Archives

Category Archive for ‘Άσπρα’

Ammi majus

Name/Όνομα:   Άμμι το μείζον*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Ammi majus L.

Common name/Κοινό Όνομα:   Bishop´s flower, lady´s lace, bullwort, false bishop´s weed, Θεορής

Family/Οικογένεια:   APIACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:     Annual or biennial herb, up to 1 m high.

Stem/s:   Branched above, terete, striate and glabrous; main stem erect, lateral stems ascending.

Leaves:  Alternate, compound, petiolate and glabrous, 1-3 pinnate, leaflets sharply serrate; lower leaves triangular-ovate in outline, 1-2 pinnate, ultimate leaflets oblong-elliptic or narrowly-obovate, inconspicuously sheathing at the base; upper leaves 2-3 pinnate, linear-lanceolate, the uppermost entire or nearly so; petiole channeled above.

Flowers:   Actinomorphic and hermaphrodite, in compound and many-flowered terminal umbels; rays up to 40, subequal, erecto-patend (ascending to erect); peduncles striate; bracts 1-2 pinnate, segments linear, acute; bracteoles linear-lanceolate, acuminate; petals 5, spreading, white, asymmetrically 2-lobed; stylopodium* slightly convex, obscurely bipartite, white; stamens 5, alternate with petals, filaments white, anthers oblong, white or pink; ovary inferior with 2 carpels, styles 2, stigmas 2 capitate.

Flowering time:   April-June.

Fruit:   Bipartite, dry and compressed schizocarp, with brown, 5-ridged mericarps.      

Habitat:    Roadsides, field limits, waste ground, from 0-900 m alt.

Native:   Uncertain, hypothetically Nile river valley.

 

Stylopodium = a nectariferous disk coming from an enlarged style´s base.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής ή διετής πόα με ύψος μέχρι 1 μ.  

Βλαστός/οί:   Διακλαδωμένοι ψηλά, κυλινδρικοί, ραβδωτοί και γυμνοί.  Κύριος βλαστός όρθιος, πλάγιοι βλαστοί ανερχόμενοι.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, σύνθετα, έμμισχα και 1-3 φορές πτεροειδή, φυλλάρια έντονα πριονωτά.  Χαμηλά φύλλα τριγωνικά-ωοειδή στο περίγραμμα, 1 έως 2 φορές πτεροειδή, τελικά φυλλάρια προμήκη-ελλειψοειδή ή στενά-αντωειδή, με μη εντυπωσιακούς κολεούς στη βάση.  Ανώτερα φύλλα2 έως 3 φορές πτεροειδή, γραμμοειδή-λογχοειδή, ενώ τα τελευταία προς τα πάνω είναι ακέραια ή σχεδόν ακέραια.  Μίσχος αυλακωτός από πάνω.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε σύνθετα και πολυανθή επάκρια σκιάδια.  Ακτίνες μέχρι 40, σχεδόν ισοϋψείς με κατεύθυνση μεταξύ ανερχόμενου και όρθιου.  Ποδίσκοι ραβδωτοί.  Βράκτια 1-2 φορές πτεροειδή, με γραμμοειδή και μυτερά τμήματα.  Βρακτίδια γραμμοειδή-λογχοειδή και μυτερά.  Πέταλα 5, απλωμένα, λευκά και με ασύμμετρους 2 λοβούς.  Στυλοπόδιο* ελαφρά κυρτό, αφανώς διμερές και λευκό.  Στήμονες 5, κατ εναλλαγή με τα πέταλα, νήμα λευκό, ανθήρες προμήκεις, λευκοί ή ρόδινοι.  Ωοθήκη υποφυής με 2 καρπόφυλλα, στύλοι 2, στίγματα 2, κεφαλωτά.

Άνθιση:   Απρίλιος-Ιούνιος.

Καρπός:   Διμερές, ξηρό και συμπιεσμένο σχιζοκάρπιο, με καφέ μερικάρπια που φέρουν 5 ραβδώσεις.

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, όρια χωραφιών και άγονα εδάφη, από 0-900 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Αβέβαιη, υποθετικά η κοιλάδα του Νείλου.

Στυλοπόδιο*  =  Νεκταριοφόρος δίσκος που προέρχεται από τη διαπλατυσμένη βάση των στύλων ( Apiaceae ).

 

Arenaria saponarioides

Name/Όνομα:   Αρενάρια η σαποναριοειδής*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Arenaria saponarioides Boiss. & Balansa

Common name/Κοινό Όνομα:   Soapwort-like Sandwort.

Family/Οικογένεια:   CARYOPHYLLACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:  Annual herb growing up to 5 cm high.  

Stem/s:   Very short, ± branched, sticky-glandular.

