  Ποδίσκοι κοντοί.  Βράκτια συνήθως 4, κάποτε 3, λογχοειδή, άνισα και  μυτερά, ημιόρθια ή απλωμένα, πράσινα και γυμνά, εμφανώς 3-νευρα, ξεπερνώντας αισθητά το πλάτος της ταξιανθίας.  Βρακτίδια συνήθως 5-(4 ), απλωμένα στην αρχή, όρθια μετά, ενώ είναι κλειστά στα μπουμπούκι και στους καρπούς, σχεδόν ισομήκη, ωοειδή προς λογχοειδή, μυτερά, κοίλα, 3-νευρα, ενωμένα στη βάση τους, άτριχα.  Κάλυκας απουσιάζει.  Πέταλα 5,  κίτρινα εξωτερικά, ασπριδερά εσωτερικά, μαλακά και έντονα λυγισμένα προς τα πίσω.  Στήμονες 5 κατ εναλλαγή με τα πέταλα, νήμα κοντό, ανθήρες κίτρινοι.  Ωοθήκη υποφυής, στύλοι 2 που προεξέχουν πάνω από το στυλοπόδιο, στίγματα μικρά και κεφαλωτά.  Στυλοπόδιο 2-μερές, σχεδόν κυκλικό και πρασινοκίτρινο.   

Άνθιση:  Απρίλιος-Ιούνιος. 

Καρπός:  Ξηρό, μακρύ, ραβδωτό και με καφέ χρώμα αχαίνιο. 

Ενδιαίτημα:  Άγονα εδάφη, κατά μήκος δρόμων, καλλιεργημένοι αγροί, από 0-300μ υψόμετρο.

Πατρίδα:  Ανατολική Μεσογειακή ζώνη.

Στυλοπόδιο* = νεκταριοφόρος δίσκος προερχόμενος από μεγέθυνση της βάσης του στύλου.

Potentilla recta

Name/Όνομα:  Ποτεντίλλα η όρθια*.   

Scientific name/Επιστημονικό όνομαPotentilla recta L.    

Common name/Κοινό όνομα:   Sulphur cinquefoil.        

Family/ Οικογένεια:  ROSACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Perennial herb with woody taproot growing up to 70 cm tall.

Stems:  Erect or ascending, slightly angled, branched above, greenish-yellowish when young, reddish later, covered with long, soft, whitish hairs.

Leaves:  Basal leaves petiolate, compound, palmately divided into 5-8 leaflets; leaflets sessile, narrowly obovate, hairy both sides with a distinct greenish midvein beneath; margins consisting of several acute, blunt or obtuse ascending teeth; petiole long, channeled above, hairy; stipules present, smaller, arising from the base of petiole; stem leaves alternate with 3-5 smaller leaflets, short-petiolate or sessile; leaflets reduced their number towards apex.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite in lax terminal or lateral cymes; petals 4, obcordate, pale yellow, glabrous, shallowly emarginated at apex; sepals 5, triangular, green, and hairy; epicalyx with 5, linear, green and hairy lobes, alternating with sepals; stamens 20-30, free, filaments glabrous, yellowish, anthers oblong, orange-yellow; receptacle conical; ovary inferior, styles as many as carpels.

Flowering time:  Mar-July

Fruit:  Brown achenes.

Habitat:  Pine forests from 1200-1500m alt.

Native:  Europe, Western Asia.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με ξυλώδη ρίζα και ύψος μέχρι 70εκ. 

Βλαστοί:  Όρθιοι ή ανερχόμενοι, ελαφρά γωνιώδεις, διακλαδωμένοι ψηλά, πρασινωποί έως κιτρινωποί οι νεαροί, κοκκινωποί αργότερα, καλυμμένοι με μακρές, μαλακές και ασπριδερές τρίχες. 

