Archives

Category Archive for ‘Κίτρινα’

Ranunculus isthmicus

Name/Όνομα:  Ρανούνκουλος ο ισθμιακός*.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Ranunculus isthmicus Boiss.

Common name/Κοινό Όνομα:   Isthmian buttercup

Family/Οικογένεια:    RANUNCULACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Perennial herb with tuberous roodstock growing up to 4 cm high. 

Stem/s:   Developing along the ground, adpressed pubescent, becoming brown with age.

Leaves:  Alternate and petiolate, deltoid in outline, adpressed pubescent, 3 times deeply dissected into ovate and irregularly lobes segments; young leaves toothed-spathulate.

Flowers:  Actinomorphic, hermaphrodite, terminal, on top of a very short, adpressed pubescent and leafless stalk; sepals 5, ovate, acute, distinctly reflexed; petals 5, broadly-ovate and yellow; stamens numerous, anthers oblong and yellow.

Flowering time:  January-March.  

Fruit:  Compressed achenes.     

Habitat:  Phrygana, rocky or sandy ground, 0-150 m alt.  

Native:   Central and Eastern Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με βολβώδη ρίζα και ύψος μέχρι 4 εκ.

Βλαστός/οί:   Αναπτύσσονται κατά μήκος του εδάφους, φέρει τρίχες παράλληλες με τον βλαστό ο οποίος με την πάροδο του χρόνου παίρνει καφέ χρώμα.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή και έμμισχα, δελτοειδή στο περίγραμμα, με τρίχες όπως του βλαστού, ενώ 3 φορές με βαθιές τομές διαιρείται σε τμήματα με ωοειδείς και άνισους λοβούς.  Νεαρά φύλλα είναι σπατουλοειδή και οδοντωτά.

Άνθη:   Ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα και επάκρια, στην κορυφή πολύ κοντών και τριχωτών και άφυλλων μίσχων.  Σέπαλα 5, ωοειδή και μυτερά, έντονα λυγισμένα προς τα πίσω.  Πέταλα 5, πλατειά-ωοειδή και κίτρινα.  Στήμονες πολυάριθμοι, ανθήρες προμήκεις και κίτρινοι.

Άνθιση: Ιανουάριος-Μάρτιος. 

Καρπός:   Πιεσμένα αχαίνεια.

Ενδιαίτημα:  Φρυγανότοποι, βραχώδη ή αμμώδη εδάφη, 0-150 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Κεντρική και ανατολική Μεσογειακή ζώνη.

Adonis dentata

Name/Όνομα:  Άδωνις ο οδοντωτός

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Adonis dentata Delile.

Common name/Κοινό όνομα: Toothed pleasant’ s-eye

Family/Οικογένεια:    RANUNCULACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Annual herb growing up to 15 cm high. 

Stem/s:   ± Erect or developing along the ground, much-branched, greenish and glabrous.

Leaves:   Alternate, deeply dissected 2 or 3 times into oblong-linear, glabrous, rather acute and sessile segments.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, terminal and solitary; sepals about half as long as petals, more narrow than petals, obovate and glabrous, usually stained violet at apex; petals 5-7, yellow, broadly obovate, more or less irregularly cuneate or rounded at apex; Stamens numerous; fruiting head ovoid-cylindrical consisting of up to 50 imbricate and beaked achenes.

Flowering time:  February-May  

Fruit:  Achenes.     

Habitat:   Limits of rocky or cultivated fields, 0-375 m alt

Native:   Libya to Pakistan.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 15 εκ.

Βλαστός/οί:    Όρθιοι ή αναπτυσσόμενοι κατά μήκος του εδάφους, πολύκλαδοι, πρασινωποί και άτριχοι.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, βαθειά διαιρεμένα 2 ή 3 φορές σε προμήκη-γραμμοειδή, γυμνά, μάλλον μυτερά και άμισχα τμήματα.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, επάκρια και μεμονωμένα.  Σέπαλα περίπου το μισό των πετάλων, πιο στενά από τα πέταλα, αντωειδή και γυμνά, συνήθως με βιολετί απόχρωση στην κορυφή.  Πέταλα 5-7, κίτρινα, πλατειά-αντωειδή, με λίγο ή πολύ άνισες, μυτερές ή στρογγυλές απολήξεις στην κορυφή.  Στήμονες πολυάριθμοι.  Καρποφόρα κεφαλή ωοειδής-κυλινδρική, αποτελούμενη από μέχρι 50 αλληλεπικαλυπτόμενα και ραμφοειδή αχαίνια.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Μάιος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:   Όρια βραχωδών ή καλλιεργημένων αγρών, από 0-375 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Από Λιβύη μέχρι Πακιστάν.

