Archives

Author Archive for savvas

Astragalus macrocarpus ssp lefkarensis

Name/Όνομα:  Αστράγαλος ο μακρόκαρπος υποειδ. των Λευκάρων  

Scientific name/Επιστημονικό όνομαAstragalus macrocarpus ssp lefkarensis Kirchoff & Meikle.

Common name/Κοινό όνομα:  Lefkara Milk-Vetch    

Family/Οικογένεια:  FABACEAE   

 

Description

Plant:  Perennial herb growing up to 100cm high.

Stem/s: Erect, much-branched, greenish, longitudinally ribbed, densely covered with long, woolly, whitish hairs (lanuginose).

Leaves:  All leaves compound, odd-pinnate, petiolate with stipules, lanuginose; basal leaves smaller with ovate stipules; upper leaves alternate with 15-29 leaflets, ovate-oblong, opposite or alternate except the terminal, petiolule short, upper side subglabrous, lanuginose beneath and on the margins, apex usually rounded, often emarginate.

Flowers:  Zygomorphic and hermaphrodite, in axillary racemes; bracts linear, thinly lanuginose, longer than calyx tube; petals yellow, standard petal erect, oblong-obovate or oblong-rectangular, glabrous, margins reflexed, apex acuminate or rounded, greenish stripes at the center; wings glabrous, narrowly oblong, keel ovate, rather flattened, straight or upcurved, equal or shorter than wings, apex blunt, glabrous; calyx tubular with 5 green linear teeth, lanuginose externally, glabrous internally; stamens 10, 9 united + 1 free, filaments greenish, glabrous, anthers oblong, orange-yellow; ovary superior, glabrous, style 1, stigma 1.

Flowering time:  February-May.

Fruit:  Suborbicular dark red pod.

Habitat:  Calcareous slopes, phrygana, from 100-700m alt.

Native: Rare endemic (Cyprus), strictly protected

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 100εκ

Βλαστοί:  Όρθιοι, πολύκλαδοι, πρασινωποί, με κατά μήκος ραβδώσεις, καλυμμένος με πυκνές, μακριές και ασπριδερές σαν μαλλί τρίχες.    

Φύλλα:  Όλα τα φύλλα είναι σύνθετα, περιττόληκτα, έμμισχα με παράφυλλα και και καλυμμένα με πυκνές και μακριές και ασπριδερές σαν μαλλί τρίχες.  Φύλλα βάσης μικρότερα με ωοειδή παράφυλλα.  Ανώτερα φύλλα κατ εναλλαγή με 15-29 φυλλάρια που είναι επιμήκη-ωοειδή, αντίθετα εκτός του τελευταίου ή κατ εναλλαγή, με μικρό μίσχο, με άνω επιφάνεια σχεδόν άτριχη, πυκνά τριχωτή την κάτω και στα χείλη, με κορυφή συνήθως στρογγυλεμένη ή με μικρή εγκοπή.

Άνθη:  Ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα σε μασχαλιαίους βότρεις.  Βράκτια γραμμοειδή και ελαφρά τριχωτά, μακρύτερα του σωλήνα του κάλυκα.  Πέταλα με έντονο κίτρινο χρώμα.  Ο πέτασος είναι όρθιος, με επίμηκες-αντωειδές ή επίμηκες-ορθογώνιο σχήμα, άτριχος, με χείλη γυρισμένα προς τα πίσω, με μυτερή (συνήθως) ή στρογγυλή κορυφή και με πρασινωπές ραβδώσεις στο κέντρο του.  Πτέρυγες άτριχες, στενές και επιμήκεις.  Τρόπιδα ωοειδής, μάλλον επίπεδη ή πιεσμένη, ίσια ή λυγισμένη ελαφρά προς τα πάνω, ίση ή κοντύτερη των πτερύγων, άτριχη και όχι μυτερή.  Κάλυκας σωληνοειδής με 5 πράσινα και γραμμοειδή δόντια, εξωτερικά τριχωτός, εσωτερικά άτριχος.  Στήμονες 10, 9 με ενωμένα σε κάποιο βαθμό νήματα, 1 ελεύθερος, νήμα πρασινωπό και γυμνό, ανθήρες επιμήκεις πορτοκαλοκίτρινους.  Ωοθήκη επιφυής,  στύλος 1, στίγμα 1.   

Άνθιση:  Φεβρουάριος-Μαιος. 

Καρπός:  Υποσφαιρκός με σκούρο κόκκινο χρώμα χέδρωψ (λοβός). 

Ενδιαίτημα:  Σε φρυγανώδεις περιοχές και σε ασβεστολιθικές πλαγιές από 100-700μ υψόμετρο.

Πατρίδα:  Σπάνιο ενδημικό της Κύπρου αυστηρά προστατευόμενο.