Φύλλα:  Φύλλα βάσης έμμισχα, σύνθετα και παλαμοειδή, διαιρεμένα σε 5-8 φυλλάρια, που είναι άμισχα, στενά αντωειδή, τριχωτά και στις 2 όψεις και με ένα πολύ εμφανές πρασινωπό κύριο νεύρο στην κάτω επιφάνεια.  Τα χείλη αποτελούνται από αρκετά μυτερά, σχεδόν μυτερά ή πλατύκορφα και ανερχόμενα δόντια.  Μίσχος πολύ μακρής, τριχωτός και αυλακωτός από πάνω.  Υπάρχουν παράφυλλα, μικρότερα των φυλλαρίων και αναπτύσσονται από τη βάση του μίσχου.  Φύλλα βλαστών κατ εναλλαγή με 3-5 μικρότερα φυλλάρια, κοντόμισχα ή άμισχα.  Τα φυλλάρια ελαττώνονται σε αριθμό όσο προχωρούμε προς την κορυφή.

Άνθη:  Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε κάπως αραιές, επάκριες ή πλάγιες κυματοειδείς ταξιανθίες.  Πέταλα 4, ελεύθερα, καρδιόσχημα, με χλωμό κίτρινο χρώμα, άτριχα και με ρηχή εγκοπή στην κορυφή τους.  Σέπαλα 5, τριγωνικά, πράσινα και τριχωτά.  Επικάλυξ με 5, γραμμοειδείς, πράσινους και τριχωτούς λοβούς, κατ εναλλαγή με τα σέπαλα.  Στήμονες 20-30, ελεύθεροι, νήμα γυμνό και κιτρινωπό, ανθήρες επιμήκεις και πορτοκαλοκίτρινοι. Ανθοδόχη κωνοειδής.  Ωοθήκη υποφυής, στύλοι όσοι και τα καρπόφυλλα. 

Άνθιση:  Μάρτιος-Ιούλιος. 

Καρπός:  Αχαίνια με καφέ χρώμα

Ενδιαίτημα:  Πευκοδάση από 1200-1500μ υψόμετρο

Πατρίδα:  Ευρώπη και Δυτική Ασία

 

Berberis cretica

 

Name/Όνομα:  Βερβερίς ή κρητική.   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Berberis cretica L. 

 Common name/Κοινό όνομα:  Cretan barberry, Βερβεριτσιά, Παρβεριτσιά.     

Family/Οικογένεια:  BERBERIDACEAE

 

Description

 

Plant:  Deciduous extremely spiny shrub, growing up to 150cm high.

Branches:  Erect or spreading, much-branched, spiny, angled, glabrous, bark reddish-brown, wood yellow; spines rigid, sharp, brown, 3-forked, the median longer.

Leaves:  Simple, entire, sessile, oblanceolate, in whorls of 5-9, arising from the axils of spines.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite in axillary, few to many flowered racemes; pedicels reddish, glabrous, usually bending downwards; petals 6, obovate, yellow; sepals 6; stamens 6; ovary superior, erect, ovoid-cylindrical with narrower upper part, glabrous, stigma truncate.      

Flowering time:  May-July.

Fruit:  Ovoid and reddish berry, becoming blackish at maturity (August-September).

Habitat:  Pinewoods, rocky slopes, igneous ground, waste ground, at high altitudes from 900-1900 m altitude, locally common.

Native:   Eastern Mediterranean region.

 

Περιγραφή

 

Φυτό:  Φυλλοβόλος και πολύ ακανθώδης θάμνος, με ύψος 150εκ.   

Κλάδοι:  Όρθιοι ή απλωμένοι, πολύκλαδοι, ακανθώδης, γωνιώδεις, άτριχοι, φλοιός με κόκκινο προς καφέ χρώμα, ξύλο κίτρινο.  Άκανθες σκληρές, αιχμηρές, καστανές, τριμερής με τη μεσαία μεγαλύτερη. 

Φύλλα:  Απλά, ακέραια, άμισχα, αντιλογχοειδή, σε σπονδύλους των 5-9 φύλλων που βγαίνουν από τα γόνατα των ακάνθων.

