Archives

Author Archive for savvas

Euonymous japonicus

Name/Όνομα:  Ευώνυμος ο ιαπωνικός   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα  Euonymous japonicus Thunb.

Common name/ Κοινό όνομα:   Diào jing cao, Japanese spindle tree, Bonnet de prêtre, Box-leaf Euonymus

Family/Οικογένεια:  CELASTRACEAE

 

 Description

Euonymous japonicus is an evergreen shrub or small tree growing up to 7m tall, but in Cyprus it can reach only 2m.  Trunk erect, much-branched, twigs dark green, squared, glabrous, often wrinkled with age.  Leaves are opposite, simple, oblong-obovate, thick, hard, glossy, margin finely serrated towards apex, margin entire at the base, glabrous, petiolate, apex obtuse to round, notched, base rather cuneate at base.  Flowers inconspicuous, hermaphrodite, actinomorphic and axillary, in terminal cymes; petals 4, flattened, oblong-obovate, greenish-white, glabrous, with whitish membranous margin; sepals 4 in 2 unequal pairs, the inner larger, they are green or yellowish and glabrous; stamens 4, alternate between the petals, filaments white, glabrous, anthers yellowish; ovary superior, style 1, erect, straight, similar color with petals, stigma 4-lobed. Flowering time March-June (Cyprus).  The fruit is a flattened, dark pink or red capsule.  Native to Japan and Korea.

 

Περιγραφή

Αειθαλής θάμνος ή μικρό δένδρο που μπορεί να φθάσει τα 7μ. ύψος, αλλά στην Κύπρο συνήθως φθάνει τα 2μ ύψος.  Κορμός όρθιος και πολύκλαδος, κλαδιά πράσινα, τετράγωνα και άτριχα, ενώ με την πάροδο του χρόνου ζαρώνουν.  Φύλλα αντίθετα, απλά, μάλλον αντωειδή, χοντρά, σκληρά, γυαλιστερά, άτριχα, χείλος πριονωτό προς την κορυφή, ακέραιο στη βάση, έμμισχα, αμβλύκορφα ή με στρογγυλεμένη κορυφή, βάση φύλλου τριγωνική.  Άνθη μικρά, ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα και μασχαλιαία σε επάκριες κυματοειδείς ταξιανθίες.   Πέταλα 4, επίπεδα, προμήκη αντωειδή, λευκοπράσινα, γυμνά και με περιθώριο μεμβρανώδες και ασπριδερό.  Σέπαλα 4 σε 2 άνισα ζεύγη, τα εσωτερικά μεγαλύτερα, όλα είναι άτριχα και πρασινοκίτρινα.  Στήμονες 4, κατ εναλλαγή με τα πέταλα, νήμα λευκό και γυμνό, ανθήρες κιτρινωποί.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1, όρθιος και ευθείς με χρώμα ίδιο με τα πέταλα, στίγμα 4-λοβο.  Ανθίζει  Μάρτιο-Ιούνιο.  Καρπός είναι μια επίπεδη, με βαθύ ρόδινο ή κόκκινο χρώμα κάψα.  Πατρίδα του η Ιαπωνία και η Κορέα.

 

Myoporum tenuifolium

Name/Όνομα:  Μυοπόρο το στενόφυλλο   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα Myoporum tenuifolium G.Forst

Common name/ Κοινό όνομα:  Manatoka, Μυοπόρο   

Family/Οικογένεια: SCROPHULARIACEAE

 

Description

  Myoporum tenuifolium is an evergreen shrub or small tree up to 8m high, with glabrous branches and rounded canopy.  Leaves alternate, simple, entire, lanceolate to elliptic, glabrous, covered with transparent spots (glands), dark green above, pale green with a distinct mid-vein  below, petiolate, acute at apex; young branches are green becoming purplish with age; old branches are brownish-gray.  Flowers tubular, hermaphrodite,  actinomorphic and axillary,  in dense terminal cymes; corolla 5-lobed, lobes oblong, fused at base, white with red spots; corolla lobes and corolla tube are densely hairy internally; calyx 5-lobed, lobes lanceolate, erect, green and glabrous, sparsely covered  with miniature transparent spots; stamens 4, often bending towards the center, filaments white and glabrous, anthers purplish; ovary superior, style and stigma simple. Flowering time February-April. The fruit is a fleshy and green drupe*, becoming red when mature.  Native to Australia.

drupe* = a fruit with fleshy exocarp and mesocarp while endocarp is hard enclosing the seed (olive, cherry, almond).