Ranunculus kykkoensis

Name/Όνομα:  Ρανούγκουλος  του Κύκκου  

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Ranunculus kykkoensis Meikle.

Family/Οικογένεια:  RANUNCULACEAE   

 

 

Description

 

Plant:  Perennial herb growing up to 50cm high.

Stem/s:  Erect, branched high, green at the upper part, purplish near the base, more or less cylindrical, covered with sparse or dense arachnoid hairs.

Leaves:  Mostly basal, erect or spreading, simple, kidney-shaped or nearly suborbicular, glabrous, petiolate, 3-lobed, lobes with irregularly toothed margins; petiole glabrous, longer than leaves’ length.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite in terminal, branched cymose; bracts palmately lobed, lobes usually 3, glabrous, with irregularly toothed margins, sheathing the stem at the base; petals 5, obovate, yellow, apex rounded, glabrous; peduncles green, covered with dense arachnoid hairs; sepals 5, ovate, somewhat concave, pale yellow, subglabrous internally, often deflexed;  stamens numerous, filaments free,  glabrous, yellowish, anthers oblong yellow; ovary superior, carpels numerous, greenish, glabrous, somewhat flattened or compressed forming a spherical structure; carpels topped  by  short apical beaks.

Flowering time:  March-April

Fruit:  Achenes

Habitat:  Shady and moist areas on the igneous ground, from 600-1200m alt.

NativeVery rare endemic to Cyprus strictly protected.

 

Περιγραφή

 

Φυτό:  Πολυετής πόα με ύψος μέχρι 50εκ.   

Βλαστοί :  Όρθιοι, διακλαδωμένοι ψηλά, πράσινοι στα ψηλότερα τμήματα, πορφυροί κοντά στη βάση, λίγο ή πολύ κυλινδρικοί και καλυμμένοι με αραιές ή πυκνές αραχνοειδείς τρίχες.

Φύλλα:  Κυρίως μαζεμένα στη βάση, όρθια ή απλωμένα, απλά, με νεφροειδές ή υποκυκλικό σχήμα, άτριχα, έμμισχα, 3-λοβα, λοβοί με άνισα οδοντωτά χείλη.  Μίσχος μακρύς και γυμνός, μακρύτερος από το μήκος του ελάσματος του φύλλου.

Άνθη:  Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε επάκριες και διακλαδωμένες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Βράκτια παλαμοειδώς λοβωτά με άνισα οδοντωτά χείλη, αγκαλιάζοντας τον βλαστό στη βάση τους.  Πέταλα 5, αντωειδή, κίτρινα, πλατύκορφα και άτριχα.  Ποδίσκος άνθους πράσινος και καλυμμένος με πυκνές αραχνοειδείς τρίχες.  Σέπαλα 5, ωοειδή, κάπως κοίλα, με χλωμό κίτρινο χρώμα, σχεδόν άτριχα εσωτερικά και συχνά λυγισμένα προς τα κάτω.  Στήμονες πολυάριθμοι, νήμα ελεύθερο και κιτρινωπό, ανθήρες επιμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, καρπόφυλλα πολυάριθμα, πρασινωπά, γυμνά και κάπως επίπεδα ή συμπιεσμένα ώστε να δημιουργούν μια σφαιροειδή κατασκευή, ενώ είναι εμφανή τα κοντά ράμφη στην κορυφή των καρποφύλλων.     

Άνθιση:  Μάρτης-Απρίλης. 

Καρπός:  Αχαίνια. 

Ενδιαίτημα:  Υγρές και σκιερές περιοχές σε πυριγενή εδάφη, από 600-1200μ υψόμετρο. 

Πατρίδα:  Πολύ σπάνιο ενδημικό της Κύπρου αυστηρά προστατευόμενο. 

 

Matthiola tricuspidata

Name/Όνομα:  Ματθιόλα η τρικέρατη   

Scientific name/Επιστημονικό όνομαMatthiola tricuspidata (L.) R. Br.  

 Common name/Κοινό όνομα:  Three-horned stocks, Matthiolѐ â trois cornes, Βιολέτα της θάλασσας     

Family/Οικογένεια:  BRASSICACEAE   

 

Description

 Plant:  Annual herb growing up to 30cm high (Cyprus).

Stem/s:  Erect, procumbent or creeping, much-branched, greenish, covered with ± dense woolly hairs.

Leaves:  Alternate, simple, petiolate, oblong-obovate in outline, pinnatifid, sinuate-dentate or lobed, lobes with rounded apex, tomentose, progressively larger towards apex.

Flowers:  Sessile or short-stalked, actinomorphic and hermaphrodite in lax racemes; petals 4, obovate, apex usually emarginate, sometimes rounded, violet, pink, lavender or white, imbricate, glabrous, whitish at the base; sepals 4, erect, narrowly oblong, green, acute, tomentose externally; stamens 6, filaments glabrous, the inner 4, erect, with filaments more than twice as long as the filaments of the spreading outer 2, anthers yellow, linear; ovary superior, sessile, cylindrical, green, densely tomentose, style 1, stigma 2-lobed;          

Flowering time:  February-May.

