Name/Όνομα: Κλεόμη η ορνιθοποδιοειδής**
Scientific name/Επιστημονικό όνομα: Cleome ornithopodioides* L.
Common name/Κοινό όνομα: Βird spiderflower
Family/Οικογένεια: CLEOMACEAE
Description
Plant: Erect annual growing up to 80cm high.
Stems: Much-branched, branches horizontal to erect, striate, glandular, green turning to purplish with age.
Leaves: Alternate, basal leaves compound, trifoliate, petiolate; leaflets more or less equal, oblanceolate, glandular especially on the margins and on the main nerve beneath, subacute, green becoming purplish with age; petiole channeled above; at the middle of the stems leaves are larger, reduce abruptly their size towards apex.
Flowers: Slightly zygomorphic, hermaphrodite, in lax axillary racemes; pedicels reddish, glandular; petals 4, free, obovate, clawed at base, at first whitish-yellow, later with a pinkish-red stripe at the middle or turning to reddish finally; apex obtuse, short-acuminate; sepals 4, alternate with petals, lanceolate, glandular, often out-curved; stamens 6, filaments free, yellowish or pinkish, arising from the center of the flower, anthers oblong, yellow; ovary superior, erect, sessile, yellowish, slightly glandular; stigma capitate.
Flowering time: June-September.
Fruit: Pod-like dehiscent capsule, pendulous, elongate, constricted a little between seeds, valves glandular, beak short; seeds globose.
Habitat: River banks, vineyards from 150-1200m alt.
Native: Eastern Mediterranean region, Western Asia.
ornithopodioides*= Greek word meaning “birds-foot like” referring to the shape of the leaves.
Περιγραφή
Φυτό: Όρθιο με ύψος μέχρι 80 εκ.
Βλαστός: Πολύκλαδος, κλάδοι οριζόντιοι με τάση να κλείνουν προς τα πάνω, ραβδωτοί, αδενώδεις, πράσινοι στην αρχή, πορφυροί με την πάροδο του χρόνου.
Φύλλα: Κατ εναλλαγή, φύλλα βάσης σύνθετα, τρίφυλλα, έμμισχα. Φυλλάρια περίπου ισομήκη, αντιλογχοειδή, αδενώδη, ειδικά πάνω στα χείλη και στο κάτω κύριο νεύρο, σχεδόν οξύκορφα, πράσινα στην αρχή, πορφυρά αργότερα. Μίσχος αυλακωτός από πάνω. Φύλλα βλαστού μεγαλύτερα στο μέσο του, αλλά μετά προς την κορυφή, απότομα ελαττώνεται το μέγεθός τους.
Άνθη: Ελαφρά ζυγόμορφα, ερμαφρόδιτα, σε χαλαρούς μασχαλιαίους βότρεις. Ποδίσκοι κοκκινωποί και αδενώδεις. Πέταλα 4, ελεύθερα, αντωειδή με νύχι στη βάση, στην αρχή λευκοκίτρινα, αργότερα με κεντρική ροδοκόκκινη ζώνη ή ολοκληρωτικά με κοκκινωπό χρώμα. Κορυφή πλατειά με μικρή και πολύ κοντή μύτη. Σέπαλα 4, κατ εαναλλαγή με τα πέταλα, αδενώδη, συχνά λυγισμένα προς τα πίσω. Στήμονες 6, νήμα ελεύθερο, κιτρινωπό ή ρόδινο. Οι στήμονες εκφύονται από τη βάση της ωοθήκης στο κέντρο του άνθους, ανθήρες κίτρινοι. Ωοθήκη επιφυής, όρθια, άμισχη, κιτρινωπή, ελαφρά αδενώδης, στίγμα κεφαλωτό.
Άνθιση: Ιούνιος-Σεπτέμβριος.
Καρπός: Διαρρηκτή και αδενώδης κάψα που μοιάζει με χέδρωπα των Ψυχανθών, είναι κρεμάμενη, επιμήκης, ελαφρά συμπιεσμένη μεταξύ των σπερμάτων, ράμφος κοντό, σπέρματα υποσφαιρικά.
Ενδιαίτημα: Όχθες ποταμών και ρυακιών, αμπελώνες, από 150-1200μ υψόμετρο.
Πατρίδα: Ανατολική Μεσογειακή ζώνη, Δυτική Ασία.
ορνιθοποδιοειδής** = εξ αιτίας του σχήματος των φύλλων που μοιάζουν με πόδι κότας.