Archives

Author Archive for savvas

Castanea sativa

Name/Όνομα:  Καστανιά η εδώδιμη

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Castanea sativa Mill.

Common name/ Κοινό όνομα:   European chestnut, Sweet chestnut, Spanish chestnut, Καστανιά     

Family/Οικογένεια:  FAGACEAE

 

Description

Μονοecious*and deciduous tree up to 30m high.  Bark greyish-brown and smooth, becoming grooved and fissured with age; trunk stout and wide, old trees may have a trunk diameter 2m or more; young branches are purple-brown and tomentose, bearing oval or roundish, red-brown buds.  Leaves are alternate, simple, oblong-lanceolate, dark green above, light green below, glabrous on both sides, margin conspicuously serrate, venation prominent, base slightly cuneate, apex acuminate, petiole yellowish.  Flowers yellow, unisex (male or female) on terminal spikes** (catkins); female flowers are located at the base of the catkins, while male flowers developed at the remaining part of the catkins; after pollination, female flowers develop into reddish-brown nuts, wrapped in a green (first) or yellowish (after) prickly case, called cupule; Flowering time June-July.  Nuts are shed in October (Cyprus).  Native of a zone extended from Balkan Peninsula to western Asia and northern Africa.  Μονοecious* = male and female flowers are on the same plant.  spike** = inflorescence bearing one scaly bract and  unisex apetalous flowers

 

Περιγραφή

Φυλλοβόλο και μόνοικο* δέντρο ύψους μέχρι 30m.  Κορμός εύρωστος και χοντρός που μπορεί να φθάσει ή να ξεπεράσει τα 2m διάμετρο.  Φλοιός τεφροκαστανός, λείος στην αρχή αλλά με την πάροδο του χρόνου γίνεται ζαρωμένος και εμφανίζει σκισίματα και αυλάκια.  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, επιμήκη λογχοειδή, με σκούρο πράσινο χρώμα στην πάνω επιφάνεια, με ανοικτό πράσινο στην κάτω, άτριχα και στις 2 επιφάνειες, χείλος έντονα πριονωτό, με πολύ εμφανή νεύρωση, με βάση ελαφρά επίπεδη, κορυφή σχεδόν οξύληκτη και με κιτρινωπό μίσχο.  Άνθη κιτρινωπά, μονογενή (αρσενικά ή θηλυκά) σε επάκριους και όρθιους ίουλους.  Τα αρσενικά άνθη καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος του ίουλου, ενώ τα θηλυκά βρίσκονται στη βάση του.  Μετά την επικονίαση τα θηλυκά άνθη αναπτύσσονται σε κοκκινοκαστανά κάρυα που περιβάλλονται από ένα πράσινο στην αρχή και κιτρινωπό αργότερα, ακανθώδη σάκο, ώστε να φαίνονται από μακριά σαν μεγάλοι πράσινοι αχινοί.  Ανθίζει Μάιο-Ιούλιο.  Τον Οκτώβριο τα κάστανα ωριμάζουν και πέφτουν.  Πατρίδα του θεωρείται μια ζώνη που ξεκινά από τη Βαλκανική χερσόνησο και εκτείνεται μέχρι τη Δυτική Ασία και τη Βόρεια Αφρική. Μόνοικο*  = αρσενικά και θηλυκά άνθη βρίσκονται πάνω στο ίδιο  φυτό.  Ίουλος** = ταξιανθία συνήθως κρεμάμενη που φέρει  μονογενή (αρσενικά ή θηλυκά) και απέταλα άνθη

Odontites cyprius

Name/Όνομα:  Οδοντίτης ο Κύπριος

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Odontites cyprius* Boiss

Family/Οικογένεια: OROBANCHACEAE

 synonym* Odontites linkii ssp cyprius (Boiss) Bolliger

Description

Odontites cyprius is a perennial subshrub growing to 60cm tall.  Stems erect, much branched, green and hairy when young, purple with short and sparse hairs at base, sometimes glabrous.  Leaves are mostly opposite, simple, entire, linear, sessile, hairy, green, often purple, apex subacuteFlowers small, aromatic, zygomorphic, hermaphrodite, in terminal racemes, usually all pointing to one side; bracts narrow lanceolate, green, shorter than corolla; corolla cylindrical, 2-liped, yellow; upper lip hood-like, lower lip 3-lobed; calyx campanulate, 4-toothed; teeth triangular, pointed, hairy; stamens 4, didynamous, anthers yellow, hairy; ovary obovate, hairy; style exceeding corolla, hairy; stigma capitate.  Flowering time July-Dec.  Fruit is a sparsely hairy capsule.  Endemic to Cyprus, on garigue and pinewoods from 25-1675m alt.  didynamous* = a long and a shorter pair

 