Fruit:  Elongated green and tomentose silique, distinctly 3-horned at apex.

Habitat:  Near coast, seaside, sandy ground.

Native:  Mediterranean region.

 

 

Περιγραφή

 

Φυτό:  Μονοετής πόα με ύψος μέχρι 30εκ.(Κύπρος)   

Βλαστός-Κορμός:  Όρθιος, κατακλιμένος ή έρπων, πολύκλαδος χαμηλά, πρασινωπός και καλυμμένος με πυκνές ή αραιές μαλακές και ασπριδερές τρίχες. 

Φύλλα:  Κατ εναλλαγή, απλά, έμμισχα, επιμήκη-αντωειδή στο περίγραμμα, έλασμα διαιρεμένο σε λοβούς που σταδιακά μεγαλώνουν από τη βάση προς τo τέρμα του φύλλου και έχουν κορυφή στρογγυλεμένη ή πλατειά και καλυμμένα με πυκνές και μαλακές τρίχες.

Άνθη:  Με κοντό ή καθόλου ποδίσκο, ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε χαλαρούς βότρεις.  Πέταλα 4, αντωειδή, συνήθως με μικρή εγκοπή στην κορυφή τους, κάποτε με στρογγυλεμένη κορυφή, με βιολετί, ρόδινο, λευκό ή σε χρώμα λεβάντας, αλληλεπικαλυμμένα, γυμνά και ασπριδερά στη βάση τους.  Σέπαλα 4, όρθια, στενά και επιμήκη, πράσινα, οξύκορφα και καλυμμένα εξωτερικά με μαλακές ασπριδερές τρίχες.  Στήμονες 6 άνισοι,, νήμα γυμνό, οι 4 εσωτερικοί έχουν όρθιο νήμα με μήκος που ξεπερνά το διπλάσιο του μήκους των 2 εσωτερικών απλωμένων στημόνων, ανθήρες γραμμοειδείς, κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, χωρίς ποδίσκο, κυλινδρική, πράσινη και καλυμμένη με πυκνές και μαλακές τρίχες, στύλος 1, στίγμα 2-λοβο.

Άνθιση:  Φεβρουάριος-Μάιος.

Καρπός:  Μακρύ, πράσινο και τριχωτό κεράτιο που τερματίζεται με ένα πολύ εμφανές τρικέρατο άκρο (εξ ου και το όνομα του είδους).      

Ενδιαίτημα:  Κοντά σε ακτές, παραλίες και αμμώδη εδάφη.

Πατρίδα:  Μεσογειακή ζώνη

Prunella vulgaris

Name/Όνομα:  Προυνέλλα η κοινή   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Prunella vulgaris L.  

 Common name/Κοινό όνομα:  Common self-heal,   Heal-all, Woundwort, Βουτυρόχορτο    

Family/Οικογένεια:  LAMIACEAE   

 

 Description

 

Plant:  Perennial herb growing up to 30cm high or more.

Stem/s:  Erect, ascending or decumbent, usually much-branched at the base, square, greenish or reddish, sparsely hairy along its 4 ridges.

Leaves:  Opposite, oblong-ovate to lanceolate, simple, entire or undulate or slightly short-toothed, petiolate, apex obtuse, base wedge-shaped, sparsely pubescence especially on margins and on veins beneath, petiole channeled above, hairy.

Flowers:  Many, zygomorphic and hermaphrodite in dense terminal whorls, at the top of an elongate flowering stem; bracts similar to leaves; calyx campanulate, light green or reddish, with white hairs along the ridges externally, 2-lipped, upper lip 3-toothed, lower lip 2-toothed, larger than the upper; all teeth sharp; corolla subconical, longer than calyx, bluish-purple to deep violet or white, 2-lipped, upper lip hooded, emarginate and hairy externally, lower lip 3-lobed, the median bigger, oblong-rectangular or suborbicular, fringed; stamens 4, unequal; ovary superior, style glabrous, stigma lobed.

Flowering time:   June-July 

Fruit:  Each flower produces 4, obovoid, slightly flattened, yellowish-brown nutlets.

Habitat:  Shady and moisty places and near streams and springs, from 1200-1500m alt.

Native:  North America.

 

Περιγραφή

 

Φυτό:    Μονοετής πόα ύψους μέχρι 30εκ ή περισσότερο.

Βλαστός-Κορμός:  όρθιος ή ανερχόμενος, κάποτε κατακλημένος, συνήθως με διακλάδωση χαμηλά, τετράγωνος, πρασινωπός ή κοκκινωπός, αραιά τριχωτός κατά μήκος των 4 ακμών του.