Family/Οικογένεια:    RANUNCULACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Annual herb growing up to 15 cm high. 

Stem/s:   ± Erect or developing along the ground, much-branched, greenish and glabrous.

Leaves:   Alternate, deeply dissected 2 or 3 times into oblong-linear, glabrous, rather acute and sessile segments.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, terminal and solitary; sepals about half as long as petals, more narrow than petals, obovate and glabrous, usually stained violet at apex; petals 5-7, yellow, broadly obovate, more or less irregularly cuneate or rounded at apex; Stamens numerous; fruiting head ovoid-cylindrical consisting of up to 50 imbricate and beaked achenes.

Flowering time:  February-May  

Fruit:  Achenes.     

Habitat:   Limits of rocky or cultivated fields, 0-375 m alt

Native:   Libya to Pakistan.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 15 εκ.

Βλαστός/οί:    Όρθιοι ή αναπτυσσόμενοι κατά μήκος του εδάφους, πολύκλαδοι, πρασινωποί και άτριχοι.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, βαθειά διαιρεμένα 2 ή 3 φορές σε προμήκη-γραμμοειδή, γυμνά, μάλλον μυτερά και άμισχα τμήματα.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, επάκρια και μεμονωμένα.  Σέπαλα περίπου το μισό των πετάλων, πιο στενά από τα πέταλα, αντωειδή και γυμνά, συνήθως με βιολετί απόχρωση στην κορυφή.  Πέταλα 5-7, κίτρινα, πλατειά-αντωειδή, με λίγο ή πολύ άνισες, μυτερές ή στρογγυλές απολήξεις στην κορυφή.  Στήμονες πολυάριθμοι.  Καρποφόρα κεφαλή ωοειδής-κυλινδρική, αποτελούμενη από μέχρι 50 αλληλεπικαλυπτόμενα και ραμφοειδή αχαίνια.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Μάιος.

Καρπός:   Αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:   Όρια βραχωδών ή καλλιεργημένων αγρών, από 0-375 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Από Λιβύη μέχρι Πακιστάν.

Hyoseris scabra

Name/Όνομα:  Υοσερίς η τραχεία*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Hyoseris scabra L.

Family/Οικογένεια:    ASTERACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:   Annual growing up to 12 cm high. 

Stem/s:   Stemless, whole plant erect, ascending or procumbent, thinly or densely covered with short scabrid hairs.

Leaves:   At the base forming a rosette, ± glabrous, narrowly oblanceolate in outline, deeply dissected into opposite, sessile and dentate lobes, acute or obtuse; terminal lobe 3-dentate; petiole winged.

Flowers:  Capitula cylindrical and solitary at the top of erect or prostrate scapes, conspicuously swollen at apex; bracts ±5, oblong or lanceolate; florets ±12, ligules yellow with 5 teeth at apex; anthers with apical appendage; style branched, hairy above.

Flowering time:   February-May.

Fruit:    Brown achenes of 3 kinds; outer little compressed with a pappus  of short scabrid hairs, median compressed and winged with a scaly pappus mixed with rough lanceolate bristles, inner cylindrical with linear lanceolate scales.

Habitat:  Rocky ground near the sea, roadsides, along physical trails and shrubby vegetation, 0-175 m alt.

Native:   Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 12 εκ.

Βλαστός/οί:   Χωρίς βλαστό, ολόκληρο το φυτό είναι όρθιο, ανερχόμενο ή κατακεκλιμένο, ελαφρά ή πυκνά καλυμμένο με κάπως σκληρές τρίχες που δυσκολεύουν την αφή.

Φύλλα:     Στη βάση δημιουργώντας ένα είδος ροζέττας, ± άτριχα, στενά αντιλογχοειδή στο περίγραμμα, βαθειά διαιρεμένα σε άμισχους, αντίθετους και οδοντωτούς λοβούς, οξυκόρυφους ή πλατυκόρυφους. Τελευταίος λοβός 3-δοντος.  Μίσχος πτερυγωτός.