Περιγραφή

Πολυετής ημίθαμνος που φθάσει τα 60m ύψος.  Βλαστοί όρθιοι, πολύκλαδοι, πράσινοι και τριχωτοί οι νεαροί, πορφυροί και με αραιές ή καθόλου τρίχες οι παλαιότεροι.  Φύλλα αντίθετα, απλά, ακέραια, γραμμοειδή ή στενά λογχοειδή, άμισχα, τριχωτά, έμμισχα, άτριχα, συχνά παίρνουν πορφυρό χρώμα, κορυφή λίγο ή πολύ μυτερή.     Άνθη μικρά, αρωματικά, ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε επάκριους βότρεις.  Συνήθως όλα τα άνθη είναι στραμμένα προς μια κατεύθυνση.  Βράκτια στενά λογχοειδή, πράσινα, κοντύτερα της στεφάνης.  Στεφάνη κυλινδρική, 2-χειλη και κίτρινη.  Το άνω χείλος φαίνεται σαν κουκούλα, ενώ το κάτω χείλος είναι 3-λοβο.  Κάλυκας καμπανοειδής, με 4 τριγωνικά, μυτερά και τριχωτά δόντια.  Στήμονες 4, διδύναμοι*, ανθήρες κίτρινοι και αραιά τριχωτοί.  Ωοθήκη αντωειδής και τριχωτή.  Ο στύλος είναι τριχωτός και μακρύς και ξεπερνά τη στεφάνη, ενώ το στίγμα είναι κεφαλωτό.  Άνθιση Ιούλιος-Δεκέμβριος.  Καρπός είναι κάψα με αραιό τρίχωμα.  Ενδημικό φυτό της Κύπρου και απαντάται σε γκαρίγκες και πευκοδάση, από 25-1675m υψόμετρο.       διδύναμοι*= 2 ζεύγη στημόνων, το ένα ζεύγος πιο κοντό από το άλλο

Euphorbia cyathophora

Name/Όνομα:   Eυφόρβια η κυαθοφόρος*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Euphorbia cyathophora Murray

Common name/Κοινό όνομα:  Wild poinsettia, Poinsettia, Fire on the mountain 

Family/Οικογένεια:  EUPHORBIACEAE

Description

Euphorbia cyathophora is an annual monoecious** plant, growing to 80cm high.  Root is a short taproot with fibrous lateral roots.  Stem erect, light green, terete and sparsely hairy below, more branched, angled and glabrous above.  Leaves are variable; they are generally alternate, simple, petiolate, fiddle-shape and lobed or irregularly toothed, glabrous above, sparsely hairy beneath,; petioles are red and hairy; leaves at the top, just below the inflorescences, are opposite, fiddle-shape and lobed or entire and obovate, partly or wholly colored with orange, orange-red or red; from a distance they appear to be flower petals.  All parts of the plant excrete milky and sticky sap when crushed or damaged.  Flowers incospicious, tiny, yellowish- green, in terminal cup-shape structures called cyathia; each cyathium consists of 3 parts: 3-5 generally 3 male flowers (stamens), a large female ovary with 3 styles below stamens and a funnel-shape yellowish-green nectary gland which has kidney-shape or curved-oblong opening; peduncles short, green and glabrous; ovary develops quickly into 3-loculus green to reddish-green and subovoid capsule, topped with stigma, enclosing dark brown, ovoid seeds.  Flowering time June-November.  Native to North and South America.  Common plant in Cyprus.

monoecious**= male and female flowers are on the same plant

Περιγραφή

Μονοετές, διακοσμητικό και μόνοικο** φυτό ύψους μέχρι 80m.  Ρίζα κοντή και χοντρή με νηματοειδή πλευρικά παράριζα.  Βλαστός όρθιος, κυλινδρικός και με αραιές τρίχες προς τη βάση, με μεγαλύτερη διακλάδωση, γωνιώδης και άτριχος ψηλότερα.  Υπάρχει μεγάλη ποικιλία φύλλων.  Τα κατώτερα και μεσαία είναι κατ εναλλαγή, απλά, έμμισχα, σε σχήμα γενικά ωοειδές ή επίμηκες ελλειψοειδές και με 2 μεγάλα πλάγια βυθίσματα που του δίνουν σχήμα βιολιού, γυμνά από πάνω, με αραιό τρίχωμα από κάτω.  Τα ανώτερα, ακριβώς κάτω από τα άνθη είναι αντίθετα, σε σχήμα βιολιού και λοβωτά ή αντωειδή και ακέραια και έχουν πορτοκαλί, κοκκινοπορτοκαλί ή κόκκινο χρώμα, ολόκληρα ή εν μέρει και με το χρώμα να ξεκινά από τη βάση του φύλλου.  Μίσχος κοκκινωπός και αραιά τριχωτός.  Ο βλαστός και τα φύλλα εκκρίνουν γαλακτώδη και κολλώδη χυμό αν συνθλιβούν ή τραυματισθούν.  Άνθη αφανή, πολύ μικρά, πρασινοκίτρινα, σε επάκριους κυπελλοειδείς σχηματισμούς που ονομάζονται κυάθια.  Κάθε κυάθιο αποτελείται από 3 βασικά μέρη: από το αρσενικό που είναι 3-5 στήμονες ( συνήθως 3), μια μεγάλη ωοθήκη με 3 στύλους πιο κάτω (θηλυκό άνθος) και ένα χοανοειδή, πρασινοκίτρινο νεκταριοφόρο αδένα, με νεφροειδές ή καμπύλο άνοιγμα.  Ποδίσκος άνθους πράσινος, κοντός και γυμνός.  Η ωοθήκη αναπτύσσεται γρήγορα σε μια πρασινοκόκκινη σφαιροειδή κάψα που φέρει στίγμα από πάνω, ενώ εσωτερικά περικλείει αυγοειδή σπέρματα με σκούρο καφέ χρώμα.  Άνθιση Ιούνιος-Σεπτέμβριος.  Πατρίδα του η Βόρεια και Νότια  Αμερική.  Κοινό φυτό της Κύπρου.