 

Περιγραφή

Αειθαλής θάμνος ή μικρό δένδρο που μπορεί να φθάσει τα 8μ. ύψος, με γυμνούς κλάδους και σφαιρική κώμη.  Νεαροί κλάδοι πράσινοι, γινόμενοι πορφυροί με την πάροδο του χρόνου.  Παλαιοί κλάδοι γκριζοκαστανοί.  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, λογχοειδή-ελλειψοειδή, γυμνά, με διαφανή στίγματα (αδένες), με σκούρο πράσινο χρώμα στην άνω επιφάνεια, με ανοικτό πράσινο και  με ευδιάκριτο κεντρικό νεύρο στην κάτω επιφάνεια.  Άνθη σωληνοειδή, ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα και μασχαλιαία σε επάκριες κυματοειδείς ταξιανθίες.  Στεφάνη 5-λοβος, λοβοί προμήκεις, ενωμένοι στη βάση, λευκοί με κόκκινα στίγματα.  Σωλήνας στεφάνης και λοβοί έντονα τριχωτοί εσωτερικά.  Κάλυκας 5-λοβος, λοβοί λογχοειδείς, πράσινοι, άτριχοι, αραιά καλυπτόμενοι με μικροσκοπικά διαφανή στίγματα.  Στήμονες 4, συχνά λυγισμένοι προς το κέντρο, νήμα λευκό και γυμνό, ανθήρες πορφυροί.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος και στίγμα απλοί και λευκοί.  Ανθίζει  Φεβρουάριο-Απρίλιο.  Καρπός είναι μια σαρκώδης δρύπη*, πράσινη στην αρχή, γινόμενη κόκκινη στην ωρίμανση.  Πατρίδα του η Αυστραλία.

δρύπη* είναι είδος καρπού όπου το εξωκάρπιο και μεσοκάρπιο είναι σαρκώδη, ενώ το ενδοκάρπιο σκληρό και ξυλώδες και περιέχει το σπέρμα όπως στην ελιά, κεράσι και αμύγδαλο.

Limosella aquatica

Name/ΌνομαΛιμοσέλλα η υδρόβια    

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Limosella aquatica  L.

Common name/Κοινό όνομα:  Mudwort   

Family/Οικογένεια:  SCROPHULARIACEAE   

 

Description

Limosella aquatica  is an annual aquatic herb growing up to 8cm high.  It does not produce upright stems, but it develops horizontal runners that root at nodes.  All leaves are basal and they are arranged radically to all directions, submerged or floating, they are single, entire, elliptic, spoon-shaped, glabrous, petiole long often reddish, apex obtuse to round.  Flowers tiny, hermaphrodite, actinomorphic, solitary and axillary, somewhat tubular; calyx campanulate, 5-lobed, lobes ovate, usually green at base and purplish at apex, hairless; corolla whitish-purple to lavender, petals 5, ovate, fused at base, hairless, apex obtuse; stamens 4, filaments short, minute, whitish, hairless, anthers purplish; ovary superior, style 1, simple, stigma 1, capitate, white; flowering time March-April.  The fruit is a capsule.  Native to Europe, Mediterranean region and United States.  Uncommon plant in Cyprus and it is found on exposed mud of temporary pools and stream banks, from 0-300m alt.

Περιγραφή

Μικρό, μονοετές και υδρόβιο φυτό που φθάνει τα 8εκ. ύψος.  Δεν έχει όρθιους βλαστούς, αλλά αναπτύσσει οριζόντιους, από τα γόνατα των οποίων βγαίνουν ρίζες.  Όλα τα φύλλα βγαίνουν από τη βάση και διατάσσονται ακτινωτά προς όλες τις διευθύνσεις, βυθιζόμενα ή επιπλέοντα είναι απλά, ακέραια, γυμνά σε σχήμα κοχλιαρίου (μικρό κουταλάκι), με μακρύ μίσχο που συχνά παίρνει πορφυρό χρώμα, ενώ η κορυφή τους είναι αμβλεία προς στρογγυλή.  Άνθη πολύ μικρά, μονήρη, ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα και μασχαλιαία, ελαφρά σωληνοειδή.  Κάλυκας καμπανοειδής, 5-λοβος, λοβοί ωοειδείς, γυμνοί και συνήθως πράσινοι στη βάση και πορφυροί στην κορυφή.  Στεφάνη λευκο-πορφυρή ή σε χρώμα λεβάντας, πέταλα 5, ωοειδή, άτριχα, αμβλύκορφα και ενωμένα στη βάση τους.  Στήμονες 4, με κοντό, πολύ μικρό, ασπριδερό και άτριχο νήμα, ανθήρες πορφυροί.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος απλός, στίγμα κεφαλωτό και λευκό.   Άνθιση Μάρτιος-Απρίλιος.  Καρπός κάψα.  Πατρίδα του η Ευρώπη, η Μεσογειακή ζώνη και οι ΗΠΑ.  Ασύνηθες φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε όχθες ρυακιών μέσα σε εκτιθέμενη λάσπη και μέσα σε εποχιακά λιμνία, από 0-300μ υψόμετρο.