Άνθη:  Ακτινόμορρφα κα ερμαφρόδιτα σε χαλαρούς, με λίγα ή πολλά άνθη βότρεις.  Ποδίσκοι κοκκινωποί, άτριχοι και συνήθως λυγισμένοι προς τα κάτω.  Στεφάνη ρηχή κυπελλοειδής.  Πέταλα 6, αντωειδή και κίτρινα, σέπαλα 6, ωοειδή-ελλειπτικά και πρασινοκίτρινα, στήμονες 6, νήματα ελεύθερα.  Ωοθήκη επιφυής, όρθια, ωοειδής-κυλινδρική με στενότερο το άνω μέρος, στίγμα οριζόντιο.    

Άνθιση:  Μάιος-Ιούλιος. 

Καρπός:  Ωοειδής ή επιμήκης ράγα, που τελικά παίρνει μαυριδερό χρώμα. (Αύγουστος-Σεπτέμβριος)    

Ενδιαίτημα:  Πευκοδάση, άγονα εδάφη, πυριγενή πετρώματα και βραχώδεις πλαγιές σε  μεγάλα υψόμετρα από 1100-1900 μ.  Τοπικά κοινό στην Κύπρο. 

Πατρίδα:  Ανατολική Μεσογειακή ζώνη.

 

Eruca vesicaria

Name/Όνομα:  Έρουκα η κυστοειδής.*  

Scientific name/Επιστημονικό όνομαEruca vesicaria (L). Cav.  

Common name/Κοινό όνομα:  Rocket, ρόκκα       

Family/Οικογένεια:  CRUCIFERAE

 

 *  Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Plant:  Annual or biennial herb growing up to 60cm high or more.

Stems:  Erect, semi-erect or spreading, striate, branched, hispidulous.

Leaves:   Variable,  more or less glabrous; basal leaves usually form a rosette; simple, pinnatifid-oblanceolate or lyrate, petiolate, petiole strongly channeled above, lobes undulate becoming progressively bigger towards apex, the terminal larger; upper leaves alternate, sessile, smaller,  entire or lobed, glabrous or hairy , lobes acute or obtuse.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite in lax racemes; pedicels hairy; petals 4, distinctly spreading, obovate, reduced at the base to a narrow claw, creamy-yellow or whitish with darker violet veins; sepals 4, subequal, erect, oblong, green or tinged purplish, hairy, acuminate; stamens 6, erect, becoming spreading and bending outwards later, filaments free,  purplish or purplish-red, glabrous, anthers oblong and yellow; ovary superior, style erect, simple, greenish, stigma capitate.

Flowering time:  March-June.

Fruit:  Silique, cylindrical, erect, and hairless with a flattened, seedless beak.

Habitat:  Cultivated fields, waste ground, 0-1000m alt.

Native:  Mediterranean region.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής ή διετής πόα με ύψος μέχρι 60εκ. 

Βλαστοί:  Όρθιοι , ημιόρθιοι ή απλωμένοι, ραβδωτοί, διακλαδωμένοι και καλυμμένοι με αδρές τρίχες.

Φύλλα:  Ποικίλα σε σχήμα και μέγεθος, λίγο ή πολύ άτριχα.  Φύλλα βάσης σε ροζέτα, απλά, επιμήκη-λογχοειδή ή λυροειδή, διαιρεμένα σε λοβούς, έμμισχα.  Μίσχος αυλακωτός από πάνω, λοβοί κυματοειδείς γινόμενοι σταδιακά μεγαλύτεροι προς την κορυφή, τελευταίος λοβός μεγαλύτερος.  Ανώτερα φύλλα κατ εναλλαγή, μικρότερα, άμισχα, ακέραια ή λοβωτά, γυμνά ή τριχωτά, οξύκορφα ή πλατύκορφα.

Άνθη:  Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε χαλαρούς βότρεις.  Ποδίσκοι τριχωτοί.  Πέταλα 4, εμφανώς απλωμένα, αντωειδή, στενά προς τη βάση σχηματίζοντας νύχι, με κρεμώδες ή κιτρινωπό χρώμα, κάποτε λευκό, με πιο σκούρες νευρώσεις.  Σέπαλα 4, λίγο ή πολύ ισομήκη, όρθια, επιμήκη, πράσινα ή με πορφυρή χροιά, τριχωτά και οξύληκτα.  Στήμονες 6, όρθιοι, αργότερα απλώνονται και στρέφονται προς τα έξω, νήμα ελεύθερο, πορφυρό ή κοκκινωπό, γυμνό, ανθήρες επιμήκεις, κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος όρθιος, απλός και πρασινωπός, στίγμα κεφαλωτό.