η κυαθοφόρος* = Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα

μόνοικο** = αρσενικά και θηλυκά άνθη πάνω στο ίδιο φυτό.

Chrozophora tinctoria

Name/Όνομα: Χροζοφόρα η βαφική* 

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Chrozophora tinctoria A. Juss.

Common name/Κοινό όνομα:  Dyer’s croton, Dyer’s litmus, Turnsole, Giradol, Tanoom  

Family/Οικογένεια: EUPHORBIACEAE

 

Description

Chrozophora tinctoria is an annual monoecious* herb with woody base, growing to 80cm high.  Stems erect or ascending, branched, sparingly covered with stellate hairs, greenish and slightly striate when young, reddish later.  Leaves alternate, simple, entire, ovate to romboid, petiolate, stellate- pubescent on both sides, ash- green above, dark green below, margin wavy (undulate), apex acute or obtuse, base cuneate or cordate, 2 basal glands and 3 main veins  beneath, stipules present.  Flowers tiny, yellow, male or female (on the same plant) in axillary panicles; male flowers are located on the top and female at base; male flowers with 5 linear-lanceolate sepals, stellate-pubescent externally, petals 5, yellow, stamens 3-12, usually 5; female flowers with 10 sepals, petals absent, styles 3, yellowish,  2-lobed, stellate-pubescent, ovary inferior, 3-locular.  The fruit is a dry and dehiscent, stellate or tuberculate, 3-celled, dark green and roundish capsule.  Flowering time May-September.  Common plant in Cyprus, on cultivated fields, roadsides and abandoned places, from 0-150m alt.

Περιγραφή

Μονοετές και μόνοικο* φυτό με ξυλώδη βάση που φθάνει τα 80cm ύψος.  Βλαστοί όρθιοι ή ανερχόμενοι, με μέτρια διακλάδωση, αραιά καλυμμένοι με αστεροειδείς τρίχες, πρασινωποί και ελαφρά ραβδωτοί όταν είναι νεαροί, κοκκινωποί και ξυλώδεις οι παλαιότεροι.  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, έμμισχα, ακέραια, ωοειδή προς ρομβοειδή, καλυμμένοι και στις 2 επιφάνειες με αστεροειδείς τρίχες, γκριζοπράσινα στην πάνω, σκουροπράσινα, με 2 κίτρινους αδένες (κοντά στην αρχή του μίσχου) και 3 κύρια νεύρα στην κάτω επιφάνεια, ενώ υπάρχουν και παράφυλλα.   Άνθη μικροσκοπικά, κίτρινα, αρσενικά ή θηλυκά (αλλά πάνω στο ίδιο φυτό) σε μασχαλιαίες κυματοειδείς ταξιανθίες.  Τα αρσενικά άνθη καταλαμβάνουν την κορυφή ενώ τα θηλυκά τη βάση της ταξιανθίας.  Τα αρσενικά άνθη έχουν 5 γραμμοειδή-λογχοειδή σέπαλα τα οποία εξωτερικά φέρουν αστεροειδείς τρίχες, 5 κίτρινα πέταλα , στήμονες 3-12 αλλά συνήθως 5.  Θηλυκά άνθη  με 10 σέπαλα, τα πέταλα απουσιάζουν, 3 στύλους, κιτρινωπούς, δίλοβους και τριχωτούς με αστεροειδείς τρίχες, με υποφυή ωοθήκη που είναι χωρισμένη σε 3 μέρη.  Ο καρπός είναι μια ξηρή κάψα, με αστεροειδείς ή ανώμαλες προεξοχές, με 3 χώρους, με σκούρο πράσινο χρώμα και σχήμα σφαιροειδές (σχεδόν σφαιρικό).  Άνθιση Μάιος-Σεπτέμβριος.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε καλλιεργημένα χωράφια, κατά μήκος δρόμων καθώς και σε εγκαταλειμμένες περιοχές από 0-150m υψόμετρο.