Elatine macropoda

Name/Όνομα:   Ελατίνη η μακρόποδη              

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Elatine macropoda Guss.

Family/Οικογένεια:  ELATINACEAE 

  Description

Elatine macropoda is an annual amphibious small plant, living on the mud of temporary small pools, created by the limestone’s erosion.  Stems branched, glabrous, often reddish, prostrate, trailing, rooting at the nodes.  Leaves opposite, simple, entire, obovate, petiolate, subglabrous, apex obtuse.  Flowers very small, hermaphrodite, actinomorphic, solitary and axillary; sepals 4, oblong-ovate, green, apex obtuse; petals 4, much smaller than sepals, oblong-ovate, white or pinkish, glabrous, apex obtuse; stamens 8, anthers pinkish, filaments white-pinkish, often bending towards the center of the flower; ovary superior, 4-locular, depressed, rounded in outline, green and glabrous; styles 4, stigmas 4, white; flowering time Feb-March (April).  Fruit is capsule.  Native to Europe, Mediterranean region and Northern Africa.  Uncommon plant in Cyprus and it is found on the mud of temporary pools on limestone rocks, from 0-200m alt.

Περιγραφή

Μικρό, μονοετές και αμφίβιο φυτό που ζει στη λάσπη ευκαιριακών λιμνίων που δημιουργούνται από τη δάβρωση ασβεστολιθικών πετρωμάτων εξ αιτίας της συνεχούς δράσης του νερού.  Βλαστοί με διακλάδωση, γυμνοί, συχνά κοκκινωποί, κατακλιμένοι και έρποντες, ριζοβολούν από τους οφθαλμούς των γονάτων.  Φύλλα αντίθετα, απλά, ακέραια, αντωειδή, έμμισχα, σχεδόν άτριχα και αμβλύκορφα.  Άνθη πολύ μικρά, μονήρη, ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα και μασχαλιαία.  Σέπαλα 4, επιμήκη-ωοειδή, πράσινα και αμβλύκορφα.  Πέταλα 4, πολύ μικρότερα από τα σέπαλα, επιμήκη-ωοειδή, λευκά ή ρόδινα, γυμνά και αμβλύκορφα.  Στήμονες 8, ανθήρες ρόδινοι, νήμα λευκο-ρόδινο, συχνά λυγισμένο προς το κέντρο του άνθους.   Ωοθήκη επιφυής, 4-χωρη, συμπιεσμένη,  κυκλική, πράσινη και άτριχη.  Στύλοι 4, στίγματα 4, λευκά.  Άνθιση Φεβρουάριος-Μάρτιος (Απρίλιος).  Καρπός κάψα.  Πατρίδα του η Ευρώπη, η Μεσογειακή ζώνη και η Βόρεια Αφρική.  Ασύνηθες φυτό στην Κύπρο και απαντάται στο πυθμένα εποχιακών λιμνίων πάνω σε ασβεστολιθικούς βράχους, από 0-200μ υψόμετρο

 Glaucium corniculatum

Name/ΌνομαΓλαύκιον το κερασφόρον              

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Glaucium corniculatum (L.) Rudolph

Common name/Όνομα: Red horned-poppy, blackspot hornpoppy 

Family/Οικογένεια:  PAPAVERACEAE 

 

syn  Glaucium corniculatum (L.) Rudolph var. corniculatum

 

Description

Glaucium corniculatum  is annual herb, growing up to 40cm high.  Stem spreading or erect, branched high, glaucous,  densely pilose.  Basal leaves in a radical rosette, they are simple, obovate, moderately pilose, petiolate, pinnatisect, forming irregular dentate and pilose lobes; cauline leaves alternate, similar to basal leaves but densely pilose on both sides, sessile, basal lobes of the leaves partly surrounding the stem at the base.  Flowers hermaphrodite, actinomorphic, solitary, axillary or terminal; sepals 2, ovate, falling early; petals 4, obovate, orange or red, blotched at base; blotch oblong, blackish, margin whitish-yellow; stamens numerous, anthers dark, filaments yellow; ovary superior, stigma prominently 2-lobed, lobes nearly rounded and yellow; flowering time March-May.  The fruit is an elongated, sublinear, straight or slightly curved and shortly pilose capsule, topped by stigma’s lobes.  Native to Asia.  Common plant in Cyprus, on cultivated fields, waste ground and on stony dry cliffs, from 0-1725m alt.