Leaves:    Opposite, dark green, simple, entire and sticky-glandular, the basal are oblanceolate, more or less obtuse at apex, with a flat, obscurely defined petiole at the base; upper leaves similar but a little wider than basal, apex acute, ± sessile.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in crowded cymes; sepals 5, free, ovate with acute apex, densely sticky-glandular externally and on the margins, longer than the petals; petals 5, white, broadly-ovate or elliptic, subacute; stamens 10, radically arranged, filaments free, white and glabrous, anthers pale yellow, ± orbicular, becoming greyish with age; ovary superior, subglobose to pear-shaped, styles 3, stigmas 3.

Flowering time:    April-July.

Fruit:   Oblong, pear-shaped capsule, containing kidney-shaped seeds.    

Habitat:    Rocky slopes on igneous ground (serpentine), from 1500-1900 m alt.

Native:   Rare, near endemic, also in Greece and Turkey.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 5 εκ.

Βλαστός/οί:   Πολύ κοντοί, με ή χωρίς διακλάδωση, κολλώδεις και αδενώδεις.

Φύλλα:     Αντίθετα, με σκούρο πράσινο χρώμα, απλά, ακέραια, αδενώδη και κολλώδη, τα της βάσης αντιλογχοειδή, λίγο ή πολύ πλατυκόρυφα, με επίπεδο και δυσκολοδιάκριτο μίσχο στη βάση τους.  Ανώτερα φύλλα παρόμοια, λίγο πλατύτερα από της βάσης, οξυκόρυφα και ± άμισχα.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε συνωστισμένες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Σέπαλα 5, ελεύθερα, ωοειδή και οξυκόρυφα, με πυκνές αδενοειδείς και κολλώδεις τρίχες εξωτερικά και στα χείλη, μακρύτερα των πετάλων.  Πέταλα 5, λευκά, πλατειά-ωοειδή ή ελλειπτικά, σχεδόν μυτερά στην κορυφή τους.  Στήμονες 10, τοποθετημένοι ακτινωτά, νήμα ελεύθερο, λευκό και γυμνό, ανθήρες σχεδόν σφαιρικοί και κίτρινοι, αλλά με την πάροδο του χρόνου παίρνουν γκρίζο χρώμα.  Ωοθήκη επιφυής, σχεδόν σφαιρική ή σε σχήμα αχλαδιού, στύλοι 3, στίγματα 3.

Άνθιση:    Απρίλιος-Ιούλιος.

Καρπός:  Προμήκης αχλαδοειδής κάψα που περιέχει νεφροειδή σπέρματα.

Ενδιαίτημα:   Βραχώδεις πλαγιές σε πυριγενή (κυρίως σερπεντινίτες) πετρώματα, από 1500-1900 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Σπάνιο, σχεδόν ενδημικό της Κύπρου, υπάρχει επίσης στην Ελλάδα και Τουρκία.

Alliaria petiolata

Name/Όνομα:   Αλλιαρία η έμμισχη*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Alliaria petiolate (M. Bieb.) Cavara & Grande

Common name/Κοινό Όνομα:   Garlic mustard.

Family/Οικογένεια:   BRASSICACEAE

 

*  Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:    Biennial or short-leaved perennial herb, growing up to 1 m high.

Stem/s:   Erect, ± branched, obscurely ribbed, greenish becoming purplish with age, glabrous or slightly hairy.

Leaves:  Alternate, simple, triangular or heart-shaped, thin, soft and petiolate, with irregulary toothed margins, thinly hairy; basal leaves bear a purplish channeled petiole which is longer than blade and thinly hairy towards base; medium stem-leaves are larger, short-petiolate and ± glabrous; upper stem-leaves smaller and more acute. Young leaves give off a distinct garlic odor when crushed.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in few-flowered corymbose inflorescences, becoming racemes later; sepals 4, erect, oblong and obtuse, yellowish and glabrous; petals 4, cross-shaped, white, obovate, shortly-clawed at the base; stamens 6, 2 outer short and 4 inner tall, filaments free, white and glabrous, anthers oblong and yellow; ovary superior, cylindrical and sessile, style 1, a little shorter than stamens, stigma 1, truncate.

Flowering time:    April-July.

Fruit:    Elongated, patent or ascending, 3-nerved and 4-sided silique with short pedicel, green, maturing to greenish-brown, containing black and shiny small seeds in two rows.

Habitat:    Side-paths and margin of hedges on shaded areas and igneous ground, from 900-1800 m alt.

Native:   Europe, western and central Asia, north-western Africa.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Διετής ή σύντομης διάρκειας πολυετής πόα με ύψος μέχρι 1 μ.