 

Vitex agnus-castus

Name/Όνομα:   Βίτεξ η άγνος  

Scientific name/Επιστημονικό όνομα   Vitex agnus-castus L.

Common name/Κοινό όνομα:  Vitex, Chaste tree, Αγνιά, Λυγαριά  

Family/ Οικογένεια:    VERBENACEAE

 

Description

Vitex agnus-castus is a deciduous, perennial and aromatic shrub, growing up to 2.5m high.  Stems are erect, much branched, reddish-brown, downy when young, glabrous later; canopy vase-shaped.  Leaves are opposite, compound, palmately lobed, petiolate; lobes usually 5 or 7, simple, entire, narrow oblong-lanceolate or linear-lanceolate, green and glabrous above, greyish and slightly hairy below, petiolule* channeled above.   Flowers zygomorphic, hermaphrodite, in whorls forming interrupted,  branched and terminal racemes; corolla tubular, 2-lipped, 5-lobed, thinly hairy externally; lobes triangular, white, blue or purple, often incurved, more or less equal except the (abaxial) median lobe which is longer; throat hairy; calyx campanulate, 5-toothed; teeth deltoid or triangular, downy, green; stamens 4, filaments white, glabrous, exserted from the tube, anthers brownish, horseshoe-shaped; style straight, white, glabrous, shorter than stamens, stigma white, 2-lobed;   flowering time June-November.  The fruit is a spherical drupe** containing 3-4 seeds.  Native to Southern Europe, Mediterranean region and Western Asia.  Common plant in Cyprus, generally near moist or sandy places (rivers, streams, seashore) from 0-600m alt.   petiolule* =  the petiole of a leaflet.   drupe** = fruit with exocarp and mesocarp fleshy, while the hard endocarp sorrounds  a stony seed, e. g olive, cherry.

 

Περιγραφή

Φυλλοβόλος, πολυετής και αρωματικός θάμνος ή μικρό δένδρο (αν κλαδευτεί κατάλληλα) που φθάνει τα 2.5m ύψος.  Βλαστοί όρθιοι, πολύκλαδοι, κοκκινο-καστανοί, χνουδωτοί όταν είναι νεαροί, γυμνοί οι παλαιότεροι.  Κώμη περίπου σφαιρική.  Φύλλα αντίθετα, σύνθετα, παλαμόλοβα και έμμισχα.  Λοβοί συνήθως 5 ή 7, απλοί, ακέραιοι, στενοί λογχοειδείς ή γραμμοειδείς-λογχοειδείς, πράσινοι και γυμνοί στην πάνω επιφάνεια, λευκο-γκριζωποί και χνουδωτοί στην κάτω, με αυλακωτή την πάνω επιφάνεια του μίσχου.   Άνθη ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε σπονδύλους που σχηματίζουν διακοπτόμενους, διακλαδισμένους και επάκριους βότρεις.  Στεφάνη σωληνοειδής, 2-χειλη, 5-λοβη, ελαφρά χνουδωτή εξωτερικά.  Λοβοί τριγωνικοί, σε λευκό, κυανό ή ιώδες χρώμα, συχνά λυγισμένοι προς τα πίσω, λίγο ή πολύ ίσοι εκτός από τον μεσαίο κάτω λοβό που είναι εμφανώς μργαλύτερος.  Φάρυγγας με λευκές τρίχες.  Κάλυκας καμπανοειδής, χνουδωτός, με 5 δελτοειδή και πράσινα δόντια στην κορυφή του.  Στήμονες 4, όλοι εξερχόμενοι της στεφάνης, με λευκό και γυμνό νήμα, ενώ οι ανθήρες είναι καστανοί και σε σχήμα πετάλου.  Στύλος ευθείς, λευκός και γυμνός κοντύτερος από τους στήμονες, στίγμα δίλοβο.  Άνθιση Ιούνιος-Νοέμβριος.  Ο καρπός είναι μια σφαιρική δρύπη* που περικλείει 3-4 σπέρματα.  Πατρίδα του η Νότια Ευρώπη, η Μεσογειακή ζώνη και η Δυτική Ασία.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε υγρές ή και αμμώδεις περιοχές (κοντά σε ποταμούς, ρυάκια, παραλίες) από 0-600m υψόμετρο.  Δρύπη* = καρπός με εξωκάρπιο και μεσοκάρπιο σαρκώδες, ενώ το σκληρό ενδοκάρπιο περικλείει ένα ξυλώδες σπέρμα π. χ κεράσι, ελιά.

