Name/Όνομα: Ευκάλυπτος η καμαλδουλένσεια.
Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Eucalyptus camaldulensis Dehnh.
Common name/Κοινό Όνομα: River Red Gum, Ευκάλυπτος,
Family/Οικογένεια: MYRTACEAE
Description
Plant: Evergreen huge tree growing up to 30 m high.
Trunk/Branches: Trunk thick with spreading crown and irregular exfoliation*; bark smooth, greyish, yellowish, pinkish or brown; young branches are red and hairless.
Leaves: Simple, drooping, hairless, petiolate, with pointed tip and base, pale green; Young plants: opposite, ovate or lanceolate, leathery, glandular and aromatic (when crushed); mature trees: alternate, narrow–lanceolate, often sickle-shaped; petiole with yellow, orange or red color.
Flowers: Actinomorphic and hermaphrodite, in axillary, 5-10 flowered, sciadia* (umbels); sepals and petals united, forming a beaked, cup-like structure, the operculum; stamens numerous, free, usually spreading, with white, straight and glabrous filaments; ovary inferior, style 1, stigma 1.
Flowering time: December-May.
Fruit: Woody hemispherical capsule.
Habitat: Roadsides, gardens, parks, usually along river banks. It is the most common cultivated specie, with the widest distribution.
Native: Endemic to Australia.
Sciadium (a)* = Greek word referring to umbel-like inflorescence.
Exfoliation * = the natural process in which small or large pieces on the surface of the trunk removed, leaving the bark uncovered (peeling-bark).
Περιγραφή
Φυτό: Αειθαλές γιγαντιαίο δέντρο που φθάνει τα 30 μ ύψος.
Κορμός-Κλάδοι: Κορμός χοντρός με απλωμένη κώμη και ακανόνιστη απολέπιση**. Φλοιός λείος, γκριζωπός, κιτρινωπός, ρόδινος ή καστανός. Νεαροί κλάδοι λείοι και κόκκινοι, αρχαιότεροι γκριζωποί.
Φύλλα: Απλά, κρεμάμενα, γυμνά και έμμισχα, με ανοικτό πράσινο χρώμα, μυτερή βάση και κορυφή. Νεαρά φυτά: Φύλλα αντίθετα, ωοειδή ή λογχοειδή, δερματώδη, αδενώδη και αρωματικά όταν συνθλιβούν. Ώριμα δέντρα: Φύλλα κατ εναλλαγή, στενά λογχοειδή, συχνά δρεπανοειδή. Μίσχος με κίτρινο, πορτοκαλί ή κόκκινο χρώμα.
Άνθη: Ακτινόμορφα και ερμαφρόδιτα, σε μασχαλιαία σκιάδια*των 5-10 ανθέων. Σέπαλα και πέταλα ενώνονται και δημιουργούν μια ραμφοειδή-σαν καπέλο-κατασκευή την καλύπτρα. Στήμονες πολυάριθμοι και ελεύθεροι, με λευκά, ίσια και γυμνά νήματα, συνήθως απλωμένα. Ωοθήκη υποφυής, στύλος 1, στίγμα 1.
Άνθιση: Δεκέμβριος-Μάιος (Κύπρος).
Καρπός: Ξυλώδης ημισφαιρική κάψα.
Ενδιαίτημα: Κατά μήκος δρόμων, κήπους, πάρκα, συνήθως κατά μήκος παραποτάμιων περιοχών.
Πατρίδα: Ενδημικό Αυστραλίας.
Σκιάδιο* = Ταξιανθία όπου οι ποδίσκοι των ανθέων ξεκινούν από το ίδιο σημείο και φθάνουν στο ίδιο ύψος όπως οι ακτίνες της ομπρέλας.
Απολέπιση**= Φυσική διαδικασία όπου μικρά ή μεγάλα κομμάτια της επιφάνειας του κορμού αποχωρίζονται αποκαλύπτοντας τον φλοιό.