Βλαστός/οί:   Όρθιος, με ή χωρίς διακλάδωση, με δυσκολοδιάκριτη  ράβδωση, πρασινωπός, γινόμενος πορφυρός με την πάροδο του χρόνου, άτριχος ή με ελαφρό τρίχωμα.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά, τριγωνικά ή καρδιόσχημα, λεπτά, μαλακά και ελαφρά τριχωτά, έμμισχα, με άνισα οδοντωτά χείλη.  Φύλλα βάσης με αυλακωτό, πορφυρό και ελαφρά τριχωτό προς τη βάση μίσχο, που είναι μακρύτερος από το έλασμα του φύλλου.  Μεσαία φύλλα βλαστού μεγαλύτερα, με κοντό μίσχο και με ή χωρίς τρίχωμα.  Ανώτερα φύλλα βλαστού μικρότερα και περισσότερο μυτερά στην κορυφή.  Τα νεαρά φύλλα όταν συνθλιβούν αναδίδουν έντονη μυρωδιά σκόρδου.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ολιγοανθείς, κορυμβοειδείς ταξιανθίες, που μετατρέπονται αργότερα σε βότρεις.  Σέπαλα 4, όρθια, προμήκη και πλατυκόρυφα, κιτρινωπά και άτριχα.  Πέταλα 4, τοποθετημένα σταυρωτά, είναι αντωειδή, με κοντό νύχι στη βάση τους.  Στήμονες 6, 2 εξωτερικοί κοντοί και 4 εξωτερικοί ψηλοί, νήμα ελεύθερο, λευκό και γυμνό, ανθήρες προμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, κυλινδρική και άμισχη, στύλος 1, λίγο κοντύτερος από τους στήμονες, στίγμα 1 με επίπεδη κορυφή.   

Άνθιση:   Απρίλιος-Ιούλιος.

Καρπός:   Μακρύ, οριζόντιο ή ανερχόμενο, 3-νευρο και 4-πλευρο κάρυο, με κοντό ποδίσκο, πράσινο στην αρχή, με πράσινο-καστανό χρώμα στην ωρίμανση, και περιέχει μαύρα, μικρά και γυαλιστερά σπέρματα, σε 2 σειρές.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος μονοπατιών και όρια γκρεμνών, σε σκιασμένα πυριγενή εδάφη, από 900-1800 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρώπη, δυτική και κεντρική Ασία, βορειοδυτική Αφρική.

Zosima absinthifolia

Name/Όνομα:    Ζόσιμα η αψινθιόφυλλη*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Zosima absinthifolia (Vent.) Link

Common name/Κοινό Όνομα:   

Family/Οικογένεια:   APIACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:    Perennial plant with thick root, growing up to 100 cm high.

Stem/s:   Erect or ascending, robust, ± branched, conspicuously ribbed, greenish and densely covered with soft grayish hairs.

Leaves:    Opposite, petiolate, triangular in outline, 3 or 4-pinnate, ultimate segments oblong and obtuse, densely pubescent; petiole channeled above, and broadened at the base forming a hairy sheath; most of the leaves are basal forming a loose rosette.

Flowers:   Small, actinomorphic, hermaphrodite and numerous, in compound and terminal sciadia (umbels); umbels 10-25 rayed; rays unequal, ribbed and thinly hairy; peduncles deeply ribbed; bracts and bracteoles numerous and hairy; petals 5, white, obovate with emarginated apex, the outer larger than the inner ones; stamens 5, alternate with petals, filaments spreading, white and glabrous, longer than petals, anthers yellow, broadly oblong to suborbicular, 2-thecous, and dehiscent longitudinally; ovary inferior with 2 carpels, styles 2, arising from the conspicuous, 2-parted, green and glabrous stylopodium.

Flowering time:   February-April.

Fruit:   2-parted, dry, flat and oblong-elliptic sxizocarp, thinly hairy.    

Habitat:   Roadsides, rocky hillsides, from 100-1000 m alt.

Native:   Western and central Asia.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετές φυτό με χοντρή ρίζα και ύψος μέχρι 100 εκ.

Βλαστός/οί:  Όρθιοι ή ανερχόμενοι, με ή χωρίς διακλάδωση, έντονα ραβδωτοί, πρασινωποί και πυκνά καλυμμένοι με μαλακές γκριζωπές τρίχες.

Φύλλα:     Αντίθετα, έμμισχα, τριγωνικά στο περίγραμμα, 3 ή 4 φορές πτερόμορφα, τελικά τμήματα προμήκη και πλατυκόρυφα, πυκνά τριχωτά.  Μίσχος με αυλάκωση από πάνω, με διαπλάτυνση στη βάση, δημιουργώντας τριχωτό κολεό.  Τα περισσότερα φύλλα βρίσκονται στη βάση δημιουργώντας αραιή ροζέτα.

 Άνθη:  Μικρά, ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα και πολυάριθμα, σε σύνθετα  και επάκρια σκιάδια, που φέρουν 10-25, άνισες, ραβδωτές και ελαφρά τριχωτές ακτίνες.  Ποδίσκοι βαθειά ραβδωτοί.  Βράκτια και βρακτίδια τριχωτά και πολυάριθμα.  Πέταλα 5, λευκά, αντωειδή με εγκοπή στην κορυφή, τα εξωτερικά μεγαλύτερα από τα παρόμοια αλλά μικρότερα εσωτερικά πέταλα.  Στήμονες 5, κατ εναλλαγή με τα πέταλα, νήμα απλωμένο λευκό και γυμνό, μακρύτερο των πετάλων, ανθήρες κίτρινοι, πλατειά προμήκεις ή σχεδόν σφαιρικοί, 2-θηκοι και με κατά μήκος σχίσιμο.  Ωοθήκη υποφυής με 2 καρπόφυλλα, στύλοι 2 αναδυόμενοι από το πολύ εμφανές, διμερές, πράσινο και άτριχο στυλοπόδιο.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Απρίλιος.