Περιγραφή

Μονοετής πόα ύψους μέχρι 40εκ.  Βλαστός απλωμένος ή όρθιος, πολύκλαδος, γλαυκοπράσινος και πυκνά τριχωτός.  Φύλλα βάσης σε κυκλική ροζέτα, είναι απλά, αντωειδή, μέτρια τριχωτά, έμμισχα, βαθειά σχισμένα σχηματίζοντας άνισους και οδοντωτούς λοβούς.  Φύλλα βλαστού κατ εναλλαγή, παρόμοια με της βάσης αλλά πιο τριχωτά και στις 2 πλευρές και με τους λοβούς της βάσης να περικυκλώνουν εν μέρει τον βλαστό και να προεκτείνονται και πέρα από αυτόν ( περίβλαστα).  Άνθη μονήρη, ερμαφρόδιτα, ακτινόμορφα, μασχαλιαία ή επάκρια.  Σέπαλα 2, ωοειδή, με πρώιμη πτώση.  Πέταλα 4, αντωειδή, με πορτοκαλί ή κόκκινο χρώμα και με σκούρα κηλίδα στη βάση τους που φέρει λευκοκίτρινο περιθώριο.  Στήμονες πολυάριθμοι, ανθήρες σκουρόχρωμοι, νήμα κίτρινο.  Ωοθήκη επιφυής, στίγμα έντονα 2-λοβο, λοβοί σχεδόν κυκλικοί και κίτρινοι.  Ανθίζει Μάρτιο-Μάιο.  Ο καρπός είναι μια γραμμοειδής, μακρόστενη, ευθύγραμμη ή ελαφρά λυγισμένη και με κοντό τρίχωμα κάψα που συχνά φέρει το ξηραμένο πλέον στίγμα στην κορυφή του.  Πατρίδα του η Ασία.  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε καλλιεργημένους αγρούς, ακαλλιέργητα εδάφη και σε ξηρούς και πετρώδεις λόφους, από 0-1725μ υψόμετρο.

Erodium crassifolium subsp. crassifolium

Name/Όνομα:  Ερωδιός ο αδρόφυλλος υποείδος αδρόφυλλος*          

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:    Erodium crassifolium L’Hér. subsp. crassifolium

Family/Οικογένεια:   GERANIACEAE

 *Η απόδοση του ονόματος στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

Description 

Erodium crassifolium  subsp. crassifolium is a perennial plant growing to 30cm tall.  Stems spreading, ascending or erect, much-branched, greenish to purplish, sparsely covered with short and soft hairs.  Basal leaves alternate, simple, petiolate, triangular or deltoid in outline, deeply dissected twice (bipinnatisect) into linear, dentate, rather fleshy and subglabrous lobes (usually 3-7 or more lobes); petiole as long as the blade of the basal leaves; cauline leaves smaller, petiole short.  Flowers are hermaphrodite and actinomorphic, 2-6 flowered sciadiums* (umbells); sepals 5, oblong, mucronate, slightly pubescent; petals 5, unequal, obovate, imbricate**, light pink with a dark purple blotch at the base of each petal, glabrous; stamens 10 in 2 rows (5 fertile + 5 staminodes-sterile stamens), anthers reddish; ovary superior, styles 5, beak-like, stigmas 5, dark purple.  The fruit is compound, consisting of 5 beak-like fruitlets.  Flowering time March-May.  Native to Northern Africa and to Mediterranean region.  Rare plant in Cyprus, on coastal chalk cliffs and margins of salt lakes, from 0-75m alt.

 