Άνθη:   Κεφάλια κυλινδρικά και μεμονωμένα στην κορυφή όρθιων ανθοφόρων βλαστών, έντονα διογκωμένα στην κορυφή τους.  Βράκτια ±5, προμήκη ή λογχοειδή.  Ανθίδια ±12, γλωσσίδια κίτρινα με 5 δόντια στην κορυφή τους.  Ανθήρες με προεξοχή στην κορυφή τους.  Στύλος με διακλάδωση, τριχωτός ψηλά.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Μάιος.

Καρπός:   Καφέ αχαίνια 3 ειδών.  Εξωτερικά λίγο συμπιεσμένα με πάππα από κοντές και σκληρές τρίχες, μεσαία συμπιεσμένα και πτερυγωτά με λεπιοειδή πάππο μαζί με σκληρές λογχοειδείς τρίχες, εσωτερικά κυλινδρικά με γραμμοειδή και λογχοειδή λέπια.

Ενδιαίτημα:   Βραχώδη εδάφη κοντά σε θάλασσα, κατά μήκος δρόμων και μονοπατιών και σε θαμνώνες, από 0-175 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

Asparagus horridus

Name/Όνομα:  Ασπάρακος ο αγκαθωτός*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Asparagus horridus

Common name/Κοινό Όνομα:   Wild asparagus, Σπαράγγι, ‘Ασπρο αγρέλλι.

Family/Οικογένεια:    ASPARAGACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

 

Plant:    Perennial shrub growing up to 200 cm high.

Stem/s:   Erect or climbing, much-branched, angled, striate, glaucous green when young becoming woody with age, hairless and strongly spiny, solitary or in fascicles of 3; young shoots are edible.

Leaves:  Alternate, scaly, membranous, acuminate with a spur at the base when young but after  they are being replaced by cladodes*which are angled, green and flattened stems, spiny-tipped or mucronate, functioning as leaves helping plant in photosynthesis.

Flowers: Actinomorphic and unisexual, solitary or in clusters of 2-6, at the base of cladodes; pedicels articulated; male flowers with 6 perianth segments, spreading, greenish or yellowish, ovate-concave, stamens 6, introrse and 2-thecous, ovary not fertile; female flowers similar but smaller; ovary superior, sublobose, style very short, stigmas 3, arcing. 

Flowering time:   February-June.

Fruit:  Subglobose berry, green becoming blue black at maturity.

Habitat:  Rocky slopes, dry areas, phrygana, sandy places near seaside, pine forests , from 0-600 m alt.

Native:   Mediterranean region to Canary Islands.

 

cladodes* = flattened robust and rigid stems functioning as leaves..

 

Περιγραφή

Φυτό:    Πολυετής θάμνος με ύψος μέχρι 200 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι ή αναρριχόμενοι, πολύκλαδοι, γωνιώδεις και ραβδωτοί, γλαυκοπράσινοι οι νεαροί που αργότερα γίνονται ξυλώδεις, άτριχοι και έντονα ακανθώδεις, μεμονωμένα ή σε δέσμες των 3.  Νεαροί βλαστοί είναι εδώδιμοι, τα γνωστά αγρέλια.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, λεπιοειδή και μεμβρανώδη, μυτερά στην κορυφή και με πλήκτρο στη βάση όταν είναι νεαρά, αργότερα όμως αντικαθίστανται από τα κλαδώδια*, που είναι μεταμορφωμένοι πράσινοι και γωνιώδεις βλαστοί, με κάπως επίπεδες πλευρές και με μυτερή ή ακανθώδη κορυφή και τα οποία λειτουργούν ως φύλλα βοηθώντας το φυτό στην φωτοσύνθεση.,  

Άνθη:   Ακτινόμορφα και μονογενή, μεμονωμένα ή σε δέσμες των 2-6 ανθέων, στη βάση των κλαδωδίων.  Ποδίσκος άνθους αρθρωτός.  Αρσενικά άνθη με 6 ωοειδή και κοίλα τμήματα περιανθίου, απλωμένα, πρασινωπά ή κιτρινωπά.  Στήμονες 6, 2-θηκοι και με προσανατολισμό προς το κέντρο του άνθους.  Ωοθήκη άγονη.  Θηλυκά άνθη παρόμοια αλλά μικρότερα.  Ωοθήκη επιφυής, κάπως σφαιρική, στύλος πολύ κοντός, στίγματα 3 θολωτά.