Άνθιση:  Μάρτιος-Ιούνιος. 

Καρπός:  Χέδρωψ (λοβός), κυλινδρικός, όρθιος και άτριχος, με επίπεδο και χωρίς σπέρματα ράμφος. 

Ενδιαίτημα:  Καλλιεργημένα και ακαλλιέργητα εδάφη, από 0-1000μ υψόμετρο. 

Πατρίδα:  Μεσογειακή ζώνη.

Linum nodiflorum

Name/Όνομα:  Λίνο το γονατανθές

Scientific name/Επιστημονικό όνομαLinum nodiflorum L.  

Common name/Κοινό όνομα:  Flax   

Family/Οικογένεια:  LINACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Perennial herb growing up to 50m high.

Stems:  Erect, strongly angled, scabrous at the edges, usually unbranched, green.

Leaves:  Simple, entire, sessile, lower leaves opposite, obovate-spathulate, apex rounded, upper leaves alternate, linear or oblong, minutely scabrous both sides, acute with 2 small glands at base.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite in lax cymes; sepals 5, linear with scabrous edges; petals 5, rather large, oblong-obovate, free, yellow with 3-5 darker main nerves, apex obtuse or rounded, hairless; stamens 5, filaments short, connate at base forming a tube, yellow, hairless, anthers oblong; ovary superior, globose, styles 3 connate at base, stigmas 3.

Flowering time:  March-May.

Fruit:   Dehiscent capsule topped by the persistent style; seeds oblong-elliptic..

Habitat:  Stony, rocky and dry places from 0-150m alt.

Native:  Eastern Mediterranean region, Western Asia.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 50εκ. 

Βλαστός:  Όρθιος, έντονα γωνιώδης, με πολύ μικρές και κάπως σκληρές και πολύ μικρές τρίχες πάνω στις ακμές, συνήθως χωρίς διακλάδωση, πράσινος.  Οι ίδιες τρίχες υπάρχουν και στις 2 επιφάνειες των φύλλων και στα σέπαλα.   

Φύλλα:  Απλά, ακέραια, άμισχα.  Χαμηλά φύλλα αντίθετα, αντωειδή-σπατουλοειδή, και με στρογγυλή κορυφή.  Ανώτερα φύλλα στενότερα, επιμήκη ή γραμμοειδή, οξύκορφα με μικρούς κοκκινωπούς αδένες στη βάση τους.

Άνθη:  Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε χαλαρές κυματοειδείς ταξιανθίες.  Σέπαλα 5, γραμμοειδή, πέταλα 5, κάπως μεγάλα, επιμήκη-αντωειδή, ελεύθερα, κίτρινα με 3-5 κύρια νεύρα σκοτεινότερου χρώματος, πλατύκορφα ή με στρογγυλή κοκρυφή, άτριχα.  Στήμονες 5, νήματα κοντά ενωμένα στη βάση τους σχηματίζοντας σωλήνα, κιτρινωπά και άτριχα, ανθήρες επιμήκεις.  Ωοθήκη επιφυής, υποσφαιρική ή ωοειδής, στύλοι 3 ενωμένοι στη βάση τους, στίγματα 3.

Άνθιση:  Μάρτιος-Μάιος.

Καρπός:  Διαρραγής στρογγυλή κάψα που φέρει προεξοχή στην κορυφή της, που οφείλεται στον παραμένοντα στύλο.

Ενδιαίτημα:  Ξηρές, πετρώδεις ή και βραχώδεις περιοχές, από 0-150μ υψόμετρο.   

Πατρίδα:  Ανατολική Μεσογειακή ζώνη, Δυτική Ασία.