Φύλλα:  Αντίθετα, επιμήκη-ωοειδή ή λογχοειδή, απλά, ακέραια ή ελαφρά κυματοειδή ή με πολύ κοντά δόντια, έμμισχα, πλατύκορφα με σφηνοειδή βάση, ελαφρά τριχωτά ειδικά στα χείλη και στα νεύρα της κάτω επιφάνειας, μίσχος τριχωτός και κάπως αυλακωτός από πάνω.

Άνθη:  Πολλά, ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πυκνούς και επάκριους σπονδύλους, στην κορυφή μακρού ανθικού άξονα.  Βράκτια παρόμοια των φύλλων.  Κάλυκας καμπανοειδής, ελαφρά πράσινος ή κοκκινωπός με άσπρες τρίχες κατά μήκος των ακμών του εξωτερικα, 2-χειλος, άνω χείλος με 3 μυτερά δόντια, κάτω χείλος μακρύτερο από το άνω με 2 μυτερά δόντια.  Στεφάνη σχεδόν κωνική, μακρύτερη του κάλυκα, με ουρανί-πορφυρό προς βαθύ βιολετί ή λευκό χρώμα, 2-χειλη, άνω χείλος με κουκούλα, με μικρή εγκοπή στην κορυφή του και λίγο τριχωτό εξωτερικά, κάτω χείλος 3-λοβο με το μεσαίο λοβό σε σχήμα ορθογωνίου ή υποκυκλικό με διακοσμητικά άκρα και μεγαλύτερο των πλαγίων.  Στήμονες 4 με άνισα νήματα.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος γυμνός, στίγμα λοβωτό.

Άνθιση:  Ιούνιος-Ιούλιος.

Καρπός:  κάρυα 4, με περίπου ωοειδές σχήμα, ελαφρώς επίπεδα και με  κιτρινοκαφέ χρώμα.

Ενδιαίτημα:  Σκιερές και υγρές περιοχές και κοντά σε ρυάκια και πηγές από 1200-1500μ υψόμετρο.

Πατρίδα:  Βόρεια Αμερική. 

 

Draba verna

Name/Όνομα:  Δράβα η εαρινή    

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Draba verna L  

 Common name/Κοινό όνομα:  Whitlow-grass, Spring whitlow

Family/Οικογένεια:  BRASSICACEAE

Syn: Erophila verna

 

Description

 

Plant: Annual, growing up to 20m high.

Stem/s:  One to several, erect, leafless, green (upper part) and hairless or purplish (lower part) with sparse simple or forked stellate hairs.

Leaves:  All basal forming a dense rosette; alternate; blade various, elliptic, oblanceolate or obovate, sessile or short-stalked, mostly entire, sometimes irregularly toothed, covered with a mixture of simple and branched stellate hairs;

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in few to many-flowered, corymb-like inflorescences; petals 4, white, obovate, distinctly 2-lobed, obtuse, glabrous; sepals 4, erect, concave, obtuse or subacute, often with white margins, sparsely hairy externally; stamens 6; ovary superior, style 1, stigma 1,capitate.

Flowering time:  Jan-May

Fruit:  Silicle, oblong-elliptic or obovate, flat, dehiscent, glabrous, enclosing numerous seeds (40 or more), more than twice as long as the wide.

Habitat:  Roadsides, waste ground, open woodland, pine forests, from 0-1900m alt.

Native:  Eurasia

 

 

Περιγραφή

Φυτό:  Μονοετές με ύψος μέχρι 20εκ

Βλαστός-Κορμός:  ένας ή περισσότεροι, όρθιοι, άφυλλοι, πράσινοι  και άτριχοι ψηλά, πορφυροί και με αραιές απλές ή διχαλωτές αστεροειδείς τρίχες χαμηλότερα.

Φύλλα:  Όλα στη βάση δημιουργώντας πυκνή ροζέτα.  Κατ εναλλαγή, κυρίως άμισχα ή κοντόμισχα, ακέραια, κάποτε με άνισα δόντια,  με ποικιλία στο έλασμα που μπορεί να είναι ελλειπτικό, επίμηκες-λογχοειδές ή αντωειδές και καλυμμένα με ένα μίγμα από απλές και διχαλωτές αστεροειδείς τρίχες.

Άνθη:  Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα σε πολυανθείς σαν κόρυμβο ταξιανθίες.  Πέταλα 4, λευκά, αντωειδή, εμφανώς 2-λοβα, πλατύκορφα και άτριχα.  Σέπαλα 4, όρθια, κοίλα, σχεδόν οξύκορφα ή πλατύκορφα, συχνά με λευκά χείλη και με αραιές απλές τρίχες εξωτερικά.  Στήμονες 6, ωοθήκη επιφυής, στύλος πολύ κοντός, στίγμα κεφαλωτό.

Άνθιση:  Ιανουάριος-Μάιος.