 

Cachrys crassiloba

Name/Όνομα:  Καχρύς η χονδρόλοβη#    

Scientific name/Επιστημονικό όνομα  Cachrys crassiloba (Boiss.) Meikle

Common name/Κοινό όνομα:  Τουμπαρίνα

Family/ Οικογένεια: APIACEAE

# Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Cachrys crassiloba is a robust perennial herb, growing up to 1.5m high.  Stems erect, striated or channelled, yellowish-greenish, glabrous, branched below, much branched above.  Leaves are alternate, 3-4 pinnate, oblong-triangular in outline, petiolate; segments of basal leaves are long, opposite (except the terminal), flat, straight or curved, succulent, deeply grooved, pointed, green and sessile;  stem leaves smaller, 2-pinnate or simple, subsessile;  Flowers actinomorphic, hermaphrodite, in compound, much branched, terminal or lateral lux umbels with unequal rays; peduncles greenish-yellow, striated; bracts and bracteoles conspicuous, simple, green, glabrous, generally thick, narrow-lanceolate or linear;   calyx 5-lobbed, lobes oblong triangular, slightly hairy externally; petals 5, yellow, incurved; stamens 5, anthers 2-thecous; stylopodium* conspicuous, rather conical with wavy margin, yellowish; ovary inferior, warty, or papillose, carpels 2, styles 2 arising from stylopodium; flowering time July-August.  The fruit is a dry, pale brown, schizocarp consisting of 2 fused carpels.  Near endemic plant in Cyprus (also in Turkey), on igneous or calcareous hillsides, from 25m-1225m alt.

stylopodium* = a nectariferous disk coming from an enlarged style̕s base 

Περιγραφή

Πολυετής και δυνατή πόα που φθάνει το 1.5m ύψος.  Βλαστοί όρθιοι, ραβδωτοί ή αυλακωτοί, πρασινωποί έως κιτρινωποί, γυμνοί, διακλαδωμένοι χαμηλά αλλά με μεγαλύτερη διακλάδωση ψηλότερα.  Φύλλα κατ εναλλαγή, 3-4 φορές πτερωτά, περίγραμμα επίμηκες και τριγωνικό, έμμισχα.  Τα επί μέρους τμήματα των κατωτέρων φύλλων είναι μακρά, αντίθετα εκτός του τελευταίου, επίπεδα, ευθύγραμμα ή καμπυλωτά, σαρκώδη, βαθειά αυλακωτά, μυτερά, πράσινα και άμισχα, ενώ τα φύλλα του βλαστού είναι μικρότερα, δις-πτερωτά ή ακόμα και απλά, σχεδόν άμισχα.  Άνθη ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα, σε σύνθετα, επάκρια ή πλευρικά και χαλαρά σκιάδια, με άνισες ακτίνες.  Ποδίσκοι πρασινωποί-κιτρινωποί, ραβδωτοί.  Βράκτια και βρακτίδια εμφανή, απλά, πράσινα, γυμνά, γενικά χοντρά, στενά λογχοειδή ή γραμμοειδή.  Κάλυκας 5-λοβος, λοβοί επιμήκεις τριγωνικοί, ελαφρά τριχωτοί εξωτερικά.  Πέταλα 5, κίτρινα, με τις κορυφές τους να είναι γυρισμένες προς τα πίσω.  Στήμονες 5, ανθήρες 2-θηκοι.  Μελιτοφόρος δίσκος έντονα εμφανής, με μάλλον κωνικό σχήμα, κιτρινωπός και με κυματιστή περιφέρεια.  Ωοθήκη υποφυής με θηλές εξωτερικά, με 2 καρπόφυλλα και 2 στύλους που προεξέχουν πάνω από τον μελιτοφόρο δίσκο.  Άνθιση Ιούλιος-Αύγουστος.  Ο καρπός είναι ένα ξηρό και με ανοικτό καφέ χρώμα σχιζοκάρπιο που αποτελείται από 2 συμφυή καρπόφυλλα.   Σχεδόν ενδημικό φυτό της Κύπρου (υπάρχει και στην Τουρκία) και απαντάται σε πυριγενείς ή ασβεστολιθικές πλαγιές, από 25-1225m υψόμετρο.

 

Aizoon hispanicum

Name/Όνομα:   Αείζοον το Ισπανικόν

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Aizoon hispanicum* L.

Common name/Κοινό όνομα:  Spanish aizoon,

Family/Οικογένεια:   AIZOACEAE

 

  • synonym Aizoanthemum hispanicum (L.) H. E. K. Hartmann

 

Description

Aizoon hispanicum is an annual herb growing up to 20cm high.  Stems suberect, spreading or trailing on the ground, cylindrical, branched at the base, forked above, succulent, green, papillose.  Lower leaves are opposite, upper leaves alternate, simple, oblong-lanceolate, entire, succulent, papillose, apex usually rounded or obtuse, sessile.  Flowers are sessile, actinomorphic, hermaphrodite, axillary and solitary;  tepals* 5, triangular, green and papillose externally, white internally, giving the impression that flowers are white when open; stamens 15 inserted near the base of ovary, filaments greenish, anthers yellow, papillose; ovary 5-angled, star-shaped or pentagonal, greenish or yellowish, papillose.  The fruit is a pentagonal capsule enclosing dark brown seeds.  Flowering time March-May.  Native to Europe, Mediterranean region, Middle East and northern Africa.  Rare in Cyprus, on sandy places from 0m-250m alt.

tepals* = it is used when there is no differentiation between petals and sepals.