Hypericum confertum subsp. stenobotrys 

Name/Όνομα:  Υπέρικον το συμπαγές υποείδ. στενοβότρυς*   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Hypericum confertum subsp. stenobotrys (Boiss.) Holmboe    

Family/Οικογένεια:  Hypericaceae 

 

*Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Perennial herb reaching 35cm high.

Stems:  Erect or ascending, branched with short axillary shoots below, unbranched above, usually glabrous.

Leaves:  Leaves opposite, apparently crowded, simple, entire, lanceolate with obtuse apex or oblong-linear, margins deflexed, apex very often upturned, gradually becoming smaller towards apex; leaves on axillary stems smaller, more crowded and more narrow.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite in lax, terminal dichasial cymes; sepals 5, spreading, green, oblong or ovate, apex subacute, obtuse or rounded, connected at the base, with 3-5 whitish parallel veins, margins prominently dotted with minute black glands; petals 5, obovate, yellow, often partially dotted with black-glands on the margins and scattered black glandular lines; stamens numerous in 2 whorls, filaments and anthers yellow; ovary superior, styles 3.     

Flowering time:  June-July

Fruit:  Capsule.

Habitat:  Rocky places and open pine forests from 1200-2000m alt

Native:  Western Mediterranean region, Middle East.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 35εκ.

Βλαστός-Κορμός:  Όρθιοι ή ανερχόμενοι, με διακλάδωση χαμηλά με λίγους μασχαλιαίους κλάδους, χωρίς διακλάδωση ψηλότερα, συνήθως άτριχος.

Φύλλα:  Αντίθετα, φαινομενικά μαζεμένα και πυκνά, απλά, ακέραια, λογχοειδή και πλατύκορφα ή επιμήκη-γραμμοειδή, χείλη γυρισμένα προς τα κάτω ενώ συχνά η κορυφή τους ανασηκώνεται ελαφρά, γινόμενα σταδιακά μικρότερα προς την κορυφή.  Φύλλα σε μασχαλιαίους κλάδους μικρότερα, πιο στενά και πιο πυκνά.

Άνθη:  Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε επάκρια θυσανοειδή διχάσια.  Σέπαλα 5, απλωμένα, πράσινα, επιμήκη ή ωοειδή, πλατύκορφα, σχεδόν οξύκορφα ή με στρογγυλή κορυφή, ενωμένα στη βάση τους, με 3-5 παράλληλα νεύρα και με χείλη έντονα στιγματισμένα με μικροσκοπικούς μαύρους αδένες.  Πέταλα 5, αντωειδή, κίτρινα, συχνά μερικώς στιγματισμένα χείλη με μαύρους αδένες όπως και τα σέπαλα ή και με μαύρες αδενώδεις γραμμές.  Στήμονες πολυάριθμοι σε 2 σπονδύλους, ανθήρες και νήματα κίτρινα.  Ωοθήκη επιφυής, στύλοι 3.     

Άνθιση:  Ιούνιος-Ιούλιος 

Καρπός:  Κάψα. 

Ενδιαίτημα:  Βραχώδη εδάφη και ανοικτά πευκοδάση από 1200-2000μ υψόμετρο. 

Πατρίδα:  Ανατολική Μεσογειακή ζώνη, Μέση Ανατολή.

Astragalus macrocarpus ssp lefkarensis

Name/Όνομα:  Αστράγαλος ο μακρόκαρπος υποειδ. των Λευκάρων  

Scientific name/Επιστημονικό όνομαAstragalus macrocarpus ssp lefkarensis Kirchoff & Meikle.

Common name/Κοινό όνομα:  Lefkara Milk-Vetch    

Family/Οικογένεια:  FABACEAE   

 

Description

Plant:  Perennial herb growing up to 100cm high.

Stem/s: Erect, much-branched, greenish, longitudinally ribbed, densely covered with long, woolly, whitish hairs (lanuginose).

Leaves:  All leaves compound, odd-pinnate, petiolate with stipules, lanuginose; basal leaves smaller with ovate stipules; upper leaves alternate with 15-29 leaflets, ovate-oblong, opposite or alternate except the terminal, petiolule short, upper side subglabrous, lanuginose beneath and on the margins, apex usually rounded, often emarginate.

