Onopordum cyprium

April 18, 2016 by savvas

Onopordum cyprium

Name/Όνομα:   Oνόπορδον το κύπριον.

Scientific name/Επιστημονικό όνομα:   Onopordum cyprium Eig.  

Common name/Κοινό Όνομα:  Cyprian Donkey Thistle, Γαϊδουράγκαθο, Γαουράγκαθθο.     

Family/Οικογένεια:  ASTERACEAE

 

 

* Η απόδοση του είδους στα Ελληνικά είναι εισήγηση του συγγραφέα.

 

Description

Plant:  Biennial or perennial, spiny, growing up to 1.5 m high.                                             

Stem:  Erect, branched or unbranched, winged, usually thinly-arachnoid; wings are green, triangular at the base, bearing a straight, chestnut, acute and sharp spine at apex.

Leaves:  Basal leaves in a loose rosette, lanceolate, large, green with rough and scabrid texture above, with white arachnoid hairs beneath, deeply pinnatissect, forming more than 20 irregular and unequal segments, each bearing with up to 16 hard and sharp spines ; cauline leaves alternate,  smaller, oblong, with more narrow segments and less spines.       

Flowers:  In terminal, solitary capitula, on the top of winged and spiny branches; involucre subglobose; bracts in 9-10 series, lanceolate, imbricate, subglabrous, with hard, purplish, sharp, and pointed spine at apex; lower bracts deflexed, medium spreading and the upper erect; florets hermaphrodite, tubular, 5-lobed, purple, exceeding the involucre; stamens 5, ovary inferior, style 1, branched.    

Flowering time:  April-July.   

Fruit:  Achenes.   

Habitat:  Common plant in Cyprus and it is found everywhere, from 0-1200m alt. 

Native:  Endemic to Cyprus.   

 

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Φυτό:  Διετές  ή πολυετές ακανθώδες φυτό ύψους μέχρι  150 εκ.  

Βλαστός:  Όρθιος, με ή χωρίς πλευρικούς κλάδους, πτερυγωτός, συνήθως καλυπτόμενος με μικρές αραχνοειδείς τρίχες. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του φυτού είναι το γεγονός ότι ο βλαστός του καλύπτεται από αγκάθια που έχουν πράσινη τριγωνική βάση και σκληρή και αιχμηρή υπόφαιη κορυφή.

Φύλλα: Φύλλα βάσης λογχοειδή, βαθειά διαιρεμένα σε πάνω από 20 άνισα τμήματα που   το καθένα φέρει μέχρι 16 ίσια, σκληρά και μυτερά αγκάθια στα χείλη του, με πράσινη και ανώμαλη, μαζί με κοντές και αραιές τρίχες την άνω επιφάνεια, με πυκνές αραχνοειδείς τρίχες στην κάτω επιφάνεια. Φύλλα βλαστού κατ εναλλαγή, άμισχα, μικρότερα όσο  πλησιάζουμε την κορυφή, μάλλον προμήκη, με πιο στενά τμήματα και με λιγότερα αγκάθια.          

Άνθη:  Άνθη σε επάκρια και μεμονωμένα κεφάλια στην κορυφή πτερυγωτών και ακανθωτών  κλάδων.  Τα βράκτια συνολικά δημιουργούν  μια υποσφαιρική κατασκευή που αποτελείται από 9,10 σειρές λογχοειδών, αλληλεπικαλυπτόμενων, σχεδόν άτριχων και με πορφυρή και σκληρή μύτη  βρακτίων.  Οι κατώτερες σειρές είναι λυγισμένες προς τα πίσω, οι μεσαίες είναι απλωμένες και οι ανώτερες όρθιες.  Ανθίδια πορφυρά που προεξέχουν των βρακτίων, στήμονες 5, ωοθήκη υποφυής, στύλος 1, με διακλάδωση.

Άνθιση:   Απρίλιος – Ιούλιος.

Καρπός:  Καρπός αχαίνιο (ξερός, αδιάρρηκτος, μονόσπερμος καρπός που συμφύεται πλήρως με το σπέρμα).

Ενδιαίτημα: Κοινό φυτό που απαντάται σε όλη την Κύπρο από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι 1200m.

Πατρίδα:   Ενδημικό φυτό της Κύπρου.

 

 

Comments are closed.