 

 Περιγραφή

Φυτό ποώδες, μονοετές που φθάνει τα 20cm ύψος.  Βλαστοί ημιόρθιοι, απλωμένοι ή έρποντες στο έδαφος, κυλινδρικοί, διακλαδωμένοι από τη βάση, διχαλωτοί ψηλότερα, πράσινοι, σαρκώδεις και με προεξέχουσες θηλές.  Χαμηλά φύλλα αντίθετα, ανώτερα φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, επιμήκη-λογχοειδή, ακέραια, με προεξέχουσες θηλές, άμισχα και με κορυφή συνήθως στρογγυλή ή αμβλεία.  Άνθη χωρίς ποδίσκο, ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα, μονήρη και μασχαλιαία.  Τέπαλα* 5, τριγωνικά, πράσινα και με θηλές εξωτερικά, με λευκό χρώμα εσωτερικά, δίνοντας την εντύπωση ότι το άνθος είναι λευκό όταν είναι ανοικτό.  Στήμονες 15, εισερχόμενοι σε θέσεις κοντά στη βάση της ωοθήκης, νήμα πρασινωπό, ανθήρες κίτρινοι και με θηλές.  Ωοθήκη 5-άγωνη ή σε σχήμα αστεριού, κιτρινωπή έως πρασινωπή και με θηλές.  Ο καρπός είναι μια πεντάπλευρη κάψα που περικλείει σπέρματα με σκούρο καφέ χρώμα.  Άνθιση Μάρτιος-Μάιος.  Πατρίδα του η Ευρώπη, η Μεσογειακή ζώνη, η Μέση Ανατολή και βόρεια Αφρική.  Σπάνιο φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε αμμώδη ή και αλμυρά εδάφη από 0-250m υψόμετρο.

Τέπαλα* =  ορολογία που χρησιμοποιείται όταν δεν υπάρχει διαφορά πετάλων-σεπάλων

 

 

Teucrium kotschyanum

Name/Όνομα:  Τεύκριον του Κότσιη

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Teucrium kotschyanum Poech.

Common name/Κοινό όνομα:   Kotschy ̕ s Germander

Family/Οικογένεια:  LAMIACEAE

Description

Teucrium kotscyanum is a robust perennial herb, growing up to 80cm high.  Stems erect, branched below, sparsely branched below inflorescence, squared, often purplish, glandular, covered with soft white hairs.  Leaves opposite, simple, lanceolate, both sides are wrinkled and hairy, margin crenulate, base cuneate, apex obtuse sometimes rounded, shortly petiolate.  Flowers zygomorphic and hermaphrodite in lax, long and erect terminal racemes; pedicels hairy; bracts ovate-lanceolate, shorter than calyx, hairy, apex pointed; corolla greenish-yellow, 5-lobbed, glandular and hairy externally; upper lobes(2) reduced, lateral lobes(2) oblong-acute, hairy, median lobe(1) bigger, oblong-obovate or concave spathulate or spoon-like, often bending downwards, apex rounded; calyx campanulate, curved, 2-lipped; adaxial lobe 1, wide, semisercular, marginate; abaxial lobe terminating in 4 acuminate teeth; stamens 4, didynamus, filamens free, all exserted corolla, greenish, hairy, the outer 2 longer than the (2) inner; style greenish, shorter than stamens, stigma 2-lobbed.  Flowering time May – July.  Fruit nutlets.  Common plant in Cyprus.  Native to Eastern Mediterranean region.  Hab: igneous soil, rocky places and pine forest, from 550-1550m alt.

 