Flowers:  Zygomorphic and hermaphrodite, in axillary racemes; bracts linear, thinly lanuginose, longer than calyx tube; petals yellow, standard petal erect, oblong-obovate or oblong-rectangular, glabrous, margins reflexed, apex acuminate or rounded, greenish stripes at the center; wings glabrous, narrowly oblong, keel ovate, rather flattened, straight or upcurved, equal or shorter than wings, apex blunt, glabrous; calyx tubular with 5 green linear teeth, lanuginose externally, glabrous internally; stamens 10, 9 united + 1 free, filaments greenish, glabrous, anthers oblong, orange-yellow; ovary superior, glabrous, style 1, stigma 1.

Flowering time:  February-May.

Fruit:  Suborbicular dark red pod.

Habitat:  Calcareous slopes, phrygana, from 100-700m alt.

Native: Rare endemic (Cyprus), strictly protected

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 100εκ

Βλαστοί:  Όρθιοι, πολύκλαδοι, πρασινωποί, με κατά μήκος ραβδώσεις, καλυμμένος με πυκνές, μακριές και ασπριδερές σαν μαλλί τρίχες.    

Φύλλα:  Όλα τα φύλλα είναι σύνθετα, περιττόληκτα, έμμισχα με παράφυλλα και και καλυμμένα με πυκνές και μακριές και ασπριδερές σαν μαλλί τρίχες.  Φύλλα βάσης μικρότερα με ωοειδή παράφυλλα.  Ανώτερα φύλλα κατ εναλλαγή με 15-29 φυλλάρια που είναι επιμήκη-ωοειδή, αντίθετα εκτός του τελευταίου ή κατ εναλλαγή, με μικρό μίσχο, με άνω επιφάνεια σχεδόν άτριχη, πυκνά τριχωτή την κάτω και στα χείλη, με κορυφή συνήθως στρογγυλεμένη ή με μικρή εγκοπή.

Άνθη:  Ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα σε μασχαλιαίους βότρεις.  Βράκτια γραμμοειδή και ελαφρά τριχωτά, μακρύτερα του σωλήνα του κάλυκα.  Πέταλα με έντονο κίτρινο χρώμα.  Ο πέτασος είναι όρθιος, με επίμηκες-αντωειδές ή επίμηκες-ορθογώνιο σχήμα, άτριχος, με χείλη γυρισμένα προς τα πίσω, με μυτερή (συνήθως) ή στρογγυλή κορυφή και με πρασινωπές ραβδώσεις στο κέντρο του.  Πτέρυγες άτριχες, στενές και επιμήκεις.  Τρόπιδα ωοειδής, μάλλον επίπεδη ή πιεσμένη, ίσια ή λυγισμένη ελαφρά προς τα πάνω, ίση ή κοντύτερη των πτερύγων, άτριχη και όχι μυτερή.  Κάλυκας σωληνοειδής με 5 πράσινα και γραμμοειδή δόντια, εξωτερικά τριχωτός, εσωτερικά άτριχος.  Στήμονες 10, 9 με ενωμένα σε κάποιο βαθμό νήματα, 1 ελεύθερος, νήμα πρασινωπό και γυμνό, ανθήρες επιμήκεις πορτοκαλοκίτρινους.  Ωοθήκη επιφυής,  στύλος 1, στίγμα 1.   

Άνθιση:  Φεβρουάριος-Μαιος. 

Καρπός:  Υποσφαιρκός με σκούρο κόκκινο χρώμα χέδρωψ (λοβός). 

Ενδιαίτημα:  Σε φρυγανώδεις περιοχές και σε ασβεστολιθικές πλαγιές από 100-700μ υψόμετρο.

Πατρίδα:  Σπάνιο ενδημικό της Κύπρου αυστηρά προστατευόμενο.