*sciadium = inflorescence umbel-like

**imbricate = having their edges overlapping

 Περιγραφή

Πολυετές φυτό που φθάνει σε ύψος τα 30εκ.  Βλαστοί απλωμένοι, ανερχόμενοι ή όρθιοι, πολύκλαδοι, πρασινωποί μέχρι πορφυροί, καλυμμένοι με κοντές και μαλακές τρίχες.  Φύλλα βάσης κατ εναλλαγή, απλά, έμμισχα, με τριγωνικό ή δελτοειδές περίγραμμα, βαθειά σχισμένα 2 φορές σε γραμμοειδείς, οδοντωτούς, κάπως σαρκώδεις και σχεδόν άτριχους λοβούς (συνήθως 3-7 ή περισσότεροι λοβοί).  Μίσχος σχεδόν ισομήκης με το έλασμα του φύλλου.  Φύλλα βλαστού μικρότερα με κοντό μίσχο.  Άνθη ερμαφρόδιτα και ακτινόμορφα, σε σκιάδια* των 2-6 ανθέων.  Σέπαλα 5, επιμήκη, με μικρή προεκβολή στο άκρο τους, ελαφρά χνουδωτά.  Πέταλα 5, άνισα, αντωειδή, γυμνά, αλληλοκαλυπτόμενα δηλ. εκεί που πλησιάζουν, ένα σέπαλο επικαλύπτει μέρος του άλλου, έχουν ανοικτό πορφυρό χρώμα και μια έντονη σκούρα πορφυρή κηλίδα στη βάση τους.  Στήμονες 10 σε 2 σειρές ( 5 γόνιμους + 5 μη γόνιμους ), ανθήρες κοκκινωποί.  Ωοθήκη επιφυής, στύλοι 5 με ραμφοειδή μορφή, στίγματα 5 σκούρα πορφυρά.  Καρπός σύνθετος αποτελούμενος από 5 ραμφοειδή καρπίδια.  Άνθιση Μάρτιος-Μάιος.  Πατρίδα του η Βόρεια Αφρική και η Μεσογειακή ζώνη.  Σχετικά σπάνιο φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε παραλιακούς λόφους ασβεστολιθικών πετρωμάτων και στα όρια αλυκών, από 0-75μ υψόμετρο.

*σκιάδιο = ταξιανθία στην οποία οι ποδίσκοι των ανθέων φύονται από ένα κοινό σημείο και φθάνουν στο ίδιο ύψος, ώστε να σχηματίζουν  ταξιανθία που μοιάζει με ομπρέλα.

 

Sisymbrium irio

 

Name/Όνομα:  Σισύμβριον το ερύσιμον  

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Sisymbrium irio L

Common name/Κοινό όνομα:  London rocket

Οικογένεια: BRASSICACEAE 

 

Description

Sisymbrium irio is an annual herb growing up to 60cm high.  Stem erect, much-branched, pale green, sub-cylindrical, glabrous or sub-glabrous below, with long white hairs at the upper part of the stem.  Basal leaves alternate, simple, dark green, glabrous, triangular in outline, deeply dissected forming unequal acute or acuminate lobes with the terminal one larger, petiole hairy; stem leaves lobed or entire.  Flowers hermaphrodite and actinomorphic in terminal corymbs or racemes; pedicels hairy; sepals 4, oblong ovate, green and slightly hairy; petals 4, yellow, glabrous, almost obovate with short claw at base, apex rounded; stamens 6, filaments and anthers yellow; ovary superior, style short, stigma capitate.  The fruit is an elongated, linear, cylindrical and straight or curved silique, enclosing many oblong seeds.  Flowering time February-May.  Native to Mediterranean region.  Very common plant in Cyprus, on roadsides, cultivated fields and waste ground, from 0-175m alt.

corymb = pedicels of lower flowers are longer, bringing all flowers at the same level

silique = long and narrow seed pod, splitting open when mature

Περιγραφή

Μονοετής πόα που φθάνει τα 60εκ. ύψους.  Βλαστός όρθιος, πολύκλαδος, γωνιώδης, ανοικτοπράσινος, κυλινδρικός ή σχεδόν κυλινδρικός στο κάτω μέρος, με άσπρες τρίχες στο άνω μέρος του βλαστού.  Φύλλα βάσης κατ εναλλαγή, απλά με σκούρο πράσινο χρώμα, άτριχα, με γενικά τριγωνικό περίγραμμα, βαθειά σχισμένα ώστε να σχηματίζουν άνισους και κάπως μυτερούς λοβούς με τον τελικό λοβό να είναι μεγαλύτερος, ενώ ο μίσχος είναι τριχωτός.  Ανώτερα φύλλα ακέραια ή λοβωτά.  Άνθη ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε επάκριους κορύμβους ή βότρεις.  Ποδίσκοι άνθους τριχωτοί.  Σέπαλα 4, προμήκη-ωοειδή, πράσινα και ελαφρά τριχωτά.  Πέταλα 4, κίτρινα, άτριχα, σχεδόν αντωειδή, καταλήγουν σε κοντό νύχι στη βάση τους, ενώ η κορυφή τους είναι στρογγυλεμένη.  Στήμονες 6, νήμα και ανθήρες κίτρινοι,  Ωοθήκη επιφυής, στύλος κοντός, στίγμα κεφαλωτό.  Ο καρπός είναι κέρας, είναι επιμήκης, γραμμοειδής, κυλινδρικός και ευθείς ή ελαφρά λυγισμένος και περικλείει αρκετά σπέρματα.  Άνθιση Φεβρουάριος-Μάιος.  Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη.  Πολύ κοινό φυτό στην Κύπρο, σε πλάγια δρόμων, καλλιεργημένα και ακαλλιέργητα εδάφη από 0-175μ. υψόμετρο.