Καρπός:   Διμερές, επίπεδο, ξηρό, ελαφρά τριχωτό και ελλειπτικό στο σχήμα σχιζοκάρπιο.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων και σε πετρώδεις πλαγιές, από 100-1000 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Δυτική και Κεντρική Ασία.

Scandix pecten-veneris

Name/Όνομα:   Σκάντιξ χτένι της Αφροδίτης

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Scandix pecten-veneris L.

Common name/Κοινό Όνομα:   Shepard´s needle, Σκάνδιξ, Κτένι της Αφροδίτης, Τσιλιμονιδιά, Σκαντζίκι.

Family/Οικογένεια:   APIACEAE

 

Description

Plant:    Annual herb growing up to 50 cm high.

Stem/s:   Erect or spreading, much branched, ribbed, greenish and sparsely covered with straight and whitish hispid hairs or subglabrous.

Leaves:   Alternate, triangular-ovate in outline, deeply dissected 3 times  ( 3-pinnate) into linear or lanceolate lobes  with ± acute apex, covered with few scattered stiff hairs, especially beneath; petiole  of lower leaves broadened at the base forming a conspicuous canaliculated and hairy sheath; upper leaves ± sessile.

Flowers:   Sciadia (umbels) white, leaf-opposed, 1-3 rayed; bracts 0-1 inconspicuous, linear-lanceolate, with short-hairy margins; bracteoles 5, unequal, spreading, free to base, lanceolate with deeply emarginated or deeply divided into 2 or 3 unequal, 1-5 veined and acute lobes with ciliated margins; flowers 3-8 in each umbel; petals 5, white, outer petal obovate, much larger than the inner ones;  stamens 5, alternate with petals, filaments white and glabrous, anthers nearly orbicular, yellow; ovary inferior; stylopodium* obscurely 2-parted, flattened with wavy margins, at first green, becoming purplish with age; styles 2, straight, white and glabrous, arising from stylopodium.

Flowering time:   January-April.

Fruit:   Dry, 2-parted, linear schizocarp with long, ridged, and compressed beak, with comb-like margins.      

Habitat:   Roadsides, side-paths, stony hillsides, from 0-1100 m alt.

Native:   Eurasia.

stylopodium* =  a nectariferous disk coming from an enlarge style´s base.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 50 εκ.

Βλαστός/οί: Όρθιοι ή απλωμένοι, πολύκλαδοι, ραβδωτοί, πρασινωποί και αραιά καλυμμένοι με ίσιες και ασπριδερές αδρότριχες ή είναι σχεδόν γυμνοί.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, ωοειδή-τριγωνικά στο περίγραμμα, βαθειά διαιρεμένα 3 φορές, σε γραμμοειδείς ή λογχοειδείς λοβούς που μπορεί να είναι οξυκόρυφοι ή πλατυκόρυφοι, και φέρουν διάσπαρτες αδρότριχες κυρίως στην κάτω επιφάνεια.   Ο μίσχος των κατώτερων φύλλων διαπλατύνεται στη βάση και δημιουργεί ένα διογκωμένο, αυλακωτό και τριχωτό κολεό που περιβάλλει τον βλαστό.  Τα ανώτερα φύλλα είναι ± άμισχα.

Άνθη:   Σκιάδια λευκά, απέναντι των φύλλων, με 1-3 ακτίνες.  Βράκτια 0-1, άσημα, στενά λογχοειδή και με τριχωτά χείλη.  Βρακτίδια 5, άνισα, απλωμένα, ελεύθερα μέχρι τη βάση τους, λογχοειδή με βαθειά εγκοπή στην κορυφή τους ή βαθειά διαιρεμένα σε 2 ή 3 άνισους, μυτερούς και βλεφαριδωτούς στα χείλη λοβούς, που φέρουν 1 έως 5 νεύρα.  Άνθη 3-8 σε κάθε σκιάδιο.  Πέταλα 5, λευκά, το εξωτερικό είναι αντωειδές και πολύ μεγαλύτερο των άλλων.  Στήμονες 5, κατ εναλλαγή με τα πέταλα, νήμα λευκό και γυμνό, ανθήρες κίτρινοι και σχεδόν σφαιρικοί.  Ωοθήκη υποφυής.  Στυλοπόδιο* αφανώς διμερές, επίπεδο με κυματοειδή χείλη, αρχικά πράσινο, γινόμενο πορφυρό με την ηλικία.  Στύλοι 2, ίσιοι, λευκοί και γυμνοί, αναδυόμενοι από το στυλοπόδιο.