Καρπός:  Κεράτιο επίμηκες-ελλειψοειδές ή αντωειδές, συνήθως επίπεδο, διαρρηκτό και άτριχο, περικλείοντας πολλά σπέρματα.

Ενδιαίτημα:  Κατά μήκος δρόμων, άγονα εδάφη, πευκοδάση από 0’1900μ υψόμετρο

Πατρίδα:  Ευρασία.

 

 

 

 

 

Dactylorhiza romana 

Name/Όνομα:  Δακτυλόριζα η ρωμαϊκή

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Dactylorhiza romana  (Sebast.) Soó

 Common name/Κοινό όνομα:  Roman orchid       

Family/Οικογένεια:  ORCHIDACEAE

 

 Description

It is a perennial tuberous plant growing up to 50m high, but usually much smaller, about 20-30cm in Cyprus.  Stem erect, straight, green, hairless with 2-3, oblong-linear, pointed leaves, sheathing the stem; basal leaves 3-10 or more, simple, entire, linear-lanceolate, dark green, pointed, glabrous, unspotted, sheathing at the base.  Flowers yellow (Cyprus), zygomorphic and hermaphrodite, in ovoid or cylindrical, lax, few-flowered or in dense many-flowered racemes;  lateral sepals spreading, ovate, obtuse, hairless, distinctly reflexed, dorsal sepal erect , ovate to elliptic, closely attached with petals forming a hood; petals about as long as dorsal sepal or a little shorter, ovate, erect, margins incurved; bracts lanceolate, green, acute or obtuse, longer than ovary; labellum broadly obovate in outline, 3-lobbed, unspotted; median lobe, rectangular or suborbicular, lateral lobes oblong-ovate; pollinia* yellowish-brown; ovary slightly twisted; spur cylindrical, horizontal or slightly or strongly upturned, longer than the ovary; stigmatic cavity ovate-triangular to sub circular; flowering time March-May.  The fruit is a capsule.  Native to Mediterranean Europe, Middle East, and Western Asia.  A common plant in Cyprus and it is found at rocky hillsides and open pinewoods, from 150-900m alt.

*Pollinium/a = the places which produce a mass of pollen grains

 

Περιγραφή

Πολυετής και κονδυλώδης πόα με ύψος μέχρι 50cm, αλλά συνήθως αρκετά λιγότερο περίπου 20-30εκ για την Κύπρο.  Βλαστός όρθιος, ίσιος, χωρίς διακλάδωση, πράσινος και άτριχος, με 2-3 επιμήκη-γραμμοειδή και μυτερά φύλλα που αγκαλιάζουν τον βλαστό.  Φύλλα βάσης 3-10 ή περισσότερα, απλά, ακέραια, επιμήκη-λογχοειδή, γυμνά, με σκούρο πράσινο χρώμα, μυτερά, και χωρίς κηλίδες, ενώ στη βάση περιβάλλουν εν μέρει τον βλαστό.  Άνθη κίτρινα, ζυγόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ωοειδείς ή κυλινδρικούς, ολιγανθείς και χαλαρούς ή πολυανθείς και πυκνούς βότρεις.  Πλάγια σέπαλα απλωμένα, ωοειδή και πλατύκορφα, γυμνά και έντονα γυρισμένα προς τα πίσω.  Το ραχιαίο είναι όρθιο, με ελαφρά μπροστινή κλίση και ακουμπά πάνω στα πέταλα σχηματίζοντας μια «κουκούλα».  Τα πέταλα είναι σχεδόν ισομήκη με το ραχιαίο σέπαλο ή λίγο κοντύτερα, ωοειδή, όρθια και με γυρισμένα προς τα μέσα χείλη.  Βράκτια λογχοειδή, πράσινα, οξύκορφα ή πλατύκορφα, μακρύτερα της ωοθήκης.  Χείλος πλατύ-αντωειδές στο περίγραμμα, 3-λοβο και ακηλίδωτο.  Μεσαίος λοβός επιμήκης-τετράπλευρος ή σχεδόν κυκλικός ενώ οι πλάγιοι επιμήκεις-ωοειδείς.  Πολλίνια* με κίτρινο προς καφέ χρώμα.  Ωοθήκη με μικρή στροφή.  Πλήκτρο οριζόντιο ή ελαφρά ή έντονα λυγισμένο προς τα πάνω μακρύτερο της ωοθήκης.  Στιγματική κοιλότητα ωοειδής-τριγωνική ή υποκυκλική.  Ανθίζει Μάρτιο-Μάιο.  Καρπός κάψα.  Πατρίδα του η Μεσογειακή Ευρώπη, Εγγύς Ανατολή και Δυτική Ασία.  Κοινό φυτό της Κύπρου και απαντάται σε πετρώδεις πλαγιές και ανοικτά πευκοδάση από 150-900m υψόμετρο.