Άνθιση: Φεβρουάριος-Ιούνιος. 

Καρπός:   Σχεδόν σφαιρική ράγα, πράσινη αρχικά που παίρνει μπλε-μαύρο χρώμα στην ωρίμανση.

Ενδιαίτημα:  Βραχώδεις πλαγιές, ξηρές και θαμνώδεις περιοχές, αμμώδη εδάφη κοντά στη θάλασσα και πευκοδάση, από 0-600 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη μέχρι  Κανάρια Νησιά.

 

Κλαδώδια* = Μεταμορφωμένοι δυνατοί και σκληροί βλαστοί που λειτουργούν ως φύλλα.

Juniperus oxycedrus subsp oxycedrus

Name/Όνομα:  Άρκευθος η οξύκεδρος

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Juniperus oxycedrus subsp oxycedrus L

Common name/Κοινό Όνομα:   Prickly juniper, Αόρατος, Κέδρο.

Family/Οικογένεια:    CUPRESSACEAE

 

 

Description

 

Plant:   Evergreen, dioecious shrub or small tree growing up to 7 m high.

Trunk/bark:  Trunk erect, straight or curved, and much branched; foliage round or conical; bark ash-brown or reddish, rough, often exfoliating in narrow flakes; twigs green becoming yellowish brown and 3-angled with age.

Leaves:  In whorls of 3, needle-shaped, mucronate-tipped, narrow, golden-green with a distinct green median stripe from base to apex (beneath) and 2 white bands of stomata above.

Flowers:  Unisex and axillary; small male cones  begin with scale-like bracts at the base and terminate with few whorls of scutate-shaped stamens, bearing 2-4 pollen sacs;  female cones consist of scale-like bracts  and a whorl of carpels at their base.

Flowering time:    April-May.        Fruiting time:  September-November.

Fruit:   Fleshy, berry-like strobilus, maturing in 2 years, enclosing hard and wingless seeds, becoming free after the decay of the cone.

Habitat:    Mountain slopes on igneous soil from 925-1525 m alt.

Native:   Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Αειθαλής και δίοικος θάμνος ή μικρό δένδρο με ύψος μέχρι 7 μ.

Κορμός/Φλοιός:   Κορμός όρθιος και ευθύς ή λυγισμένος και πολύκλαδος.  Φύλλωμα στρογγυλό ή κωνικό.  Φλοιός τεφροκαστανός ή κοκκινωπός, ανώμαλος, ενώ συχνά απολεπίζεται σε στενές λωρίδες.  Νεαροί κλάδοι πράσινοι, γινόμενοι κιτρινωποί-καστανοί και τριγωνικοί, με την πάροδο του χρόνου.

Φύλλα:     Σε σπονδύλους των 3, βελονοειδή με σκληρή και αιχμηρή κορυφή, στενά, χρυσοπράσινα με μια εμφανή πράσινη ζώνη σε όλο το μήκος του φύλλου, στην κάτω επιφάνεια, και 2 λευκές ζώνες από στόματα στην άνω επιφάνεια.

Άνθη:   Μονογενή σε μασχαλιαίους ίουλους.  Οι μικροί αρσενικοί κώνοι αρχίζουν με λεπιοειδή βράκτια στην βάση τους και τελειώνουν με λίγους σπονδύλους από ασπιδοειδείς στήμονες που φέρουν 2-4 γυρεόσακους.  Οι θηλυκοί κώνοι αποτελούνται από λεπιοειδή βράκτια και ένα σπόνδυλο από καρπόφυλλα στη βάση τους.

Άνθιση:   Απρίλιος-Μάιος.   Καρποφορία:  Σεπτέμβριος-Νοέμβριος.

Καρπός:   Σαρκώδης ραγοστρόβιλος που ωριμάζει σε 2 χρόνια και περικλείει σκληρά και χωρίς πτέρυγες σπέρματα, που ελευθερώνονται μετά τη σήψη του κώνου.