Dactylorhiza romana 

Name/Όνομα:  Δακτυλόριζα η ρωμαϊκή

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Dactylorhiza romana  (Sebast.) Soó

 Common name/Κοινό όνομα:  Roman orchid       

Family/Οικογένεια:  ORCHIDACEAE

 

 Description

It is a perennial tuberous plant growing up to 50m high, but usually much smaller, about 20-30cm in Cyprus.  Stem erect, straight, green, hairless with 2-3, oblong-linear, pointed leaves, sheathing the stem; basal leaves 3-10 or more, simple, entire, linear-lanceolate, dark green, pointed, glabrous, unspotted, sheathing at the base.  Flowers yellow (Cyprus), zygomorphic and hermaphrodite, in ovoid or cylindrical, lax, few-flowered or in dense many-flowered racemes;  lateral sepals spreading, ovate, obtuse, hairless, distinctly reflexed, dorsal sepal erect , ovate to elliptic, closely attached with petals forming a hood; petals about as long as dorsal sepal or a little shorter, ovate, erect, margins incurved; bracts lanceolate, green, acute or obtuse, longer than ovary; labellum broadly obovate in outline, 3-lobbed, unspotted; median lobe, rectangular or suborbicular, lateral lobes oblong-ovate; pollinia* yellowish-brown; ovary slightly twisted; spur cylindrical, horizontal or slightly or strongly upturned, longer than the ovary; stigmatic cavity ovate-triangular to sub circular; flowering time March-May.  The fruit is a capsule.  Native to Mediterranean Europe, Middle East, and Western Asia.  A common plant in Cyprus and it is found at rocky hillsides and open pinewoods, from 150-900m alt.

*Pollinium/a = the places which produce a mass of pollen grains

 

Περιγραφή

Πολυετής και κονδυλώδης πόα με ύψος μέχρι 50cm, αλλά συνήθως αρκετά λιγότερο περίπου 20-30εκ για την Κύπρο.  Βλαστός όρθιος, ίσιος, χωρίς διακλάδωση, πράσινος και άτριχος, με 2-3 επιμήκη-γραμμοειδή και μυτερά φύλλα που αγκαλιάζουν τον βλαστό.  Φύλλα βάσης 3-10 ή περισσότερα, απλά, ακέραια, επιμήκη-λογχοειδή, γυμνά, με σκούρο πράσινο χρώμα, μυτερά, και χωρίς κηλίδες, ενώ στη βάση περιβάλλουν εν μέρει τον βλαστό.  Άνθη κίτρινα, ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ωοειδείς ή κυλινδρικούς, ολιγανθείς και χαλαρούς ή πολυανθείς και πυκνούς βότρεις.  Πλάγια σέπαλα απλωμένα, ωοειδή και πλατύκορφα, γυμνά και έντονα γυρισμένα προς τα πίσω.  Το ραχιαίο είναι όρθιο, με ελαφρά μπροστινή κλίση και ακουμπά πάνω στα πέταλα σχηματίζοντας μια «κουκούλα».  Τα πέταλα είναι σχεδόν ισομήκη με το ραχιαίο σέπαλο ή λίγο κοντύτερα, ωοειδή, όρθια και με γυρισμένα προς τα μέσα χείλη.  Βράκτια λογχοειδή, πράσινα, οξύκορφα ή πλατύκορφα, μακρύτερα της ωοθήκης.  Χείλος πλατύ-αντωειδές στο περίγραμμα, 3-λοβο και ακηλίδωτο.  Μεσαίος λοβός επιμήκης-τετράπλευρος ή σχεδόν κυκλικός ενώ οι πλάγιοι επιμήκεις-ωοειδείς.  Πολλίνια* με κίτρινο προς καφέ χρώμα.  Ωοθήκη με μικρή στροφή.  Πλήκτρο οριζόντιο ή ελαφρά ή έντονα λυγισμένο προς τα πάνω μακρύτερο της ωοθήκης.  Στιγματική κοιλότητα ωοειδής-τριγωνική ή υποκυκλική.  Ανθίζει Μάρτιο-Μάιο.  Καρπός κάψα.  Πατρίδα του η Μεσογειακή Ευρώπη, Εγγύς Ανατολή και Δυτική Ασία.  Κοινό φυτό της Κύπρου και απαντάται σε πετρώδεις πλαγιές και ανοικτά πευκοδάση από 150-900m υψόμετρο.