Άνθιση: Ιανουάριος-Απρίλιος. 

Καρπός:   Ξηρό, διμερές και γραμμοειδές σχιζοκάρπιο, με μακρύ, ραβδωτό και συμπιεσμένο ράμφος, με σαν κτένι χείλη.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων και μονοπατιών, σε πετρώδεις πλαγιές από 0-1100 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρασία.

 

Στυλοπόδιο* = Νεκταριοφόρος δίσκος που δημιουργείται από την διαπλάτυνση της βάσης του στύλου.

Sambucus nigra

Name/Όνομα:   Σαμπούκος η μαύρη.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Sambucus nigra L.

Common name/Κοινό Όνομα:  Elder, Σαμπούκος, Ζαμπούκος, Κουφοξυλιά, Αφροξυλιά

Family/Οικογένεια:   ADOXACEAE

 

Description

 

Plant:   Deciduous, medicinal and ornamental large shrub or small tree, growing up to 10 m high, but usually less than 6 m

Stem/s:  Bark grey-brown; stems slightly angled, green and glabrous, and sparsely covered with small lenticels.

Leaves:   Opposite, compound, odd-pinnate, petiolate; leaflets 5-7, rarely 9, oblong-lanceolate, green, sparsely covered with stiff hairs, especially on the nerves beneath, margins closely serrate, thinly hairy, acute at apex, base cuneate, blade asymmetric; petiole channeled above, with few stiff hairs; terminal leaflet with longer petiolulate; stipules reduced to short straight and blackish hairs.

Flowers:   Numerous, actinomorphic and hermaphrodite, in many-flowered, terminal corymbs; calyx short, cup-shaped, 5-lobed, yellowish, lobes triangular, fused at the base; corolla 5-lobed, lobes oblong with rounded apex, white and glabrous, fused at the base; stamens 5, filaments white, anthers oblong and yellow; ovary inferior, style short and thick, stigmas 3, white and capitate.

Flowering time:   April-July.  Fruiting time: June-September.

Fruit:   Globose, purple-black and shining drupe, size of a small pea.

Habitat:  Field limits, stream sides and gardens, in sunny or semi-shaded areas, from 0-1200 m alt.

Native:   Europe.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Φυλλοβόλος, διακοσμητικός και φαρμακευτικός μεγάλος θάμνος ή μικρό δένδρο, με ύψος μέχρι 10 μ, αλλά συνήθως πιο κάτω από τα 6 μ.

Βλαστός/οί:  Φλοιός τεφροκαστανός, κλάδοι ελαφρά γωνιώδεις, πράσινοι και άτριχοι, με αραιά και μικρά στίγματα.

Φύλλα:     Αντίθετα, σύνθετα, περιττόληκτα, σκουροπράσινα και έμμισχα.  Φυλλάρια 5-7, σπανιότερα 9, προμήκη-λογχοειδή, με αραιές αδρότριχες, κυρίως στα νεύρα της κάτω επιφάνειας.  Χείλη πριονωτά, με αραιές αδρότριχες, κορυφή μυτερή, βάση επίσης μυτερή, ενώ το έλασμα είναι μάλλον ασύμμετρο.  Μίσχος του τελευταίου φυλλαρίου μεγαλύτερος.  Τα παράφυλλα έχουν σημαντικά συρρικνωθεί και εμφανίζονται σαν μικρές μαυριδερές αδρότριχες.

Άνθη:   Πολυάριθμα, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πολυανθείς κα επάκριους κορύμβους.  Κάλυκας κιτρινωπός, κοντός και κυπελλοειδής, με 5 τριγωνικούς λοβούς που συμφύονται στη βάση τους.  Στεφάνη 5-λοβη, λοβοί προμήκεις με στρογγυλεμένη κορυφή, λευκοί και άτριχοι, ενωμένοι στη βάση τους.  Στήμονες 5, νήμα λευκό, ανθήρες προμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη υποφυής, στύλος κοντός και χοντρός, στίγματα 3, λευκά και κεφαλωτά.

Άνθιση:  Απρίλιος-Ιούλιος.  Ωρίμανση καρπού:  Ιούνιος-Σεπτέμβριος.

Καρπός:  Στρογγυλή, μαυροπορφυρή και γυαλιστερή δρύπη, στο μέγεθος μικρού μπιζελιού.   

Ενδιαίτημα:   Όρια χωραφιών, κατά μήκος ρυακιών ή ποταμών, σε κήπους, και σε ηλιόλουστες ή ημισκιασμένες περιοχές, από 0-1200 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρώπη.

Matricaria chamomilla

Name/Όνομα:   Ματρικάρια η χαμομίλλα

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Matricaria chamomilla L.

Common name/Κοινό Όνομα:   Scented mayweed, Χαμομίλι, Mουγιόχορτον

Family/Οικογένεια:   ASTERACEAE

 

 

Description

Plant:  Annual medicinal herb growing up to 40 cm high.