 κέρας = μακρόστενος καρπός ο οποίος σχίζεται κοιλιακά και ραχιαία από κάτω προς τα πάνω, όπως ο καρπός των Σταυρανθών πχ. Λαψάνα, νεροκάρδαμο, σινάπι κλπ.

κόρυμβος = βοτρυοειδής ταξιανθία στην οποία τα κατώτερα άνθη έχουν μακρύτερους ποδίσκους ώστε όλα τα άνθη να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο.

 

 

 

Lamium moschatum subsp. micranthum

Name/Όνομα:  Λάμιον το αρωματικόν υποείδος  μικρανθές*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Lamium moschatum subsp. micranthum (Boiss.) Mennem

Οικογένεια: LAMIACEAE   

  • Η απόδοση του ονόματος στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Lamium moschatum subsp. micranthum  is an annual herb growing up to 50cm high.  Stem erect, usually unbranched, angled, greenish or purplish, glabrous.  Leaves are opposite, simple, entire, ovate, hairy on both sides, margin crenate irregularly toothed, teeth rounded, apex obtuse or subacute, cordate at base, petiole hairy.  Flowers aromatic, hermaphrodite, zygomorphic, in multi-flowered whorls on interrupted spikes (verticillasters); bracts leaf-like, smaller, often with white or purplish blotch at base; corolla white 2-lipped; upper (adaxial) lip entire, bending forward, hood-like, densely hairy externally; lateral lobes triangular, glabrous, lower lip obovate suborbicular, 2-parted, sometimes emarginated, glabrous; calyx campanulate, 5-toothed, teeth spreading, pointed, margin purplish, hairy externally; stamens 4 (2 pairs), of which 2 with short filaments (didynamous); anthers 2-thecous, hairy; ovary superior, style single, stigma 2-lobed.  Flowering time Feb-May.  Fruit nuttlets.  Native to Mediterranean region.  Common plant in Cyprus, on road sides, phrygana and waste ground from 0-600m alt.

 

Περιγραφή

Μονοετής πόα που φθάνει τα 50εκ. ύψος.  Βλαστός όρθιος, συνήθως χωρίς διακλάδωση, γωνιώδης, πρασινωπός ή πορφυρός και άτριχος.  Φύλλα αντίθετα, απλά, ακέραια, ωοειδή, τριχωτά και στις δύο πλευρές, χείλος πριονωτό με άνισα και στρογγυλεμένα δόντια, κορυφή σχεδόν μυτερή ή αμβλεία, καρδιόσχημη βάση και τριχωτό μίσχο.  Άνθη αρωματικά, ερμαφρόδιτα και ζυγόμορφα σε πολυανθείς σπονδύλους σε διακοπτόμενο στάχυ.  Βράκτια φυλλόμορφα και μικρότερα που μπορεί να έχουν μια λευκή ή ρόδινη περιοχή προς τη βάση.   Στεφάνη λευκή και δίχειλη.  Άνω χείλος ακέραιο λυγισμένο προς τα εμπρός, είναι κουκουλωτό και πυκνά τριχωτό εξωτερικά.  Πλάγιοι λοβοί τριγωνικοί και γυμνοί, κάτω χείλος αντωειδές σχεδόν κυκλικό, διμερές, κάποτε με μικρή προεκβολή στη βάση του, άτριχο.  Κάλυκας καμπανοειδής, με 5 ανοικτά προς τα έξω, μυτερά, τριγωνικά και τριχωτά δόντια.  Στήμονες 4 σε 2 ζεύγη, εκ των οποίων το ένα ζεύγος με κοντό νήμα, ανθήρες τριχωτοί.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος απλός, στίγμα δίλοβο.  Άνθιση Φεβρουάριος-Μάιος.  Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη.  Κοινό φυτό στην Κύπρο, σε πλάγια δρόμων, φρύγανα και ακαλλιέργητα εδάφη από 0-600μ υψόμετρο.

Ophrys bornmuelleri subsp. grandiflora

Scientific name/Επιστημονικό όνομα  Ophrys bornmuelleri subsp. grandiflora (H. Fleischm. & Soó) Renz & Taubenheim

Family/Οικογένεια: ORCHIDACEAE

Formerly  known  ophrys levantinaGolz & H.R.Reinhard

 