 

*Πολλίνια = Οι χώροι όπου αποθηκεύονται κόκκοι γύρης.

Alyssum umbellatum

Name/Όνομα:  Άλυσσον το σκιαδανθές

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Alyssum umbellatum Desv.        

Family/Οικογένεια:  BRASSICACEAE

 

Description    

Alyssum umbellatum is an annual herb growing up to 15cm tall.  Stems 1-3 erect, prostrate or decumbent appear directly from rootstock or unbranched, greenish-purplish, densely covered with whitish adpressed-stellate hairs.  Leaves alternate, simple, entire, oblanceolate, short stalked and covered with adpressed-stellate hairs on both surfaces, apex acute or subacute; margins often tinged purplish.  Flowers are hermaphrodite and actinomorphic, in terminal umbels; pedicels unequal, densely stellate pubescence, green turn into purplish-brown with age; petals 4, erect, narrowly obovate, yellow, becoming white with age, glabrous, apex shallowly-notched; sepals 4, erect, oblong, concave, obtuse, green, becoming purplish-brown with age, shorter than petals; stamens 6, anthers yellow; ovary superior, ovoid or suborbicular, densely hairy, style 1, erect, simple, stigma 1.  Flowering time March-May.  The fruit is a suborbicular, chestnut-brown and flattened silicle*, topped by the persistent style.  A rare plant of Cyprus and it is found at stony hillsides and open pine forests, from 1100-1600m alt.

Silicle* = a short, broad silique      Silique = a narrow and linear 2-valved capsule.

 

Περιγραφή

Μονοετής πόα ύψους μέχρι 15cm.  Βλαστοί 1-3, όρθιοι, κατακλιμένοι ή γονατιστοί και εμφανίζονται απ ευθείας από τη ρίζα ή είναι χωρίς κλαδιά, πρασινωποί ή λίγο πορφυροί, καλυμμένοι με πυκνές και ασπριδερές αστεροειδείς τρίχες.  Οι ίδιες τρίχες καλύπτουν επίσης και άλλα μέρη του φυτού όπως, φύλλα, σέπαλα και ποδίσκους του άνθους.  Φύλλα κατ εναλλαγή, επιμήκη-λογχοειδή, απλά, ακέραια,  με δυσκολοδιάκριτο μίσχο, οξύκορφα ή πλατύκορφα, συχνά με χείλη που παίρνουν πορφυρή χροιά.   Άνθη ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε επάκριους ομπρελλοειδείς σχηματισμούς που μοιάζουν με σκιάδιο (εξ ου και το όνομα του είδους).  Πέταλα 4, όρθια, στενά-αντωειδή, κίτρινα, γινόμενα λευκά με την πάροδο του χρόνου, άτριχα, με μικρή εγκοπή στην κορυφή τους.  Σέπαλα 4, όρθια, κοίλα, πλατύκορφα, πράσινα στην αρχή και πορφυρά προς καφέ αργότερα, κοντύτερα από τα πέταλα.  Στήμονες 6 με όρθια, γυμνά και κιτρινωπά νήματα, ανθήρες κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, ωειδής προς υποσφαιρική, πυκνά τριχωτή, στύλος 1, όρθιος και απλός, στίγμα 1.  Άνθιση Μάρτιος-Μάιος.  Καρπός είναι ένα υποσφαιρικό, καστανό και μάλλον επίπεδο κεράτιον*, που φέρει από πάνω τον παραμένοντα στύλο.  Σπάνιο φυτό της Κύπρου, και απαντάται σε πετρώδεις λόφους και ανοικτά πευκοδάση από 1100-1600μ υψόμετρο.

Κεράτιον* = κοντό και πλατύ κέρας —   κέρας = μακρόστενος καρπός ο οποίος σχίζεται κοιλιακά και ραχιαία από κάτω προς τα πάνω, όπως ο καρπός των Σταυρανθών πχ. Λαψάνα, νεροκάρδαμο, σινάπι κλπ.

Arbutus andrachne

Name/ΌνομαΚόμαρος  η ανδράχνη           

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Arbutus andrachne L.     

Common name/Όνομα:  Strawberry tree, Arbutus, Αντρουκλιά, Κουμαριά, Αγριοκουμαριά   

Family/Οικογένεια:  ERICACEAE   

 

