Alyssum chondrogynum

May 26, 2020 by savvas

Alyssum chondrogynum

 

Name/Όνομα: Άλυσσον το χονδρόγυνον   

Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Alyssum chondrogynum B. L. Burtt   

Family/Οικογένεια:  BRASSICACEAE  

 

 

Description

Plant:  Perennial subshrub growing up to 40 cm high.    

Stem/s:  Erect, much branched, green when young, purplish-brown later, densely covered with adpressed, whitish, stellate hairs.      

Leaves:  Alternate, simple, entire, obovate or suborbicular, dark green, obtuse, petiolate, densely covered with adprsessed whitish, stellate hairs.   

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in many-flowered, terminal corymbs*; pedicels ascending, straight, green, not densely covered with stellate hairs, spreading and elongating later; sepals 4, erect, oblong, concave, obtuse, covered with adpressed stellate hairs, alternating with petals; petals 4, opposite in cross- shape, obovate to oblanceolate, shallowly emarginated at apex, golden yellow, glabrous, narrowed at the base; stamens 6, filaments yellow and glabrous, longer than sepals, anthers oblong and yellow; ovary superior, style 1, cylindrical and glabrous, stigma 1, capitate.

Flowering time:  April-June.    

Fruit:  Silicle, obovate to suborbicular, at first green and papillose, topped by the persistent style, enclosing brown seeds.          

Habitat:  Rocky hillsides at low level areas, from 300-700 m alt.  

Native:  Endemic to Cyprus, locally common.

 

corymb*= inflorescence in which the individual flowers bearing unequal pedicels, are at the same level.  

 

Περιγραφή

Φυτό:  Πολυετής ημίθαμνος με ύψος μέχρι 40 εκ. 

Βλαστός:  Όρθιοι, πολύκλαδοι, πράσινοι οι νεαροί, με πορφυρό ή καφέ χρώμα αργότερα, πυκνά καλυμμένοι με ασπριδερές αστεροειδείς τρίχες, τοποθετημένες παράλληλα και κοντά στην επιφάνεια του βλαστού.    

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά, ακέραια, αντωειδή ή αντιλογχοειδή, με σκούρο πράσινο χρώμα, με πλατειά κορυφή, έμμισχα, καλυμμένα με ασπριδερές άσπρες τρίχες όπως στον βλαστό.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε πολυανθείς και επάκριους κορύμβους*.  Ποδίσκοι αρχικά ανερχόμενοι, ευθύγραμμοι, πράσινοι, όχι πυκνά καλυμμένοι με αστεροειδείς τρίχες, αργότερα επιμηκύνονται και απλώνονται.  Σέπαλα 4, όρθια, προμήκη, κοίλα, πλατύκορφα, αραιά καλυμμένα με αστεροειδείς τρίχες, κατ εναλλαγή με τα πέταλα.  Πέταλα 4, αντίθετα και σταυρωτά, αντωειδή προς αντιλογχοειδή, με αβαθή εγκοπή στην κορυφή, χρυσοκίτρινα, άτριχα και στενότερα στη βάση.  Στήμονες 6, νήμα κίτρινο και άτριχο, μακρύτερο των σεπάλων.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος 1 κυλινδρικός, στίγμα 1 κεφαλωτό.

Άνθιση:   Απρίλιος-Ιούνιος.

Καρπός:   Κέρας, αντωειδές ή υποκυκλικό, αρχικά πράσινο και με κοντές θηλοειδείς προεκβολές, και φέρει στην κορυφή τον παραμένοντα στύλο, και περιέχει καφέ σπέρματα.  

Ενδιαίτημα:  Βραχώδεις πλαγιές σε χαμηλά υψόμετρα, από 300-700 μ υψόμετρο.  

Πατρίδα:   Ενδημικό της Κύπρου, τοπικά κοινό.

 

κόρυμβος* = Βοτρυοειδής ταξιανθία όπου οι ποδίσκοι των κατωτέρων ανθέων είναι μεγαλύτεροι των υπερκειμένων , ώστε να φθάνουν όλοι στο ίδιο επίπεδο.

Comments are closed.