Echium glomeratum

October 19, 2022 by savvas

Echium glomeratum

Name/Όνομα:   Έχιον το συσπειρωμένο*

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Echium glomeratum Poir.

Common name/Κοινό Όνομα:   Tall Viper’s-bugloss. Eastern Mediterranean Bugloss

Family/Οικογένεια:   BORAGINACEAE

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Biennial or perennial herb, growing up to 120 cm high.    

Stem/s:   Erect, branched from the base, sulcate, more or less straight, greenish when young, becoming purple-brown later, covered with dense hispid and whitish hairs.

Leaves:  Alternate, simple and entire, oblanceolate, both sides covered with adpressed rough hairs; basal leaves in a loose rosette, ± petiolate, stem leaves smaller, sometimes amplexicaule.

Flowers:  Actinomorphic, hermaphrodite and sessile, in crowded and many-flowered axillary cymes; bracts similar to leaves, ovate, hispid and acuminate; calyx campanulate, densely hispid with 5, erect and oblong or linear lobes; corolla campanulate or funnel-shaped, pink or whitish-pink, sometimes tinged mauve; petals 5, oblong, hairy externally, glabrous internally; petals externally often tinged yellowish or orange at maturity; stamens 5, exserted from corolla-tube, filaments reddisg, anthers oblong and yellow, becoming greyish with age; ovary superior, style exserted, pinkish and glabrous, stigma conspicuously 2-lobed;

Flowering time:  May-June.  

Fruit:   4 ovoid nutlets.    

Habitat:  Roadsides and stony hills, from 150-300 m alt.  

Native:   Cyprus, Turkey, Syria, Lebanon, Israel, Palestine, Egypt.

 

Περιγραφή

Φυτό:   Διετής ή πολυετής πόα με ύψος μέχρι 120 εκ.

Βλαστός/οί:   Όρθιοι, διακλαδωμένοι από τη βάση, ραβδωτοί, σχεδόν ευθύγραμμοι, πρασινωποί οι νεαροί, με πορφυρό-καφέ χρώμα αργότερα, καλυμμένοι με πυκνές ασπριδερές αδρότριχες.

Φύλλα:     Κατ εναλλαγή, απλά και ακέραια, αντιλογχοειδή, καλυμμένα και από τις δύο επιφάνειες με αδρότριχες.  Φύλλα βάσης σε χαλαρή ροζέτα, ± έμμισχα.  Φύλλα βλαστού μικρότερα, κάποτε εν μέρει περίβλαστα.

Άνθη:   Ακτινόμορφα, ερμαφρόδιτα και χωρίς ποδίσκο, σε πολυανθείς, μαζεμένες, μασχαλιαίες θυσανοειδείς ταξιανθίες.  Βράκτια παρόμοια των φύλλων, ωοειδή, αδρότριχα και μυτερά.  Κάλυκας καμπανοειδής, πυκνά καλυμμένος με αδρότριχες, με 5, όρθιους, προμήκεις ή γραμμοειδείς λοβούς.  Στεφάνη καμπανοειδής ή χοανοειδής, με ρόδινο ή λευκορόδινο χρώμα, κάποτε με ανοικτό μωβ χρώμα.  Πέταλα 5, προμήκη, τριχωτά εξωτερικά, άτριχα εσωτερικά, ενώ με την πάροδο του χρόνου τα πέταλα παίρνουν εξωτερικά αποχρώσεις με κίτρινο ή πορτοκαλί χρώμα.  Στήμονες 5 εξερχόμενοι του σωλήνα της στεφάνης, νήμα κοκκινωπό, ανθήρες κίτρινοι και προμήκεις, με την πάροδο του χρόνου όμως παίρνουν γκρίζο χρώμα.  Ωοθήκη επιφυής, στύλος εξερχόμενος της στεφάνης, ρόδινος και άτριχος, στίγμα εμφανώς δίλοβο.

Άνθιση:   Μάιος-Ιούνιος.

Καρπός:   4 ωοειδή κάρυα.

Ενδιαίτημα:   Κατά μήκος δρόμων και σε πετρώδεις λόφους από 150-300 μ υψόμετρο.

Πατρίδα:   Κύπρος, Τουρκία, Συρία, Λίβανος, Ισραήλ, Αίγυπτος.

Comments are closed.