Ενδιαίτημα:  Βουνοπλαγιές σε πυριγενή εδάφη, από 925-1525 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

Carex troodi

Name/Όνομα:  Κάρεξ του τροόδους

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Carex troodi Turril

Family/Οικογένεια:    CYPERACEAE

 

 

Description

 

Plant:    Perennial, monoecious and rhizomatous herb growing up to 25 cm high.

Stem/s:  Culm usually erect, unbranched, solid not hollow and without nodes, triangular, green and glabrous.

Leaves:    At base, linear, simple and entire, dark green and glabrous, much shorter than culms.

Flowers:  Flowers unisex in many-flowered interrupted and distantly spaced spikes; usually male spikes on  top of spikelets and female below but on the same plant; sometimes male and female flowers may occur on the same spike at opposite ends, male flowers always above the female; bracts leaf-like shorter than leaves; an individual male flower consist of 3 stamens on a short pedicel and arise from the axil of a bract; glume dark purple; anthers conspicuous, yellow, longitudinally dehiscent with apical appendage; female flower consist of 1 ovary surrounded by periginium – a sac-like structure open at the top with 1 long style and 2-3 pinnate stigmas exposed;  female flower arises from the axil of a scaly bract.

Flowering time:   March-July.

Fruit:    Dry, one-seeded, indehiscent achene (nutlet).   

Habitat:    Near streams, water tanks and springs or swamps, 675-1925 m alt.

Native:   Endemic to Cyprus.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής, μόνοικη και ριζοματώδης πόα με ύψος μέχρι 25 εκ.

Βλαστός/οί:   Κάλαμος συνήθως όρθιος, χωρίς διακλάδωση, συμπαγής δηλ όχι εσωτερικά κοίλος και χωρίς γόνατα, τριγωνικός, πράσινος και γυμνός.

Φύλλα:     Στη βάση, γραμμοειδή, απλά και ακέραια, γυμνά και με σκούρο πράσινο χρώμα, πολύ κοντύτερα του καλάμου.

Άνθη:   Μονογενή, σε πολυανθείς και διακοπτόμενους στάχεις που φύονται κάπως μακριά  ο ένας από τον άλλο, δηλ οι αρσενικοί και θηλυκοί στάχεις βρίσκονται σε διαφορετικές θέσεις αλλά πάντα στο ίδιο φυτό (μόνοικο φυτό).  Συνήθως οι αρσενικοί στάχεις είναι στην κορυφή και οι θηλυκοί πιο κάτω, αλλά μπορεί και να συνυπάρχουν.  Βράκτια σαν φύλλα αλλά κοντύτερα.  Κάθε αρσενικό άνθος αποτελείται από 3 στήμονες επί κοντού άξονα και εκφύεται από την μασχάλη ενός βρακτίου.  Λέπυρα με σκούρο πορφυρό χρώμα.  Ανθήρες πολύ εμφανείς, κίτρινοι, με κατά μήκος σχίσιμο και με μυτερή προεξοχή στην κορυφή τους.  Κάθε θηλυκό άνθος αποτελείται από την ωοθήκη που περιβάλλεται από το περιγύνιον που μοιάζει με σάκο και ανοίγει στην κορυφή του για να εξέλθει ο μακρύς στύλος με τα 2-3 πτερωτά στίγματα.  Όπως και το αρσενικό έτσι και το θηλυκό άνθος εκφύεται από την μασχάλη ενός λεπιοειδούς βρακτίου.

Άνθιση:   Μάρτιος-Ιούλιος.

Καρπός:   Ξηρό, μονόσπερμο και αδιάρρηκτο αχαίνιο.

Ενδιαίτημα:  Κοντά σε ρυάκια και πηγές ή τέλματα, 675-1925 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ενδημικό της Κύπρου.

Linum strictum subsp spicatum

Name/Όνομα:  Λίνο το συμπαγές υποείδ. αιχμηρό.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Linum strictum subsp spicatum (Pers.) H. Lindb.

Common name/Κοινό Όνομα:   Rigid flux.

Family/Οικογένεια:  LINACEAE  

 

 

Description

 

Plant:   Annual herb growing up to 40 cm high. 

Stem/s:   Erect, rigid, and often unbranched, green and glabrous, becoming brown with age.

Leaves:  Alternate, simple and entire, lanceolate, erect or ascending, sessile, and hard to touch, with a distinct median nerve, much longer than flowers. 