Stem/s:   Erect, ascending or spreading, much branched, angled, slender and glabrous.

Leaves:  Alternate, compound, petiolate, oblong in outline, 2-pinnatisect, segments linear, mucronate and glabrous.

Flowers:   Capitula solitary at the top of long peduncles; involucre hemispherical; phyllaries in 2-3 series, oblong-elliptical, imbricate, obtuse, with brownish membranous margins; Receptacle conical, obtuse; ray-florets female, white, oblong-ligulate, shortly 3-lobed; disk conspicuously convex; disk-florets hermaphrodite, yellow, tubular, 5-lobed.    

Flowering time:   March-May

Fruit:   Achene.    

Habitat:   Waste ground, roadsides, field limits, from 0-150 m alt.

Native:   Southeastern Europe.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετές φαρμακευτικό φυτό με ύψος μέχρι 40 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, ανερχόμενοι ή απλωμένοι, πολύκλαδοι, γωνιώδεις, τρυφεροί και άτριχοι.

Φύλλα: Κατ εναλλαγή, σύνθετα, έμμισχα, προμήκη στο περίγραμμα, δις πτεροσχιδή, με γραμμοειδή τμήματα, που είναι γυμνά και φέρουν μικρή μυτερή προεξοχή στην κορυφή τους.

Άνθη:  Κεφάλια μεμονωμένα στην κορυφή μακρών και λεπτών ποδίσκων.  Σύνολο φυλλαρίων σε ημισφαιρική διάταξη, σε 2(3) σειρές, είναι προμήκη-ελλειπτικά, αλληλεπικαλυπτόμενα, πλατυκόρυφα, με καστανά μεμβρανώδη χείλη.  Ανθοδόχη κωνική και πλατυκόρυφη.  Περιφερειακά ανθίδια  θηλυκά, λευκά, γλωσσοειδή και προμήκη, με κοντή τρίλοβη κορυφή.  Δίσκος έντονα κυρτός.  Επιδίσκια ανθίδια ερμαφρόδιτα, κίτρινα, σωληνοειδή και 5-λοβα.

Άνθιση:   Μάρτιος-Μάιος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:   Άγονα εδάφη, κατά μήκος δρόμων, όρια χωραφιών, από 0-150 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Νοτιοανατολική Ευρώπη.

 

Anthemis cotula

Name/Όνομα:   Ανθεμίς η κυπελλοειδής *

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Anthemis cotula** L.

Common name/Κοινό Όνομα:  Stinking chamomile, stinking mayweed, wild chamomile.

Family/Οικογένεια:   ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

 

Description

 

Plant:   Annual herb growing up to 70 cm high.

Stem/s:   Erect or ascending, usually branched above, shallowly ribbed, ± glabrous below, sparsely hairy above, greenish, becoming purplish with age.

Leaves:    Oblong or ovate-oblong in outline, deeply and irregularly dissected 2 or 3 times (2-3  pinatissect), into shallow linear, rather fleshy, sparsely hairy, acuminate and mucronate divisions; basal leaves are opposite, flat and sheathing at the base, while the upper leaves are  alternate and ± sessile.

Flowers:   Capitula in terminal, pedunculated branches; peduncles shallowly ribbed, thinly hairy near apex; involucre hemispherical; bracts in 3 series, imbricate, oblong, subglabrous, acute or obtuse, with dry brownish margins; receptacle conical, scales linear; ray florets white, sterile, 3-lobed; disk florets hermaphrodite, yellow, tubular, 5-lobed, seated on a convex disk.

Flowering time:  April-September.

Fruit:   Brown and ribbed achenes.  

Habitat:   Roadsides, meadows, cultivated fields, from 0-1500 m alt.

Native:   Mediterranean region.

cotula** = from the Greek word “κοτύλη- kotyli”= small cup, referring to the shape of the flowers.

 

Περιγραφή

 

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 70 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι ή ανερχόμενοι, συνήθως με διακλάδωση ψηλά, ρηχά αυλακωτός, με ή χωρίς τρίχωμα, με αραιές τρίχες ψηλά, πρασινωποί, γινόμενοι πορφυροί με την ηλικία.

Φύλλα:     Προμήκη ή ωοειδή-προμήκη στο περίγραμμα και με βαθιές και άνισες τομές   διαιρείται μέχρι 3 φορές, σε τμήματα, στενά γραμμοειδή, μυτερά και με διαφανή ακιδωτή προεξοχή στην κορυφή τους, μάλλον σαρκώδη και με αραιές τρίχες.  Τα φύλλα της βάσης είναι αντίθετα και περίβλαστα, ενώ τα ανώτερα κατ εναλλαγή και ± άμισχα.