Description 

Arbutus andrachne is an evergreen perennial shrub or small tree with a suborbicular or irregular crown, growing to 10m tall, but usually much smaller (3-5m, Cyprus).  The trunk is erect or spreading, rather short, much branched, bark reddish, often peeling off in flakes revealing a grey layer; young stems are reddish and glabrous.  Leaves alternate, simple, elliptic, petiolate, leathery and glossy, entire, glabrous both surfaces, dark green above, glaucous beneath, margins entire or serrate, apex acute or subacute, base almost rounded or cuneate, petiole rather flat, reddish, slightly channeled above.  Flowers are actinomorphic and hermaphrodite, in terminal panicles; bracts ovate-triangular, acuminate, reddish and hairy; pedicels glandular-hairy; petals 5, united, corolla creamy, urn-shaped, having the top open, forming a 5-lobed rim, glabrous externally, hairy internally; lobes are more or less equal with recurved apex; calyx 5-lobed, lobes subcircular, green with yellowish margins, sometimes tinged red, overlapped; stamens 10, filaments free, hairy at the base, yellowish, anthers chestnut, with a prominent 2-parted appendage; ovary superior, conical, style simple, erect, yellowish, and glabrous, stigma capitate, greenish.  Flowering time February-May.  The fruit is a globose red berry with warty surface and is edible.  Native to the Eastern Mediterranean region and Western Asia.  A common plant in Cyprus and it is found at pine forests, open woodland, and mostly on the igneous ground, from 100-1500m alt.

 

Περιγραφή

Πολυετής και αειθαλής θάμνος ή μικρό δένδρο με υποσφαιρική ή ακανόνιστη κόμη και ύψος που φθάνει τα 10μ αλλά συνήθως αρκετά χαμηλότερο (3-5μ, Κύπρος).  Κορμός όρθιος ή απλωμένος, σχετικά κοντός, πολύκλαδος, φλοιός κοκκινωπός που συχνά σχίζεται σε φύλλα, αποκαλύπτοντας το γκρίζο υπόστρωμα.  Νεαροί βλαστοί  κοκκινωποί και άτριχοι.  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, ελλειπτικά, έμμισχα, δερματώδη και στιλπνά, ακέραια ή με πριονωτό χείλος, άτριχα και στις 2 επιφάνειες, σκουροπράσινα στην άνω και γλαυκοπράσινα στην κάτω επιφάνεια, οξύκορφα ή σχεδόν οξύκορφα, με σχεδόν στρογγυλεμένη ή ευθύγραμμη βάση, και μίσχο σχεδόν επίπεδο, κοκκινωπό και αυλακωτό.  Άνθη ερμαφρόδιτα και ακτινόμορφα, σε επάκριους βότρεις.  Βράκτια ωοειδή-τριγωνικά, μυτερά, κοκκινωπά και άτριχα.  Ποδίσκοι ανθέων με αδενώδεις τρίχες.  Πέταλα 5, λευκοκίτρινα και ενωμένα σε σχήμα υδρίας με ανοικτό το άνω άκρο, όπου υπάρχουν 5 μικροί, τριγωνικοί, πρασινοκίτρινοι λοβοί με στρογγυλεμένη κορυφή.  Εσωτερικά η στεφάνη είναι τριχωτή ενώ εξωτερικά είναι άτριχη.  Κάλυκας 5-λοβος, λοβοί σχεδόν κυκλικοί, πρασινωποί με κιτρινωπά μεμβρανώδη χείλη, κάποτε με κοκκινωπή χροιά στην κορυφή και με τις πλευρές τους να επικαλύπτονται.  Στήμονες 10, νήμα ελεύθερο, κιτρινωπό και τριχωτό στη βάση του, ανθήρες 2-θηκοι, με εμφανή διμερή καστανή προεκβολή.  Ωοθήκη  επιφυής και κωνική, στύλος απλός, όρθιος, κιτρινωπός και γυμνός, στίγμα πρασινωπό και κεφαλωτό.  Άνθιση Φεβρουάριος-Μάιος.  Ο καρπός είναι μια σφαιρική και κόκκινη ράγα, που έχει κοκκώδη επιφάνεια και είναι εδώδιμη.  Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη και η Δυτική Ασία  Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε πευκοδάση και σε ανοικτές δασώδεις και κυρίως πυριγενείς περιοχές σε υψόμετρο 100-1200m.

Ficaria chrysocephala

Name/Όνομα:  Φικάρια η χρυσοκέφαλη

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Ficaria chrysocephala (P.D.Sell) Galasso & al.

Common name/Κοινό όνομα:  Fig buttercup, Lesser celandine, Pilewort  

Family/Οικογένεια:  RANUNCULACEAE

 

Description

Ficaria chrysocephala is a perennial tuberous herb growing up to 25cm tall.  Stems usually decumbent, cylindrical, and glabrous.  Leaves alternate, simple, ovate-cordate, entire, wavy or shallowly-toothed, petiolate, glabrous on both surfaces.  Flowers actinomorphic, hermaphrodite, terminal, and solitary; petals 7-14 or more, oblong-ovate, unequal, golden yellow, glabrous, apex obtuse; sepals 3, ovate, unequal, concave, pale yellow, glabrous; stamens numerous, filaments free, anthers yellow; in the center, there are numerous greenish-yellow carpels forming a globe-shaped receptacle; ovary superior; flowering time February-March.  The fruit is an achene.  Native to Europe and Western Asia.  A rather common plant in Cyprus and it is found at moisty places and near streams from 0-1200m alt.