Flowers:  Small, actinomorphic and hermaphrodite, in narrow and crowded, subspicate inflorescences; bracts leaf-like; petals 5, yellow, oblanceolate, free, 3-nerved at base expanded to 5 above; apex rounded; sepals 5, unequal, linear-lanceolate, green, hard to touch, as long as petals or longer; stamens 5 surrounded by staminodes, anthers oblong and yellow, filaments connected at base; ovary globose and superior, stigmas 5, capitate.    

Flowering time:   March-May.

Fruit:    Capsule.   

Habitat:    Hillsides, rocky places, coastal habitats, 0-300 m alt.

Native:   Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 40 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιος, άκαμπτος και συχνά χωρίς διακλάδωση, πράσινος και γυμνός, αλλά με την ηλικία παίρνει καφέ χρώμα.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, απλά και ακέραια, λογχοειδή, όρθια ή ανερχόμενα, άμισχα και με ανώμαλη και σκληρή επιφάνεια που κάνει δύσκολη την αφή, με εμφανές μεσαίο νεύρο, πολύ μακρύτερα των ανθέων.

Άνθη:   Μικρά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε στενές και πυκνές σαν στάχυα ταξιανθίες.  Βράκτια παρόμοια με τα φύλλα.  Πέταλα 5, κίτρινα, αντιλογχοειδή, ελεύθερα, 3-νευρα στη βάση τους αλλά ψηλότερα διαμορφώνονται σε 5.  Κορυφή στρογγυλή.  Σέπαλα 5, άνισα, γραμμοειδή-λογχοειδή, πράσινα και σκληρά στην αφή, ισομήκη με τα πέταλα ή μακρύτερα.  Στήμονες 5 περικυκλωμένοι από άγονους στήμονες, ανθήρες κίτρινοι και προμήκεις, και νήματα ενωμένα στη βάση τους.  Ωοθήκη ωοειδής και επιφυής, στίγματα 5, κεφαλωτά.

Άνθιση:   Μάρτιος-Μάιος.

Καρπός:   Κάψα.

Ενδιαίτημα:   Λοφοπλαγιές, βραχώδη εδάφη ή κοντά σε παραλίες, από 0-300 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Μεσογειακή ζώνη.

Helianthemum obtusifolium

Name/Όνομα:  Ελιάνθεμον το αμβλύφυλλον.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Helianthemum obtusifolium Dunal.

Family/Οικογένεια:    CISTACEAE

 

Description

 

Plant:   Perennial subshrub growing up to 25 cm high.

Stem/s:   Spreading or suberect, branched, cylindrical, greenish and white-tomentose when young, becoming woody with age.

Leaves:  Alternate, simple, entire and petiolate; blade oblanceolate, elliptic or lanceolate, glabrous or thinly hairy above, with dense long and forked hairs beneath, obscurely veined except the median nerve; petiole short and hairy, often purplish; margins recurved, apex usually obtuse, base nearly cuneate or almost rounded; stipules simple and entire, linear-lanceolate.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in few-flowered, bracteate and one-sided cymes; bracts linear-lanceolate and hairy; sepals 5, the 2 outer smaller than the inner, narrow – lanceolate and hairy, the 3 inner broadly ovate, 4-nerved, distinctly concave and covered with white hairs; nerves purple-black; petals 5, spreading, broadly obovate, creamy yellow with nearly cuneate apex, distinctly larger than sepals; stamens numerous, all fertile, filaments radically arranged from the base of ovary, anthers oblong and yellow; ovary superior globose and densely hairy, style greenish wider at apex, stigma capitate.

Flowering time:    February-May.

Fruit:    Ovoid-trigonous capsule with angular seeds

Habitat:  Dry slopes and hillsides, 0-925 m alt.

Native:   Endemic to Cyprus.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Πολυετής ημίθαμνος με ύψος μέχρι 25 εκ.