Άνθη:   Κεφάλια σε επάκριους διακλαδωμένους κλάδους.  Ποδίσκοι ραβδωτοί και ελαφρά τριχωτοί προς την κορυφή.  Σύνολο βρακτίων σε ημισφαίριο.  Βράκτια σε 3 σειρές, αλληλεπικαλυπτόμενα, προμήκη, σχεδόν άτριχα, οξυκόρυφα ή πλατυκόρυφα και με ξηρά μεμβρανώδη καστανά χείλη.  Ανθοδόχη κωνική με γραμμοειδείς πτέρυγες.  Περιφερειακά ανθίδια στείρα, λευκά, άτριχα και 3-λοβα.  Επιδίσκια ανθίδια ερμαφρόδιτα, κίτρινα, σωληνοειδή και με 5-λοβη στεφάνη με τριγωνικούς  και μυτερούς λοβούς, καθήμενα  πάνω σε κυρτό δίσκο.

Άνθιση:   Απρίλιος-Σεπτέμβριος.

Καρπός:   Καστανό ραβδωτό αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, λιβάδια και καλλιεργημένα χωράφια, από 0-1500 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

cotula** =  Από την Ελληνική λέξη «κοτύλη», που σημαίνει μικρό αρχαίο δοχείο και αναφέρεται στο σχήμα του άνθους.

 

Orlaya daucoides

Name/Όνομα:   Ορλάια η δαυκοειδής*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Orlaya daucoides (L.) Greuter.

Family/Οικογένεια:   APIACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:   Annual herb growing up to 50 cm high. 

Stem/s:   Erect or spreading, much branched, ribbed, glabrous or sparsely hispid.

Leaves:    Alternate, compound, triangular in outline, petiolate, 2-3 pinnate, deeply dissected and sparsely hispid; ultimate segments oblong and narrow.

Flowers:   Actinomorphic, hermaphrodite or unisexual, in many-flowered, terminal or axillary compound sciadia (umbels); peduncles ± hairy and distinctly ribbed; bracts 2-4, lanceolate, acute or acuminate, with membranous and ciliate margins; bracteols 3-5 similar to bracts but smaller and unequal; rays ribbed; petals 5, obovate, white, conspicuously emarginated at apex, the outer much larger than the inner and radiant; fertile flowers few, 2-4, the others are sterile; calyx small, green and glabrous, with 5 minute triangular lobes; stamens 5, alternate with petals, anthers yellow, broadly ovoid, dehiscing longitudinally; ovary inferior, styles 2, erect, straight and white, arising from a conical stylopodium*, stigmas 2, truncate or almost capitate.

Flowering time:  March-May

Fruit:   Ovoid and ridged, with some hispid ridges and some others with hooked spines, initially purplish or pale mauve, becoming brown later.    

Habitat:  Roadsides, rocky slopes, open woodland, field margins, from 0-1500 m alt.

Native:  Mediterranean region to Southwestern Asia.

stylopodium* = a nectariferous disk coming from an enlarged style̕ s base 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 50 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι ή απλωμένοι, πολύκλαδοι, ραβδωτοί, γυμνοί ή αραιά αδρότριχοι.

Φύλλα:   Κατ εναλλαγή, σύνθετα, τριγωνικά στο περίγραμμα, έμμισχα, 2 ή τρις πτερόμορφα, βαθειά σχισμένα και με αραιές αδρότριχες.  Τελευταία τμήματα στενά και προμήκη.

Άνθη:  Ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα ή μονογενή, σε πολυανθείς, σύνθετες και επάκριες ή μασχαλιαίες δέσμες (σκιάδια).  Ποδίσκοι ± τριχωτοί και έντονα ραβδωτοί.  Βράκτια 2-4, λογχοειδή, μυτερά, με μεμβρανώδη και με βλεφαρίδες, χείλη.  Βρακτίδια 3-5, παρόμοια των βρακτίων αλλά μικρότερα και άνισα.  Ακτίνες ταξιανθίας ραβδωτές.  Πέταλα 5, αντωειδή, λευκά, με έντονη εγκοπή στην κορυφή τους, το εξωτερικό πολύ μεγαλύτερο των εσωτερικών και εντυπωσιακό.  Γόνιμα άνθη 2-4, τα υπόλοιπα είναι άγονα.  Κάλυκας μικρός, πράσινος και γυμνός, με 5 μικροσκοπικούς τριγωνικούς λοβούς.  Στήμονες 5, κατ εναλλαγή με τα πέταλα, ανθήρες κίτρινοι, πλατειά ωοειδείς και με κατά μήκος σχίσιμο.  Ωοθήκη υποφυής, στύλοι 2, όρθιοι, ευθείς και λευκοί, αναδυόμενοι από ένα κωνικό στυλοπόδιο**, στίγματα 2 ίσια ή σχεδόν κεφαλωτά.

Άνθιση:   Μάρτιος-Μάιος.

Καρπός:    Ωοειδής και έντονα πτυχωτός, με κάποιες αδρότριχες πτυχώσεις και κάποιες άλλες με αγκιστρωτές στην κορυφή τους άκανθες, που είναι αρχικά πορφυρές ή με ανοικτό μωβ χρώμα, γινόμενες τελικά με καφέ χρώμα.