 

Περιγραφή

Πολυετής και βολβώδης χαμηλή πόα ύψους μέχρι 25cm.  Βλαστοί συνήθως κατακλιμένοι, κυλινδρικοί και άτριχοι.  Φύλλα κατ εναλλαγή, απλά, ωοειδή-καρδιοειδή, ακέραια ή με ελαφρύ κυματοειδές ή με κοντά δόντια χείλος, έμμισχα και άτριχα.  Άνθη ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα και επάκρια.  Πέταλα 7-14 ή περισσότερα, επιμήκη-ωοειδή, άνισα, χρυσοκίτρινα , άτριχα και πλατύκορφα.  Σέπαλα 3, ωοειδή, άνισα, κοίλα, με χλωμό κίτρινο χρώμα και άτριχα.  Στήμονες πολυάριθμοι, νήμα ελεύθερο, ανθήρες κίτρινοι.  Στο κέντρο του άνθους υπάρχουν πολλά πρασινοκίτρινα καρπόφυλλα που σχηματίζουν μια σφαιροειδή ανθοδόχη.  Ωοθήκη επιφυής.  Ανθίζει Φεβρουάριο-Μάρτιο.  Ο καρπός είναι αχαίνιο.  Πατρίδα του η Μεσογειακή ζώνη και η Δυτική Ασία.  Σχετικά κοινό φυτό στην Κύπρου και απαντάται σε υγρά μέρη και κοντά σε ρυάκια από 0-1200μ υψόμετρο.

 

Anemone blanda

Name/Όνομα:  Ανεμώνη η χαρίης

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:  Anemone blanda* Schott & Kotschy.

Common name/Κοινό όνομα:  Grecian wildflower, Windflower, Balkan anemone, Wood anemone

Family/Οικογένεια:  RANUNCULACEAE

 

Description

Anemone blanda is a tuberous perennial herb growing up to 15cm tall.  Scape is usually erect, cylindrical, purple and glabrous below bracts (involucre), densely hairy above towards flower.  Leaves in whorls, simple, broadly triangular, petiolate, glabrous on both surfaces, dark green above, purplish-green below, divided into irregularly lobed segments; petiole purplish or purplish-green, subglabrous or sparsely hairy.  Flowers actinomorphic, hermaphrodite, terminal, solitary, daisy-like; petals absent; sepals 8-21, petal-like, oblong-linear, glabrous, apex usually obtuse; involucre distant from the flower, consisting of 3 deeply dissected bracts; bracts 3-lobed, glabrous, with more or less  acute apex; stamens numerous, filaments unequal, greenish and glabrous, anthers pale yellow ; ovary superior, carpels numerous, flowering time February-April.  The fruit is an achene.  The plant is native to Western Asia (Caucasus, Turkey, Syria, and Cyprus).  A rare plant in Cyprus and it is found at calcareous stony hillsides and country roadsides, from 700-1200m alt.

 

Περιγραφή

Πολυετής και βολβώδης πόα ύψους μέχρι 15cm.  Βλαστός απλός, όρθιος, κυλινδρικός, πορφυρός και άτριχος κάτω από τα βράκτια, πυκνά τριχωτός πιο πάνω από αυτά προς το άνθος.  Φύλλα σε σπόνδυλο, απλά, πλατειά τριγωνικά, έμμισχα, άτριχα και στις δυο επιφάνειες, σκουροπράσινα στην πάνω και πορφυροπράσινα στην κάτω επιφάνεια, διαιρεμένα σε άνισα λοβωτά τμήματα.  Μίσχος πορφυροπράσινος και σχεδόν άτριχος.  Άνθη, ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα και επάκρια, μοιάζουν με μαργαρίτες.  Πέταλα απουσιάζουν.  Σέπαλα 8-21, επιμήκη- γραμμοειδή, άτριχα και συνήθως πλατύκορφα.  Τα βράκτια βρίσκονται σε απόσταση από το άνθος, είναι 3 και βαθειά σχισμένα σχηματίζοντας λοβώδη τμήματα, με άνισους, άτριχους και μάλλον οξύκορφους λοβούς.  Στήμονες πολλοί με άνισο, πρασινωπό και γυμνό νήμα, ανθήρες με χλωμό κίτρινο χρώμα.  Ωοθήκη επιφυής με πολλά καρπόφυλλα.  Ανθίζει Φεβρουάριο-Απρίλιο. Ο καρπός είναι αχαίνιο.  Πατρίδα του η Δυτική Ασία (Καύκασος, Τουρκία, Συρία, Κύπρος).  Σπάνιο φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε πετρώδεις ασβεστολιθικές εκτάσεις και κατά μήκος αγροτικών δρόμων από 700-1200m υψόμετρο.