Βλαστός/οί:   Απλωμένοι ή σχεδόν όρθιοι, διακλαδωμένοι, πρασινωποί και με ασπριδερές τρίχες οι νεαροί, γινόμενοι ξυλώδεις με την πάροδο του χρόνου.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια και έμμισχα.  Έλασμα αντιλογχοειδές, ελλειπτικό ή λογχοειδές, γυμνά ή ελαφρά τριχωτά στην άνω επιφάνεια, με πυκνές, μακρές και  διχαλωτές τρίχες στην κάτω, με αφανή νεύρωση εκτός του κεντρικού νεύρου.  Μίσχος κοντός και τριχωτός συχνά πορφυρός, ενώ τα χείλη λυγίζουν προς τα πίσω.  Κορυή συνήθως πλατειά ενώ η βάση είναι σχεδόν μυτερή ή σχεδόν κυκλική.  Παράφυλλα απλά και ακέραια, γραμμοειδή-λογχοειδή.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ολιγοανθείς, ποδισκωτές και προς την μια κατεύθυνση θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Βράκτια γραμμοειδή-λογχοειδή και τριχωτά.  Σέπαλα 5, τα 2 εξωτερικά μικρότερα των εσωτερικών, στενά-λογχοειδή και τριχωτά, τα 3 εσωτερικά πλατειά-ωοειδή, 4-νευρα, εμφανώς κοίλα, και καλυμμένα με άσπρες τρίχες.  Νεύρα με πορφυρό-μαύρο χρώμα.  Πέταλα 5, απλωμένα, πλατειά-αντωειδή, με κίτρινο-κρεμώδες χρώμα και με σχεδόν μυτερή κορυφή, εμφανώς μεγαλύτερα από τα σέπαλα.  Στήμονες πολυάριθμοι και όλοι γόνιμοι, νήματα ακτινωτά διαταγμένα γύρω από τη βάση της ωοθήκης, ανθήρες προμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, σχεδόν σφαιρική και πυκνά τριχωτή, στύλος πρασινωπός και πλατύτερος στην κορυφή, στίγμα κεφαλωτό.

Άνθιση:   Φεβρουάριος-Μάιος.

Ενδιαίτημα:   Ωοειδής-τριφωνική κάψα με τριγωνικά σπέρματα.

Πατρίδα:   Ενδημικό της Κύπρου.

 

 

Viola kitaibeliana

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Viola kitaibeliana Shultz.

Family/Οικογένεια:   VIOLACEAE

 

 

 

Description

Plant:   Annual herb growing up to 12 cm high. 

Stem/s:   Erect or decumbent, ± branched, greenish or purplish, more or less pubescent, angular.

Leaves:  Alternate; lower leaves broadly-ovate to suborbicular, obtuse, with crenate margins; petiole purplish, pubescent and longer than blade; stipules persistent, leaf-like, with conspicuous and large ovate-lanceolate mid-lobe and few to many linear lateral lobes; upper leaves narrower and longer, spathulate, with crenate-serrate margins; uppermost leaves nearly linear and obscurely serrated.

Flowers:  Small, zygomorphic and hermaphrodite, solitary and axillary; peduncles curved downward at apex with 2 bracteoles near the base of curve; sepals 5, ovate to oblong-lanceolate, ± glabrous, equaling or slightly exceeding petals; petals 5, obovate, spreading, unequal, concave, the lower with a spur and a yellow base near throat, the lateral ones  with upward direction, creamy-yellow bearded at the base and the upper ones often with blue-violet tinge; stamens 5; ovary superior, style 1, stigma 1, globose

Flowering time:   March-May.

Fruit:  Capsule.         

Habitat:   Hillsides, vineyards, 600-1200 m alt.

NativeCanary Islands to Europe and Iran-Turkmenistan.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 12 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι ή κατακλιμένοι, με ή χωρίς διακλάδωση, γωνιώδεις, πρασινωποί έως πορφυροί, λίγο ή πολύ χνουδωτοί.

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, τα χαμηλότερα είναι πλατειά-ωοειδή προς σχεδόν  κυκλικά, πλατυκόρυφα με οδοντωτά χείλη.  Μίσχος πορφυρός, τριχωτός και μακρύτερος του ελάσματος του φύλλου.  Παράφυλλα με πολλούς πλάγιους γραμμοειδείς λοβούς και με εμφανή ένα ωοειδή-λογχοειδή μεσαίο λοβό, μεγαλύτερο των άλλων.  Ανώτερα φύλλα στενότερα και μικρότερα, σπατουλοειδή, με οδοντωτά-πριονωτά χείλη.  Ψηλότερα φύλλα σχεδόν γραμμοειδή και με δυσδιάκριτα πριονωτά χείλη.

