Alliaria petiolata

May 14, 2022 by savvas

Alliaria petiolata

Name/Όνομα:   Αλλιαρία η έμμισχη*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Alliaria petiolate (M. Bieb.) Cavara & Grande

Common name/Κοινό Όνομα:   Garlic mustard.

Family/Οικογένεια:   BRASSICACEAE

 

*  Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:    Biennial or short-leaved perennial herb, growing up to 1 m high.

Stem/s:   Erect, ± branched, obscurely ribbed, greenish becoming purplish with age, glabrous or slightly hairy.

Leaves:  Alternate, simple, triangular or heart-shaped, thin, soft and petiolate, with irregulary toothed margins, thinly hairy; basal leaves bear a purplish channeled petiole which is longer than blade and thinly hairy towards base; medium stem-leaves are larger, short-petiolate and ± glabrous; upper stem-leaves smaller and more acute. Young leaves give off a distinct garlic odor when crushed.

Flowers:  Actinomorphic and hermaphrodite, in few-flowered corymbose inflorescences, becoming racemes later; sepals 4, erect, oblong and obtuse, yellowish and glabrous; petals 4, cross-shaped, white, obovate, shortly-clawed at the base; stamens 6, 2 outer short and 4 inner tall, filaments free, white and glabrous, anthers oblong and yellow; ovary superior, cylindrical and sessile, style 1, a little shorter than stamens, stigma 1, truncate.

Flowering time:    April-July.

Fruit:    Elongated, patent or ascending, 3-nerved and 4-sided silique with short pedicel, green, maturing to greenish-brown, containing black and shiny small seeds in two rows.

Habitat:    Side-paths and margin of hedges on shaded areas and igneous ground, from 900-1800 m alt.

Native:   Europe, western and central Asia, north-western Africa.

 

 

Περιγραφή

Φυτό:   Διετής ή σύντομης διάρκειας πολυετής πόα με ύψος μέχρι 1 μ.

Βλαστός/οί:   Όρθιος, με ή χωρίς διακλάδωση, με δυσκολοδιάκριτη  ράβδωση, πρασινωπός, γινόμενος πορφυρός με την πάροδο του χρόνου, άτριχος ή με ελαφρό τρίχωμα.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά, τριγωνικά ή καρδιόσχημα, λεπτά, μαλακά και ελαφρά τριχωτά, έμμισχα, με άνισα οδοντωτά χείλη.  Φύλλα βάσης με αυλακωτό, πορφυρό και ελαφρά τριχωτό προς τη βάση μίσχο, που είναι μακρύτερος από το έλασμα του φύλλου.  Μεσαία φύλλα βλαστού μεγαλύτερα, με κοντό μίσχο και με ή χωρίς τρίχωμα.  Ανώτερα φύλλα βλαστού μικρότερα και περισσότερο μυτερά στην κορυφή.  Τα νεαρά φύλλα όταν συνθλιβούν αναδίδουν έντονη μυρωδιά σκόρδου.

Άνθη:   Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε ολιγοανθείς, κορυμβοειδείς ταξιανθίες, που μετατρέπονται αργότερα σε βότρεις.  Σέπαλα 4, όρθια, προμήκη και πλατυκόρυφα, κιτρινωπά και άτριχα.  Πέταλα 4, τοποθετημένα σταυρωτά, είναι αντωειδή, με κοντό νύχι στη βάση τους.  Στήμονες 6, 2 εξωτερικοί κοντοί και 4 εξωτερικοί ψηλοί, νήμα ελεύθερο, λευκό και γυμνό, ανθήρες προμήκεις και κίτρινοι.  Ωοθήκη επιφυής, κυλινδρική και άμισχη, στύλος 1, λίγο κοντύτερος από τους στήμονες, στίγμα 1 με επίπεδη κορυφή.   

Άνθιση:   Απρίλιος-Ιούλιος.

Καρπός:   Μακρύ, οριζόντιο ή ανερχόμενο, 3-νευρο και 4-πλευρο κάρυο, με κοντό ποδίσκο, πράσινο στην αρχή, με πράσινο-καστανό χρώμα στην ωρίμανση, και περιέχει μαύρα, μικρά και γυαλιστερά σπέρματα, σε 2 σειρές.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος μονοπατιών και όρια γκρεμνών, σε σκιασμένα πυριγενή εδάφη, από 900-1800 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Ευρώπη, δυτική και κεντρική Ασία, βορειοδυτική Αφρική.

Comments are closed.