Description

It is a perennial tuberous herb growing up to 30cm high.  Stem erect, robust, green and glabrous.  Basal leaves 3-4, spreading, elliptic to oblanceolate, simple, green and glabrous with parallel venation, apex acute or obtuse, sessile, unspotted.  Stem leaves few 1-3, alternate, simple, erect, smaller and narrowly elliptic, apex acute, sheathing the stem at base.  Inflorescence 4-6 flowered; sepals 3, ovate, whitish-green, sometimes tinged pink towards base, glabrous, apex acute or obtuse; lateral sepals spreading, occasionally with triangular appearance; dorsal sepal bending forward; petals ovate-triangular, small, usually pinkish with soft hairs, apex obtuse.  Lip entire, brown, broadly ovate, very often with rectangular or trapezoid appearance, velutinous; margin densely hairy; speculum small, H-shaped (or absent), steal-blue with whitish borders located just below basal area and terminated near the middle of the lip, sometimes there are only 2 very small pale blue spots; basal protuberances “ears” conical, prominent, greenish-brown or pale brown and hairy; stigmatic area with a brownish band.  Basal area U-shaped, brown with black border; «pseudoeyes» olive green; appendage, yellowish-green, 3-dentate, prominently upturned; pollinia yellow.  Flowering time February-March ( April).  Near-endemic, common  orchid in Cyprus ( also in Tuerkey) .  On grassy land, open forests and garrigues, from 50-600m alt.

Περιγραφή

Πολυετής και βολβώδης πόα με ύψος μέχρι 30cm.  Βλαστός όρθιος, δυνατός, πράσινος και άτριχος.  Φύλλα βάσης 3-4 απλωμένα,, επιμήκη λογχοειδή ή ελλειψοειδή, απλά, πράσινα και άτριχα με παράλληλη νεύρωση, οξύκορφα ή αμβλύκορφα, άμισχα και χωρίς στίγματα.  Φύλλα βλαστού λίγα 1-3, κατ εναλλαγή, απλά, όρθια, μικρότερα, στενά ελλειψοειδή, οξύκορφα, ενώ στη βάση περιβάλλουν εν μέρει τον βλαστό.  Ταξιανθία χαλαρή με 4-6 άνθη.  Σέπαλα 3, ωοειδή, περιστασιακά με τριγωνική εμφάνιση, λευκοπράσινα, κάποτε με ρόδινη χροιά προς τη βάση, γυμνά, οξύκορφα ή αμβλύκορφα.  Πλάγια σέπαλα απλωμένα, κάποτε με τριγωνική εμφάνιση, ενώ το ραχιαίο πέταλο γέρνει μπροστά.  Πέταλα 3 ( το 3ο είναι το χείλος), ωοειδή-τριγωνικά, πλατιά στη βάση, με στρογγυλεμένη κορυφή, τριχωτά, μικρά και συνήθως με ρόδινη απόχρωση.  Χείλος (μεταμορφωμένο πέταλο που χρησιμεύει ως πλατφόρμα προσγείωσης αλλά και προσέλκυσης εντόμων για σκοπούς γονιμοποίησης) ακέραιο, ωοειδές και επίμηκες, με καφέ χρώμα, πολύ συχνά με κάπως ορθογώνιο ή τραπεζοειδές σχήμα και με βελούδινο τρίχωμα.  Περιθώριο πυκνά τριχωτό.  Στη βάση του χείλους διακρίνονται έντονα 2 τριχωτές και κωνικές προεκβολές (“αυτιά” ή “ώμοι”  ) με πρασινο-καφέ ή καφέ χρώμα.  Θυρεός μικρός σε σχήμα Η (ή ελλείπει), με μεταλλικό μπλε χρώμα και ασπριδερό περιθώριο, ξεκινά ακριβώς κάτω από τη βάση του χείλους και τερματίζεται κοντά στο μέσο του.  Κάποτε ο θυρεός περιορίζεται σε 2 μικρά μπλε στίγματα ή κηλίδες.  Στιγματική περιοχή με καστανή ζώνη.  Βασική περιοχή σε σχήμα U, με καφέ χρώμα και με μαύρο περιθώριο.  Ψευδοοφθαλμοί ελαιόχρωμοι.  Γλωσσίδιο (το κάτω άκρο του χείλους) πρασινοκίτρινο, 3-δοντο και με πολύ εμφανή κλίση προς τα πάνω.  Πολλίνια κίτρινο.  Ανθίζει Φεβρουάριο – Μάρτιο ( Aπρίλιο).  Κοινό φυτό στην Κύπρο, είναι σχεδόν ενδημικό αλλά υπάρχει και στην Τουρκία.  Απαντάται σε πευκοδάση, φρυγανότοπους, θαμνώνες και χορταριασμένα εδάφη από 50-600μ.υψόμετρο.

 

Arum dioscoridis

Name/Όνομα:   Spotted arum, Άρον  το στικτόν-Άρον του Διοσκουρίδη

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Arum dioscoridis Sm.