Περιγραφή

Πολυετής και δυνατός θάμνος ύψους μέχρι 80cm.  Βλαστοί όρθιοι, διακλαδισμένοι χαμηλά, ενώ ψηλότερα υπάρχει κάποτε διακλάδωση μόνο πριν την περιοχή των ανθέων, είναι τετράγωνοι, συχνά πορφυροί, είναι αδενώδεις και καλύπτονται από μαλακές άσπρες τρίχες.  Φύλλα απλά, αντίθετα, μάλλον λογχοειδή, έχουν και τις 2 επιφάνειες τριχωτές και ρυτιδωμένες, χείλος κυματοειδές , βάση λίγο ή πολύ ευθύγραμμη, κορυφή σχεδόν στρογγυλή και κοντό μίσχο.  Άνθη ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε μακρύ και χαλαρό επάκριο βότρυ, ενώ οι ποδίσκοι είναι τριχωτοί.  Βράκτια ωοειδή-λογχοειδή με μυτερή κορυφή, τριχωτά και κοντύτερα από τον κάλυκα.  Στεφάνη κιτρινοπράσινη, αδενώδης και τριχωτή εξωτερικά, 5-λοβη.  Άνω λοβοί(2) αρκετά μικροί, πλάγιοι λοβοί επιμήκεις και οξύκορφοι ενώ ο κεντρικός λοβός είναι μεγαλύτερος, επιμήκης αντωειδής ή κοίλος σπαθουλοειδής και μοιάζει με μικρό κουταλάκι, συχνά γέρνει προς τα κάτω και έχει την κορυφή του σχεδόν στρογγυλή.  Κάλυκας καμπανοειδής ελαφρά καμπουρωτός και 2-χειλος.  Ραχιαίος λοβός 1, μεγαλύτερος, είναι σχεδόν στρογγυλός και φέρει προεξοχή στην κορυφή του.  Ο κοιλιακός λοβός καταλήγει σε μυτερά αλλά λυγισμένα δόντια.  Στήμονες 4, διδύναμοι, όλοι εξερχόμενοι της στεφάνης, νήμα ελεύθερο, πρασινωπό, τριχωτό και με τους 2 εξωτερικούς στήμονες ψηλότερους από τους 2 εσωτερικούς.  Στύλος πρασινωπός κοντύτερος των στημόνων, στίγμα δίλοβο.  Άνθιση Μάιος – Ιούλιος.  Καρπός μικρά κάρυα. Πατρίδα του η Ανατολική Μεσογειακή ζώνη.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε πυριγενή εδάφη, σε πετρώδεις περιοχές και πευκοδάση από 550-1550m υψόμετρο.

Teucrium creticum

Name/Όνομα:  Τεύκριον το κρητικόν

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Teucrium creticum L.

Common name/Κοινό όνομα:  Cretan germander, Germandrée à feuilles de romarin, Αρκολασμαρίν

Family/Οικογένεια:  LAMIACEAE

Description

Teucrium creticum is a perennial shrub growing up to 180cm high.  Stems erect, much  branched, squared, olive green-brown, with reddish- brown edges, shortly tomentose.  Leaves opposite, simple, linear, entire, margin rolled backward, dark green and shining above, with short woolly hairs beneath, apex subacute or obtuse, subsessile. Flowers zygomorphic and hermaphrodite in whorls of 2-3, on lax, long and terminal interrupted spikes; corolla pale lilac, 1-lipped, 5-lobbed, glandular externally; upper lobes(2) ovate,  nearly parallel, lateral lobes(2) oblong obovate, concave, median lobe(1) bigger, oblong, slightly serrate, hairy externally, often bending downwards; throat hairy; calyx campanulate, terminating in 5 triangular more or less equal teeth  which are tomentose on both sides; all teeth have their apex spinulose and pointed;  Stamens 4, didynamus, filamens free, all exserted corolla, pinkish, glandular pubescent, the outer 2   longer than the (2) inner, anthers purplish-chestnut; style pinkish, glabrous, stigma 2-lobbed.  Flowering time March – June.  Fruit nutlets.  Common plant in Cyprus.  Native to Eastern Mediterranean region.  On igneous or calcareous soil, rocky places and hillsides from 0-925m alt.

 

Περιγραφή

Πολυετής θάμνος ύψους μέχρι 180cm.  Βλαστοί όρθιοι, πολύκλαδοι, τετράγωνοι, ελαιόχρωμοι προς καστανοί με κοκκινο-καφέ ακμές και τριχωτοί.  Φύλλα απλά, αντίθετα, ακέραια, γραμμοειδή, με χείλος λυγισμένο προς τα πίσω, γυαλιστερά και με σκούρο πράσινο χρώμα στην πάνω επιφάνεια, με κοντό και λευκό τρίχωμα στην κάτω, κορυφή αμβλεία προς μυτερή και σχεδόν άμισχα.  Άνθη ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε μακρύ και χαλαρό επάκριο βότρυ, ενώ οι ποδίσκοι είναι τριχωτοί.  Τα βράκτια μοιάζουν με τα φύλλα αλλά είναι μικρότερα.  Στεφάνη με ανοικτό λιλά χρώμα, μονόχειλη και πεντάλοβη, εξωτερικά αδενώδης.  Άνω λοβοί(2) ωοειδείς, σχεδόν παράλληλοι μεταξύ τους, πλάγιοι λοβοί αντωειδείς( δηλ. ανάποδα ωοειδείς) και κοίλοι, ενώ ο κεντρικός λοβός είναι μεγαλύτερος, επιμήκης, με λίγο κυματοειδές χείλος, εξωτερικά τριχωτός, συχνά γέρνει προς τα κάτω και μοιάζει με μικρό κουταλάκι.  Φάρυγγας τριχωτός.  Ο κάλυκας είναι καμπανοειδής και στην κορυφή καταλήγει σε 5 περίπου ίσα δόντια που είναι τριχωτά και στις 2 επιφάνειες και έχουν τα άκρα τους σκληρά και μυτερά.  Στήμονες 4, διδύναμοι, όλοι εξερχόμενοι της στεφάνης, νήμα ελεύθερο, ρόδινο, με αδενώδεις τρίχες και με τους 2 εξωτερικούς στήμονες ψηλότερους από τους 2 εσωτερικούς.  Στύλος γυμνός και ρόδινος, στίγμα δίλοβο.  Άνθιση Μάρτιος – Ιούνιος.  Καρπός μικρά κάρυα. Πατρίδα του η Ανατολική Μεσογειακή ζώνη.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε πυριγενή αλλά και ασβεστολιθικά εδάφη, σε λοφοπλαγιές και σε πετρώδεις περιοχές από 0-925m υψόμετρο.