 

*Πολλίνια = Οι χώροι όπου αποθηκεύονται κόκκοι γύρης.

Alyssum umbellatum

Name/Όνομα:  Άλυσσον το σκιαδανθές

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Alyssum umbellatum Desv.        

Family/Οικογένεια:  BRASSICACEAE

 

Description    

Alyssum umbellatum is an annual herb growing up to 15cm tall.  Stems 1-3 erect, prostrate or decumbent appear directly from rootstock or unbranched, greenish-purplish, densely covered with whitish adpressed-stellate hairs.  Leaves alternate, simple, entire, oblanceolate, short stalked and covered with adpressed-stellate hairs on both surfaces, apex acute or subacute; margins often tinged purplish.  Flowers are hermaphrodite and actinomorphic, in terminal umbels; pedicels unequal, densely stellate pubescence, green turn into purplish-brown with age; petals 4, erect, narrowly obovate, yellow, becoming white with age, glabrous, apex shallowly-notched; sepals 4, erect, oblong, concave, obtuse, green, becoming purplish-brown with age, shorter than petals; stamens 6, anthers yellow; ovary superior, ovoid or suborbicular, densely hairy, style 1, erect, simple, stigma 1.  Flowering time March-May.  The fruit is a suborbicular, chestnut-brown and flattened silicle*, topped by the persistent style.  A rare plant of Cyprus and it is found at stony hillsides and open pine forests, from 1100-1600m alt.

Silicle* = a short, broad silique      Silique = a narrow and linear 2-valved capsule.

 

Περιγραφή

Μονοετής πόα ύψους μέχρι 15cm.  Βλαστοί 1-3, όρθιοι, κατακλιμένοι ή γονατιστοί και εμφανίζονται απ ευθείας από τη ρίζα ή είναι χωρίς κλαδιά, πρασινωποί ή λίγο πορφυροί, καλυμμένοι με πυκνές και ασπριδερές αστεροειδείς τρίχες.  Οι ίδιες τρίχες καλύπτουν επίσης και άλλα μέρη του φυτού όπως, φύλλα, σέπαλα και ποδίσκους του άνθους.  Φύλλα κατ εναλλαγή, επιμήκη-λογχοειδή, απλά, ακέραια,  με δυσκολοδιάκριτο μίσχο, οξύκορφα ή πλατύκορφα, συχνά με χείλη που παίρνουν πορφυρή χροιά.   Άνθη ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε επάκριους ομπρελλοειδείς σχηματισμούς που μοιάζουν με σκιάδιο (εξ ου και το όνομα του είδους).  Πέταλα 4, όρθια, στενά-αντωειδή, κίτρινα, γινόμενα λευκά με την πάροδο του χρόνου, άτριχα, με μικρή εγκοπή στην κορυφή τους.  Σέπαλα 4, όρθια, κοίλα, πλατύκορφα, πράσινα στην αρχή και πορφυρά προς καφέ αργότερα, κοντύτερα από τα πέταλα.  Στήμονες 6 με όρθια, γυμνά και κιτρινωπά νήματα, ανθήρες κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, ωειδής προς υποσφαιρική, πυκνά τριχωτή, στύλος 1, όρθιος και απλός, στίγμα 1.  Άνθιση Μάρτιος-Μάιος.  Καρπός είναι ένα υποσφαιρικό, καστανό και μάλλον επίπεδο κεράτιον*, που φέρει από πάνω τον παραμένοντα στύλο.  Σπάνιο φυτό της Κύπρου, και απαντάται σε πετρώδεις λόφους και ανοικτά πευκοδάση από 1100-1600μ υψόμετρο.

Κεράτιον* = κοντό και πλατύ κέρας —   κέρας = μακρόστενος καρπός ο οποίος σχίζεται κοιλιακά και ραχιαία από κάτω προς τα πάνω, όπως ο καρπός των Σταυρανθών πχ. Λαψάνα, νεροκάρδαμο, σινάπι κλπ.