Common name/Κοινό όνομα:  Αρκοκολόκασσον, Δρακοντιά

Family/Οικογένεια:  ARACEAE

 

Description

Arum dioscoridis is a perennial tuberous herb growing up to 40cm tall.  Leaves are borne directly from the underground tuber and they are developed before flowering, during the end of autumn.  All leaves are basal, very large, oblong-hastate to arrow-shaped with 2 triangular and acute lobes at base, they are simple with long stalks, glossy green above, pale green beneath, glabrous, apex acute; the stalks are terete, glabrous, green towards apex, greenish at base, sometimes tinged purplish, as long as or longer than the blade (lamina).  Inflorescences usually are held  below the level of the leaves; peduncle shorter than petiole; spathe (is a modified bract or bracts partly enclosing the spadix), looks like an erect and cylindrical tube, having the top opened, allowing the upper part of the spadix (inflorescence) to be exserted;  spath tube cylindric, green, margin often tinged purple; spathe (hood) limb erect, ovate-elliptic or lanceolate, apex acuminate, constricted, glabrous on both sides, generally green externally, creamy-yellow internally, marked with dark purple spots and blotches that reduce their size towards apex; spadix bears the reproductive organs of the plant, it is subcylindrical, erect, dark purple above, purplish below; male and female organs are separated but both sexes can be found on the same plant; male are located at the top of spadix and female organs at the base; female staminodes (sterile organs) are also present; flowering time March-May.  Fruit is a small red and fleshy berry. Native to Eastern Mediterranean region and Middle East.  Uncommon plant in Cyprus.  Hab: stream banks, shady and moist places from 0-1025m alt.

Περιγραφή

Πολυετές και ποώδες φυτό με κονδυλώδη ρίζα και ύψος μέχρι 40cm.  Τα φύλλα αναπτύσσονται απ ευθείας από τον υπόγειο κόνδυλο και πριν από την ανθοφορία, προς το τέλος του φθινοπώρου.  Είναι πολύ μεγάλα, σαϊτοειδή με 2 τριγωνικούς και μυτερούς λοβούς στη βάση τους, είναι απλά με μακρύ μίσχο, είναι γυαλιστερά και πράσινα στην άνω επιφάνεια και με ανοικτό πράσινο χρώμα στην κάτω.  Ο μίσχος είναι κυλινδρικός, γυμνός, πράσινος προς την κορυφή, πρασινωπός προς τη βάση. κάποτε ελαφρά πορφυρός και έχει μήκος ίσο ή μεγαλύτερο από το έλασμα του φύλλου.  Τα άνθη συνήθως βρίσκονται κάτω από το επίπεδο των φύλλων.  Ποδίσκος άνθους κοντύτερος από το μίσχο των φύλλων.  Η σπάθη, η οποία είναι μεταμορφωμένο βράκτιο/α και περικλείει εν μέρει τον σπάδικα, μοιάζει με ένα κυλινδρικό όρθιο σωλήνα που είναι ανοικτός στο άνω μέρος επιτρέποντας έτσι στο άνω μέρος του σπάδικα να βγει έξω από τον σωλήνα.  Σωλήνας σπάθης κυλινδρικός, πράσινος με περιθώριο συχνά πορφυρό.  Το άνω μέρος της σπάθης είναι όρθιο, ωοειδές-ελλειπτικό ή λογχοειδές, κορυφή κάπως μυτερή και με μερικές περισφίξεις, είναι γενικά πράσινο εξωτερικά, με ανοικτό κίτρινο εσωτερικά καλυπτόμενο κατά τόπους με σκοτεινά και πορφυρού χρώματος στίγματα ή κηλίδες που μικραίνουν προς την κορυφή.  Εσωτερικά υπάρχει ο σπάδιξ (άνθος) που είναι ένας όρθιος, ροπαλόμορφος σωλήνας που έχει σκούρο πορφυρό χρώμα ψηλά και πιο ανοικτό πορφυρό χαμηλά και φέρει τα αναπαραγωγικά όργανα του φυτού.  Τα αρσενικά και θηλυκά όργανα βρίσκονται σε διαφορετικές θέσεις αλλά πάνω στο ίδιο άνθος.  Υπάρχουν επίσης και άγονα αρσενικά και θηλυκά όργανα.  Τα αρσενικά όργανα βρίσκονται στην κορυφή του σπάδικα, ενώ τα θηλυκά στη βάση του.  Ανθίζει Μάρτη-Μάιο.  Ο καρπός είναι μικρή σαρκώδης και κόκκινη ρόγα.  Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη και η Μέση Ανατολή.  Ασύνηθες φυτό στην Κύπρο σε όχθες ρυακιών και γενικά σε σκιερά και υγρά εδάφη από ο-1025μ υψόμετρο.