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, βραχώδεις πλαγιές, ανοικτά δάση και όρια χωραφιών, από  0-1500 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη μέχρι Νοτιοανατολική Ασία.

Στυλοπόδιο** = Νεκταριοφόρος δίσκος που προέρχεται από τη διαπλατυσμένη βάση των στύλων ( Apiaceae ).

Veronica cymbalaria

Name/Όνομα:   Βερονίκη η κυμβαλάρια*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Veronica cymbalaria** Bodard

Common name/Κοινό Όνομα:Pale Speedwell, Glandular Speedwell, Véronique cymbalaire, Zymbelkraut-Ehrenoreis, Veronica a foglie di cymbalaria, Solgun vavsanotu, Αυλακόχορτο.

Family/Οικογένεια:   PLANTAGINACEAE

 

Description

Plant:    Annual herb growing up to 30 cm high.

Stem/s:   Erect, ascending or prostrate, much branched from the base,   nearly cylindrical, purplish, subglabrous or sparsely covered with glandular or non-glandular straight white hairs.

Leaves:   Simple, entire, suborbicular or broadly ovate, with 5-9 lobes, petiolate; lobes with obtuse, subacute or truncate apex, thinly hairy on both surfaces, base of lobes shallowly cordate or nearly truncate; petiole short, rather thick and cylindrical, thinly hairy, often tinged purplish; lower leaves opposite while the upper leaves are alternate.

Flowers:  Actinomorphic, hermaphrodite, in terminal or axillary racemes, or solitary; bracts similar to basal leaves but smaller; peduncles thinly covered with ± glandular hairs or nearly glabrous, much longer than the leaves; calyx tube short, cup-shaped, 4-lobed, lobes spreading, broadly-ovate with narrow base and obtuse or subacute apex, thinly hairy; petals 4, broadly-ovate, elliptic or suborbicular, spreading, white and glabrous; stamens 2, anthers oblong and yellow, facing inwards; ovary superior, sessile, subglobose, ± hairy; style 1, erect, white and glabrous, stigma 1, capitate.

Flowering time:   December-June.

Fruit:        Subglobose, hairy and dehiscent capsule.

Habitat:   Roadsides, stony slopes, moist areas, from 0-1350 m alt.

Native:   Mediterranean region.

cymbalaria** = referring to the rounded-shaped leaves.

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 30 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, ανερχόμενοι ή απλωμένοι, πολύκλαδοι από τη βάση, σχεδόν κυλινδρικοί, πορφυροί, σχεδόν γυμνοί ή με αραιές αδενώδεις ή μη αδενώδεις, ίσιες και λευκές τρίχες.

Φύλλα:     Απλά, ακέραια, σχεδόν κυκλικά ή πλατειά-ωοειδή, με  5-9 λοβούς και έμμισχα.  Λοβοί με πλατυκόρυφες, σχεδόν μυτερές ή ευθύγραμμες κορυφές, με ελαφρότρίχωμα και στις δυο επιφάνειες, ενώ η βάση των λοβών μπορεί να είναι καρδιοειδής ή σχεδόν ευθύγραμμη.  Μίσχος κοντός, μάλλον χοντρός και κυλινδρικός, ελαφρά τριχωτός και συχνά πορφυρός.  Χαμηλότερα φύλλα αντίθετα, ενώ τα ψηλότερα είναι κατ εναλλαγή.

Άνθη:   Ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα, σε επάκριους ή μασχαλιαίους βότρεις ή μεμονωμένα.  Βράκτια παρόμοια με τα φύλλα της βάσης αλλά μικρότερα.  Ποδίσκος άνθους με αραιές ± αδενώδεις τρίχες ή σχεδόν γυμνός, πολύ μακρύτερος των φύλλων.  Σωλήνας κάλυκα κοντός και κυπελλοειδής, 4-λοβος, λοβοί απλωμένοι, πλατειά-ωοειδείς με στενότερη κορυφή και πλατειά ή σχεδόν μυτερή κορυφή, ελαφρά τριχωτοί.  Πέταλα 4, πλατειά-ωοειδή, ελλειπτικά ή σχεδόν κυκλικά, απλωμένα, λευκά και άτριχα.  Στήμονες 2, ανθήρες προμήκεις και κίτρινοι, με μέτωπο προς το κέντρο του άνθους.  Ωοθήκη επιφυής, άμισχη, σχεδόν ωοειδής, ± τριχωτή.  Στύλος ένας, όρθιος, λευκός και άτριχος, στίγμα 1, κεφαλωτό.

Άνθιση:   Δεκέμβριος-Ιούνιος.

Καρπός:   Σχεδόν ωοειδής, τριχωτή και διαρρηκτή κάψα.

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, πετρώδεις πλαγιές και υγρές περιοχές, από 0-1350 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή περιοχή.

 

*  cymbalaria * = Αναφέρεται στο κάπως στρογγυλό σχήμα των φύλλων που μοιάζουν με κύμβαλον.