Άνθη:   Μικρά, ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα και μασχαλιαία.  Ποδίσκος ανθέων με λυγισμένη την κορυφή του προς τα κάτω και φέρει 2 μικρά βράκτια κοντά στην  περιοχή λυγίσματος.  Σέπαλα 5, ωοειδή ή προμήκη-λογχοειδή, με ή χωρίς τρίχωμα, ισομήκη ή ελαφρά μακρύτερα των πετάλων.  Πέταλα 5, αντωειδή, απλωμένα, άνισα και κοίλα, το χαμηλότερο με πλήκτρον και μια κίτρινη περιοχή κοντά στον φάρυγγα, τα πιο πάνω πλάγια έχουν κατεύθυνση προς τα κάτω, χρώμα λευκό-κρεμώδες προς κίτρινο  και φέρουν δέσμη τριχών στη βάση τουςμ ενώ τα ανώτερα συχνα έχουν μπλε-βιολετί χροιά.  Στήμονες 5.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, στίγμα σφαιρικό.

Άνθιση:   Μάρτιος-Μάιος

Καρπός:   Κάψα.

Ενδιαίτημα:   Πλαγιές και πεδιάδες, από 600-1200  υψόμετρο.

Abutilon theophrasti

Name/Όνομα:    Αβούτιλον θεοφράστου*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Abutilon theophrasti Medik.

Common name/Κοινό Όνομα:   Tientsig jute, Velvetleaf, Βελουδόφυλλο, Αγριοβαμβακιά.

Family/Οικογένεια:    MALVACEAE

 

Description

 

Plant:   Annual growing up to 240 cm high, usually less than 100 cm. 

Stem/s:   Erect, branched, cylindrical, brownish and covered with soft velvety whitish hairs.

Leaves:    Alternate, simple, entire, heart-shaped and petiolate, covered with short and soft whitish hairs;

Flowers:   Actinomorphic and hermaphrodite, solitary or in few-flowered, axillary cymes; peduncle cylindrical, brownish, covered with soft hairs; petals 5, obovate and yellow, united at the base; sepals 5, broadly-ovate or elliptic, brownish and hairy, united at the base; epicalyx absent; stamens numerous, filaments fused forming a hollow tube, allowing the style passing through, while the anthers appear at the top of the style; pollen-grains spiny; ovary superior.

Flowering time:   June-September.

Fruit:   Capsule, dehiscent mericarp, ring-shaped, consists of 12-15, woody, black and hirsute segments, containing many tuberculate seeds.   

Habitat:    Roadsides, field limits, vineyards, 50-300 m alt.

Native:   Southern Asia.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Μονοετές φυτό με ύψος μέχρι 240 εκ, αλλά συνήθως λιγότερο του 1 μ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, διακλαδωμένοι, κυλινδρικοί, καστανοί και καλυμμένοι με μαλακές, κοντές και ασπριδερές τρίχες.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά και ακέραια, καρδιοειδή και έμμισχα, καλυμμένα με κοντές, μαλακές και ασπριδερές τρίχες.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα ή σε μασχαλιαίες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Ποδίσκος καστανός και τριχωτός.  Πέταλα 5, κίτρινα, αντωειδή, και ενωμένα στη βάση τους.  Σέπαλα 5, πλατειά-ωοειδή ή ελλειπτικά, καστανά και τριχωτά, ενωμένα στη βάση τους.  Επικαλύκιον απουσιάζει.  Στήμονες πολυάριθμοι με νήματα που συμφύονται και σχηματίζουν κοίλο σωλήνα μέσα από τον οποίο περνά ο στύλος, ενώ οι κίτρινοι ανθήρες εμφανίζονται στην κορυφή του στύλου.  Κόκκοι γύρης αγκαθωτοί.  Ωοθήκη επιφυής.

Άνθιση:  Ιούνιος-Σεπτέμβριος.

Καρπός:   Κάψα, μεριστόκαρπος διαρρηκτός σε σχήμα που μοιάζει με μεγάλο δακτύλιο, αποτελούμενο από 12-15, ξύλινα, μαύρα και αδρότριχα τμήματα, που περιέχουν πολλά σχεδόν ωοειδή και με ανώμαλη επιφάνεια σπέρματα.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων, όρια χωραφιών, πεδιάδες, από 50-300 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Νότια Ασία.