Name/Όνομα: Γάλιον η απαρίνη
Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Galium aparine L.
Common name/Κοινό όνομα: Common cleavers, bedstraw, goose-grass, κολλητσίδα
Family/ Οικογένεια: RUBIACEAE
* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.
Description
Galium aparine is an annual herb growing up to 100cm high or more. Stems are weak, trailing, sprawling or climbing, sparsely branched or unbranched, 4-angled with small hooked prickles pointing downwards and hairy at nodes. Leaves in whorls of 6-9, simple, entire, narrow, oblanceolate or obovate, with a central vein along its length, sessile, with hard to touch upper surface, bristly margins, subglabrous beneath except the main vein, edges hard often deflexed, apex obtuse terminating in hard and sharp mucro. Flowers tiny, hermaphrodite and actinomorphic, in small axillary cymes of 2-3 flowers or in terminal panicles or solitary ; bracts 1-4, similar but smaller; petals 4, fused together at base, they are white with pointed apex; sepals insignificant; stamens 4, filaments white, anthers yellow; ovary inferior, carpels 2, styles 2, stigmas capitate; Flowering time March-July. Fruit are conspicuously didymous capsules, kidney-shaped, easily brake into 2 mericarps; they start out green and densely covered with stiff hooked prickles, turn to brown at maturity. Native to Eurasia. Common plant in Cyprus and it is found on cultivated fields, waste places and roadsides from 0-1200m alt.
Περιγραφή
Μονοετής πόα που φθάνει το 100εκ ύψος ή περισσότερο. Βλαστοί αδύναμοι, κατακλιμένοι, έρποντες ή αναρριχόμενοι, αραιά διακλαδισμένοι ή χωρίς διακλάδωση, τετράγωνοι με μικρά και αγκιστρωτά αγκάθια που ” βλέπουν ” προς τα κάτω, ενώ είναι τριχωτοί στα γόνατα. Φύλλα σε σπονδύλους των 6-8 φύλλων, είναι απλά, ακέραια, στενά, επιμήκη λογχοειδή ή αντωειδή, με εμφανές το κεντρικό νεύρο να καταλαμβάνει όλο σχεδόν το μήκος του φύλλου, είναι άμισχα, με ανώμαλη επιφάνεια, αδρότριχα χείλη που είναι σκληρά και συχνά λυγίζουν προς τα πίσω, κορυφή πλατειά που τελειώνει σε μυτερή και σκληρή προεξοχή. Άνθη ερμαφρόδιτα και ακτινόμορφα, σε μικρές κυματοειδείς ταξιανθίες των 2-3 ανθέων ή σε επάκριους βότρεις ή είναι μεμονωμένα. Βράκτια 1-4, παρόμοια με τα φύλλα αλλά μικρότερα. Πέταλα 4, ενωμένα στη βάση τους, λευκά και με μυτερές κορυφές. Σέπαλα αφανή. Στήμονες 4, νήμα λευκό, ανθήρες κίτρινοι. Ωοθήκη υποφυής, καρπόφυλλα 2, στύλοι 2, στίγματα κεφαλωτά. Άνθιση Μάρτιος-Ιούλιος. Ο καρπός είναι μια εμφανής δίδυμη κάψα, νεφροειδούς σχήματος που σπάζει εύκολα σε 2 μικρότερους. Οι καρποί στην αρχή είναι πράσινοι και πυκνά καλυμμένοι με αδρές και αγκιστρωτές άκανθες, αλλά στην ωριμότητα παίρνουν καφέ χρώμα. Πατρίδα του η Ευρασία. Κοινό φυτό στην Κύπρο και απαντάται σε καλλιεργημένα εδάφη, άγονα εδάφη και κατά μήκος δρόμων από 0-1200μ υψόμετρο.