Lythrum junceum

Name/Όνομα:      Λύθρον το σχοινοειδές

Scientific name/Επιστημονικό όνομα   Lythrum junceum Banks et Sol.

Common name/Κοινό όνομα:   False grass-poly, salicaire jonc, lythrum de Graeffer sparriger weiderich, salcerella meridionale

Family/ Οικογένεια:  LYTHRACEAE

 

Description

Plant:  Perennial herb growing to 40cm high.

Stem:  Spreading or semi erect, branched near the base, squared or distinctly angled, greenish and glabrous.

Leaves:  Lower leaves opposite, upper leaves alternate, simple, oblong, elliptic or oblong-linear, entire, glaucous green, glabrous, subsessile, apex subacute or obtuse, base auriculate.

Flowers:  Small, actinomorphic, hermaphrodite, axillary and solitary; hypanthium** forms a conical tube, with reddish spots about half the way towards base, wide at apex; sepals 6, triangular; petals 6, oblong-obovate, subequal, crumpled, purple or deep pink, glabrous, reduced to a short claw at base; stamens 12, in 2 rows, some exserted, filaments free, unequal, whitish and glabrous, anthers 2-thecous, oblong, yellow; ovary superior, style filiform, stigma capitate, whitish.

Flowering time:  March-September.

Fruit: Dry, cylindrical and dark brown, dehiscent capsule.

Habitat:  Common plant in Cyprus, on wet places, near streams and springs, from 0-1675m alt.  Native:  Mediterranean region.

Hypanthium** = sepals, petals and other parts of a flower fused together at their bases to form a cup-like structure called hypanthium

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 40 εκ.  

Βλαστός:  Απλωμένος ή ημιανερχόμενος, με διακλάδωση στη βάση, τετράγωνος ή εμφανώς γωνιώδης, πρασινωπός και άτριχος.  

Φύλλα:  Χαμηλά φύλλα αντίθετα, ανώτερα κατ εναλλαγή, απλά, προμήκη, ελλειψοειδή ή προμήκη-γραμμοειδή, ακέραια, γλαυκοπράσινα, άτριχα, σχεδόν άμισχα, με πλατειά ή σχεδόν μυτερή κορυφή και περίβλαστη βάση.  

Άνθη:  Μικρά, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, μασχαλιαία και μεμονωμένα. Το υπάνθιο** σχηματίζει ένα κωνικό σωλήνα με κοκκινωπά στίγματα περίπου στο μισό του μήκους του, ενώ στην κορυφή είναι πλατύτερος.  Σέπαλα 6, τριγωνικά.  Πέταλα 6, προμήκη-αντωειδή, περίπου ισομήκη, λίγο ζαρωμένα, πορφυρά ή με βαθύ ρόδινο χρώμα, άτριχα, με στενότερη βάση που καταλήγει σε νύχι.  Στήμονες 12 σε 2 σειρές, μερικοί από αυτούς εξέρχονται της στεφάνης, νήματα ελεύθερα, με άνισο μήκος, ασπριδερά και άτριχα, ανθήρες 2-θηκοι, προμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος πολύ λεπτός, στίγμα κεφαλωτό και ασπριδερό.          

Άνθιση:  Μάρτιος-Σεπτέμβριος.    

Καρπός:  Ξηρή, κυλινδρική και με βαθύ καφέ χρώμα, διαρρηκτή κάψα.

Ενδιαίτημα:  Κοινό φυτό, σε υγρές περιοχές, κοντά σε πηγές και ρυάκια, από 0-1675 μ υψόμετρο.

Πατρίδα: Μεσογειακή ζώνη.

 Υπάνθιο** = Διαπλάτυνση ή σωλήνας στην κορυφή του ποδίσκου επί της οποίας επικάθεται το άνθος, και το οποίο δημιουργείται από τη σύμφυση τμημάτων του κάλυκα ή άλλων μερών του άνθους.